Advertisement

Είναι τα Κύθηρα το τέλειο ελληνικό νησί;

1.601

Ο Andrew Bostock[1] πέρασε μεγάλο μέρος της ζωής του διαβάζοντας και γράφοντας οδηγούς για την Ελλάδα, αλλά στα Κύθηρα – με τα φαράγγια, τους καταρράκτες και τις τέλειες παραλίες – βρήκε τελικά το ειδυλλιακό μέρος που πάντα ονειρευόταν!

Ονειρικός Προορισμός – Καλαδί – Κύθηρα – Φωτογραφία: Alamy

Στο 30ετές μου κυνήγι, προκειμένου να βρω το τέλειο ελληνικό νησί, έχω επισκεφθεί περίπου 40 από αυτά – αλλά η αναζήτηση μου έχει αντιμετωπίσει δίδυμα, συνδεδεμένα, προβλήματα.

Πρώτον, πολλοί από αυτά ακολουθούν ένα αρκετά καθορισμένο μοτίβο: μια μικρή κύρια πόλη ή λιμάνι, δύο ή τρεις εκπληκτικές παραλίες και, αν είστε τυχεροί, ένα ερείπιο ή μια παλιά εκκλησία στην κορυφή ενός λόφου του νησιού. Για πολλούς αυτό είναι το μόνο που χρειάζεται για μια εβδομάδα ή δύο μακριά, αλλά πάντα προσδοκώ περισσότερα.

Το δεύτερο πρόβλημα είναι ότι τα μεγαλύτερα νησιά μπορούν να καταστραφούν από υπερβολική επισκεψιμότητα. Οι ταξιδιώτες που αναζητούν το δικό τους μικρό παράδεισο πηγαίνουν σε περισσότερα, εκτός συχνής πορείας, νησιά, αλλά αυτά τείνουν να γίνονται μικρότερα και μικρότερα, επιδεινώνοντας έτσι το παραπάνω πρόβλημα. Φέτος υιοθέτησα συμβουλές από Έλληνες φίλους και ετοιμάστηκα για τα Κύθηρα και νομίζω ότι το κυνήγι μου μπορεί να έχει τελειώσει.

Το λιμάνι του Αυλέμονα – Φωτογραφία: Alamy

Τα Κύθηρα μπορεί να εμφανίζουν πρόβλημα στην προσέγγισή τους, ένα θετικό πλεονέκτημα στα τέλεια νησιωτικά στοιχήματα. Δεν είναι κοντά σε κανένα από τα πιο γνωστά νησιά, αλλά βρίσκονται μόνα τους στο βάθος της χερσονήσου της Πελοποννήσου. Μπορείτε να πάτε εκεί αεροπορικώς, αλλά μόνο μέσω τοπικών πτήσεων, η γνωστή τουριστική περιήγηση στο Ηνωμένο Βασίλειο είναι άγνωστη στο νησί. Ο καλύτερος τρόπος να φτάσετε είναι με πλοίο. Αυτό μπορεί να γίνει, μάλλον έμμεσα, από την Αθήνα ή, πιο ευχάριστα, από το μικρό νότιο λιμάνι της Νεάπολης, μετά από ένα ταξίδι που μπορεί να προσφέρει μερικές από τις απολαύσεις της ίδιας της Πελοποννήσου.

Η εννιάχρονη κόρη μου Jemima και εγώ υιοθετήσαμε την τελευταία επιλογή και φτάσαμε στο Διακόφτι, το νέο λιμάνι του νησιού, αλλά και πατρίδα για τέλεια λευκή άμμο και κρυστάλλινα νερά (καθώς και ένα αρκετά μεγάλο και μισογερμένο ναυάγιο). Ήταν εδώ που παρατηρήσαμε για πρώτη φορά ένα από τα κυριότερα σημεία των Κυθήρων: την υπεροχή της Αυστραλιανής προφοράς. Στις αρχές του 20ού αιώνα, πολλοί κάτοικοι του νησιού μετανάστευσαν στην Αυστραλία (ή “Μεγάλα Κύθηρα”, όπως είναι γνωστό εδώ). Πολλοί από τους απογόνους τους επιστρέφουν κάθε καλοκαίρι, και ακόμη και οι ντόπιοι συχνά μιλούν αγγλικά. Πέρα, όμως, από αυτά, το νησί δέχεται λίγους τουρίστες.

