Πολύ γελοίο ή πολύ σοβαρό; Πρωτοφανές ή προφανές; Αντιδημοκρατικό παραλήρημα ή απλώς παραλήρημα; Τα ακατονόμαστα που εκστόμισε χθες στη Βουλή ο βουλευτής της Χρυσής Αυγής, καλώντας τις Ενοπλες Δυνάμεις να προχωρήσουν σε πραξικόπημα και να συλλάβουν τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, τον πρωθυπουργό και τον υπουργό Αμυνας, ώστε –όπως είπε– να σταματήσει «η προδοσία της Μακεδονίας», προκάλεσαν σειρά πολιτικών αντιδράσεων, ζητήθηκε η παρέμβαση της Δικαιοσύνης, ο αρμόδιος υπουργός παρήγγειλε τη διενέργεια εισαγγελικής έρευνας ακόμα και για κακουργήματα, ελέγχεται ακόμα και για εσχάτη προδοσία. Δεν θα απαριθμήσουμε τα συμβάντα ένα προς ένα.
Το πολιτικό σύστημα αντέδρασε ομόθυμα όχι μόνο γιατί ήταν μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να απομονωθεί κοινοβουλευτικά η Χρυσή Αυγή και να υποστεί τις θεσμικές συνέπειες των λόγων της (στις δολοφονίες που έχει διαπράξει οι δίκες σέρνονται…), αλλά και γιατί ένα κόμμα που φλερτάρει δημοσκοπικά με την τρίτη θέση έχει κοινωνική επιρροή. Δεν θέλουν και πολύ οι νοσταλγοί τού «ένας Παπαδόπουλος μας χρειάζεται» να νιώσουν ότι με το Μακεδονικό σήμανε η ώρα τους. Η ψυχική και διανοητική διαταραχή, ο θυμός και η άγνοια δεν εκλέγουν μόνο βουλευτές, προκαλούν και απρόβλεπτους κραδασμούς.
Ο βουλευτής με την επιμελώς ατημέλητη κόμη της Χ.Α. συσπείρωσε για λίγο το πολιτικό σύστημα. Το ώθησε να αντιληφθεί, εν μέσω της συζήτησης της πρότασης δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης που κατέθεσε η Ν.Δ., ότι η γραμμή της δημοκρατικής άμυνας χρειάζεται (διαρκώς) επαναχάραξη και μάλιστα με τη διαδικασία του κατεπείγοντος.
Αν κάτι λείπει, τον καιρό αυτό της αστάθειας, της ασθένειας, των ακροτήτων, είναι μια φωνή δημοφιλής, σθεναρή, τολμηρή, εμμονικά ευαίσθητη, που να μπορεί να αρθεί πάνω από τη μετριότητα του τετριμμένου, του ηθικολογικά σωστού, του καλού και του κακού. Λείπει ένας Μάνος Χατζιδάκις.
Ο Χατζιδάκις πέθανε σαν χθες, πριν από 24 χρόνια. Παραμένει αναντικατάστατος.