Η μάχη του Μόντε Κασίνο το 1944 και οι χιλιάδες βιασμοί Ιταλίδων από Μαροκινούς και Αλγερινούς

Πού βρίσκεται το Μόντε Κασίνο και γιατί είχε στρατηγική σημασία; Η επίθεση των Συμμάχων και οι τέσσερις λυσσαλέες μάχες από τις 17 Ιανουαρίου ως τις 18 Μαΐου 1944 - Η τελική νίκη των Συμμάχων και οι βαρύτατες απώλειές τους - Στρατιώτης Βόιτσεκ: H θρυλική αρκούδα που πολεμούσε με τους Πολωνούς | Μιχάλης Στούκας

123

Μια από τις μεγαλύτερες και πιο αιματηρές μάχες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου σε ιταλικό έδαφος ήταν η μάχη του Μόντε Κασίνο. Επρόκειτο για μια σειρά από στρατιωτικές επιθέσεις των Συμμάχων, εναντίον των γερμανικών δυνάμεων που ξεκίνησαν στις 17 Ιανουαρίου 1944 και τελείωσαν στις 18 Μαΐου 1944. Οι Σύμμαχοι μετά από τέσσερις σφοδρές μάχες κατάφεραν να επικρατήσουν έχοντας όμως υπερδιπλάσιες απώλειες έναντι των Γερμανών (55.000 έναντι 20.000) ενώ και περισσότεροι από 2.000 Ιταλοί πολίτες σκοτώθηκαν. Η πολύμηνη μάχη στο Μόντε Κασίνο συνοδεύτηκε από εγκληματικές ενέργειες Μαροκινών και Αλγερινών (το Μαρόκο και η Αλγερία ήταν κτήσεις της Γαλλίας τότε) σε βάρος Ιταλίδων. Χιλιάδες γυναίκες βιάστηκαν από τους Αφρικανούς ενώ εκατοντάδες από αυτές πέθαναν.

Advertisement

apeikonisi
Απεικόνιση της μάχης του Μόντε Κασίνο

Οι Goumiers όπως ήταν γνωστοί αυτοί οι πολεμιστές, ήταν ιδιαίτερα ικανοί στις μάχες σε δύσβατα ορεινά εδάφη, άλλωστε είχαν γεννηθεί και μεγαλώσει στην οροσειρά του Άτλαντα στη Βόρεια Αφρική και αποτελούσαν φόβο και τρόμο, ακόμα και σε μπαρουτοκαπνισμένους Γερμανούς στρατιώτες, πολλοί από τους οποίους ομολογούσαν ότι ευχαρίστως θα επέστρεφαν «στη Ρωσία ακόμα και μπουσουλώντας» προκειμένου να γλιτώσουν από αυτούς.

Ο δρόμος προς τη Ρώμη περνά από το Μόντε Κασίνο

Στις 3 Σεπτεμβρίου 1943 υπογράφτηκε η άνευ όρων παράδοση των Ιταλών στους Συμμάχους. Ανακοινώθηκε στις 8 Σεπτεμβρίου 1944. Για τους Ιταλούς δεν ήταν παράδοση, αλλά ανακωχή. Το απόγευμα της 8ης Σεπτεμβρίου 1944, οι Γερμανοί που μόλις τότε έμαθαν για τη Συμφωνία Συμμάχων και Ιταλών επιτέθηκαν στους τελευταίους. Το πρωί της 9ης Σεπτεμβρίου ο Βασιλιάς Βίκτωρ Εμμανουήλ Γ’, ο Στρατάρχης Μπαντόλιο, πολιτικοί και οικονομικοί παράγοντες εγκατέλειψαν τη Ρώμη και κατέφυγαν στο Μπρίντιζι. Παράλληλα, Γερμανοί αλεξιπτωτιστές απελευθέρωσαν τον Μουσολίνι και τον μετέφεραν στη βόρεια Ιταλία όπου τον διόρισαν επικεφαλής της «Ιταλικής Κοινωνικής Δημοκρατίας του Σαλό» (από την ομώνυμη πόλη στη Λομβαρδία της Β. Ιταλίας που ήταν έδρα της). Οι Γερμανοί από τις 8 ως τις 12 Σεπτεμβρίου κατέλαβαν ολόκληρη την ιταλική επικράτεια που δεν είχε περάσει στα χέρια των Συμμάχων, με εξαίρεση την Απουλία και τη Σαρδηνία.

Η απόβαση των Συμμάχων στη Σικελία τον Ιούλιο του 1943 ήταν οδυνηρή για αυτούς. 60.000 Γερμανοί κατόρθωσαν να συγκρατήσουν 480.000 αντιπάλους για 38 ημέρες. Τελικά, 40.000 Γερμανοί, με 10.000 οχήματα κατάφεραν να περάσουν στην ηπειρωτική Ιταλία. Η απόβαση των Συμμάχων στο Σαλέρνο, τον Σεπτέμβριο του 1943 αποτέλεσε τον προπομπό του αιματοκυλίσματος που θα ακολουθούσε στην Ιταλία. 40.000 Γερμανοί στρατιώτες αντιμετώπισαν 150.000 Αμερικανούς και Βρετανούς. Ο Αμερικανός διοικητής, Στρατηγός Μαρκ Κλαρκ προετοιμαζόταν για μια οδυνηρή ήττα, μέχρι που οι ανηλεείς βομβαρδισμοί των συμμαχικών πλοίων από τις ιταλικές ακτές, η άφιξη της 8ης Βρετανικής Στρατιάς από τον νότο και η εξάντληση των Γερμανών, οδήγησαν στην κατάληψη της Νεάπολης, στις 6 Οκτωβρίου 1943. Οι Σύμμαχοι πλήρωσαν βαρύτατο τίμημα καθώς έχασαν 12.500 άνδρες.

