Advertisement

Άμεση ανάλυση: Το δημόσιο σύστημα υγείας στην εποχή της επιδημικής διελκυστίνδας

Γράφει η Αικατερίνα Παπανικολάου*

298

Κάθε φορά που κλονίζονται υπαρξιακές βεβαιότητες και μετατοπίζονται εμπεδωμένες θέσεις, είναι εύλογο τα έλλογα υποκείμενα να διερωτώνται εξ’ υπαρχής – μεταξύ άλλων – και για ιδεολογικές ή πολιτικές τους επιλογές. Διακείμενοι ευμενέστερα σε ένα είδος κοινωνικού αναθεωρητισμού, οι κλυδωνιζόμενοι από τον αιφνιδιασμό είναι περισσότερο έτοιμοι να επανεξετάσουν – κατά κανόνα, χωρίς προερμηνευτικές αφετηρίες – τις θέσεις τους ακόμη και για τα στοιχειώδη και χρειώδη του βίου.

Ο επιδημικός ιός που ενέσκηψε τις τελευταίες εβδομάδες στον κόσμο μας και ακύρωσε κάθε έννοια πλανητικής κανονικότητας, επέβαλε με οδυνηρό τρόπο μια αντίστροφη διάσταση της παγκοσμιοποιημένης πραγματικότητας. Ό,τι με άλλα λόγια, υπήρξε μέχρι χθες, η νέα τάξη πραγμάτων του 21ου αιώνα, εντός της οποίας είχαμε προσαρμόσει το ζην και την προοπτική του ευ ζην μας, έπαψε να υφίσταται εντός ολίγων μόνο εβδομάδων. Η δυστοπική όψη ενός κόσμου αυτοσυρρικνούμενου, εσωστρεφούς και εν τοις πράγμασι, αντι-παγκοσμιοποιημένου συνιστά τη θορυβώδη διάψευση της παντοδυναμίας του μέχρι πρότινος, ανίκητου homo sapiens.

Αυτά ως προς τη μεγάλη εικόνα. Σε σχέση ωστόσο, με τα επιμέρους μια πρώτη, καθόλου οριστική – προφανώς – καταγραφή εστιάζει στον επανακαθορισμό του χώρου που καταλαμβάνουν στο κοινωνικό γίγνεσθαι, το δημόσιο και το ιδιωτικό. Η ιδεολογικοποίηση του διπόλου οδήγησε στους καιρούς της κανονικότητας, σε μανιχαϊσμούς συναρτώμενους με την πολιτική ανάγνωση των συγκείμενων. Όπερ, όσο πιο φιλελεύθερη η ιδεολογική αφετηρία, τόσο λιγότερο κράτος, με πλεόνασμα διαθέσιμου χώρου υπέρ της ευρηματικής, ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Αντιστρόφως, όσο πιο συγγενής ο κεντρικός σχεδιασμός προς αριστερόστροφες θεωρίες, τόσο περισσότερο επιδιωκόμενη η παρέμβαση του κράτους – πρόνοιας σε ζωτικά πεδία της ανθρώπινης συνθήκης.

Είναι γεγονός ότι υπήρξαν αρκετές οι πρώτες, σφοδρές μέρες αυτής της αδιανόητης πανδημίας για να ξαναθυμηθεί η διεθνής κοινότητα – με όρους κοινοτοπίας – την απόλυτη αξία του δημόσιου συστήματος υγείας. Η επάρκεια και η αποτελεσματικότητά του αποτελούν sine qua non και αδιάψευστο δείκτη της πραγμάτωσης και εμβάθυνσης τού κράτους δικαίου, στην πλέον ευαίσθητη διάστασή του. Αν κάτι κατέδειξαν με τον πλέον εμφατικό και κατηγορηματικό τρόπο αυτές οι πρώτες εφιαλτικές εβδομάδες της ακραίας υγειονομικής απορρύθμισης, είναι το γεγονός ότι το αξιόπιστο, δημόσιο σύστημα υγείας αποτελεί μέτρο και προϋπόθεση της ποιοτικής δημοκρατίας.

Η δική μας, πικρή εμπειρία επί του θέματος μέχρι στιγμής – και μάλλον, ο δρόμος φαίνεται μακρύς ακόμη – εκκινεί από τη διαπιστωμένη αποδόμηση που κατέλιπε η προηγηθείσα δεκαετής, οικονομική κρίση. Το δημόσιο σύστημα υγείας όχι μόνο δεν εξήλθε αλώβητο, αλλά οι ρηγματώσεις που τραυμάτισαν και αλλοίωσαν τη φυσιογνωμία του αποδεικνύονται σ’ αυτή την οριακή συγκυρία, έως και μη αναστρέψιμες. Κάθε συζήτηση – και υπήρξαν πολλές τέτοιες – περί περιστολής του δημόσιου τομέα υγείας υπέρ ενός πιο φιλελεύθερου μοντέλου και ευρύχωρου επ’ ωφελεία ιδιωτικών, ασφαλιστικών σχημάτων μοιάζει πλέον τραγικά εκτός θέματος. Είναι περισσότερο από προφανές ότι τέτοια ασύμμετρα πλήγματα κανένα ιδιωτικο-οικονομικό μοντέλο δε μπορεί να τα απορροφήσει, ούτε να τα διαχειριστεί με ισόρροπο επιμερισμό του κόστους.

