Απόστολος Αρσάκης – Eνας σπουδαίος ευεργέτης της ελληνικής παιδείας
Ο Απόστολος Αρσάκης γεννήθηκε στις 6 Ιανουαρίου 1792 στη Χοταχόβα της Αλβανίας. Ενας σημαντικός «ιατροφιλόσοφος» που μιλούσε επτά γλώσσες και αναδείχθηκε σε έναν από τους πιο σημαντικούς ευεργέτες της χώρας. Εφυγε από τη ζωή στις 16 Ιουλίου του 1874 στο Βουκουρέστι | Αντιγόνη - Δέσποινα Ποιμενίδου
O Απόστολος Αρσάκης γεννήθηκε στις 6 Ιανουαρίου 1792 στη Χοταχόβα της Αλβανίας. Σε ηλικία 8 ετών πήγε στο Βουκουρέστι και μετά από τέσσερα χρόνια μετέβη στη Βιέννη, όπου δάσκαλός του έγινε ο Νεόφυτος ∆ούκας. Στη συνέχεια, γράφτηκε στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Χάλλης, από όπου αποφοίτησε το 1813, με τη διατριβή του «Περί του εγκεφάλου και του νωτιαίου μυελού των ιχθύων» να αναγνωρίζεται σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Το 1814 επέστρεψε στο Βουκουρέστι και παντρεύτηκε την Ελένη ∆άρβαρι, αποκτώντας σημαντική περιουσία.
Χάρη στην οικονομική αυτή επιφάνεια αλλά και στη μόρφωσή του –μιλούσε επτά γλώσσες και ήταν γνώστης των «ευρωπαϊκών ηθών»–, προσέλκυσε το ενδιαφέρον του ηγεμόνα της Βλαχίας.
Το 1822 προσλήφθηκε ως ιδιαίτερος γραμματέας του, ενώ το 1857 εξελέγη για πρώτη φορά βουλευτής. ∆ιαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην ένωση Βλαχίας και Μολδαβίας – προάγγελο της Ρουμανίας.
Το 1862 ανέλαβε το χαρτοφυλάκιο του υπουργείου Εξωτερικών της Ρουμανίας και λίγο καιρό αργότερα διετέλεσε προσωρινός πρωθυπουργός. Την πολιτική θα την άφηνε οριστικά πίσω το 1865.

Εχοντας πάντα στραμμένο το βλέμμα στην Ελλάδα, ο Αρσάκης αναδείχθηκε σε έναν από τους πιο σημαντικούς ευεργέτες της χώρας. Οι δωρεές του στη Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία βοήθησαν στην αποπεράτωση του μεγάρου της Εταιρείας στην Πανεπιστημίου, ενώ το 1850 ανακηρύχθηκε μεγάλος ευεργέτης από το διοικητικό συμβούλιο, και τα σχολεία, όπως προέβλεπε η συμφωνία, ονομάστηκαν Αρσάκεια. Σημαντικά ποσά δόθηκαν και για τον Ιερό Ναό της Αγίας Αναστασίας του Αρσακείου. Ο Απόστολος Αρσάκης έφυγε από τη ζωή στις 16 Ιουλίου του 1874 στο Βουκουρέστι, η συμβολή του όμως έχει διατηρήσει το όνομά του ζωντανό μέχρι και σήμερα.
Ενας σημαντικός «ιατροφιλόσοφος»
Η επαφή με τον Νεοελληνικό Διαφωτισμό και οι σπουδές σε Βιέννη και Χάλλη.
Σημαντικός αρωγός για την εκπαίδευση του νεαρού Απόστολου Αρσάκη υπήρξε ο θείος του Γεώργιος, ο οποίος, όντας εύπορος και αναγνωρίζοντας γρήγορα τις ικανότητες του ανιψιού του, τον ενίσχυσε οικονομικά. Χάρη στον θείο του, ύστερα από την ολοκλήρωση των μαθημάτων γενικής παιδείας που είχε λάβει στο Βουκουρέστι με ιδιώτες δασκάλους, και γύρω στο 1804, μετέβη στη Βιέννη –από τα σημαντικότερα κέντρα της εποχής–, όπου θα συνέχιζε τις σπουδές του κοντά σε μια σημαντική φιγούρα του Νεοελληνικού ∆ιαφωτισμού, τον Νεόφυτο ∆ούκα, ο οποίος, παρότι δεν κατάφερε να μετατρέψει τον Αρσάκη σε ενεργό υποστηρικτή του ∆ιαφωτισμού και του Αγώνα, σίγουρα επηρέασε καθοριστικά τη χάραξη της πνευματικής του πορείας. Πυρήνας των σπουδών του εκεί αποτέλεσε η Φιλοσοφία, ενώ σύντομα θα άρχιζε και η ενασχόλησή του με την Ιατρική στον επόμενο σταθμό: τη Γερμανία.
Στις 17 Μαΐου 1810, ο Αρσάκης γράφτηκε στην Ιατρική Σχολή, ενώ λίγα χρόνια αργότερα, το 1813, στο Πανεπιστήμιο της Χάλλης της Σαξονίας υποστήριξε τη γραμμένη στη λατινική γλώσσα διδακτορική του διατριβή, της οποίας ο πλήρης τίτλος είναι: “De piscium cerebro et medulla spinali: Dissertation inauguralis quam consensus illustris facultatis medicae Halensis” (Περί του εγκεφάλου και του νωτιαίου μυελού των ιχθύων: Μια εναρκτήρια διατριβή από τη συναίνεση της διακεκριμένης Ιατρικής Σχολής της Χάλλης). Η συγκεκριμένη επιστημονική εργασία έχει ξεχωρίσει στον εξειδικευμένο της τομέα στον ευρωπαϊκό χώρο, συμβάλλοντας ουσιαστικά στην κατανόηση των λειτουργικών νευρικών δομών σε διάφορα είδη ψαριών, για την οποία ο Αρσάκης χρησιμοποίησε πρώιμα εξελικτικά μοντέλα για να εξηγήσει τη μορφολογία τους.

Κατά την προετοιμασία της σημαντικής αυτής εργασίας, πέρασε αρκετούς μήνες στη Νάπολη, όπου κατάφερε να συγκεντρώσει περισσότερα από 50 είδη μεσογειακών ψαριών σε μπουκάλια με αλκοόλη, πριν εξετάσει τον εγκέφαλο και τον νωτιαίο μυελό τους. Από τεχνικής άποψης, η διατριβή ήταν μια μακροσκοπική περιγραφή του εγκεφάλου και του νωτιαίου μυελού των ψαριών. Στο πρώτο μέρος της διδακτορικής διατριβής προχώρησε σε μια μικρή περιγραφή του εξωτερικού και του εσωτερικού του νωτιαίου μυελού, απαριθμώντας τα κοινά γνωρίσματα όλων των σπονδυλωτών –ψάρια, ερπετά, πτηνά, θηλαστικά και άνθρωποι– και περιγράφοντας λεπτομερώς τις συγκριτικές διαφορές μεταξύ των διαφόρων ειδών ψαριών. Το γεγονός ότι δεν υπήρχε διόγκωση στον νωτιαίο μυελό των ψαριών εξηγήθηκε από τον νεαρό επιστήμονα με ακρίβεια, από το γεγονός ότι τα ψάρια δεν έχουν άκρα. Στη συνέχεια, η εργασία επικεντρώνεται στο σπονδυλικό κανάλι, συγκρίνοντας το μήκος του νωτιαίου μυελού με αυτό της ράχης και με το μέγεθος του εγκεφάλου, όπου οι παρατηρήσεις του ήρθαν σε πλήρη αντίθεση με τους επιστήμονες της εποχής, οι οποίοι μέχρι τότε έδιναν μεγάλη σημασία, λανθασμένα, στις ενδονευροαξονικές κοιλότητες.
