Advertisement

Η Ρωσία και η Ελληνική Επανάσταση

Ο ρόλος της Ρωσίας είναι πολύ πιο καίριος από αυτόν που γνωρίζουμε και θεωρούμε δεδομένο. Θα προσπαθήσω να το εκφράσω με δόση υπερβολής αλλά μετά θα επιχειρήσω να δικαιολογήσω τον ισχυρισμό μου: χωρίς τη Ρωσία η Ελληνική Επανάσταση δεν θα είχε ξεκινήσει το 1821 ή θα ήταν πολύ διαφορετική από την Επανάσταση που γνωρίζουμε. - του Αριστείδη Χατζή

1.141

Ο ρόλος της Ρωσίας στην Ελληνική Επανάσταση είναι αρκετά γνωστός. Ξεκινά με την ίδρυση της Φιλικής Εταιρείας στην Οδησσό και καταλήγει στη συμμετοχή των Ρώσων στη ναυμαχία του Ναυαρίνου. Όταν μιλάμε ή γράφουμε γι’ αυτόν τον ρόλο, έχουμε συνήθως στο μυαλό μας μια πολύ σχηματική εικόνα. Όμως ο ρόλος της Ρωσίας είναι πολύ πιο καίριος από αυτόν που γνωρίζουμε και θεωρούμε δεδομένο. Θα προσπαθήσω να το εκφράσω με δόση υπερβολής αλλά μετά θα επιχειρήσω να δικαιολογήσω τον ισχυρισμό μου: χωρίς τη Ρωσία η Ελληνική Επανάσταση δεν θα είχε ξεκινήσει το 1821 ή θα ήταν πολύ διαφορετική από την Επανάσταση που γνωρίζουμε.

Για να καταλάβετε τι εννοώ ας πάμε μερικά χρόνια πίσω, στον Νοέμβριο του 1813. Ο Εμμανουήλ Ξάνθος επιστρέφει στην Οδησσό μετά από ένα μεγάλο επαγγελματικό ταξίδι. Στη διάρκεια αυτού του ταξιδιού έχει μυηθεί στον ελευθεροτεκτονισμό στη Λευκάδα και έχει αρχίσει να σκέφτεται ότι αυτό το μοντέλο μυστικής εταιρείας θα μπορούσε να υιοθετηθεί για μια ανάλογη εθνική εταιρεία που θα έχει ως σκοπό την απελευθέρωση της Ελλάδας. Εκείνον τον Νοέμβριο θα συνομιλήσει με τον Νικόλαο Σκουφά και τον Αθανάσιο Τσακάλωφ που έχουν κι αυτοί παρόμοιες εμπειρίες (αλλά σε φιλελεύθερες μυστικές εταιρείες) και παρόμοιες φιλοδοξίες. Μέσα σε λιγότερο από έναν χρόνο θα έχουν συμφωνήσει στην ίδρυση της Φιλικής Εταιρείας που θα οργανώσει την Ελληνική Επανάσταση.

Γιατί, όμως, συμβαίνει αυτό στην Οδησσό και όχι στην Τεργέστη, στη Βιέννη ή στο Παρίσι; Διότι η Οδησσός είναι μια πόλη γεμάτη οικονομικά ισχυρούς Έλληνες και επιπλέον μια μυστική οργάνωση Ελλήνων νιώθει πολύ πιο ασφαλής στη Ρωσία παρά στην Αυστρία (κανείς δεν ξεχνά τι συνέβη στον Ρήγα) ή στη Γαλλία της Παλινόρθωσης.

Η Ρωσία δεν είναι μια τυχαία χώρα στην οποία ζουν έλληνες εμιγκρέδες. Είναι η μεγάλη Ορθόδοξη αυτοκρατορία, έχει μια συγκρουσιακή σχέση με την Οθωμανική Αυτοκρατορία (διότι η Ρωσία παραμένει από τις αρχές του 18ου αιώνα αναθεωρητική δύναμη) και έχει ήδη ξεσηκώσει τους Έλληνες για να δημιουργήσει αντιπερισπασμό, στη διάρκεια όλων των πρόσφατων Ρωσοτουρκικών πολέμων.