aixmalotoi
Γερμανοί αιχμάλωτοι φρουρούμενοι από Νεοζηλανδούς

Τους επόμενους τρεις μήνες οι Σύμμαχοι, η 5η Αμερικανική Στρατιά στα δυτικά και η 8η Βρετανική Στρατιά στα ανατολικά καταδίωκαν μάταια τη 10η Γερμανική Στρατιά. Με ευφυείς κινήσεις, οι Γερμανοί ξέφευγαν από τους Συμμάχους προκαλώντας τους τεράστιες απώλειες. Τελικά, τον Δεκέμβριο του 1943, οι συμμαχικές στρατιές έφτασαν κατάκοπες στην κεντρική Ιταλία και βρέθηκαν μπροστά στον ορεινό όγκο του Μόντε Κασίνο και την ισχυρότερη αμυντική γραμμή που αντιμετώπισαν στη διάρκεια του Β’ Π.Π.

Αναζητώντας τη γρηγορότερη διαδρομή για τη Ρώμη, οι διοικητές των Συμμάχων βρέθηκαν μπροστά σε δύο επιλογές: η πρώτη ήταν η περίφημη από την αρχαιότητα Αππία Οδός, η οποία ξεκινούσε από τη Νεάπολη και οδηγούσε κατευθείαν στην «αιώνια πόλη». Όμως η στενότητα της Αππίας και ορισμένες ελώδεις περιοχές σε συνδυασμό με το γεγονός ότι οι Γερμανοί κατείχαν τους ορεινούς όγκους πάνω από αυτή, ενδεχομένως θα οδηγούσαν σε καταστροφή. Δεύτερη επιλογή ήταν μια άλλη αρχαία οδός, η Καζιλίνα, 20 χλμ. ανατολικά της Αππίας που διασχίζοντας την καρδιά της ορεινής ιταλικής ενδοχώρας, περνούσε διαμέσου της κοιλάδας του ποταμού Λίρι, στο Μόντε Κασίνο, μια κοιλάδα πλάτους 3-10 χλμ. που επέτρεπε την ταχύτερη κίνηση και τη δυνατότητα ανάπτυξης τεθωρακισμένων. Τελικά επιλέχτηκε η οδός Καζιλίνα, την οποία όμως ο Αρχιπτέραρχος Κέσερλινγκ, διοικητής των γερμανικών δυνάμεων της Ιταλίας είχε επιλέξει ως κέντρο άμυνας του.

Η αμυντική γραμμή «Gustav», εκτεινόμενη από το Μιντούρνο στο Τυρρηνικό Πέλαγος και οργανωμένη πάνω σε κορυφές βουνών και πίσω από τις απότομες όχθες των ποταμών Σάνγκρο, Ραπίντο και Γκαριλιάνο που διχοτομούσαν στο πιο στενό σημείο της την ιταλική χερσόνησο είχε αρχίσει να κατασκευάζεται από τους Γερμανούς το φθινόπωρο του 1943 και αποτελούσε το ισχυρότερο συγκρότημα φυσικών και τεχνητών οχυρώσεων επί ευρωπαϊκού εδάφους κλείνοντας ερμητικά την πρόσβαση προς τη Ρώμη, τόσο μέσω της Αππίας όσο και μέσα από την Καζιλίνα. Το ορεινό έδαφος προσέφερε πολλά πλεονεκτήματα. Οι εξαιρετικοί Γερμανοί μηχανικοί κατεδάφισαν κτίρια και ξερίζωσαν δέντρα για να δημιουργήσουν ανοικτά πεδία πυρός, ενώ πλημμύρισαν τις πεδιάδες των ποταμών εκτρέποντας τη ροή τους. Τα οχυρωματικά έργα αποτελούνταν από συρματοπλέγματα, ναρκοπέδια, τάφρους, αντιαρματικά,υπόγειους διαδρόμους εφοδιασμού, πακτωμένους περιστρεφόμενους πύργους Panther, φλογοβόλα και πολλά καταφύγια, κατασκευασμένα από σκυρόδεμα και χάλυβα, με αλληλοκαλυπτόμενα και διασταυρούμενα πεδία πυρός. Το συνολικό μήκος της γραμμής ήταν 180 χλμ. από τα οποία τα 80 κάλυπταν τον τομέα του Μόντε Κασίνο από την Τυρρηνική ακτή μέχρι την καρδιά των Απεννίνων στο κέντρο της χώρας. Ολόκληρο το μήκος της οχυρωματικής ζώνης καλυπτόταν από τα πυρά του γερμανικού πυροβολικού, τα οποία κατευθύνονταν από παρατηρητήρια εγκατεστημένα στα όρη που κατόπτευαν την κοιλάδα.