Η Jemima κολυμπά στο δεύτερο καταρράκτη του Μυλοποτάμου. Φωτογραφία: Andrew Bostock

Οδεύοντας δυτικά στο νησί, το τοπίο φαινόταν βραχώδες και άδενδρο, αλλά τα Κύθηρα είναι παραπλανητικά και κόβονται από φαράγγια και κοιλάδες που μπορούν να κρύψουν κρυμμένους θησαυρούς. Σύντομα κατεβήκαμε σε ένα από αυτά πάνω από το χωριό Μυλοπόταμος, ακολουθώντας ένα δρόμο γεμάτο δέντρα, ο οποίος οδηγούσε σε αυτό που θα μπορούσε να είναι το ιδανικό ελληνικό χωριό. Το όνομα σημαίνει “ποτάμι μύλων” και το χωριό βρίσκεται γύρω από μία ελαφρώς διακριτή λιμνούλα, κάτω από την πηγή του ποταμού. Καθίσαμε πάνω από αυτό για το βραδινό μας γεύμα, στην ταβέρνα του Πλατάνου. Αυτό το όνομα είναι συνήθως ένα καλό σημάδι και σημαίνει “πλατάνια”: τα πανταχού παρόντα σκιερά δέντρα φαίνονται να κρέμονται πάνω από κάθε πλατεία του χωριού. Αυτός ο Πλάτανος, ο οποίος έχει προσφέρει τοπικά πιάτα κάτω από τα τρία πλατάνια του για 130 χρόνια, δεν μας απογοήτευσαν. Αργότερα, παρατηρήσαμε την ελληνική παράδοση αλλάζοντας χώρο για επιδόρπιο, περπατώντας πέρα ​​από την πηγή του ποταμού και στη λίμνη με τις πάπιες και καθήμενοι στο καφέ Καμάρι για καφέ και παγωτό.

Το πρωί ακολουθήσαμε τον ποταμό κάτω από το φαράγγι, περνώντας από τα ερείπια πολλών ελαιοτριβείων που είχαν κάποτε χωρίσει το τοπικό σιτάρι. Βρήκαμε τον πρώτο μας καταρράκτη μόλις πέντε λεπτά με τα πόδια. Απολαμβάνει τον ήλιο, φέροντας δύο ονόματα: “Νεράιδα”, από τις μυθολογικές νύμφες του νερού, και “Φόνισσα”, που σημαίνει “δολοφόνος”. Δεν μπορούσαμε να αποφασίσουμε ποιo να προτιμήσουμε. Οι άνθρωποι κολυμπούν εδώ, αλλά συνεχίσαμε κάτω από το φαράγγι. Ένας από τους μύλους έχει πλήρως αποκατασταθεί και εδώ συναντήσαμε τον Φιλιππή Ζερβό, ιδιοκτήτη και αναστηλωτή του. Μας ξενάγησε και μας εξήγησε την ιστορία του μύλου – ο οποίος χτίστηκε από τον παππού του, ο οποίος έφερε το ίδιο όνομα – και στη συνέχεια μας οδήγησε, ώστε να περπατήσουμε ακόμα ένα χιλιόμετρο κάτω από το μονοπάτι, σε έναν άλλο καταρράκτη, ο οποίος ήταν ακόμη πιο μαγικός από τον πρώτο.

Με οδηγό και σωστό εξοπλισμό, μπορείτε να συνεχίσετε το δρόμο στο φαράγγι στην απομονωμένη παραλία που ονομάζεται “Καλάμι”. Αυτό το μικρό κομμάτι παραδείσου είναι δύσκολο να το προσεγγίσει κανείς, ακριβώς όπως πρέπει να είναι ο παράδεισος. Αλλά, αν δεν σας αρέσει να κάνετε κανό κάτω στο φαράγγι, η εναλλακτική προσέγγιση περιλαμβάνει πεζοπορία που τελειώνει σε ένα βράχο 30 μ. Υπάρχει ένα σχοινί, προκειμένου να βοηθήσει τους γενναίους στην κατάβαση, αλλά μείναμε ευαχαριστημένοι με το να κοιτάζουμε τον ερημωμένο όρμο από ψηλά (μου ζητήθηκε να επισημάνω ότι εγώ, όχι η Jemima, που δείλιασα και δεν κατέβηκα). Διερευνήσαμε το κοντινό σπήλαιο της Αγίας Σοφίας, γεμάτο εντυπωσιακά με σταλακτίτες και σταλαγμίτες, καθώς και ένα παρεκκλήσι με 700-χρονες τοιχογραφίες.

Η παραλία του Καλαμιού – Φωτογραφία: Andrew Bostock

Η κολύμβηση στη θάλασσα έπρεπε να περιμένει μέχρι να φύγουμε από το Μυλοπόταμο. Ένας φίλος μου έστειλε, μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, μια λίστα με επτά παραλίες (μεταξύ των οποίων και η λευκή άμμος του Διακοφτιού και το δύσκολο σε προσέγγιση Καλάμι). Πριν φτάσω, υπολόγισα ότι αυτή η λίστα θα περιλάμβανε τις περισσότερες από τις παραλίες του νησιού, αλλά καθώς τις σημείωνα στο χάρτη μου συνειδητοποίησα ότι ήταν μια μικρή επιλογή από περισσότερες από 30 παραλίες στα Κύθηρα. Επιλέξαμε το Καλαδί, στην άλλη πλευρά του νησιού, το οποίο τουλάχιστον φαινόταν λίγο πιο εύκολο στην προσέγγιση. Αυτό αποδείχτηκε αισιόδοξη σκοπιά, καθώς το μονοπάτι και ο δρόμος τελείωναν πάνω από μια μεγάλη και απότομη σκάλα. Η βοτσαλωτή παραλία επιτρέπει την πεζοπορία, χωρίζεται σε τρεις βραχώδεις προεξοχές και εύκολα φιλοξενεί τους 20-περίεργους ανθρώπους που ήταν εκεί – τον Αύγουστο! Δεν υπήρχε καν καντίνα, σπάνιο για νησί, έτσι πήγαμε στο γειτονικό Αβλέμονα για μεσημεριανό γεύμα, χωριό, που αποτελείται από μια μικρή αλυσίδα σπιτιών πάνω από μικρούς όρμους, γεμάτους με ψαροκάικα και πλατφόρμες κολύμβησης. Ο Σωτήρης, η ταβέρνα του χωριού, φημίζεται για την αστακομακαρονάδα του, η οποία βρισκόταν λίγο πιο πάνω από τον προϋπολογισμό μας, αλλά τα γαβράκια του, τα μικρά τηγανητά ψάρια, αποδείχτηκαν ικανοποιητική γεύση της θάλασσας.