Το δεύτερο μέρος της διατριβής, που επικεντρώνεται στον εγκέφαλο, κρίθηκε επίσης ως ένα εξαιρετικά σημαντικό επιστημονικό επίτευγμα. Ξεκίνησε δηλώνοντας ότι ο εγκέφαλος των ψαριών είναι μεν ο μικρότερος και απλούστερος από όλα τα σπονδυλωτά, ωστόσο σημείωσε ότι πολλά από τα συστατικά του αναπτύσσονται σε μεγαλύτερα και πιο πολύπλοκα ζώα (Αltioribus animalibus), φτάνοντας στο υψηλότερο επίπεδο στον άνθρωπο (Summam magnitudinem)· κάτι που αποτελεί ξεκάθαρο παράδειγμα μιας εξελικτικής σκέψης. Το δεύτερο στοιχείο που ανέλυσε ο Αρσάκης ήταν η παρεγκεφαλίδα ή ο μικρός εγκέφαλος. Αυτή τη φορά ο νεαρός ερευνητής απέρριψε την περιγραφή του George Cuvier, ο οποίος ήταν αντίθετος με τη θεωρία της εξέλιξης που είχε υποστηρίξει ο Κάρολος ∆αρβίνος. Βασιζόμενος στις ανατομές του, ο Αρσάκης συνέβαλε ουσιαστικά στη βιολογία αναφορικά με το σχήμα της παρεγκεφαλίδας ως «καθολικό» πρότυπο σε όλα τα σπονδυλωτά, εξηγώντας ότι οι διαφορές που εμφανίζονται σε διάφορα είδη οφείλονται στην εξέλιξη: “Ratione evolution cerebeli modo”.
Στο τρίτο τμήμα –τα οπτικά φυμάτια– η μελέτη του αποτελεί ίσως τη σημαντικότερη προσφορά του στην επιστήμη. Όποιος κοιτάξει τον εγκέφαλο ενός ψαριού (ή ενός βατράχου ή ακόμα και ενός ερπετού) θα παρατηρήσει την ύπαρξη δύο μεγάλων ωοειδών σχηματισμών που βρίσκονται σε κάθε πλευρά της μέσης γραμμής. Βασιζόμενοι σε αναλογίες σχήματος, οι ανατόμοι με επικεφαλής τον Cuvier ήταν πεπεισμένοι ότι αυτοί οι σχηματισμοί ήταν ίδιοι με τα εγκεφαλικά ημισφαίρια των πτηνών και των θηλαστικών, μια ερμηνεία που επίσης καταρρίφθηκε από τον Αρσάκη. Εκείνος τα ερμήνευσε ως όμοια του τετράδυμου πετάλου των θηλαστικών, το οποίο βρίσκεται στον μέσο εγκέφαλο και σχετίζεται με την όραση και την ομιλία. Η ερμηνεία του αυτή όχι μόνο άντεξε στον χρόνο, αλλά και σημαντικοί βιολόγοι θα αναγνώριζαν τη σημασία της συγκεκριμένης ανακάλυψης.
Ως ένδειξη της αναγνώρισης αυτής, η διατριβή του νεαρού Ηπειρώτη επιστήμονα δημοσιεύτηκε για δεύτερη φορά στη Λειψία το 1836, σχεδόν 25 χρόνια μετά την πρώτη κυκλοφορία της και τέσσερα χρόνια μετά τον θάνατο του καθηγητή του Johann-Friedriech Meckel. Η νέα αυτή έκδοση ήταν έργο του Gustav Wilhelm Münter, ο οποίος είχε σπουδάσει επίσης Ιατρική στο Πανεπιστήμιο της Χάλλης και είχε διαδεχθεί τον Meckel. Ο Αρσάκης αναφέρεται μεταξύ άλλων στο έργο του Cuvier Histoire naturelle des poissons (Φυσική ιστορία των ψαριών), το οποίο γράφτηκε από κοινού με τον Achille Valenciennes σε 22 τόμους, μεταξύ του 1828 και του 1849, καθώς και από πολλούς άλλους σπουδαίους επιστήμονες, μεταξύ των οποίων οι Friedrich Burdach, Carl Gustav Carus, Jean Cruveilhier, Franz Josef Gall, Karl Gegenbaur, François Magendie και Richard Owen. Αξιοσημείωτο είναι δε ότι αναφορά στο επιστημονικό έργο του Αρσάκη υπάρχει και από τον Sigmund Freud σε εξειδικευμένη μελέτη του, που χρονολογείται στο 1877.

Παρά το γεγονός, ωστόσο, ότι η εκπόνηση μιας τέτοιας επιστημονικής μελέτης εκείνα τα χρόνια οδηγούσε σε πανεπιστημιακή έδρα, ο Απόστολος Αρσάκης δεν θα επέλεγε αυτή την οδό. Αντίθετα, ως διδάκτωρ Ιατρικής, θα επέστρεφε πίσω στη Βιέννη και θα παρακολουθούσε μαθήματα οφθαλμολογίας του χειρουργού Georg Beer. Μετά την ολοκλήρωση της παρακολούθησης των μαθημάτων, παρέμεινε στην Αυτοκρατορία των Αψβούργων για πρακτική εξάσκηση.
∆εν θα περιοριζόταν όμως μόνο στις σπουδές του. Η επαφή του με τον δάσκαλό του στη Βιέννη, Νεόφυτο ∆ούκα, δεν σταμάτησε μετά το πέρας των μαθημάτων τους. Έτσι, ήδη από τα χρόνια στο Πανεπιστήμιο της Χάλλης, ο νεαρός Αρσάκης ενδιαφερόταν και για την αρχαία ελληνική παιδεία. Η εξοικείωσή του αυτή μαρτυρείται στα γραπτά του. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν τα επιγράμματα του Αρσάκη, τα οποία βρίσκει κανείς στην ελληνική μετάφραση του έργου του Ευτροπίου, Επιτομή της Ρωμαϊκής Ιστορίας, από τον Νεόφυτο ∆ούκα:
κγ΄ Αποστόλου Αρσάκη
Ως βομβεύσα μέλιττ’ εξ άνθους άνθος επέπτη,
Κηρόντ’ εσσυμένως πήξε μαλ’, ηδέ μέλι·
Των δη Ρωμαίων προπάροιθε Λατινίδι φωνή,
Ευτρόπιος μογέων, ξύνθετο ιστορίην.
Φθεγμ’ η Παιάνιος το παλ’ Ελλήνων πόρεν αύθις.
Τέθιμον εκ δε τρίτου, συ κλυτέ Νειόφυτε.
Άλλο του αυτού.
Ρωμαίων δίζων γνων’ έργματα θωϋτά κάρτα,
Χείρεσιν εμμαπέως, λάζεο τήνδε βίβλον.
Από το καλοκαίρι του 1813 είχε ξεκινήσει να γράφει κείμενα που δημοσιεύονταν στον Ερμή τον Λόγιο, ένα ελληνόφωνο περιοδικό που ξεκίνησε να κυκλοφορεί το 1811 στη Βιέννη, αποτελώντας έναν σημαντικό δίαυλο για τη διάδοση των ιδεών του Νεοελληνικού ∆ιαφωτισμού. Η Έκθεσις συνοπτική της ιατρικής ιστορίας ξεκινούσε από τα αρχαία χρόνια ως αφετηρία και ανέπτυσσε την εξέλιξη της ιατρικής επιστήμης και των αρχών της.