Αλλά δεν είναι μονό αυτά, τα γνωστά. Είναι και κάτι άλλο που νομίζω έχει μεγάλη σημασία να το κατανοήσουμε. Πολλοί Έλληνες θεωρούν τη Ρωσία δεύτερη πατρίδα τους. Όχι μόνο γιατί τους περιέθαλψε και τους έδωσε ευκαιρίες, οικονομικές και κοινωνικές, όχι απλώς γιατί τους χρησιμοποίησε ως μισθοφόρους, πράκτορες και γραμματείς σε προξενεία ενώ ο Τσάρος χρηματοδοτεί τα σχολεία τους, αλλά γιατί είναι η μόνη χώρα στην Ευρώπη που έχει ένα γνήσιο ενδιαφέρον για τους Έλληνες. Ο συνδετικός κρίκος είναι η Ορθοδοξία αλλά και μια μεταφυσική αίσθηση κοινής μοίρας που στον Ελληνικό χώρο ενισχύουν οι λαϊκές προφητείες και τα χιλιαστικά κείμενα, με κυριότερο τον «Αγαθάγγελο». Σ’ αυτήν την παράδοση, όσο προχωράμε στον 18ο αιώνα τόσο διακρίνουμε την αντικατάσταση του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, του «μαρμαρωμένου βασιλιά», από τον Ρώσο Αυτοκράτορα και το «ξανθό γένος».

Δεν πρόκειται, όμως, για φαντασιώσεις των Ελλήνων ή φρούδες ελπίδες. Σήμερα γνωρίζουμε ότι το λεγόμενο «Ελληνικό Σχέδιο» είχε κυριαρχήσει απολύτως στην ρωσική εξωτερική πολιτική από την εποχή της Μεγάλης Αικατερίνης αν και τα θεμέλιά του είχαν μπει από τον Μεγάλο Πέτρο. Οι Ρώσοι έβλεπαν τα πάντα με τα «ελληνικά γυαλιά», όπως εύστοχα παρατηρούσε ο Μέτερνιχ στην ιδιωτική του αλληλογραφία. Οι βρετανοί πρεσβευτές το είχαν αντιληφθεί αυτό και στην υπηρεσιακή τους αλληλογραφία τόνιζαν τη σημασία που είχε το «Ελληνικό Σχέδιο» για τη Μεγάλη Αικατερίνη, έτσι όπως το διαμόρφωσε ο Γκριγκόρι Ποτέμκιν. Ο James Harris, μάλιστα, γράφει σε προσωπική, ανεπίσημη, επιστολή του που συνόδευσε την υπηρεσιακή έκθεσή του προς τον Βρετανό Υπουργό Εξωτερικών, στις 4 Ιουνίου 1779, ότι αν η Βρετανία θέλει να ασκήσει επιρροή στη Ρωσία θα πρέπει να δείξει ότι αποδέχεται και βοηθά στην πραγματοποίηση αυτού του σχεδίου.

Αλλά τι περιέχει αυτό το σχέδιο; Προφανώς τη λύση του Ανατολικού Ζητήματος προς όφελος της Ρωσίας. Ιδανικά, μια κοινή επίθεση Αυστριακών και Ρώσων θα εκδιώξει τους Οθωμανούς από την Ευρώπη. Όμως οι δύο αυτοκρατορίες δεν θα μοιρασθούν τα εδάφη της (πλην ορισμένων στρατηγικών σημείων) αλλά θα συστήσουν μια «Ελληνική [Ορθόδοξη] Αυτοκρατορία», υπό την επιρροή της Ρωσίας βέβαια. Η Αικατερίνη προετοίμασε και τον μελλοντικό αυτοκράτορα των Ελλήνων, τον εγγονό της που επίτηδες βάφτισε Κωνσταντίνο. Ο Κωνσταντίνος έμαθε Ελληνικά από μικρός, είχε Ελληνίδα τροφό και προετοιμάστηκε μεθοδικά για τον ρόλο του. Ακόμα και ο Βολταίρος ήταν ενθουσιασμένος με το «Ελληνικό Σχέδιο». Γράφει στην Αικατερίνη: “Φανταστείτε μια μεγαλειώδη Ελληνική Ακαδημία στην Κωνσταντινούπολη που θα φέρει το δικό σας όνομα. Η Αθήνα θα μπορούσε να προστεθεί στις πρωτεύουσές σας. Η Ελληνική γλώσσα θα μπορούσε να γίνει παγκόσμια.»