Η πρώτη μάχη του Μόντε Κασίνο (17 Ιανουαρίου-11 Φεβρουαρίου 1944)

Επικεφαλής των Συμμάχων στην πρώτη μάχη του Μόντε Κασίνο ήταν ο Αμερικανός Στρατηγός Μαρκ Κλαρκ, ηλικίας μόλις 48 ετών, που αν και είχε μείνει στάσιμος στον βαθμό του Λοχαγού για 16 χρόνια, ανέβηκε αστραπιαία τις βαθμίδες της ιεραρχίας. Φιλόδοξος, διψασμένος για προβολή και με αδυναμία στα φωτογραφικά φλας, ιδιαίτερα στο αριστερό του προφίλ που θεωρούσε ότι ήταν το καλύτερο, οραματιζόταν να καταλάβει τη Ρώμη από τον νότο. Ο πρώτος και ο μόνος που το είχε καταφέρει ως τότε ήταν ο Βελισάριος, ο θρυλικός Στρατηγός (μαζί με τον Ναρσή) του Ιουστινιανού το 536, με τη διαφορά ότι αυτός δεν είχε να αντιμετωπίσει γραμμή Gustav»…

 

stratigosmarkklark
Ο Στρατηγός Μαρκ Κλαρκ το 1945

sxediagrammaprotismaxis
Σχεδιάγραμμα της πρώτης μάχης

 

Στην 5η Αμερικανική Στρατιά του Κλαρκ είχαν προσαρτηθεί εκτός από το 2ο ΣΣ των Η.Π.Α., του Στρατηγού Τζέφρι Κιζ, το Γαλλικό Εκστρατευτικό Σώμα (ΓΕΣ), του Στρατηγού Ζουέν, οι αξιωματικοί του οποίου ήταν Γάλλοι αλλά οι στρατιώτες, Μαροκινοί και Αλγερινοί και το 10ο Βρετανικό ΣΣ, υπό τον Στρατηγό Ρίτσαρντ Μακ Κρίρι. Από την άλλη πλευρά, την ευθύνη της άμυνας στο Μόντε Κασίνο, είχε το 14ο Σώμα Πάντσερ του Στρατηγού Φρίντολιν φον Σένγκερ που αποτελούσε τμήμα της 10ης Στρατιάς του Στρατηγού Χάινριχ φον Βίτινγκοφ. Η επίθεση ξεκίνησε από Μαροκινούς και Αλγερινούς του Στρατηγού Ζουέν τη νύχτα της 11/12 Ιανουαρίου. Οι Γερμανοί αιφνιδιάστηκαν και υπέστησαν σοβαρές απώλειες. Οι Μαροκινοί άφηναν πίσω τους πτώματα με σπασμένα κρανία και κομμένους λαιμούς. Οι επιθέσεις συνεχίστηκαν στο αριστερό κέρας της γερμανικής αμυντικής διάταξης. Οι άσχημες καιρικές συνθήκες (χιονόνερο), η εξάντληση των Αφρικανών, ο θάνατος πολλών Γάλλων αξιωματικών και η ανασύνταξη των Γερμανών επέτρεψαν στις δυνάμεις του Στρατηγού Ζουέν να εισχωρήσουν σε βάθος 6 μόνο χλμ. και να παραμείνουν εκεί. Στις 17/1/1944 ξεκίνησε η συμμαχική επίθεση. Οι σκληρές μάχες στο Μόντε Κασίνο έληξαν στις 11 Φεβρουαρίου. Το 2ο ΣΣ των ΗΠΑ είχε αποδεκατιστεί, ενώ το 10ο Βρετανικό ΣΣ και το ΓΕΣ αδυνατούσαν να αναλάβουν πρωτοβουλίες καθώς ήταν εκτεθειμένοι στα γερμανικά πυρά.

amerikanoistratiotes
Αμερικανοί στρατιώτες στο Μόντε Κασίνο

 

Η δεύτερη μάχη (15-18 Φεβρουαρίου 1944) – Το αβαείο του Μόντε Κασίνο

Πριν την περιληπτική περιγραφή της δεύτερης μάχης, θα αναφερθούμε στο αβαείο του Μόντε Κασίνο που διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη των επιχειρήσεων.

sxediagrammadeuteruismaxis
Σχεδιάγραμμα της δεύτερης μάχης

Πάνω από την κοιλάδα του ποταμού Λίρι, 130 χλμ. νότια της Ρώμης βρίσκεται το αβαείο του Μόντε Κασίνο. Χτίστηκε το 529 μ.Χ. από τον Άγιο Βενέδικτο, στη θέση αρχαίου ιερού του Απόλλωνα και αποτελούσε μία από τις σημαντικότερες αμυντικές τοποθεσίες σε όλη την Ευρώπη. Τα τείχη του είχαν ύψος 45 μέτρων και πάχος 3 μέτρων. Από τον νότο, προστατευόταν από τους ποταμούς Ραπίντο και Γκαριλιάνο οι οποίοι σχηματίζουν στους πρόποδες του όρους μια φυσική τάφρο. Πάνω από την πύλη της κεντρικής εισόδου υπήρχε μια λίθινη πλάκα με την επιγραφή «Pax» (Ειρήνη) την οποία σπάνια όμως γνώρισε το μοναστήρι.

