Η Δανία είναι «το βασίλειο της πλήρους απασχόλησης». Η ανεργία βρίσκεται σε χαμηλά επίπεδα ρεκόρ και μειώνεται συνεχώς. Αν και ακόμη απέχει από τα προ κρίσης επίπεδα του 2,5%, του 2008, πριν από λίγες ημέρες ανακοινώθηκε ότι η ανεργία έπεσε κάτω από το 4%, στα χαμηλά των τελευταίων εννέα ετών. Με τα αντίστοιχα ποσοστά στη νεανική και στη μακροχρόνια ανεργία να βρίσκονται επίσης στα στατιστικά Τάρταρα. Τα αξιοζήλευτα αυτά αποτελέσματα η χώρα της μικρής Σειρήνας τα πέτυχε κυρίως χάρη στην υιοθέτηση, την έμπρακτη υλοποίηση, της έννοιας της «flexicurity», που αν θέλαμε να την αποδώσουμε με μια λέξη στα ελληνικά θα προέκυπτε ο νεολογισμός «ελαστικασφάλεια», μιας και πρόκειται στην ουσία για μια σύνθεση των εννοιών ελαστικότητα και ασφάλεια. Ελαστικότητα στο επίπεδο της εργασίας και ασφάλεια στο επίπεδο της χρηματοδότησης. Η ευκολία δηλαδή, με την έννοια της απουσίας γραφειοκρατικών διαδικασιών, πρόσληψης και απόλυσης. Ευκολία που δημιουργεί αντανακλαστικά αν κάποιος δώσει έμφαση στο δεύτερο, την απόλυση, και ευκαιρίες αν δοθεί έμφαση στο πρώτο, την πρόσληψη, με τα έμπρακτα αποτελέσματα που προαναφέραμε.
Στις υπεραπλουστευμένες – αλλά επ’ ουδενί απλουστευτικές – διαδικασίες που εδώ και χρόνια ακολουθούνται στη… Δανιμαρκία, ο εργοδότης δεν χρειάζεται να παρουσιάσει κάποιο ιδιαίτερο πλάνο, ούτε να ζητήσει την άδεια των συνδικάτων. Τα εργασιακά συμβόλαια είναι μόνο δύο σελίδες. Στην αφετηρία αυτής της… (νεο)φιλελεύθερης δομής υπήρξε διαβούλευση με τα συνδικάτα, τα οποία μαζί με τις προτάσεις τους κατέθεσαν στο τέλος του διαλόγου που προηγήθηκε και τη σύμφωνη γνώμη τους. Πολύ περισσότερο που στη Δανία των 5,7 εκατομμυρίων κατοίκων, επτά στους δέκα εργαζομένους είναι μέλη συνδικαλιστικών οργανώσεων.
Η πανίσχυρη ηγεσία των συνδικάτων έβαλε έναν, αλλά βασικό, όρο: στην περίπτωση απόλυσης να υπάρχει ένα αυξημένο επίδομα ανεργίας και, κυρίως, αληθινή εκπαίδευση και κατάρτιση στην κατεύθυνση της εκ νέου ανεύρεσης εργασίας. Με άλλα λόγια, έγινε αποδεκτό απ’ όλους τους κοινωνικούς εταίρους το γεγονός ότι πρέπει να υπάρχει ισχυρή κοινωνική προστασία και επανένταξη στην αγορά. Με τον τρόπο αυτό, οι άνεργοι στη Δανία έχουν δικαίωμα να λαμβάνουν επί δύο χρόνια – αλλά όχι επ’ αόριστον – το 90% του τελευταίου τους μισθού, υπό μία και μόνη προϋπόθεση: να αποδείξουν ότι ψάχνουν και πάλι, ενεργά, για δουλειά. Ο έλεγχος είναι προσωπικός. Κάθε άνεργος, κατά τη διάρκεια της έρευνας αγοράς που πραγματοποιεί, έχοντας το δικαίωμα να καταθέτει υποψηφιότητα για τουλάχιστον δύο θέσεις εργασίας ανά εβδομάδα επιβλέπεται προσωπικά από έναν σύμβουλο για θέματα απασχόλησης. Όλη η διαδικασία γίνεται ηλεκτρονικά, επικαιροποιείται online και στον φάκελο του(της) ανέργου παρουσιάζονται όλες οι υποψηφιότητες, οι απαντήσεις, θετικές ή αρνητικές, τα ραντεβού για συνέντευξη και λοιπά στοιχεία, τα οποία στο σύνολό τους είναι διαθέσιμα στον αρμόδιο εργασιακό σύμβουλο, ακόμη και εξ αποστάσεως. Όχι τόσο για διοικητικό έλεγχο ή ποινές όσο για δημιουργική συζήτηση πάνω στο τι δεν πήγε καλά, τι πρέπει να βελτιωθεί, ώστε ο στόχος να επιτευχθεί στο καλύτερο δυνατό επίπεδο στον βέλτιστο χρόνο. Έτερος σημαντικός όρος στη λειτουργία του συστήματος είναι ότι ο υποψήφιος εργαζόμενος απαγορεύεται να αρνηθεί μια θέση που θα προκύψει, ακόμα και στην περίπτωση που αυτή δεν είναι εφάμιλλη ή δεν έχει άμεση σχέση με τα θεωρητικά προσόντα, τις σπουδές ή την προϋπηρεσία του. Στην περίπτωση αυτή, προβλέπεται χρηματική ποινή που μπορεί να ανέλθει στο ποσό των 260 ευρώ.