Ο Απόστολος Αρσάκης, μετά το πέρας των σπουδών του, εγκαταστάθηκε στο Βουκουρέστι, όπου και ξεκίνησε να εργάζεται ως γιατρός, χωρίς να γνωρίσει πάντοτε την επιτυχία. Τον Απρίλιο του 1820, για παράδειγμα, κυκλοφόρησε το ανώνυμο κείμενο «Υμνολογία των Ιατρών εις τον Άδην», στο οποίο κατηγορούνταν επιφανείς γιατροί του Βουκουρεστίου, μεταξύ των οποίων και ο Αρσάκης, λόγω των «νέων», επηρεασμένων από τον ∆ιαφωτισμό, μεθόδων τους, ότι οδηγούσαν ασθενείς στον θάνατο.
Παρ’ όλα αυτά, θα πετύχαινε την καθιέρωσή του επαγγελματικά. Ενδεικτικό είναι το ότι το 1827 είχε αναδειχθεί σε αρχίατρο της Βλαχίας και μέλος του ιατρικού προσωπικού στο νοσοκομείο Coltea στο Βουκουρέστι, το οποίο χρησιμοποιούσαν τα ρωσικά στρατεύματα (η διοίκηση της περιοχής αυτό το διάστημα βρισκόταν στα χέρια των Ρώσων, με τους οποίους ο Αρσάκης είχε καλή σχέση). Σε αυτό θα συνέβαλλε το γεγονός ότι o Αρσάκης υπήρξε ο προσωπικός γιατρός του Φαναριώτη Ιωάννη-Γεωργίου Καρατζά, ο οποίος είχε τοποθετηθεί το 1812 από τον Μαχμούτ Β΄ στη θέση του ηγεμόνα της Βλαχίας. Επιπλέον ο Αρσάκης ήταν από τους γιατρούς που είχε αναγνωριστεί για τη συμβολή του στην καταπολέμηση της πανώλης τη διετία 1828-29, ενώ το 1831 ήταν από αυτούς που συνέβαλαν στην αντιμετώπιση του κύματος χολέρας που ξέσπασε στην περιοχή. Τη διετία 1832-33 ο Αρσάκης διετέλεσε αρχίατρος στο νοσοκομείο Coltea, ενώ έλαβε και δώρο από τον τσάρο Νικόλαο Α΄. Φαίνεται δε πως διαδραμάτισε ρόλο –και λόγω της σχέσης του με τον στρατηγό Κίσελεφ– στην ενοποίηση των μεγάλων νοσοκομείων στο Βουκουρέστι, που μετονομάστηκαν σε «Αστική Εφορεία Νοσοκομείων». Είναι ξεκάθαρο πως ο Αρσάκης, ως επιστήμονας και γιατρός, είχε καταφέρει να κερδίσει τον σεβασμό.
Γαιοκτήμονας και πολιτικός
Η κοινωνική ανέλιξη και η ανάδειξη σε σημαντικό πολιτικό.
Ο Απόστολος Αρσάκης σταδιακά «μεταλλασσόταν» ήδη από το 1814. Χάρη στον γάμο του με την Ελένη ∆άρβαρι, κόρη του Κωνσταντίνου ∆άρβαρι, σημαντικής οικογένειας της ανώτερης φεουδαρχικής τάξης της Βλαχίας, ο «ιατροφιλόσοφος» γινόταν σταδιακά κοινωνικός παράγοντας της περιοχής. Η είσοδος αυτή του Αρσάκη στην αριστοκρατική κοινωνία της Βλαχίας επηρέασε σταδιακά τον «ιατροφιλόσοφο» σε σχέση με τον ∆ιαφωτισμό και τις ιδέες του. Αυτό φάνηκε και από το γεγονός ότι δεν είχε ενεργό ρόλο στη Φιλική Εταιρεία. Εξίσου αρνητική εντύπωση του άφησε και η διαμάχη που είχε ξεσπάσει ανάμεσα στους εκπροσώπους του Νεοελληνικού ∆ιαφωτισμού – πιο συγκεκριμένα ανάμεσα στους αρχαϊστές και στον κύκλο τού Κοραή.

Εκτός από προσωπικός γιατρός του ηγεμόνα, από το 1822 κατείχε και τη θέση του ιδιαίτερου γραμματέα του. Σημαντικό ρόλο διαδραμάτισε σε αυτή την κατεύθυνση η μεγάλη γλωσσομάθειά του, καθώς μιλούσε τη ρουμανική, τη γαλλική, τη γερμανική, την ελληνική, την τουρκική, την αλβανική αλλά και τη λατινική γλώσσα. Η μόρφωσή του ήταν αναγνωρισμένη με πτυχία μεγάλου κύρους, γνώριζε τα «ευρωπαϊκά ήθη», ενώ εξίσου σημαντική ήταν και η πολιτική του ικανότητα και ευφυΐα. Στην αρχή της ενασχόλησής του στη θέση του ιδιαίτερου γραμματέα του ηγεμόνα, στην αρμοδιότητά του περιλαμβάνονταν κυρίως θέματα ρουτίνας, ενώ συμμετείχε ενεργά και στην προσπάθεια που γινόταν από πλευράς Γρηγορίου ∆΄ Γκίκα για εκσυγχρονισμό και διατήρηση της ηρεμίας στην περιοχή. Παρά το γεγονός ότι ο ηγεμόνας αναγκάστηκε να αφήσει τη θέση του ύστερα από προστριβές με τη Ρωσία λόγω του γιου του, ο Αρσάκης δεν θα έπαυε να παραμένει μια σημαντική προσωπικότητα, ούτε και θα σταματούσαν οι δεσμοί με την οικογένεια Γκίκα.
Τον Ιανουάριο του 1835, χρονιά που σημαδεύτηκε από την αυτοκτονία του γιου του, ο Αρσάκης έχει πλέον καταξιωθεί ως ένας μεγάλος γαιοκτήμονας. Σε αυτή τη δυσάρεστη εξέλιξη σημαντικό ρόλο διαδραμάτισε η αρνητική στάση του απέναντι στην επιλογή του γιου του να παντρευτεί μια Εβραία. Σε αυτό πιθανόν συνέβαλε το ότι, μετά τη μαζική εισροή Εβραίων στη Μολδοβλαχία από τις αρχές του 19ου αιώνα, οι τελευταίοι είχαν αναδειχθεί με την υποστήριξη μελών της ντόπιας αριστοκρατίας σε βασικούς δανειστές. Αποτέλεσμα τούτου ήταν να εισχωρήσουν σε σημαντικούς τομείς της βιοτεχνίας και του εμπορίου και έτσι να προκαλέσουν αντιπάθειες από πολλούς κατοίκους – ειδικά αυτοδημιούργητους, όπως ο Απόστολος Αρσάκης.
Όντας ήδη πλούσιος, εκτός από τη βοήθεια που φαίνεται πως είχε λάβει από τον θείο του για τις σπουδές του, είχε προχωρήσει σε «έξυπνες» επιλογές που του απέφεραν μεγάλα κέρδη: άσκηση της Ιατρικής δίπλα σε ηγεμόνες, τοκοφόρος δανεισμός.