thesi
Η θέση του Μόντε Κασίνο στον χάρτη

Είχε καταστραφεί από τους Λομβαρδούς το 581 μ.Χ., τους Σαρακηνούς το 883, τους Νορμανδούς, το 1030 και έναν σεισμό το 1349. Με το κονκορδάτο του 1933 το μοναστήρι είχε χαρακτηριστεί μνημείο πολιτιστικής κληρονομιάς. Ο Γερμανός διοικητής των δυνάμεων Ιταλίας, Αρχιπτέραρχος Άλμπερτ Κέσερλινγκ τον Δεκέμβριο του 1943 κοινοποίησε στο Βατικανό ότι σεβόμενος το μοναστήρι και την ιερότητα του χώρου δεν θα το χρησιμοποιούσε για στρατιωτικούς σκοπούς. Επιπλέον, οριοθετήθηκε μια ζώνη ασφαλείας 300 μέτρων περιμετρικά του αβαείου, στην οποία δεν θα υπήρχε οπλισμός οποιουδήποτε είδους, στρατιωτικά φυλάκια ή αποθήκες πυρομαχικών. Κι ενώ οι Γερμανοί σεβάστηκαν όλα τα παραπάνω, οι Σύμμαχοι καθώς υποψιάζονταν ότι οι Ναζί χρησιμοποιούσαν το αβαείο για να καλύπτονται αποφάσισαν να το ισοπεδώσουν, βομβαρδίζοντάς το. Πέρα από την ιεροσυλία που διέπραξαν, το μόνο που πέτυχαν ήταν να προσφέρουν ένα αναπάντεχο δώρο στους Γερμανούς που χρησιμοποίησαν τα ερείπια του αβαείου ως οχυρό και παρατηρητήριο!

Η μάχη του Μόντε Κασίνο το 1944 και οι χιλιάδες βιασμοί Ιταλίδων από Μαροκινούς και Αλγερινούς
Ερείπια του αβαείου μετά τον βομβαρδισμό του από τους Συμμάχους

 

Μετά τις απώλειες των Συμμάχων στην πρώτη επίθεση, ο Βρετανός Στρατηγός Αλεξάντερ, Διοικητής των Συμμαχικών Δυνάμεων Ιταλίας, ενίσχυσε την 5η Αμερικανική Στρατιά με τρεις από τις καλύτερες Μεραρχίες του Βρετανικού Στρατού, από το στάσιμο μέτωπο της Αδριατικής: την 78η Βρετανική Μεραρχία Πεζικού (ΜΠ), τη 2η νεοζηλανδική ΜΠ και την 4η ινδική ΜΠ. Οι Νεοζηλανδοί είχαν αποκτήσει μεγάλη φήμη από τις επιτυχίες τους στη Μεσόγειο και οι Ινδοί από τα κατορθώματά τους στη Β. Αφρική. Διοικητής του 2ου Νεοζηλανδικού ΣΣ το οποίο απαρτιζόταν από τις παραπάνω Μεραρχίες ήταν ο Στρατηγός Μπέρναρντ Φράιμπεργκ. Είχε επιζήσει από την εκστρατεία της Καλλίπολης, με 30 ουλές στο σώμα του! Παρασημοφορημένος και με αναμφίβολη ανδρεία, που όμως φέρει τεράστια ευθύνη για την κατάληψη της Κρήτης, τον Μάιο του 1941, αφού στον τομέα ευθύνης του ανήκε το αεροδρόμιο του Μάλεμε που αφέθηκε στα χέρια των Γερμανών. Κατά ένα παράδοξο παιχνίδι της μοίρας, οι Γερμανοί αλεξιπτωτιστές που διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην κατάληψη της Κρήτης, παρά τις σοβαρές απώλειες τους, βρέθηκαν ξανά απέναντι στον Φράιμπεργκ, σχεδόν τρία χρόνια αργότερα, ως πεζικάριοι πλέον και τον νίκησαν ξανά…

Η απόφαση για βομβαρδισμό του μοναστηριού ξεκίνησε από τον διοικητή της 4ης Ινδικής ΜΠ Υποστράτηγο Φράνσις Τάκερ και τον Φράιμπεργκ που συμφώνησε μαζί του. Οι Κλαρκ και Αλεξάντερ αν και είχαν δισταγμούς έβλεπαν ότι κινδύνευαν να χάσουν τις θέσεις τους, λόγω των αποτυχιών τους και συμφώνησαν. Τον βομβαρδισμό ανέλαβε ο Αμερικανός Στρατηγός Άιρα Ίκερ, Διοικητής των Συμμαχικών Αεροπορικών Δυνάμεων της Μεσογείου, παρά τους αρχικούς δισταγμούς του. Στις 22.00 της 14/2/1944 το συμμαχικό πυροβολικό «βομβάρδισε» το αβαείο με προειδοποιητικά φυλλάδια στα ιταλικά και γερμανικά για τον επικείμενο, πραγματικό βομβαρδισμό του. Ο ηγούμενος της μονής, 83χρονος Γκρεγκόριο Ντιαμάρε αποφάσισε να επικοινωνήσει με τη γερμανική διοίκηση. Ο Στρατηγός φον Σένγκερ έστειλε στις 5 π.μ. της 15ης Φεβρουαρίου οχήματα που μετέφεραν τον ηγούμενο και τους 10 μοναχούς του αβαείου στη Ρώμη. Στις 9.00 π.μ. ξεκίνησε ο σφοδρός βομβαρδισμός του αβαείου. 142 Β-17 έριξαν 450 τόνους εκρηκτικών και εμπρηστικών βομβών. Ακολούθησε το δεύτερο κύμα από 114 Β-25 και Β-26 που έριξαν άλλους 283 τόνους βομβών. Η καταστροφή του αβαείου ολοκληρώθηκε το μεσημέρι από βολές πυροβολικού. Το αβαείο είχε μετατραπεί σε ερείπια, οι Γερμανοί όμως δεν είχαν ούτε έναν νεκρό ή τραυματία!

vomvardismoi
Βομβαρδιστικό Β-17 πάνω από το αβαείο
vomvardismos
Ο βομβαρδισμός του αβαείου