Το πρώτο πλήγμα στο Ελληνικό Σχέδιο ήταν η αλλαγή της αυστριακής πολιτικής μετά τον θάνατο του Ιωσήφ Β΄. Το δεύτερο πλήγμα έφερε η σταδιακή ανατροπή όλων των δεδομένων μετά τη Γαλλική Επανάσταση, κυρίως κατά τη διάρκεια των Ναπολεόντειων Πολέμων. Το τρίτο όμως πλήγμα ήταν η μεταστροφή της ρωσικής πολιτικής μετά το 1815. Ο αυτοκράτορας Αλέξανδρος Α’, ο μεγάλος αδελφός του Κωνσταντίνου, δεν φαινόταν να έχει πρόθεση να ακολουθήσει το μεγαλεπήβολο σχέδιο της Αικατερίνης.

Από την άλλη όμως, υπήρχε μια μεγάλη ευκαιρία. Ο υπουργός Εξωτερικών του Αλέξανδρου ήταν Ελληνας, ο Ιωάννης Καποδίστριας. Ο Καποδίστριας είχε ένα σοβαρό, μακροχρόνιο, καλά επεξεργασμένο σχέδιο για την εθνική παλιγγενεσία. Με δύο λόγια: οι Έλληνες έπρεπε καταρχάς να συνειδητοποιήσουν ποιοι είναι, να ετοιμαστούν για τον ιστορικό τους ρόλο και να εκπαιδευθεί μια ελίτ διανοουμένων που θα αναλάβει την ηγεσία τους. Κυρίως όμως θα έπρεπε να εκμεταλλευτούν τη δύναμη της πανίσχυρης συμμάχου τους, της Ρωσίας – η οποία θα είχε, βέβαια, και την πρωτοβουλία των κινήσεων, αυτή θα αποφάσιζε το πότε και το πώς.

Με τον Καποδίστρια συμφωνούσαν λίγο ως πολύ όλες οι σημαντικές προσωπικότητες του Ελληνισμού όπως ο Ιγνάτιος Ουγγροβλαχίας, ακόμα και οι φιλελεύθεροι, όπως ο Αδαμάντιος Κοραής. Στον κύκλο του Τσάρου υπήρχαν πολλοί άλλοι Ελληνες, όπως ο Στούρτζας και ο Υψηλάντης. Ο Αλέξανδρος επιζητούσε να γνωρίσει και να συναναστραφεί γενναίους Ελληνες, όπως ο Γιωργάκης Ολύμπιος. Ολοι αυτοί τον τριβέλιζαν με τον καημό τους – και ο Τσάρος τους έδινε αβέβαιες γενικές υποσχέσεις.

Η Φιλική Εταιρεία χάλασε αυτά τα μακροπρόθεσμα συνετά σχέδια με την επαναστατική της δράση η οποία είχε και ως σκοπό να εκβιάσει, κατά κάποιον τρόπο, την επέμβαση της Ρωσίας υπέρ των Ελλήνων. Την ημέρα που ο Αλέξανδρος Υψηλάντης διάβασε την επιστολή αποκήρυξης της Ελληνικής Επανάστασης, που ο Καποδίστριας έγραψε με εντολή του Τσάρου, ένιωσε διπλά προδομένος. Δεν ήταν μόνο τα λάθη του Υψηλάντη που οδήγησαν στην κατάρρευση της Επανάστασης στη Μολδοβλαχία αλλά και το ψυχολογικό σοκ της συνειδητοποίησης ότι τελικά δεν βρίσκονταν οι Ρώσοι πίσω απ’ όλα αυτά. Οι Ελληνες ήταν μόνοι τους.

Ομως η Φιλική Εταιρεία και η Επανάσταση έγιναν γιατί υπήρχε η Ρωσία να δημιουργήσει τις κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές προϋποθέσεις. Στις αρχές του 19ου αιώνα κανείς δεν ενδιαφερόταν για τους Έλληνες στη Δυτική Ευρώπη παρά μόνο οι διανοούμενοι, που πολύ συχνά μάλιστα τους αντιμετώπιζαν με συμπάθεια αλλά και περιφρόνηση, με οίκτο αλλά και με πολλές αμφιβολίες για το αν τελικά άξιζαν αυτοί οι υποταγμένοι κάτοικοι των Βαλκανίων την ελευθερία τους. Δεν συνέβαινε το ίδιο με τους Ρώσους. Ο φιλορώσος αλλά αξιόπιστος Φιλήμων γράφει κάτι που πρέπει να το λάβουμε σοβαρά υπόψη γιατί, νομίζω, εξέφραζε πολλούς Έλληνες της εποχής, ιδίως όσους είχαν ζήσει ως εμιγκρέδες σε ρωσικό έδαφος.