Όντας ήδη πλούσιος, εκτός από τη βοήθεια που φαίνεται πως είχε λάβει από τον θείο του για τις σπουδές του, είχε προχωρήσει σε «έξυπνες» επιλογές που του απέφεραν μεγάλα κέρδη: άσκηση της Ιατρικής δίπλα σε ηγεμόνες, τοκοφόρος δανεισμός. Μία ακόμη σημαντική κίνηση ήταν η αγορά γης. Ήδη πριν από το ξέσπασμα της Επανάστασης είχε αγοράσει από το μοναστήρι Ράδουλ Βόδα, μετόχι της Ιεράς Μονής Ιβήρων του Αγίου Όρους, τρία κτήματα που βρίσκονταν στη διοικητική περιφέρεια της Βλάκσας, στην αριστερή όχθη του ∆ούναβη, κοντά στο Γιούργεβο. Η ενοικίαση των συγκεκριμένων κτημάτων όχι μόνο του απέφερε σημαντικά οικονομικά κέρδη, αλλά ταυτόχρονα τον ενέτασσε στην πραγματικότητα στην αριστοκρατία της Βλαχίας.
Παρά το γεγονός ότι όσοι παραδοσιακά ανήκαν σε αυτή την τάξη –των βογιάρων– δεν είχαν αναγνωρίσει στην αρχή την «ένταξη» του Ηπειρώτη ιατρού στην τάξη τους, η αναγνώριση και η επιβεβαίωση γι’ αυτή την «ανέλιξη» θα ερχόταν από τον ηγεμόνα της Βλαχίας Αλέξανδρο Γκίκα, ο οποίος με διάταγμά του στις 27 Ιανουαρίου 1835 τον διόρισε «ιδιωτικό γραμματέα του για τις ξένες γλώσσες»· τέτοιου είδους αξιώματα τα αναλάμβαναν κατά παράδοση οι βογιάροι. Η εξέλιξη θα ήταν γρήγορη και άμεση. Λίγους μήνες αργότερα, στις 24 Απριλίου 1835, ο Αλέξανδρος Γκίκας θα έβγαζε νέο διάταγμα με το οποίο ανακήρυσσε τον Αρσάκη προσωρινό «γραμματέα της επικρατείας» (Secrétaire d’Etat), δηλαδή επικεφαλής της Γραμματείας του ηγεμόνα – κάτι αντίστοιχο με τη θέση του υπουργού Εξωτερικών στα ανεξάρτητα κράτη. Ο μέχρι τότε γραμματέας, Γεώργιος Bibescu, αναχώρησε αιφνιδιαστικά στο εξωτερικό για να φροντίσει την υγείας της οικογένειάς του, με αποτέλεσμα η θέση να μείνει κενή (θα γινόταν ηγεμόνας της Βλαχίας το διάστημα 1842-1846). Στα καθήκοντά του είχε την αλληλογραφία τόσο με τις προξενικές αρχές στο Βουκουρέστι, όσο και με τους διοικητικούς υπευθύνους στο εσωτερικό της χώρας, καθώς και με τους διοικητές των οθωμανικών φρουρίων του ∆ούναβη. ∆ύο χρόνια αργότερα, το 1837, ο Αρσάκης θα γνώριζε ακόμα μία ανέλιξη στην πολιτική του καριέρα στο Βουκουρέστι. Του αποδόθηκε ο τίτλος του μεγάλου ποστέλνικου, δηλαδή ενός από τα βασικά μέλη του συμβουλίου του ηγεμόνα. Αποτέλεσμα τούτου ήταν η απόδοση, στην πραγματικότητα, του χαρτοφυλακίου των Εξωτερικών.

Σταδιακά, η πολιτική καριέρα του Αρσάκη θα εκτοξευόταν. Το 1857 εξελέγη για πρώτη φορά βουλευτής. Μάλιστα αποτέλεσε ένα από τα τέσσερα μέλη της επιτροπής για την επεξεργασία του νομοθετικού πλαισίου για τη συνένωση των δύο ηγεμονιών. Η συμβολή του για την ένωση Βλαχίας και Μολδαβίας, με κοινό ηγεμόνα τον Αλεξάνδρου Ιοάν Κούζα, υπήρξε σημαντική, αφού οι προσπάθειές του προς αυτή την κατεύθυνση τελικά ευοδώθηκαν. Στο νέο αυτό πλαίσιο, το 1860, ο Αρσάκης θα αναδεικνυόταν υπουργός Εξωτερικών, ενώ δύο χρόνια αργότερα, όταν στις 20 Ιουνίου 1862 έλαβε χώρα η δολοφονία του πρώτου πρωθυπουργού της Ρουμανίας, Μπάρμπου Καταρτζίου, εκτός από τη θέση που ήδη κατείχε στην κυβέρνηση του Συντηρητικού κόμματος, θα αναδεικνυόταν σε μεταβατικό πρωθυπουργό και υπουργό Εσωτερικών μέχρι την ανάδειξη του νέου πρωθυπουργού, ο οποίος τελικά ήταν ο Νικολάε Κρετουλέσκου. Κατά τα έτη 1862-1865, παραιτήθηκε από κάθε είδους κυβερνητικό αξίωμα, παραμένοντας μόνο βουλευτής, και στη συνέχεια αποχώρησε από την ενεργό πολιτική δράση.
Ευεργέτης της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας
Το ενδιαφέρον για την εκπαίδευση των «κορασίων».
Το 1843, η ολοκλήρωση των εργασιών του σχολείου της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας προβλεπόταν αβέβαιη, καθώς η ανέγερσή του σταμάτησε σε στάδιο οικοδομής λόγω έλλειψης κεφαλαίου. Η περάτωση του έργου άγγιζε τις 250.000 δραχμές, σύμφωνα με τον προϋπολογισμό. Στην κρίσιμη αυτή στιγμή εμφανίστηκε ο Απόστολος Αρσάκης, ο οποίος γνώριζε για το έργο της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας. Απευθύνθηκαν στον ίδιο ο φίλος του από τον Λόγιο Ερμή της Βιέννης, Θεόκλητος Φαρμακίδης, ο καθηγητής ∆αμιανός Γεωργίου, μέλος του ∆ιοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας, ο Ανέστης Χατζόπουλος, μέλος του Συμβουλίου της Εταιρείας από το 1844, ο οποίος αποτέλεσε και κεντρικό μοχλό για τη δωρεά, καθώς και οι έμποροι και επίτροποι της Εταιρείας στην Ιμπραΐλα, αδελφοί Ξάνθοι από τα Ιωάννινα.
Μετά την πρόταση του Απόστολου Αρσάκη αναφορικά με τη δωρεά του, το ∆ιοικητικό Συμβούλιο συνεδρίασε στο σπίτι του προέδρου, την 1η Οκτωβρίου 1850, όπου και ανακοινώθηκαν οι σχετικές λεπτομέρειες.

Σε επιστολή του προέδρου Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου και του γραμματέα Ευσταθίου Σίμου προς τον Απόστολο Αρσάκη, στις 3 Οκτωβρίου 1850, ιδιαίτερη μνεία γίνεται για τον ρόλο ευρύτερα των ευεργετών με καταγωγή από την Ήπειρο:
«Συγχαίρομεν Υμάς, φιλογενεστάτε Άνερ, διά την γενναίαν ταύτην και όντως αθάνατον πράξιν Σας. Η ένδοξος Ήπειρος, η εναβρυνομένη μέχρι τούδε δικαίως διά τα περιφανή ονόματα των μεγάλων της Πατρίδος ευεργετών, Ζωσιμάδων, Καπλανών, Ριζαρών και λοιπών, θέλει ουχ ήττον εναβρύνεσθαι και διά το Υμέτερον όνομα, εις γενεάς ευλογούμενον».