Το βράδυ της 15ης και το επόμενο βράδυ, της 16ης Φεβρουαρίου, Ινδοί της 4ης ΜΠ επιχείρησαν να φτάσουν στο μοναστήρι χωρίς επιτυχία. Νέα επίθεση, τα μεσάνυχτα της 17ης προς 18η Φεβρουαρίου απέτυχε παταγωδώς. Η αήττητη Ινδική Μεραρχία σε 4 χρόνια πολέμου έχασε 690 άνδρες χωρίς να καταφέρει τίποτα. Ο πολυδιαφημισμένος Φράιμπεργκ έστειλε 200 Νεοζηλανδούς εναντίον των Γερμανών. Από αυτούς μόνο 70 έζησαν. Οι Γερμανοί που πλέον αμύνονταν από το πρώην αβαείο έχασαν 400 άνδρες, ωστόσο κράτησαν τις θέσεις τους. Ο Κέσερλινγκ συνεχάρη τηλεφωνικά τους Αλεξιπτωτιστές. Οι Γερμανοί βρήκαν ευκαιρία για προπαγάνδα. Στις αιτιάσεις των Αμερικανών ότι το αβαείο ήταν οχυρό τους, ο Κέσερλιγνκ απάντησε «Το σφάλμα ήταν των ΗΠΑ, οι οποίες στερούνται κάθε πολιτισμού… Αγγλοσαξονική και μπολσεβικική νοοτροπία με έναν και μόνο σκοπό: την καταστροφή των ιερών θεμελίων του ευρωπαϊκού πολιτισμού». Το πρωί της 18/2 προβλήθηκε ένα ντοκιμαντέρ στο οποίο ο Στρατηγός Σένγκερ έλεγε: «Μέχρι τη στιγμή της καταστροφής του αβαείου, εντός της περιοχής του, δεν υπήρχε κανένας Γερμανός στρατιώτης, ούτε γερμανικός οπλισμός, ούτε οποιαδήποτε γερμανική στρατιωτική εγκατάσταση». Ο ηγούμενος Ντιαμάρε επιβεβαίωσε όσα είπε ο Σένγκερ. Το Βατικανό διαμαρτυρήθηκε και ο Ρούζβελτ απάντησε: «…ήταν μια ατυχής πολεμική αναγκαιότητα». Η διεθνής κοινή γνώμη όμως εξοργίστηκε και δεν πείστηκε ποτέ από τις φτηνές αμερικανικές δικαιολογίες…

Η τρίτη μάχη του Μόντε Κασίνο (15-25 Μαρτίου 1944)

Η τρίτη μάχη του Μόντε Κασίνο, που διήρκησε από τις 15 έως τις 25 Μαρτίου 1944, ήταν η πιο σκληρή και πλέον αιματηρή. Από τον Φεβρουάριο του 1944 ο Γερμανός Πτέραρχος Ρίχαρντ Χάιντριχ, Διοικητής της 1ης Μεραρχίας Αλεξιπτωτιστών, ανέλαβε τη διοίκηση των δυνάμεων του Μόντε Κασίνο και την πόλη (Κασίνο). Οι αλεξιπτωτιστές στο αβαείο έφτασαν σταδιακά τους 500.

sxediagrammatritismaxis
Σχεδιάγραμμα της τρίτης μάχης

Να σημειώσουμε ότι οι αλεξιπτωτιστές, μετά το κάζο τους στην Κρήτη, δεν χρησιμοποιούνταν πλέον σε εναέριες επιχειρήσεις, αλλά σε επίγειες. Φυσικά ήταν πολύ καλύτερα εκπαιδευμένοι από τους πεζικάριους και γι’ αυτό τον λόγο η απόδοσή τους ήταν εξαιρετική και τους χάρισε το προσωνύμιο «Πράσινοι Διάβολοι».

prasinoi
Γερμανοί πράσινοι διάβολοι στο Μόντε Κασίνο

 

Η άμυνα της πόλης του Κασίνο ανατέθηκε στον 28χρονο Αυστριακό Σμηναγό Φέρντιναντ Φόλτιν, ο οποίος με τους 300 αλεξιπτωτιστές του εγκατέστησε το διοικητήριό του στο ξενοδοχείο «Continental» στο κέντρο της πόλης. Ο Φράιμπεργκ έλαβε εντολή από τον Αλεξάντερ να τεθεί επικεφαλής των επιχειρήσεων. Και πάλι η απόφασή του ήταν προβλέψιμη: βομβαρδισμοί στην πόλη και το αβαείο. Μετά από τρεις εβδομάδες συνεχών βροχοπτώσεων, ο καιρός βελτιώθηκε στις 15 Μαρτίου. Στις 8.30 π.μ. της μέρας αυτής ξεκίνησαν οι βομβαρδισμοί από 280 τετρακινητήρια και 180 δικινητήρια αεροσκάφη που έριξαν πάνω από 1.000 τόνους βόμβες στην πόλη και το αβαείο. Ακολούθησε από τις 12.30 ανελέητος βομβαρδισμός από 890 πυροβόλα, τα οποία ως τις 20.30 έριξαν πάνω από 200.000 οβίδες. Τουλάχιστον 150 Γερμανοί αλεξιπτωτιστές βρήκαν τον θάνατο στο μοναστήρι του Μόντε Κασίνο.

