Advertisement

Η δυστυχία τού να μην είσαι πια εκμεταλλεύσιμος…

Γράφει ο Γιώργος Ι. Κωστούλας*

741

Με μια Ευρώπη 26 εκατομμυρίων ανέργων, ως διαμορφωμένη πραγματικότητα, ο χρησμός τον P. Bruckner, πως δεν τα έχουμε δει όλα ακόμα, φαίνεται πως επαληθεύεται. Τη δυστυχία τού να είσαι υποκείμενο εκμετάλλευσης, την έχει ήδη διαδεχθεί η δυστυχία του να μην είσαι πια εκμεταλλεύσιμος…

Πάνω από ένας στους δύο νέους είναι άνεργος σε Ελλάδα και Ισπανία, πάνω από ένας στους τρεις σε Ιταλία και Πορτογαλία. Πολλοί, απογοητευμένοι, δεν προσπαθούν καν να βρουν δουλειά, ενώ ούτε σπουδάζουν, ούτε καταρτίζονται: είναι οι λεγόμενοι ΝΕΕΤs (not in employment, education, training).

Αποτέλεσμα; H εργασία- και όχι μόνο για τους ανέργους- έχει πάψει να είναι αντικείμενο ενός αμφοτεροβαρούς συμβολαίου μεταξύ εργοδοσίας και εργαζομένου: “Θέλω και συμμετέχω ενεργά, με τις ατομικές μου δυνατότητες στην κοινή προσπάθεια για τη δημιουργία ατομικού και δημόσιου πλούτου. Ανταμείβομαι γι’ αυτό με δυο σημαντικές αμοιβές. Με τις υλικές προϋποθέσεις για την ατομική μου επιβίωση, αλλά και με ένα κύριο συστατικό της ατομικής ψυχικής υγείας, το αίσθημα της προσωπικής αξιοπρέπειας”.

Η δουλειά έχει αποσυνδεθεί από την ταυτότητα. Δεν είσαι πια η δουλειά σου. Ούτε η εργασία, ούτε ο μόχθος, συνιστούν πλέον επαρκή στοιχεία για έναν πλήρη βίο, έναν αυτόνομο και αυθεντικά ανθρώπινο τρόπο ζωής.

Η αδυναμία προβολής στο μέλλον, φυλακίζει τους ανθρώπους στο ερεβώδες παρόν. Είναι οδυνηρό να μην μπορείς να προγραμματίσεις τίποτα. Για να κινητοποιηθεί κάποιος πρέπει να έχει ένα ελάχιστο εξουσίας πάνω στο χρόνο. Αυτό δίνει απάντηση και στο ερώτημα: “γιατί παραμένουν τόσο παθητικοί οι νέοι”. Εξάλλου ένας ορισμός της εξουσίας είναι ο έλεγχος του χρόνου. Πρόκειται άραγε για έναν νέο τρόπο κυριαρχίας που οδηγεί τους ανθρώπους στον φρονηματισμό;

Η διαμόρφωση τέτοιων συνθηκών του βίου στερεί από τον μέσο εργαζόμενο την ευκαιρία μιας γνήσιας και ισότιμης συνάντησης με τον διπλανό του, αλλά και μιας καλύτερης σχέσης με τον εαυτό του. Η ανέχεια, η ανασφάλεια είναι πρώτα συμβολικές και κατόπιν οικονομικές:  Εκφράζονται και εκδηλώνονται με την ταπείνωση, την αδυναμία να περιποιείσαι και να φροντίζεις τον εαυτό σου, να μορφώνεις τα παιδιά σου, να σχεδιάζεις το μέλλον. Την απροθυμία έως και αποφυγή να εμφανίζεσαι δημοσίως, την καταδίκη σε μια μορφή ανωνυμίας, την έκθεση σε πληθώρα ψυχολογικών και κοινωνικών βλαβών, για τις οποίες οι στατιστικές δεν κάνουν κανένα λόγο. Ο μέσος εργαζόμενος, μετεωριζόμενος ανάμεσα στην ντροπή και την απελπισία, νοσεί ψυχικά εγκαταλειμμένος σε αδυσώπητα υπαρξιακά ερωτήματα τα οποία αδυνατεί να διαχειριστεί.