Παράλληλα, δεν παρέλειψαν να τονίσουν τη σημασία αυτής της δωρεάς λόγω του σημαντικού έργου στο οποίο προέβαινε η Εταιρεία:
«Πεισθήτε ότι καταλληλοτέραν χρήσιν δεν ηδύνασθε να κάμετε των χρημάτων Σας. Ο σκοπός τον οποίον θηρεύει η Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία αφορά την διά της κοινής εκπαιδεύσεως βελτίωσιν της τύχης ολοκλήρου του ελληνικού λαού […]».

Εξίσου χαρακτηριστικός είναι όμως και ο τρόπος με τον οποίο αναφέρεται η Εταιρεία στο πρόσωπο του Απόστολου Αρσάκη, στον οποίο οφείλει ευγνωμοσύνη. Στη γενική συνέλευση των εταίρων της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας, ο γραμματέας Ε. Σίμος προχώρησε στην επίσημη αναγγελία για τη «μεγάλην και γενναίαν δωρεάν του εν Βλαχία φιλογενεστάτου συμπολίτου μας κυρίου Αρσάκη»:
«Εις τον φιλογενή τούτον επεδαψίλευσεν ο Θεός τα δύο αγλαά και όχι πολύ συχνώς συναπαντώμενα δώρα, της ευπορίας και της παιδείας· τουτέστιν τον έβαλεν εις θέσιν και να διακρίνη και να πράξη, παντός άλλου ασφαλέστερον, το καλόν. Γνωστός εις τον σοφόν κόσμον διά της επιστήμης, και θέλων να γείνη ευλογητός διά της ευποιίας, είχε προ πολλού προσδιωρισμένον ποσόν ικανόν χρημάτων εις εκπλήρωσιν του επωφελεστέρου προς τους ομογενείς του έργου. ∆εν ευεργετείται λοιπόν μόνον, αλλά και τιμάται η Εταιρεία μας διά της εκλογής του. Ιδών, καθώς ημείς οι απαρτίζοντες την ενθωφελή ταύτην Εταιρείαν, ότι το μέγιστον των προς το έθνος ευεργετημάτων είναι η εις το μέγιστον του έθνους μέρος διάδοσις των αγαθών της προς όλους εφικτής παιδείας, και η πρώτη βάσις τούτου μέσον είναι η καλή αγωγή των γυναικών και των χρηστών μητέρων η μόρφωσις, διακρίνας οξυδερκώς και με ελληνικήν φιλοτιμίαν ότι το ευγενές τούτο στάδιον διακρίνεται ιδίως η ελευθέρα Ελλάς κατά την άμιλλαν του πολιτισμού προς την γείτονα δύναμιν σταθμήσας και παραδεχθείς εν γνώσει τας προτροπάς φίλων του, φίλων και μελών της Εταιρείας, προς τους οποίους πρέπει να ευγνωμονώμεν […] απεφάσισεν όχι μόνον ν’ αναλάβη ο ίδιος την ιδία δαπάνη του Καταστήματός μας και του εν αυτώ ιερού Ναού αποτπεράτωσιν […] αλλά και ν’ αποζημιώση εντελώς την Εταιρείαν δι’ όσα μέχρι τούδε εις την οικοδομήν ταύτην εδαπάνησε, και τα οποία υπερβαίνουν τας εκατόν χιλιάδας δραχμών […]».
Είναι αξιοσημείωτο ότι η Εταιρεία είχε δεχτεί, πριν από τη δωρεά του Αρσάκη, κριτική και ποικίλα αρνητικά σχόλια –«∆εν έλειψαν να μας κατηγορήσουν ως οχληρούς, ως προάγοντας εις το έπακρον την τέχνην της επαιτείας, ως καταχρώμενους της καλής προαιρέσεως των ομογενών μας», αναφέρει μεταξύ άλλων ο γραμματέας της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας, Ε. Σίμος– ως προς την αδυναμία της να ολοκληρώσει το έργο, το οποίο εν τέλει έφτασε να προκαλεί προβλήματα αντί να βοηθήσει, όπως ήταν ο αρχικός σκοπός του.
«Εις τον φιλογενή τούτον επεδαψίλευσεν ο Θεός τα δύο αγλαά και όχι πολύ συχνώς συναπαντώμενα δώρα, της ευπορίας και της παιδείας· τουτέστιν τον έβαλεν εις θέσιν και να διακρίνη και να πράξη, παντός άλλου ασφαλέστερον, το καλόν».
Ο Αρσάκης διατηρούσε αλληλογραφία με τους προέδρους της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας, τους φίλους του στην Αθήνα αλλά και στις άλλες ευρωπαϊκές πόλεις. Η Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία επιθυμούσε ο Αρσάκης, ως σημαντικός ευεργέτης, να είναι παρών για τα εγκαίνια του Αρσακείου Μεγάρου, που έλαβαν χώρα το καλοκαίρι του 1852 χωρίς πολλές επισημότητες· μια επιθυμία που τελικά όμως δεν επετεύχθη. Λόγω δε του ξεσπάσματος του Κριμαϊκού πολέμου, τον Οκτώβριο του 1853, αποφασίστηκε από πλευράς της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας τα επίσημα εγκαίνια να πραγματοποιηθούν λίγα χρόνια αργότερα, όταν θα είχε ολοκληρωθεί και η εκκλησία, που προβλεπόταν από τη συμφωνία των δύο πλευρών. Τελικά, ύστερα από πολλές αναβολές, τα επίσημα εγκαίνια πραγματοποιήθηκαν στις 22 Μαΐου 1855. Ο Αρσάκης δεν κατάφερε να παρευρεθεί, ωστόσο δεν σταμάτησε ποτέ να ενδιαφέρεται για το Αρσάκειο.
Σύμφωνα με το ∆ωρητήριο υπ’ αριθμόν 8163, που συντάχθηκε από τον συμβολαιογράφο Αθηνών Γεράσιμο Αφεντάκη και υπογράφτηκε αφενός από τον πληρεξούσιο του Απόστολου Αρσάκη, Νικόλαο Α. Χατζόπουλο, και αφετέρου από τους εκπροσώπους του διοικητικού συμβουλίου της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας στην Αθήνα, στις 26 Οκτωβρίου 1859:
«Ο κύριος Απόστολος Αρσάκης επιθυμών να εξασφαλίση τη Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία την προς αυτήν γενομένην παρ’ αυτού προ ετών δωρεάν του καθιδρύματος του Παρθεναγωγείου, μετά του εν αυτώ ιερού Ναού και του οικοπέδου και της περιοχής του, […] καθώς και την ετέραν αυτού δωρεάν προς την Φιλεκπαιδευτικήν Εταιρείαν εκ δραχμών διακοσίων χιλιάδων […] επικυροί σήμερον διά του ρηθέντος πληρεξουσίου […] και ομολογεί, ότι δωρήται τη Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία το καθίδρυμα του Παρθεναγωγείου και, μετά του εν αυτώ ιερού Ναού […] και τας δραχμάς αριθμ. 200.000 υπό τους εξής όρους:

α) Το καθίδρυμα τούτο να θεωρήται ως κτήμα ίδιον και ανεξάρτητον, και πλήρης ιδιοκτησία του δωρητού, αφιερωμένον δε παρ’ αυτού και διά παντός εις την Φιλεκπαιδευτικήν Εταιρείαν ενόσω διαμένει ως τοιαύτη, και υπό τον όρο να μην χρησιμεύση ποτέ προς άλλον σκοπόν, ειμή προς ον απ’ αρχής διωρίσθη, ήτοι ως Παρθεναγωγείον.
β) Το ειρημένον καθίδρυμα να φέρη επί του κυρίου αυτού πυλώνος την επωνυμίαν του δωρητού “Αρσάκειον”.
γ) Ο ιερός εν αυτώ Ναός να τιμάται επ’ ονόματι της Αγίας Αναστασίας.