Από το βράδυ της ίδιας μέρας ξεκίνησε η επίθεση των Νεοζηλανδών μέσα στην πόλη. Οι συμμαχικές δυνάμεις επιχείρησαν να καταλάβουν τα υψώματα γύρω από την πόλη, χωρίς αποτέλεσμα, ενώ και το «Continental» αποδείχθηκε απόρθητο οχυρό. Ως τις 25 Μαρτίου 1944 που έληξε η «επιχείρηση Dickens», αυτή ήταν η κωδική της ονομασία, χιλιάδες Νεοζηλανδοί, κυρίως, στρατιώτες σκοτώθηκαν. Και οι Γερμανοί είχαν βαριές απώλειες, ωστόσο κατόρθωσαν να διατηρήσουν στην κατοχή τους την πόλη, το αβαείο και τα γύρω υψώματα. Τραγική ειρωνεία; Ο Charles Dickens είχε επισκεφθεί το 1845 το Cascina και το αβαείο και βέβαια δεν φανταζόταν ποτέ ότι 99 χρόνια αργότερα μια αιματηρή πολεμική επιχείρηση θα είχε το όνομά του.

Η κατάληψη του Μόντε Κασίνο (11-18 Μαΐου 1944)

Τον Απρίλιο του 1944 υπήρχε και από τις δύο πλευρές αδράνεια, παραπλανητικές κινήσεις και αναδιάταξη των δυνάμεών τους. Η τελική επίθεση ξεκίνησε στις 11 Μαΐου 1944. Σε αυτήν πήραν μέρος και Πολωνοί στρατιώτες (θα αναφερθούμε στη συνέχεια στο πώς βρέθηκαν εκεί), υπό τον Στρατηγό Άντερς. Οι Πολωνοί πολέμησαν πολύ γενναία γνωρίζοντας πως ίσως και το μέλλον της πατρίδας τους κρίνεται από αυτούς. Αν και δεν κατάφεραν να πετύχουν τους στόχους τους (κατάληψη του αγροκτήματος «Αλμπανέτα» και του υψώματος 593) προκάλεσαν απώλειες στους Γερμανούς. Ακολούθησαν η επίθεση του 13ου Βρετανικού ΣΣ στον ποταμό Ράπιντο και των Αφρικανών του Ζουέν στα όρη Αουρούντσι, χωρίς αποτέλεσμα.

stratigoszouen
Ο Στρατηγός Ζουέν το 1952

 

Πάντως, από το πρωί του Σαββάτου 13 Μαΐου, ο Κέσερλινγκ έβλεπε ότι η ήττα πλησίαζε. Ινδοί Γκούρκα και Μαροκινοί επιτέθηκαν εναντίον των Γερμανών αποδεκατίζοντας την 71η ΜΠ τους, η οποία έχασε 5.000 άνδρες και απέμεινε με 100 μόνο αξιόμαχος οπλίτες. Στις 17 Μαΐου οι Πολωνοί ξεκίνησαν νέα επίθεση. Οι Γερμανοί υποχώρησαν, καθώς είχαν αποδεκατιστεί και οι δυνάμεις των Συμμάχων ήταν πολυάριθμες. Στις 9.50 π.μ. της 18ης Μαΐου ένας Πολωνός Ανθυπολοχαγός, επικεφαλής περιπόλου, μπήκε πρώτος στα ερείπια του αβαείου αντικρίζοντας κομματιασμένα πτώματα Γερμανών αλεξιπτωτιστών και άλλα πτώματα παραχωμένα σε συρτάρια φύλαξης αμφίων. Οι Πολωνοί πλήρωσαν βαρύτατο τίμημα στο Μόντε Κασίνο, καθώς έχασαν 4.000 άνδρες. Ουσιαστικά οι Σύμμαχοι κατέλαβαν χωρίς αντίσταση μέρη που εγκατέλειπαν οι Γερμανοί. Το μοναστήρι για το οποίο είχαν πολεμήσει επί 4 μήνες 400.000 άνδρες είχε καταληφθεί χωρίς πυροβολισμό. Οι συμμαχικές δυνάμεις κατάφεραν στις 4 Ιουνίου να καταλάβουν τη Ρώμη.

Οι Πολωνοί στο Μόντε Κασίνο- «Στρατιώτης Βόιτεκ»: η θρυλική αρκούδα του Β’Π.Π.

Τον Σεπτέμβριο του 1939 Γερμανία και ΕΣΣΔ κατέλαβαν την Πολωνία και τη χώρισαν σε δύο σχεδόν ίσα μέρη. Η καταπίεση από τους Γερμανούς ήταν έντονη, αλλά και η NKVD εξόντωνε συστηματικά την ελίτ της χώρας. Τον Ιούλιο του 1941 Τσόρτσιλ και Στάλιν συμφώνησαν να απελευθερωθούν μερικές χιλιάδες Πολωνοί, ώστε να συγκροτήσουν δύο μεραρχίες που θα πολεμούσαν στο πλευρό των Συμμάχων. 1,7 εκατομμύρια Πολωνοί άνδρες, γυναίκες και παιδιά είχαν σταλεί στα σιβηριανά γκουλάγκ. Μόλις η είδηση μαθεύτηκε, πολλοί Πολωνοί εκδήλωσαν την επιθυμία τους να καταταγούν στις μεραρχίες αυτές. Η ΕΣΣΔ χορήγησε «αμνηστία» και απελευθέρωσε 45.000 αξιωματικούς και στρατιώτες και 26.000 γυναίκες και παιδιά. Από τον Απρίλιο ως τον Αύγουστο του 1942 οι Πολωνοί, με πεζοπορία (!), μέσω Ιράν, Ιράκ και Παλαιστίνης έφτασαν τελικά σε βρετανικό έδαφος στη Μέση Ανατολή. 2.800 από αυτούς πέθαναν στη διάρκεια της διαδρομής… Μετά τη φυγή των παραπάνω, ο Στάλιν έκλεισε ερμητικά τις πύλες των στρατοπέδων συγκέντρωσης και όσοι έμεναν έγκλειστοι θεωρούνταν πλέον «Σοβιετικοί πολίτες». Οι υπόλοιποι που είχαν φύγει, σχημάτισαν το νέο 2ο Πολωνικό Σώμα Στρατού. Διοικητής του επιλέχθηκε ο χαρισματικός Στρατηγός Άντερς. Όπως παραδέχτηκε ο ίδιος αργότερα: «Εάν ποτέ το Σώμα μου βρισκόταν ανάμεσα σε έναν γερμανικό και έναν σοβιετικό στρατό, θα δυσκολευόμουν πολύ να αποφασίσω ποιον θα ήθελα να πολεμήσω περισσότερο». Στην πολωνική δύναμη συμπεριλαμβάνονταν 1.200 γυναίκες, οι οποίες σχημάτισαν την Πολωνική Βοηθητική Υπηρεσία (οδηγοί, μάγειρες, μηχανικοί κ.λπ.), καθώς και 3.000 ανήλικα αγόρια και κορίτσια, τα οποία σχημάτισαν την Εργατική Βοηθητική Υπηρεσία.