Ο Έλλην όχι μόνον δεν έχαιρε καμμίαν τιμήν πολιτικήν πλησίον του άλλου Κόσμου, αλλά και εμισείτο καταφρονούμενος και μη κρινόμενος ουδέ άξιος ταφής εις τον θάνατον του. Οι άνθρωποι του Βορέως [οι Ρώσοι] τον μετεχειρίσθησαν εξ εναντίας ως ένα αδελφόν. Πλησίον τούτων εύρεν ούτος καταφύγιον εις τας αμηχανίας του, περίθαλψιν εις τας δυστυχίας του, ευκολίας εμπορικάς, τιμάς στρατιωτικάς και πολιτικάς, και ελπίδας σοβαράς περί της μελλούσης τύχης του. Δια τους λόγους αυτούς δεν ηρνήθη εις καμμίαν περίστασιν σχεδόν την προς αυτούς ηθικήν εμπιστοσύνην του.

Σε ένα άλλο γλαφυρό απόσπασμα ο υπασπιστής του Κολοκοτρώνη, ο Φωτάκος, περιγράφει τη ζωή των Ελλήνων σε μια ρωσική πόλη. Περιγράφει πως οι Έλληνες εκεί ξεπερνούν τον φόβο, καθαρίζουν τον εαυτό τους εσωτερικά και εξωτερικά, το πώς αισθάνονται άνθρωποι για πρώτη φορά στη ζωή τους καθώς προχωρούν ανέμελοι στους δρόμους, ακούνε τις καμπάνες να χτυπάνε δυνατά και κάνουν τον σταυρό τους περήφανα. Κυρίως όμως, με ποιον τρόπο οι δύο τόσο διαφορετικές εμπειρίες βάζουν φωτιά στο φυτίλι της Επανάστασης.

Παρά την απογοήτευση μετά τα Ορλωφικά και την εγκατάλειψη του Κατσώνη στη συνέχεια, ο σύνδεσμος παραμένει ισχυρός. Οι Έλληνες, πιο ώριμοι πια, αντιλαμβάνονται ότι η Ρωσία έχει τα δικά της συμφέροντα και θα τα επιδιώξει και σε βάρος των Ελλήνων αν χρειαστεί. Αλλά διαπιστώνουν ταυτόχρονα ότι υπάρχει ακόμα γνήσιο ενδιαφέρον των Ρώσων για τους Έλληνες, οι οποίοι επωφελούνται από την προστασία και τη στενή αυτή σχέση (π.χ. μετά τη Συνθήκη του Κιουτσούκ-Καϊναρτζή) και αντιλαμβάνονται ταυτόχρονα ότι αν υπάρξει κάποια ευκαιρία αυτή θα προέλθει από τη Ρωσία, από πουθενά αλλού.

Η σχέση αυτή θα σπάσει τον Μάρτιο του 1821. Η εμμονή του Ρώσου Αυτοκράτορα, του Αλέξανδρου, με το status quo, η επιρροή που του ασκεί ο Μέτερνιχ («είχες δίκιο σε όλα, πες μου τι θέλεις να κάνω και θα το κάνω» θα του πει ο Αλέξανδρος στο Λάιμπαχ) και το σκιάχτρο των φιλελεύθερων επαναστάσεων που τρομοκρατεί τον Ρώσο Αυτοκράτορα, θα φέρει τους Έλληνες απέναντι από τους Ρώσους για πρώτη φορά. Παρά την ύπαρξη μεγάλης φιλοπόλεμης μερίδας στη Ρωσία που πιέζει συστηματικά τον Αλέξανδρο να κηρύξει τον πόλεμο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, αυτός δεν θα το κάνει, οδηγώντας τον Καποδίστρια σε απελπισία ενώ τελικά τον εξαναγκάζει σε παραίτηση. Ο Αλέξανδρος ανέχεται, ουσιαστικά, το αδιανόητο, τη βάρβαρη εκτέλεση του Πατριάρχη, των αρχιερέων, τις σφαγές χιλιάδων χριστιανών, εκτοξεύοντας απλώς έμμεσες απειλές.