Δυστυχώς, ωστόσο, δεν είναι άνευ αξίας η υπενθύμιση ότι στο κράτος δικαίου προκειμένου για απαράγραπτα αγαθά, όπως η υγεία, κάθε συζήτηση περί ιεράρχησης μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού, κοινωνικού και κερδώου, απροϋπόθετης ή υπό όρους πρόσβασης εγείρει μόνο ψευδοδιλήμματα. Είναι εξίσου αυτονόητο ότι στην παρούσα συγκυρία, η ανάδειξη της ατομικής ευθύνης ως κανόνα αυτορρύθμισης και απόκρουσης κάθε αντικοινωνικής συμπεριφοράς ορίζει το μέτρο τής εν εξελίξει αντίστασης στην πανδημία. Εντούτοις, η ατομική ευθύνη δεν αρκεί, ούτε μπορεί από μόνη της να εγγυηθεί την αίσια έκβαση της σταυροφορίας κατά του Codiv-19. Με άλλα λόγια, αποτελεί αναγκαία, αλλά όχι ικανή συνθήκη για τη διαχείριση της πρωτόγνωρης κρίσης. Δε νοείται αποτελεσματική αντιμετώπιση της φονικής επιδημίας, χωρίς – ει δυνατό – καθολική πρόσβαση στις κρίσιμες υποδομές της δημόσιας υγείας.

Είναι επίσης, γεγονός ότι ο εγχώριος – όχι σπάνια ιδεοληπτικός και αφοριστικός – κυρίαρχος, δημόσιος λόγος είχε κατά τη διάρκεια των χρόνων της πρόσφατης δημοσιονομικής εκτροπής, κατασυκοφαντήσει το δημόσιο σύστημα υγείας. Με αφορμή τις εγνωσμένες παθογένειες του – που δυστυχώς, δεν αποκλίνουν ουσιωδώς από τις αντίστοιχες των λοιπών δομών της δημόσιας διοίκησης – ενοχοποιήθηκε η καταστατική του αποστολή, ενώ τέθηκαν εν αμφιβόλω η ίδια η βιωσιμότητα και η λειτουργικότητά του. Την κριτική αυτή, είναι αλήθεια ότι τροφοδότησε γενναιόδωρα η χρόνια υποβάθμιση των υλικοτεχνικών υποδομών τού δημόσιου συστήματος υγείας, η απαξίωση των πάντα μαχόμενων και μόλις σήμερα, χειροκροτούμενων λειτουργών του, η κατασπατάληση δημόσιων πόρων σε υπερτιμολογήσεις ιατρικών αναλώσιμων, η ανάθεση της διοίκησης των νοσηλευτικών ιδρυμάτων σε κομματικούς προσήλυτους κοκ.

Και αντί οι έχοντες αποφασιστική αρμοδιότητα να συστρατευθούν επειγόντως και πεισμόνως στην ανάταξη του αποδυναμωμένου αυτού συστήματος, συνεχίζουν πολλά χρόνια τώρα, να ομφαλοσκοπούν και να ερίζουν για τα ιδεολογικά χαρακτηριστικά ενός «πουκάμισου αδειανού»· ενός μοντέλου προ πολλού αποκαθηλωμένου από τους εκάστοτε εντεταλμένους, διαπρύσιους μεταρρυθμιστές του. Αν κάτι κατέστησε σαφές η δριμεία επέλαση του Covid-19 πάντως, είναι ότι δεν υπάρχει πλέον η πολυτέλεια για θεωρητικούς ακκισμούς και προβλέψιμες συζητήσεις, προορισμένες ούτως ή άλλως, να καταλήξουν σε άγονες, πολιτικές αψιμαχίες.

Ένα είναι βέβαιο: ο επανασχεδιασμός και η παλινόρθωση του δημόσιου συστήματος υγείας αποτελεί αδιαπραγμάτευτη προτεραιότητα. Θα μπορούσε ίσως, να εξελιχθεί σε πεδίο σύγκλισης του συνόλου των πολιτικών δυνάμεων που ασκούν ή διεκδικούν την εξουσία – κυβέρνηση, μείζονα και ελάσσονα αντιπολίτευση – χωρίς αντεγκλήσεις, υψίφωνες κενολογίες και αυτάρεσκες ρητορείες. Ως επιταγή και εκ των πραγμάτων, επιβεβλημένη διαδικασία αποκατάστασης μιας κρίσιμης συνιστώσας του κράτους δικαίου, η οποία οψέποτε υποστασιοποιηθεί, θα ανανοηματοδοτήσει τη συνταγματικά κατοχυρωμένη αξία του ανθρώπου ως «πρωταρχική υποχρέωση της πολιτείας» (άρθρο 2 του Συντάγματος).

*Η Dr Αικατερίνα Παπανικολάου είναι δικηγόρος, μέλος στην Αρχή Διασφάλισης Απορρήτου των Επικοινωνιών

 

 

Πηγή Καθημερινή
Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies. Περισσότερες πληροφορίες.

Οι ρυθμίσεις των cookies σε αυτή την ιστοσελίδα έχουν οριστεί σε "αποδοχή cookies" για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις των cookies σας ή κάνετε κλικ στο κουμπί "Κλείσιμο" παρακάτω τότε συναινείτε σε αυτό.

Κλείσιμο