Τον Αύγουστο του 1943 οι Πολωνοί στάλθηκαν στην Ιταλία και πήραν το βάπτισμα του πυρός στο Μόντε Κασίνο. Το 1946 η παλαίμαχοι Πολωνοί του 2ου ΣΣ αρνήθηκαν να επιστρέψουν στην πατρίδα τους και πήγαν στη Μ. Βρετανία. Τον Σεπτέμβριο του 1946 η υπό σοβιετικό έλεγχο κυβέρνηση αφαίρεσε από τον Άντερς και άλλους 75 αξιωματικούς την πολωνική υπηκοότητα και τους βαθμούς τους. Για τον Άντερς μάλιστα, λόγω «… πράξεων διαπραχθεισών στο εξωτερικό, επιζήμιων προς το πολωνικό κράτος…».

polonoistratiotes
Πολωνοί στρατιώτες στο αβαείο του Μόντε Κασίνο

Στη μάχη του Μόντε Κασίνο πήραν μέρος στρατιώτες πολλών εθνοτήτων (περισσότερες από 15 απάρτιζαν τις συμμαχικές δυνάμεις). Ο πιο ασυνήθιστος μαχητής όμως ήταν μια αρσενική αρκούδα με όνομα «Βόιτεκ» (υποκοριστικό της λέξης «φιλοπόλεμος» στα πολωνικά).

Κάποιοι Πολωνοί στρατιώτες στην τεράστια διαδρομή από τη Σιβηρία στη Μέση Ανατολή, βρήκαν στο Ιράν ένα αρκουδάκι σε βρεφική ηλικία. Αφού εκδόθηκαν όλα τα απαραίτητα έγγραφα για την κατάταξή του, στα οποία αναφερόταν ως «Στρατιώτης Βόιτεκ», υιοθετήθηκε, εξημερώθηκε, αγαπήθηκε και έγινε πολύ δημοφιλές. Μεγαλώνοντας, έφτανε σε ύψος το 1,80 μ. και ζύγιζε 330 κιλά! Εντάχθηκε στο 22ο Λόχο Εφοδιασμού Πυροβολικού. Εκπαιδεύτηκε για να μεταφέρει οβίδες και πυρομαχικά κατά τη διάρκεια της μάχης. Στη διάρκεια των πολεμικών επιχειρήσεων, όχι μόνο δεν του έπεσε ποτέ κανένα κιβώτιο, αλλά συνέχιζε ατάραχο(ς) τις μεταφορές, ακόμα και κάτω από ήχους μακρινών βομβαρδισμών. Συζούσε αρμονικά με τους στρατιώτες στη σκηνή του και είχε μάθει πολλές από τις συνήθειές τους: χαιρετούσε στρατιωτικά, κάπνιζε (!) και έπινε μπίρα (!) που έγινε το αγαπημένο του ποτό. Μετά τον πόλεμο βρέθηκε στον ζωολογικό κήπο του Εδιμβούργου (Σκωτία).

boitekmpira
Ο Βόιτεκ ενώ πίνει μπίρα

Για μεγάλο χρονικό διάστημα μετά τον εγκλεισμό του, ο Βόιτεκ, μακριά από τους Πολωνούς φίλους του και τα πεδία των μαχών, έδειξε σημάδια κατάθλιψης και παρέμενε απομονωμένος στη σπηλιά του, χωρίς να ανταποκρίνεται στα καλέσματα των επισκεπτών που έσπευσαν να τον θαυμάσουν. Μόνο όταν τον επισκέπτονταν κάποιοι Πολωνοί γνώριμοι του και του μιλούσαν στην κοινή τους «γλώσσα», ο Βόιτεκ έβγαινε από τη σπηλιά του και έτρεχε να τους αγκαλιάσει, να τους φιλήσει και να παίξει μαζί τους! Ο Βόιτεκ πέθανε τον Δεκέμβριο του 1963. Ήταν πάντα δημοφιλής και αξιαγάπητος. Θεωρείται ήρωας πολέμου και στον ζωολογικό κήπο του Εδιμβούργου υπάρχει άγαλμά του!