Για τις τελευταίες μέρες μας κατευθυνθήκαμε στη Χώρα, την πρωτεύουσα του νησιού, και ένα μέρος που συνοψίζει όσα κάνουν τα ελληνικά νησιά τόσο ξεχωριστά. Η κύρια πόλη βρίσκεται σε ένα λόφο πάνω από το λιμάνι του Καψαλιού, ένα κοινό αμυντικό τόπο κατά τις ημέρες της πειρατείας. Εξερευνήσαμε τις κατάλευκες λωρίδες του μέχρι να φτάσουμε σε ένα βενετσιάνικο κάστρο, με εκπληκτική θέα προς τη Χύτρα, ένα βράχο με βότσαλα που λέγεται ότι υπήρξε η γενέτειρα της Αφροδίτης (μας συμβούλευσαν να μην ακούμε τους Κυπρίους). Αργότερα, το βράδυ, καθώς μικρά σκάφη και βιβλιοπωλεία άνοιξαν τις πόρτες τους, καθίσαμε σε μια ταράτσα και απολαύσαμε ψητά κρέατα και τοπικά κρασιά από το Ζορμπά, του οποίου οι σερβιτόροι ακόμα υιοθετούν ενδυματολογικώς τα μαύρα γιλέκα και τα λευκά πουκάμισα.

Άποψη της Χώρας από το Κάστρο της – Φωτογραφία: Andrew Bostock

Πριν να επιστρέψουμε με το πλοίο στην ηπειρωτική χώρα, κάναμε ένα τελευταίο ταξίδι γύρω από το Καψάλι με τον καπετάν Σπύρο, ο οποίος μας πήγε με το σκάφος του στο βράχο της Χύτρας. Αγκυροβόλησε στην είσοδο ενός ανασκαμμένου σπηλαίου και σύντομα βρεθήκαμε να τον ακολουθούμε στη θάλασσα. Στις σκοτεινές εσοχές, γυρίσαμε για να δούμε το τελευταίο φως από το εξωτερικό να μετατρέπει το νερό σε ένα φωτεινό ζαφείρι. Όπως και σε πολλά μέρη των Κυθήρων, η προσπάθεια να φτάσουμε εκεί απαιτούσε κάποια προσπάθεια, αλλά άξιζε τον κόπο.

Πού να μείνετε

Τα Κύθηρα έχουν ακόμα “δωμάτια” – απλά καταλύματα, συχνά εντός των οικιών των ιδιοκτητών. Στο Μυλοπόταμο μείναμε στο σπίτι της όμορφης Γιώτας στην άκρη του χωριού (50 €/ βραδιά, +30 27360 33782). Στη Χώρα, η Νίκη προσφέρει πραγματικές ευκαιρίες (από 25 €, +30 27360 31488). Πιο πολυτελή διαμονή είναι, επίσης, διαθέσιμη, ειδικά στο εσωτερικό, όπου ντόπιοι και λίγοι ξένοι έχουν αποκαταστήσει, με όμορφο τρόπο, μερικά από τα παλιά σπίτια του χωριού. Δοκιμάστε το Ξενώνα “Φως και Χώρος” (από 95 €, +30 69807 29399, agreekisland.com).

 

Ελεύθερη απόδοση από τη διαδικτυακή σελίδα: https://www.theguardian.com/travel/2015/sep/03/is-kythira-the-perfect-greek-island – Παν. Καλλίγερος

[1] Ο Andrew Bostock είναι ο συγγραφέας του Bradt Ταξιδιωτικού Οδηγού της Ελλάδας: Η Πελοπόννησος – νέα έκδοση έχει εκδοθεί από την άνοιξη του 2016.

 

Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies. Περισσότερες πληροφορίες.

Οι ρυθμίσεις των cookies σε αυτή την ιστοσελίδα έχουν οριστεί σε "αποδοχή cookies" για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις των cookies σας ή κάνετε κλικ στο κουμπί "Κλείσιμο" παρακάτω τότε συναινείτε σε αυτό.

Κλείσιμο