Advertisement

Αγριογούρουνο στο Κάτω Λειβάδι

του Γ.Π. Δρυμωνιάτη, Σκίτσο: Γιάννης Γρηγορίου

967

Έχει ακούσει κανένας σας πως υπάρχουνε στο Τσιρίγο θερία; Βόες ας πούμε ή αγριογούρουνα; Όχι βέβαια.Κι όμως, οι Λειβαδίτες, που γενικώς τους αρέσουνε τα μυστήρια κι από δύο έχουνε δει κειδιακάτω.

Το βόα τον είχανε βρει στη γέφυρα του Κ ατουνιού εδώ και καμμία εικοσαρέα χρόνια. Δεν τον είχε δει κανένας, αλλά τον είχανε ακούσει  πολλοί. Εμούγκριζε κάθε απόγεμα, ετσά κατά το μούρτζουφλο, και το μουγκρητό του ακουότανε από τσι Αλεξαντράδες μέχρι τα Καλησπεριάνικα και είχε κάμει πολλούς και είχανε τρομάξει. Αύγουστος μήνας ήτανε, μα δέκα η ώρα το βράδυ δεν έβρεσκες άνθρωπο στο δρόμο. Κλεινόντουσαν όλοι στα σπίτια τουνε γιατί φοβόντουσαν μην τσοι φάει ο Βόας. Είχανε βγει φήμες πως είχε καταπιεί την αγελάδα του Καραβουσάνου και πως για κολατσιό λέει ένα πρωί ερούμποξε εικοσιτρία πρόβατα,… δεν θυμώμαι τίνος είπανε πως ήτανε. Ετρέμανε σασε λέω όλοι.

Επήγανε κι απλώσανε γύρω-γύρω από το γιοφύρι μπουκές με ποντικοφάρμακο, μα ναι δα, το πιάνουνε αυταδά το θερίο; Τσι έφαγε όλες, μ’’ αντίς να τα τσιτακώσει, αυτό καρδάμωσε και μούγκριζε πιο φοβερά από πρώτα. Πού στο καλό ευρέθη στο Τσιρίγο τέτοιος διάολος; ʼΑλλοι λέγανε πως είχε φέρει ένα αυγό μαζί του ο Μαζαράκης από τη Νότια Αφρική το πέταξε στο λαγκάδι κι αυτό ξεπούλιανε κι έβγαλε το βόα, άλλοι πως πέρασε κολυμπώντας τάχατες από την Αίγυπτο και ξεμπαρκάρισε, λέει, στη Φυρρή ʼΑμμο, άλλοι το ένα, άλλοι τ’’ άλλο. Μέχρι σήμερα το μυστήριο δεν έχει λυθεί. Πάντως το βόα κανένας δεν τον είδε κι άμα χειμώνιασε έπαψε και να μουγκρίζει κι ησυχάσαμε. Όπως φαίνεται κανένας λελολειβαδίτης έκανε αστεία με τη λαΐνα- αρχαίο Λειβαδίτικο κόλπο -και μας είχε κάμει όλους και σωβρακοβρωμοκοπήσαμε.

Εφέτος με το αγριογούρουνο ήτανε πάλι πολύ σοβαρά τα πράματα. Πάλι στο λαγκάδι του γιοφυριού είχε εμφανιστεί στα μισά του Μάρτη κι έκανε κι ελόγου του πολλές εζμίες. Τούτο το είχανε δει δύο-τρεις μία μέρα κι επέρνα ανάμεσα από κάτι πρίνους σα σίφουνας. Ερήμαξε τα κλαδία, σου λέει. Χώρια απ’’ αυτό είχε φάει τη φλούδα σε πεντέξε ξυλοκερατές και ξεραθήκανε, έφαε όλα τα μαρούλια του Μαρούλη κειδιακάτω κι αυτό πρέπει νάχε δαγκάσει και τη γαϊδαρα του Ράφτη στο πόδι και την εκούτσανε.

Μ’’ όλον αυτόν το ντόρο που γίνηκε, αποφασίσανε δύο από τσοι καλλίτερους Λειβαδίτες κυνηγούς (ο ένας είναι μόνιμος, ο άλλος πααινόρχεται), να πάνε να το ξεπαστρέψουνε. Φαντάσου δόξα σου λέει, άμα το καταφέρομε! Αυτό δεν έχει ξαναγενεί στο Τσιρίγο.