δ) Να τελήται κατ’ έτος εν τω Ναώ τούτω δαπάνη της Εταιρείας λειτουργία αρχιερατική υπέρ ψυχικής σωτηρίας του δωρητού και των οικείων του, χοροστατούντων και συνδεομένων απάντων των εν τω Παρθεναγωγείω ενδιαιτωμένων Αλεξάνδρου Ιοάν Κούζα.
ε) Να διατηρώνται διηνεκώς ως υπότροφα της Εταιρείας τέσσαρα κοράσια εκ της ιδιαιτέρας του δωρητού πατρίδος Ηπείρου, η αλλαχόθεν, κατ’ εκλογή αυτού, μετά δε τον θάνατόν του, κατ’ επιλογήν των φιλτάτων αυτού θυγατέρων Ελένης Μανέσκου και Ολυμπιάδος Λαχοβάρη και των εξ αυτών, ανά δύο παρ’ εκάστης, υπό τον όρον του να διδάξωσι μετά ταύτα εφ’ ωρισμένον χρόνον, όπου ο δωρητής ή οι ως άνω κληρονόμοι αυτού ήθελον προσδιορίσει. […]

Το διοικητικόν Συμβούλιον της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας, παραδέχεται επ’ ονόματι της Εταιρείας τας ανωτέρω δωρεάς […] και υπόσχεται ότι θέλει τηρήσει αυτούς εσαεί απαρασαλεύτους. Εκφράζει δε εις τον γενναίον και φιλογενή δωρητήν κύριον Απόστολον Αρσάκην την αΐδιον της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας ευγνωμοσύνην, διά τας άνω μνημονευθείσας μεγαλοπρεπείς και πατριωτικάς αυτού δωρεάς. […]»
Το 1863, ο Αρσάκης έκανε νέα δωρεά προς τη Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία, ενώ και τα χρόνια που ακολούθησαν υπήρχε επικοινωνία μεταξύ των δύο πλευρών. Τον χαροποίησε ιδιαίτερα η λειτουργία του Αρσάκειου στην Κέρκυρα το 1868, ενώ, όπως ζήτησε από την Εταιρεία, το Αρσάκειο, που ιδρύθηκε στη γενέτειρά του Χοταχόβα, τέθηκε υπό την προστασία της. Μάλιστα ο Αρσάκης, το 1871, προσέφερε το ποσό των 75.000 δραχμών για τη συντήρησή του. Μέχρι και τη χρονιά του θανάτου του, ο Απόστολος Αρσάκης συνέχισε να προσφέρει, όπως μαρτυρούν ο φτιαγμένος στη Ρωσία Επιτάφιος και ο κατασκευασμένος στη Ρουμανία χρυσοκέντητος Σταυρός που δωρίστηκαν το 1874 για τον ναό της Αγίας Αναστασίας.
Η αναγνώριση εν ζωή και μετά θάνατον
Οι τιμές και ο θαυμασμός εντός και εκτός συνόρων.
Ο ρόλος του Απόστολου Αρσάκη ως ευεργέτη –ιδιαίτερα για τη συνεισφορά του στη Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία– αναγνωρίστηκε τόσο από την ίδια όσο και από το ελληνικό κράτος.
Η πρώτη αναγνώριση ήρθε αμέσως μετά τη δημοσιοποίηση της δωρεάς του το 1850. Η βασίλισσα Αμαλία, η οποία ήταν προστάτιδα της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας, αποδέχτηκε την πρόταση που της έγινε να απονεμηθεί στον Αρσάκη ο Σταυρός των Ανωτέρων Ταξιαρχών του Βασιλικού Τάγματος του Σωτήρος προς αναγνώριση της σημαντικής δωρεάς του και εξουσιοδότησε το ∆ιοικητικό Συμβούλιο της Εταιρείας για να του τη γνωστοποιήσει.
Είναι χαρακτηριστική η σχετική αναφορά στα Πρακτικά της συνεδρίασης της 1ης Οκτωβρίου 1850: «[…] Ο Κύριος Πρόεδρος προσθέτει ότι θεωρήσας το ευεργέτημα τούτο μέγιστον διά την Εταιρείαν και προσέτι ως τετελεσμένον διότι ο παρά πάντα άλλον συντελέσας εις την γενναίαν ταύτην πράξιν κύριος Ανέστ. Χατζόπουλος φέρει την περί τούτου πληρεξουσιότητα συναινούντων και των κυρίων Φαρμακίδη και ∆αμιανού, οίτινες επίσης συνέτρεξαν και των οποίων η συναίνεσις, εζητήθη, ενόμισε πρέπον ν’ αναγγείλη εις την Α. Μ. τη Βασίλισσαν, ως προστάτριαν του Καταστήματος και να ζητήση τιμητικήν τινα αμοιβήν υπέρ του Ευεργέτου.

»Η δε Α. Μ. εδέχθη μετά μεγίστης χαράς την πρότασιν και υπεσχέθη να δώση αμέσως εις αυτόν τον Σταυρόν των Ανωτέρων Ταξιαρχών, ότι επομένως έμειναν σύμφωνοι μετά της Α. Μ. αν το Συμβούλιον, ως δεν είναι αμφιβολία, παραδέχθη την πρότασιν ν’ αναγγελθή επισήμως το πράγμα εις τον Υπουργόν της ∆ημοσίας Εκπαιδεύσεως, διά την ταχίστην εκτέλεσιν των περαιτέρω. […]».
Σύμφωνα με την επιστολή εκ μέρους του προέδρου και γραμματέα της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας προς τον Απόστολο Αρσάκη της 3ης Οκτωβρίου 1850, τα σχετικά έγγραφα καθώς και παράσημα είχαν παραδοθεί στον Γ. Βοϊνέσκο, γενικό πρόξενο, ο οποίος αναχώρησε την ίδια ημέρα από την Αθήνα με προορισμό το Βουκουρέστι μέσω Κωνσταντινούπολης, όπου θα παρέμενε για 6-8 ημέρες.
Η δεύτερη σημαντική αναγνώριση ήρθε λίγα χρόνια αργότερα, τον Φεβρουάριο του 1858, όταν αποφασίστηκε ο Απόστολος Αρσάκης, παρόλο που δεν είχε επισκεφτεί ποτέ την Ελλάδα, να λάβει την ελληνική Ιθαγένεια. Ο υπουργός Εσωτερικών ανέφερε συγκεκριμένα: «Ο εν Βουκουρεστίω τής Βλαχίας ομογενής, κύριος Απόστολος Αρσάκης, εμπνεόμενος υπό ακραιφνούς πατριωτισμού και αγάπης προς την Ελλάδα, καθίδρυσεν ιδία δαπάνη συμποσουμένη εις 300 περίπου χιλιάδας δραχμών, το εν Αθήναις Αρσάκειον Παρθεναγωγείον. Η πράξις αύτη τού κυρίου Αρσάκη, αποτελούσα εκδήλωσιν αξίαν λόγου, δικαιολογεί την εις αυτόν απονομήν τού εις τα Ελληνικά αυτού αισθήματα προσήκοντος δικαιώματος τής Ελληνικής Ιθαγενείας. Όθεν έχων υπ’ όψιν το διά τού ΥΛΗ΄ νόμου τής 16ης Ιανουαρίου 1858 τροποποιηθέν 22 άρθρον τού αστικού νόμου τής 29ης Οκτωβρίου 1856, καθ’ ό οι εν Ελλάδι καθιδρύοντες κοινωφελή καταστήματα δύνανται να πολιτογραφηθώσι διά νόμου, συνέταξα Νομοσχέδιο δι’ ού διατάσσεται η πολιτογράφησις τού Κυρίου Αποστόλου Αρσάκη ως Έλληνος. Λαβών δε την άδειαν τής Α.Μ. τού Βασιλέως, λαμβάνω την τιμήν να εισαγάγω προς υμάς το Νομοσχέδιον τούτο και την επ’ αυτού ψήφον σας».