Οι βιασμοί και άλλα εγκλήματα των Μαροκινών (κυρίως) και Αλγερινών στην Ιταλία

Η Ιταλία είχε την ατυχία να υποστεί και τις φρικαλεότητες των Μαροκινών, κυρίως, στρατιωτών του Γαλλικού Εκστρατευτικού Σώματος που έγιναν από το 1943 ως το 1945, ιδιαίτερα μετά τη μάχη του Μόντε Κασίνο. Γι’ αυτές χρησιμοποιήθηκε ο γαλλικός όρος «Marocchinate». Οι Μαροκινοί στρατιώτες, γνωστοί ως Goumier, ντυμένοι με τις χαρακτηριστικές κελεμπίες και τα τουρμπάνια σχημάτιζαν ομάδες (goums) 70 περίπου ανδρών, ημιάτακτων, οι οποίοι συνδέονταν συνήθως μεταξύ τους με συγγενικούς δεσμούς. Στον πόλεμο προέβησαν σε απίστευτες βαρβαρότητες αποκεφαλίζοντάς τους αντιπάλους, ενώ διακοσμούσαν τα χέρια τους με τιμαλφή των θυμάτων τους (ρολόγια, δαχτυλίδια κ.α.). Οι Goumier ξεκίνησαν τα εγκλήματά τους αμέσως μετά την άφιξή τους στην Ιταλία, αρχικά μεμονωμένα, από κάποιους που βίαζαν, έκλεβαν και λαφυραγωγούσαν. Καθώς όμως η εκστρατεία προχωρούσε, οι Μαροκινοί προέβαιναν σε ομαδικούς βιασμούς, λεηλασίες και φόνους. Στην περιοχή του Φροζινόνε, όπου ανήκει το Μόντε Κασίνο, μετά το τέλος των μαχών, οι Μαροκινοί ξεχύθηκαν σε κωμοπόλεις και χωριά, διαπράττοντας βιασμούς και άλλα εγκλήματα.

marokinos
Μαροκινός Goumier

Σε ένα από τα πρώτα περιστατικά, ο δήμαρχος μιας ιταλικής κωμόπολης 2.500 κατοίκων ανέφερε ότι 700 γυναίκες βιάστηκαν. Ορισμένες από αυτές πέθαναν από αιμορραγία… Έχει γραφτεί ότι ο Στρατηγός Ζουέν έδωσε στους άνδρες του «περιθώριο» 50 ωρών απόλυτης ελευθερίας για να κάνουν ό,τι θέλουν. Μάλιστα αυτό τυπώθηκε και στα αραβικά στα περίφημα «κίτρινα φυλλάδια». Κανένα από αυτά δεν βρέθηκε, συνεπώς δεν απαγγέλθηκαν κατηγορίες εναντίον του Ζουέν. Ένας Βρετανός αξιωματικός, τον Μάιο του 1944 από τη Νεάπολη αναφέρει ότι οι Αφρικανοί βιάζουν μαζικά, όχι μόνο γυναίκες, αλλά και παιδιά και ηλικιωμένους άνδρες! Ο Πάπας διαμαρτυρήθηκε, ο ντε Γκολ έστειλε ένα καθησυχαστικό τηλεγράφημα και ο Ζουέν απαγόρευσε στους έγχρωμους στρατιώτες να μπουν στη Ρώμη. Έξω από αυτή όμως, 60.000 γυναίκες, ηλικίας 11-86 ετών βιάστηκαν  και 800 άνδρες που προσπάθησαν να τις σώσουν εκτελέστηκαν εν ψυχρώ. 360 άνδρες του ΓΕΣ συνελήφθησαν, κάποιοι επ’ αυτοφώρω. Λίγοι εκτελέστηκαν και οι υπόλοιποι φυλακίστηκαν.

Μεταπολεμικά στο κάστρο Βόλτσι της επαρχίας Φροσινόνε, πολύ κοντά στο Μόντε Κασίνο, ανεγέρθηκε μνημείο στη μνήμη των θυμάτων των Μαροκινών. Το μνημείο ονομάζεται «Mama Ciociara» («Η Μητέρα της Τσοτσιάρα»). Τσοτσιάρα ονομάζεται η περιοχή μεταξύ Νεάπολης και Ρώμης, όπου έγιναν οι θηριωδίες. Η μνήμη των θυμάτων τιμάται στις 10 Φεβρουαρίου. Το 1960 ο Βιτόριο ντε Σίκα γύρισε την αριστουργηματική ταινία «La Ciociara», εμπνευσμένη από τις αγριότητες των Μαροκινών στην Ιταλία. Σε αυτή πρωταγωνιστούν οι Σοφία Λόρεν, που κέρδισε Όσκαρ Α’ Γυναικείου Ρόλου για την ερμηνεία της  και ο Ζαν Πολ Μπελμοντό.

afisa
Αφίσα της ταινίας La Ciociara

Βασική πηγή του άρθρου ήταν το περιοδικό «ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ», ΣΕΙΡΑ ΜΕΓΑΛΕΣ ΜΑΧΕΣ, τ.70, με τίτλο «ΜΟΝΤΕ ΚΑΣΣΙΝΟ 1944».

Τα εξαιρετικά κείμενα, στα οποία υπάρχουν πολλά ακόμα στοιχεία για τις μάχες στο Μόντε Κασίνο έχει γράψει ο Άγγελος Μανσόλας.

 

 

 

 

 

Πηγή Πρώτο Θέμα
Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies. Περισσότερες πληροφορίες.

Οι ρυθμίσεις των cookies σε αυτή την ιστοσελίδα έχουν οριστεί σε "αποδοχή cookies" για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις των cookies σας ή κάνετε κλικ στο κουμπί "Κλείσιμο" παρακάτω τότε συναινείτε σε αυτό.

Κλείσιμο