Από το άλλο μέρος, θεωρίες όπως αυτή του Fichte, η οποία κορυφώνεται στην αρχή ότι το κράτος οφείλει να μεριμνά ώστε ο καθένας να μπορεί να ζει από την επαγγελματική του δραστηριότητα έχουν πάθει αφλογιστία. Το ίδιο, και η άποψη ότι το ιδανικό κράτος πρέπει να προσφέρει προς όλους τους πολίτες του τα εργαλεία για να πετύχουν και την ελευθερία να αποτύχουν. Τέλος, από τη φράση “οι πρώτοι πιστωτές του έθνους είναι τα χέρια που ζητούν εργασία”, δεν έχει απομείνει πια παρά μόνο η …κομψότητά της.

Επιπλέον, και τα συνδικάτα είναι ανήμπορα να αντισταθούν στη συμμαχία κυβερνήσεων και επιχειρηματιών που, τρεχόντως, συμπλέουν με ταυτόσημες απόψεις αναφορικά με τη στήριξη της εθνικής ανταγωνιστικότητας, η οποία και κατρακυλά από χρόνο σε χρόνο.

Η πρώτη αντίδραση των εργαζομένων έχει καταγραφεί προ πολλού. Οι εργαζόμενοι δεν περιμένουν πια από τους εργοδότες  να τους προσφέρουν εργασιακή ασφάλεια. Σύμφωνα με μελέτη -έρευνα του Economist, το 94% των ερωτηθέντων πιστεύουν ότι η εργασιακή ασφάλεια είναι ευθύνη δική τους και όχι των εργοδοτών.

Ήδη, η δημιουργία δύο νέων ελληνικών λέξεων ενσωματώνει και αποδίδει τη νέα τάξη πραγμάτων στην αγορά εργασίας. Οι λέξεις: “Απασχολησιμότητα” και “Προσληψιμότητα”. Προφανώς οι λέξεις καλύπτουν εννοιολογικά και γλωσσολογικά κάτι που δεν υπήρχε πριν: Την ανάγκη ο κάθε εργαζόμενος να πάρει την τύχη στα χέρια του, διαχειριζόμενος τη σταδιοδρομία του, ώστε να είναι ανταγωνιστικά ελκυστικός στην αναζήτηση τού εφικτότερου ισοζυγίου μεταξύ επαγγελματικών και ατομικών στόχων.

Δραματοποίησα σκοπίμως την κατάσταση, φιλοτεχνώντας με μελανά χρώματα την τρέχουσα διαλυτική ατμόσφαιρα ματαιότητας που καταρρακώνει το φρόνημα και τη συλλογική διάνοια των ανθρώπων, για να δικαιολογήσω την προοδευτική προσχώρησή μου στις απόψεις του καθηγητή Στάθη Καλύβα, όπως αυτές εκφράσθηκαν σε άρθρο του στην Καθημερινή.

Το άρθρο κυριαρχείται από την απάντηση του καθηγητή στους νέους και νέες, όταν τον ρωτούν ποιον δρόμο να ακολουθήσουν και πώς να κινηθούν επαγγελματικά. Η απάντησή του: Πλώρη για έξω. Πιο ωμά: Μετανάστευση.

Βρίσκετε την απάντηση σκληρή ή απόλυτη; Διαβάστε τότε και την καταληκτική της φράση: “Αν είσαι έως 35 και ζεις ακόμη στην Ελλάδα, κάτι έχεις κάνει λάθος, όχι μόνο για σένα προσωπικά αλλά και για τη χώρα σου γενικότερα”.

*O κ. Κωστούλας είναι τέως γενικός διευθυντής εταιρειών του ευρύτερου  χρηματοπιστωτικού τομέα gcostoulas@gmail.com

 

Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies. Περισσότερες πληροφορίες.

Οι ρυθμίσεις των cookies σε αυτή την ιστοσελίδα έχουν οριστεί σε "αποδοχή cookies" για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις των cookies σας ή κάνετε κλικ στο κουμπί "Κλείσιμο" παρακάτω τότε συναινείτε σε αυτό.

Κλείσιμο