Η αναγνώριση της μεγάλης συμβολής του όμως δεν περιορίστηκε σε αυτές τις δύο περιπτώσεις. Και μετά θάνατον, η ευγνωμοσύνη απέναντι στο πρόσωπό του συνεχίστηκε αμείωτη, όπως μαρτυρά η λαμπρή επίσημη τέλεση του μνημόσυνου στον Μητροπολιτικό Ναό Αθηνών στις 24 Ιουλίου 1874. Παρόντες ήταν το ∆ιοικητικό Συμβούλιο της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας, οι εκπαιδευτικοί των Αρσάκειων σχολείων, πλήθος Αρσακειάδων, καθώς και εκπρόσωποι της κυβέρνησης. Σύμφωνα με την έκτακτη συνεδρίαση του ∆ιοικητικού Συμβουλίου, επελέγη ο καθηγητής Θεολογίας του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Κωνσταντίνος Κοντογόνης να εκφωνήσει τον επιμνημόσυνο λόγο:
«Όσοι των ανθρώπων αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί, οι συνελθώντες σήμερον επί το αυτό ενταύθα εις την πένθιμον ταύτην τελετήν, όσοι των ανθρώπων εβίωσαν επί τής γης την οδόν τού Θεού πορευθέντες· εις όσους κύριον και πρώτιστον μέλημα υπήρξε να έχωσι εν τω παρόντι βίω στάθμην και κανόνα τας εντολάς τού Θεού͘ όσων η τού βίου πολιτεία απεδείχθη σύμφωνος ούσα πάντοτε προς τας αρχάς τής Ηθικής και τής καθόλου αρετής· τούτων το μνημόσυνον, τούτων την μνήμην ο σοφός τα θεία Σειράχ εύχεται να διασώζωμεν εν ευλογίαις δηλονότι εν επαίνοις και εγκωμίοις· “Όσοι ουκ απεστράφησαν από Κυρίου, είη το μνημόσυνον αυτών εν ευλογίαις” και δικαίως· διότι κατά τούτον τον τρόπον ουχί μόνον τιμώμεν κατά το πρέπον την αρετήν, των τον καλόν ταύτης αγωνισαμένων αγώνα αντιβραβευομένων και μετά θάνατον διά τής κοινής ευφημίας, αλλά και πολλούς παραλείφομεν εις τον τοιούτον αγώνα τους αθλητάς, και πολλούς τους μιμητάς αυτών παρασκευάζομεν, και την κοινωνίαν δε, ήτις αδύνατον να υπάρξη άνευ δικαιοσύνης και αρετής τα μάλιστα προάγομεν και βελτιούμεν. Tούτ’ αυτό, όπερ εύχεται ο Ιερός Σειράχ, εντέλεται ημίν και ο θεόσοφος Σολομών, λέγων· “Μνήμη δικαίων μετ’ εγκωμίων” και “εγκωμιαζομένων δικαίων, ευφρανθήσονται λαοί”, διότι τα μεν εγκώμια των δικαίων και εναρέτων είναι απόδοσις συναισθήματος τής προς αυτούς ευγνωμοσύνης των εκ των εναρέτων και δικαίων αυτών πράξεων ωφεληθέντων· η δε των λαών ευφροσύνη αριδήλως καταδεικνύει ήν σύμπασα η κοινωνία αισθάνεται μεγάλην ανάγκην δικαιοσύνης και αρετής προς αλλήλους των κοινωνούντων.

»Συνωδά ταύταις ταις υπό τής θείας Γραφής ερμηνείαις τε και διδασκαλίαις η Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία, πενθούσα, επιτελεί σήμερον, κατά καθήκον ευγνωμοσύνης ιερόν, το υπό τής μητρός ημών εκκλησίας οριζόμενον τεσσαρακονθήμερον μνημόσυνον υπέρ μακαρίας αναπαύσεως τής ψυχής τού εν Βουκουρεστίω τελευτήσαντος μεγάλου αυτής τε και τής Ελλάδος απάσης ευεργέτου Αποστόλου Αρσάκη· και δικαίως συν τη Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία πολλοί και πυκνοί πάσης τάξεως άνθρωποι εκ τε των εν τέλει και ιδιωτών, τιμώντες την μνήμην τού αειμνήστου, συμπαρίστανται μετά ψυχικής συγκινήσεως εις την τελετήν και τας ενθέρμους αυτών δεήσεις συνάπτουσιν υπέρ αυτού ταις ευχαίς και ικεσίαις ταις αναπεμπομέναις υπό τής Εκκλησίας εις τον Θεόν τού Ελέους και τής Αγάπης διά την πολλήν εκείνου προς την Πατρίδα Ελλάδα αγάπην τε και αφοσίωσιν.
»Ναι, αδελφοί· ο περιφανής γόνος τής Ηπείρου Αρσάκης, ο, είπερ τις και άλλος, φιλόπατρις και φιλογενής, ο θερμός των Μουσών θεράπων, μέγας υπάρχει αναγεγραμμένος ευεργέτης τής Ελλάδος· διότι το τ’ επώνυμον αυτώ λαμπρόν οικοδόμημα τού τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας Παρθεναγωγείου αδραίς δαπάναις ανήγειρε και γενναίως επροικοδότησεν, εξασφαλισάμενος ούτω τής Εταιρείας το μέλλον, και υποτροφίας συνέστησε προσέτι όπως δωρεάν εκπαιδεύωνται είτε ως σύσσιτα, είτε έξωθεν φοιτώντα, όσα των ημετέρων κορασίων ευφυά μεν και φιλομαθή αλλ’ άπορα τυγχάνουσιν όντα.