Το κυνήγι όμως αυτή την εποχή ήτανε απαγορεμένο και τα ντουφέκια δεν επιτρεπόντουσαν. Δεν βαριέσαι, εμείς θα πάμε με τα πατροπαράδοτα όπλα μας, είπανε. Επήρε ο ένας το κοντάρι του κι ο άλλος το τόξο και τα βέλη του, επήρανε κι ένα μαντρί σκύλους κι αμολυθήκανε κατά τα δώδεκα γιοφύρια. Πραγματικά, σε μισή ώρα, το βγάλανε οι σκύλοι το θερίο. Αυθωρί το ζώο ευρέθη με ένα βέλος στο λαιμό και μ’’ ένα κοντάρι στο σβέρκο κι οι δύο κυνηγοί πανηγυρίζοντας ορμήξανε να το δέσουνε για να το σύρουνε και να το περιφέρουνε ανά τσοι δρόμους και τσι ρούγες του Λειβαδίου και να θαμάσει ο πάσα-ένας το κατόρθωμά τουνε. Αλλά μόλις το πλησιάσανε διαπιστώσανε μετά μεγάλης εκπλήξεως ότι επρόκειτο περί κοινού μαύρου χοίρου κι όχι περί καθεαυτό αγριογούρουνου. Το άλλο παράξενο ήτανε πως εκτός από τα δικά τους χτυπήματα έφερε και μία μεγάλη χαλόπα στο λαιμό, από μαχαίρι, γιομάτη ξεραμένα αίματα. Παράξενα πράματα. Δεν βαριέσαι, καλό ήτανε κι αυτό. Το μεράσανε μάνι-μάνι στη μέση και στοι άλλους είπανε πως αγριογούρουνο δεν βρέθηκε. Εδώ που τα λέμε, καλά που δεν βρέθηκε, γιατί αν ήτανε αληθινό, αντίς να έβλεπες αγριογούρουνο με κοντάρι και βέλος, στο σβέρκο, μπορεί- Θεός φυλάξει -να έβλεπες τσοι κυνηγούς με τίοτα χαυλιόδοντα στα κοιλιόμπουχα.

Το γούστο ήτανε που ένας χωριανός τουνε τσοι είδε. Είδε και το γουρούνι πως ήτανε ήμερο και πως το μεράσανε στη μέση βιαστικά για να μην τσοι πάρουνε οι άλλοι χαμπάρι. Και δεν έσωνε που τσοι είδε, παρά τον ηύρε μετά από λίγες μέρες κι ένας Αλεξανδριώτης στη Χέρα και τον ερώτα αν άκουσε για κανάνε γουρούνι λίμπερο, αν εφάνηκε δηλαδή κανένα από τα μέρη του.

-Για είντα μωρε, έχασες κανένα;

-ʼΑστα καϋμένε. Επολέμου παραμονές Κρεατσινής να το σπάξω, μα κείνο ζαβάλι δεν του το κάρφωσα καλά το μαχαίρι κι αυτό αγρίεψε και μου πήρε δρόμο κι έφυγε κατά το Λειβάδι μερέα. Αγρίεψε το άτιμο πολύ. Πάει, τόχασα, ούτε ξέρω είντα εγίνει!

Τότες τα εξήγησε ο άλλος τα πράματα .Με τέτοια λαχτάρα που πέρασε το ζώο, είχε γενεί βέβαια αγριογούρουνο.

Τα διάδωσε, που λέτε, όλα κι οι κυνηγοί, από την καζούρα που πάθανε, παρατήσανε το κυνήγι και το γυρίσανε στο ψάρεμα (ο ένας ψαρεύει πελάτες για την ταβέρνα του κι ο άλλος μαλαγρώνει τσοι τουρίστες να μπούνε στη μαγαζάρα  του. Και να μην αβασκαθούνε, εκεί τα πάνε και οι δύο τέλεια).

Για αγριογούρουνο πάντως, φίλοι μου, μην ψάχνετε στο Τσιρίγο. Ανέ θέλετε να το δοκιμάσετε να διαείτε απέναντι, να πάτε να σκαρφαλώσετε στον Ερύμανθο, σαν που είχε πάει τότενες κι ο ήρωας ο Ηρακλής-οι δώδεκα θεοί σχωρέστου.

(Εδώ που τα λέμε, αυτή η ιστορία με το αγριογούρουνο λοπώς δεν είναι αληθινή, παρά τους τηνε βγάλανε, γιατί τσοι ξέρουνε τι μανία έχουνε με το κυνήγι και πόσο καλοί κυνηγοί είναι. Αλλά βλέπεις, εμείς οι Τσιριγώτες είμαστε μαγάλα πειραχτήρια. Αφήνομε κανένανε να μην τον πιλατέψομε; Και καλά κάνομε δηλαδή. Η ζωή είναι καλλίτερη άμα τηνε πασπαλίζεις με λίγο γέλιο.)

ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ ΣΤΟ ΦΥΛΛΟ 71 ΤΗΣ ΕΝΤΥΠΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ ΜΑΪΟΣ 1994

 

Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies. Περισσότερες πληροφορίες.

Οι ρυθμίσεις των cookies σε αυτή την ιστοσελίδα έχουν οριστεί σε "αποδοχή cookies" για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις των cookies σας ή κάνετε κλικ στο κουμπί "Κλείσιμο" παρακάτω τότε συναινείτε σε αυτό.

Κλείσιμο