Ακόμα και οι ρώσοι πολίτες που στην αρχή είναι ψυχικά κοντά στους Έλληνες, αλλάζουν διάθεση. Στο Σκουλένι, καθώς ο Αθανάσιος Καρπενισιώτης αμύνεται ηρωικά, στην αντίπερα όχθη του Προύθου οι ρώσοι στρατιώτες (με εντολή να παραμείνουν ουδέτεροι) και οι ρώσοι πολίτες μαζί με τους Έλληνες τον επευφημούν ενώ διασώζουν και περιθάλπουν εκατοντάδες νεαρούς στρατιώτες που περνούν το φουσκωμένο ποτάμι. Αλλά αργότερα, ενώ καταφτάνουν φιλέλληνες για να πολεμήσουν υπέρ των Ελλήνων ακόμα κι από τις Η.Π.Α., δεν κατεβαίνει σχεδόν κανένας Ρώσος. Οι Γερμανοί, οι Γάλλοι, οι Βρετανοί, οι Ιταλοί, οι Πολωνοί είναι αυτοί που χύνουν το αίμα τους για την Ελλάδα. Όταν ο Μπάιρον φτάνει στο Μεσολόγγι, ο Πούσκιν, που παραλίγο να ακολουθήσει τον Υψηλάντη, εκφράζεται άσχημα για τους Έλληνες και την Επανάσταση.

Αλλά το χειρότερο είναι αυτό: οι Έλληνες που δεν έχουν πια τη βοήθεια των Ρώσων θα πρέπει να αποδείξουν στην υπόλοιπη Ευρώπη ότι η Επανάστασή τους δεν είναι υποκινούμενη από αυτούς. Τους χρεώνεται, δηλαδή, μια σχέση που δεν έχουν πια. Θα πρέπει ταυτόχρονα να βρουν νέους συμμάχους και, αν είναι δυνατόν. να ξαναφέρουν τους Ρώσους δίπλα τους. Το πώς το πετυχαίνουν είναι μια άλλη ιστορία.

Η ρωσική επιρροή στην Ελληνική Επανάσταση δεν σταματά εδώ. Το σχέδιο των 3 Ηγεμονιών, η άνοδος στον θρόνο του Νικόλαου, η πλειοδοσία της περιόδου 1826-7, το Ναυαρίνο, ο Ρωσοτουρκικός Πόλεμος και η Συνθήκη της Αδριανούπολης, η γενναιόδωρη βοήθεια στον Καποδίστρια, το δάνειο στον Όθωνα, η εμφάνιση συγκροτημένου φιλορωσικού κόμματος, η δίκη του Κολοκοτρώνη και πολλά άλλα γεγονότα, διαμορφώνουν σταδιακά μια πολύπλοκη σχέση πολύ διαφορετική, όμως, από εκείνη που υπήρχε μέχρι τον Μάρτιο του 1821. Μια σχέση που θα διαμορφωθεί σταδιακά μέχρι τον Κριμαϊκό Πόλεμο. Η Ελλάδα όμως ήδη βρίσκεται σε έναν πολύ διαφορετικό αστερισμό, είναι πλέον η πιο αξιόπιστη σύμμαχος της Μεγάλης Βρετανίας στην περιοχή.


*Ο Αριστείδης Χατζής είναι καθηγητής Φιλοσοφίας Δικαίου και Θεωρίας Θεσμών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και Διευθυντής Ερευνών στο Κέντρο Φιλελεύθερων Μελετών (ΚΕΦίΜ). Το παρόν κείμενο βασίζεται στο 8ο κεφάλαιο του βιβλίου του με τίτλο «The Noblest Cause: The 1821 Greek War of Independence» που θα κυκλοφορήσει το 2021 στις ΗΠΑ και σε ελληνική μετάφραση από τις Εκδόσεις Παπαδόπουλος.

 

 

Πηγή protagon
Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies. Περισσότερες πληροφορίες.

Οι ρυθμίσεις των cookies σε αυτή την ιστοσελίδα έχουν οριστεί σε "αποδοχή cookies" για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις των cookies σας ή κάνετε κλικ στο κουμπί "Κλείσιμο" παρακάτω τότε συναινείτε σε αυτό.

Κλείσιμο