»Πλούτον ικανόν κτησάμενος ο Αρσάκης δεν εμιμήθη τους πλουσίους εκείνους, τους υψηλοφρονούντας μόνον και κενοδόξως κομπάζοντας επί τω μεγάλω αυτών πλούτω, τους έχοντας τας ελπίδας αυτών αφιερωμένας εις τον πλούτον τον αβέβαιον και άστατον, τον συχνάκις τον κύριον αυτού μεταλλάσσοντα· αλλά τους πλουσίους, τους ελπίζοντας εις μόνον τον Θεόν τον ζώντα, όστις πάντα παρέχει τοις ανθρώποις αφθόνως και τους ζητούντας τον πλούτον τον βέβαιον, τον σταθερόν και μένοντα, τον από αγαθοεργίας συναγόμενον· τους μεταδοτικούς όντας τού εαυτών πλούτου͘ τους φροντίζοντας να αποθησαυρίσωσιν εις εαυτούς καλόν θεμέλιον, εφ’ ού θέλουσιν οικονομήσει την ελπίδα τής μελλούσης αληθινής και αιωνίου ζωής, καθώς ο μέγας τής Οικουμένης κήρυξ, ο Απόστολος των Εθνών Παύλος, παραγγέλλει διά τού μαθητού αυτού Τιμοθέου εις πάντας τους πλουσίους τού κόσμου τούτου· “Τοις πλουσίοις εν τω νυν αιώνι παράγγειλλε μη υψηλοφρονείν, μηδέ ηλπικέναι επί πλούτου αδηλότητι, αλλ’ εν τω Θεώ τω ζώντι, τω παρέχοντι ημίν πάντα πλουσίως εις απόλαυσιν͘ αγαθοεργείν, πλουτείν εν έργοις καλοίς, ευμεταδότους είναι, κοινωνικούς, αποθησαυρίζοντας εαυτοίς θεμέλιον καλόν εις το μέλλον, ίνα επιλάβωνται τής όντως ζωής”. Μαρτυρούσι δε μοι τον λόγον τούτον αι μεγάλαι αγαθοεργίαι τού ανδρός, προς μεγάλους και οσίους σκοπούς υπ’ αυτού πεπραγμέναι. Και τις δεν γιγνώσκει τον θεοφιλέστατον τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας προορισμόν, εις ον οι πρώτον ταύτην συστήσαντες απέβλεψαν, λέγω την και εις το θήλυ εξάπλωσιν τής Παιδείας; Τις δεν επείσθη ότι ο ιερός ούτος τής Εταιρείας σκοπός πληρούται ήδη από τεσσαρακονταετίας σχεδόν, και τα γράμματα, ο αληθείς φωτισμός τής τού ανθρώπου διανοίας και η επί το κρείσσον ενεργός τής καρδίας αυτού διάπλασις, ευρύτερον εξαπλούνται εις το γυναικείον φύλον και τους ποθεινούς παράγουσιν καρπούς; Τις δεν βλέπει ότι αι πολλαί των εν τοις διδασκαλίοις τής Εταιρείας εκπαιδευομένων Ελληνίδων παρθένων αναγορευόμεναι τού φύλου αυτών διδάσκαλοι και παιδαγωγοί, απέρχονται ου μόνον εις τας επαρχίας τής ελευθέρας, αλλά και εις τής άλλης Ελλάδος τας πόλεις και κώμας και προς τους εν τη Εσπερία Ευρώπη αποικούντας Έλληνας, και διδάσκουσι τας θυγατέρας εκείνων τα ελληνικά γράμματα και ο Ελληνισμός εξαπλούται, και υπό τού Ελληνισμού ο εθνισμός ημών επί μάλλον στηρίζεται και κρατύνεται.
»Ιδού προς πόσον μεγάλην αγαθοεργίαν ανάλωσε τον πλούτον αυτού ο Αρσάκης· ιδού διά τί καλούμεν αυτόν μέγαν Ευεργέτην ουχί μόνον της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας αλλά και τής Ελλάδος. ∆ιότι συνδραμών τη Εταιρεία συνδρομήν γενναιοτάτην, όσην ουδείς άλλος των συνδρομητών αυτής, δηλονότι, δαπανήσας εις τε την ανέγερσιν τού Αρσακείου και την των υποτροφιών σύστασιν υπέρ το ήμισυ εκατομμύριον δραχμών, την τε Εταιρείαν τα μέγιστα ευεργέτησε και τη Ελλάδι καθόλου μεγάλου αγαθού εγένετο πρόξενος, εύκολον κτήμα παρασχόμενος την εκπαίδευσιν εις πάσαν πάσης αδιακρίτως Ελληνικής χώρας άπορος μεν, αλλά χρηστήν και επιμελή νεάνιν. Πολλών, ναι επαίνων και πολλής ευγνωμοσύνης άξιος ο εν έργοις καλοίς πλουτίσας Αρσάκης.
»Ο δε μεγάθυμος ούτος ανήρ, παρά το μέτρον την κοινήν Πατρίδα Ελλάδα ευποιήσας, διέχυσεν εκ τού αγαθού αυτού πλούτου και εις την ιδίαν γενέθλιον κώμην τής επαρχίας Κορυτσάς, την μικράν Χοταχόβαν, τον τε Ιερόν αυτής Ναόν οικοδομήσας και δύο ανιδρύσας αρρένων σχολεία, αλληλοδιδακτικόν τε και Ελληνικόν, εις α και επροικοδότησε τα αρκούντα εις τε την συντήρησιν των δασκάλων και απονομήν υποτροφιών εις τους μαθητάς. Και ευεργετούνται λοιπόν ούτω, δικαίω τω λόγω, και οι χοταχοβίται και οι περιοικούντες Αλβανοί, μεταδιδομένων των Ελληνικών γραμμάτων και εις τους παίδας αυτών».

Τέλος, εξίσου ενδεικτική της αναγνώρισης προς το πρόσωπο του Αρσάκη είναι και η πληθώρα δημοσιευμάτων αφιερωμένων στο πρόσωπό του, προερχόμενων τόσο από τον εγχώριο όσο και από τον ελληνόφωνο Τύπο εκτός συνόρων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Νεκρολογία του Θωμά Πασχίδης (σημαντικής προσωπικότητας με προσφορά για τα ελληνικά γράμματα στο εξωτερικό, που είχε γεννηθεί στα Ιωάννινα και είχε σπουδάσει στη Ζωσιμαία Σχολή, στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και στη Νάπολη), η οποία δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα του ∆εκέβαλος του Βουκουρεστίου, στις 14 Οκτωβρίου 1874:
«[…] Α! ιδού νεάνιδες μελανειμονούσαι θρηνολογούσι, δάκρυα τακερά υπέρ του μεγάλου Αρσάκη λείβουσαι! ∆ακρυχέετε, Αρσακίδες καλλιπλόκαμαι, και πέπλον μελανοκέντητον ρίψατε επί τα τείχη, τα δώματα, τα άντρα, τας πύλας, τους κήπους, τα δένδρα, τα άνθη του Παρθενώνος σας, όστις δίκην πυρσού πυρσεύει την δούλην γην του Ιαπετού. Ο ιδρυτής του Αρσακείου απέθανε! Θρηνήσατε, Οτχοβίται και οι περίοικοι Αλβανοί, διότι ο την Εκκλησίαν και τα Σχολεία της υμετέρας κώμης ανοικοδομήσας ευεργέτης απέπτη ως αετός τις εις υψηλάς καλιάς. […]
»Θρήνησον με κλαυθμούς, Ελλάς φιλτάτη, την σον μέγαν πολίτην, ευχάς τω εν Τριάδι Θεώ αείρουσα όπως ευρεθώσι και έτεροι μιμηταί αυτού εν τη αλλοδαπή. Οϊμοιρολόγησον μ’ οδυρμούς και συ, ω του Βοϊρεβίστα και ∆εκεβάλου και Βραγκοβάνου γη, διότι απώλεσας τον έξοχον, τον διακεκριμένον πολίτην σου, όστις πολλάκις τους οίακας του σκάφους σου εις οδούς ευλιμένους ωδήγησε, και δεν έπαυσεν οιακοστροφών ειμή τότε, οπότε έπεσε θύμα μιαιφονίας ανάνδρου ο τον Καποδίστριαν της Ελλάδος μιμησάμενος αείμνηστος Βάρβος Καταρτζής»!
Ενδεικτική βιβλιογραφία
Buda O., “A Thesis on the comparative neuroanatomy of fish by a scientist from the Balkans,
Apostole Arsaky, 1813”, Rev Rom Med Vet (2016) 26/3, σσ. 55-60.
Keith Hitchins, The Romanians 1774-1866, Clarendon Press, Οξφόρδη 1996.
Μαμμόπουλος Αλέξανδρος, Ο Απόστολος Αρσάκης και η Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία, Βιβλιοθήκη Ηπειρωτικής Εταιρείας Αθηνών, Αθήνα 1970.
Μιχαλόπουλος Δημήτρης, Αρσάκης. Η σκέψη και η πολιτική του δράση, Κάκτος, Αθήνα 2005.
https://history.arsakeio.gr/index.php/evergetes