Το μοντέλο αυτό – να σημειωθεί ότι αποτελούσε στρατηγικό στόχο της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης στα μέσα της δεκαετίας του ’90, αλλά ουδέποτε έτυχε ευρείας αποδοχής – δεν είναι, όπως είναι φυσικό, στο απυρόβλητο, δεν είναι ιδανικό. Καθώς υπάρχουν και περιπτώσεις ανθρώπων οι οποίοι «αναγκάστηκαν» να κάνουν μια δουλειά τελείως διαφορετική από αυτή που επί χρόνια αποτελούσε την κύρια πηγή δημιουργίας ή απλώς οικονομικών απολαβών. Σήμερα, υπάρχουν στελέχη επιχειρήσεων που, στα 50 και πάνω, δουλεύουν ως οδηγοί ταξί. Γίνεται κριτική από κάποιους, ακόμα και στη Δανία, ότι το σύστημα είναι «απάνθρωπο», ότι «δεν έχει καμία σχέση με την ανθρώπινη ευτυχία, είναι γεμάτο κανόνες», είναι έτσι δομημένο ώστε να σε «υποχρεώνει» να αποδεχθείς μια οποιαδήποτε δουλειά, μακριά από τα ενδιαφέροντά σου, μακριά από τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του επαγγελματικού και ευρύτερου προφίλ σου. Να «γυροφέρνεις» σε διαφορετικά πόστα ώσπου να βρεις κάτι πραγματικά κοντά στους προσωπικούς σου στόχους, αν τελικά βρεις.
Όμως, ο στόχος εξαρχής ήταν το εφικτό, όχι το δέον. Το μοντέλο είναι πλήρως προσαρμοσμένο στα δεδομένα της κρίσης, σε αυτά της νέας εποχής τα εργασιακά. Ωστόσο, χωρίς να αμφισβητείται ο πυρήνας και η αποτελεσματικότητα του συστήματος – απόδειξη αποτελεί το γεγονός ότι ενώ το ΑΕΠ της χώρας συρρικνώθηκε κατά 5% τα χρόνια της κρίσης, η ανεργία ουδέποτε ξεπέρασε το 6% -, βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη μια δημόσια συζήτηση για τη βελτίωσή του. Συνεχώς δημιουργούνται εταιρείες και σύλλογοι που έχουν ως στόχο την επιμόρφωση των εργαζομένων στην κατεύθυνση της σύλληψης και της υλοποίησης ενός μακροπρόθεσμου προσωπικού επαγγελματικού πλάνου. Και από την άλλη, με δεδομένο ότι οι διαθέσιμοι πόροι στην αγορά εργασίας έχουν αρχίσει να εξαντλούνται, ενώ υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι η πίεση αυξάνεται, από το ίδιο το κράτος και τους θεσμικούς εταίρους του αναζητούνται τρόποι ώστε να επεκταθεί το εργατικό δυναμικό σε εξειδικευμένους μετανάστες – παρά την ακροδεξιά πίεση -, νέους ή και συνταξιούχους, ώστε να μην αντιστραφεί η δυναμική της οικονομίας. Με δεδομένο ότι οι Σκανδιναβοί βρίσκονται «στο δομικό όριο». Χωρίς βεβαίως να παραβλέπεται ο κίνδυνος του μισθολογικού κόστους, των πληθωριστικών πιέσεων, τελικά αυτός της μείωσης της ανταγωνιστικότητας της εργασίας. Εδώ και τουλάχιστον δύο χρόνια πολυεθνικές εταιρείες της χώρας αναγκάζονται να «δανείζονται» εργάτες ή εξειδικευμένα στελέχη από άλλες χώρες όπως η Πολωνία, η Ουγγαρία ή η Ρουμανία, μέσω της υπογραφής ειδικών συμβολαίων.
Οι όποιοι κραδασμοί – ναι και η πλήρης απασχόληση προκαλεί και κραδασμούς! – αποσβένονται όχι μόνο μέσω της διαβούλευσης και της δημόσιας θεσμικής και ειλικρινούς συζήτησης – δεν υπάρχουν απεργίες και κλείσιμο δρόμων. Αμβλύνονται χάρη στην ύπαρξη θεσμών και πόρων που εδώ και δεκαετίες έχουν θεσπιστεί και ευλαβικά τηρούνται. Η Δανία, για παράδειγμα, βρίσκεται στην κορυφή του ΟΟΣΑ ως προς τη διάθεση κονδυλίων για κατάρτιση και επανένταξη στην αγορά εργασίας. Έχει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά γυναικείας απασχόλησης. Το κράτος εξασφαλίζει τη χρηματοδότηση της φύλαξης των παιδιών, την αρωγή στους ηλικιωμένους.
Και βεβαίως, η κυβέρνηση της χώρας μείωσε τους φόρους – η Δανία είναι το κράτος με τους περισσότερους φόρους, αλλά και το καλύτερο κοινωνικό κράτος – με σκοπό να ενισχύσει το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα των δανέζικων επιχειρήσεων σε σύγκριση με τους ανταγωνιστές τους στις άλλες χώρες, με αποτέλεσμα τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και την εξεύρεση πόρων για τη χρηματοδότηση του συνταξιοδοτικού.
Α! Και κάτι τελευταίο, όχι λιγότερο σημαντικό. Η Δανία – όχι με έψιλον γιώτα αλλά με γιώτα – είναι η μοναδική χώρα που δεν χρωστά σε κανέναν απολύτως τίποτα! Μετά το 1834 και αφού αποπλήρωσε και την τελευταία δόση από ένα δάνειο στις ΗΠΑ, δεν έχει ούτε μια κορόνα χρέος. Αυτά στην πραγματική Δανία, του Βορρά, γιατί σ’ αυτήν του Νότου…
*Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο της 16ης Αυγούστου