Αγγίζουμε σήμερα ένα από τα ενδιαφέροντα παράδοξα του ελληνισμού: Την ίδια στιγμή που οι Έλληνες επιτυγχάνουν εντυπωσιακά αποτελέσματα όταν εργάζονται και σταδιοδρομούν στο εξωτερικό, αδυνατούν να στήσουν ένα αποτελεσματικό κράτος και μια δίκαιη κοινωνία στην ίδια τους τη χώρα. Δεν καταφέρνουν καν να συμβιώσουν αρμονικά. Πως εξηγείται το παράδοξο αυτό;
Μια εξήγηση είναι ότι πως ίσως δεν πρόκειται για τους ίδιους ανθρώπους. Όπως έχουν δείξει πολλές μελέτες οι άνθρωποι που μεταναστεύουν δεν έχουν τα ίδια χαρακτηριστικά με αυτούς που παραμένουν στον τόπο τους. Οι πρώτοι είναι πιο επιρρεπείς στον ρίσκο ενώ οι δεύτεροι πιο συντηρητικοί.
Μια δεύτερη εξήγηση είναι πως ούτε οι Έλληνες του εξωτερικού είναι τόσο επιτυχημένοι όσο υποστηρίζεται, ούτε οι Έλληνες του εσωτερικού έχουν αποτύχει τόσο οικτρά. Ο καθένας από μας έχει περισσότερες αρετές από όσες νομίζουμε, αλλά μόνο η επιτυχία τις φέρνει στο φως. Σύμφωνα με αυτά τα επιχειρήματα, δεν υπάρχει παράδοξο. Ωστόσο το παράδοξο, κατά γενική πεποίθηση, έχει βάση.
Η πλέον άμεση και προφανής εξήγηση έχει να κάνει με τους θεσμούς που διαμορφώνουν και καθορίζουν τη συμπεριφορά ανθρώπων και κοινωνιών. Όμως αν το πρόβλημα βρίσκεται στους θεσμούς, τι εξηγεί την διαιώνιση των αποτυχημένων θεσμών, την στιγμή μάλιστα που η διάγνωση του προβλήματος είναι προφανής;
Η βαθύτερη εξήγηση έχει να κάνει με τα ήθη και τις αξίες, ανθρώπων και κοινωνιών. που επιτρέπουν, στηρίζουν και εξηγούν τη διαιώνιση των αποτυχημένων θεσμών. Στην Ελλάδα δεν έχουμε θεσμούς γιατί δεν θέλουμε θεσμούς. Εξαντλούμαστε στα, βολικά, ήθη. Τα οποία δεν εννοούμε να αλλάξουμε. Εν προκειμένω, ας συνυπολογίσουμε ότι οι θεσμοί αλλάζουν, αν αλλάζουν, με πολύ σιγανότερους ρυθμούς από τα ήθη.
Κοντά είκοσι χρόνια μετά την εκδήλωση ης οικονομικής κρίσης, τίποτα δεν φαίνεται να αλλάζει στο πιο κρίσιμο πεδίο της κουλτούρας μας: Αυτό της ασύμμετρης σχέσης μεταξύ ιδιωτικού και δημόσιου χώρου, μεταξύ ιδιωτικής και δημόσιας σφαίρας, μεταξύ ιδιωτικού και δημόσιου συμφέροντος. Δεν βάζουμε μυαλό. Μοιάζει σαν να ανυπομονούμε να τελειώσει η κρίση, όχι για να συμπεριφερθούμε διαφορετικά, αλλά για να κάνουμε τα ίδια…
Ο παλιός διάλογος μεταξύ προμηθευτή και πελάτη καλά κρατεί:
-Πελάτης: Απόδειξη, παρακαλώ;
-Προμηθευτής: Τι να την κάνεις μωρέ την απόδειξη;
Η στρεβλή σχέση δημόσιου και ιδιωτικού, ανάγλυφη. Αν δεν υπάρχει ατομικό όφελος προς τι η έκδοση της απόδειξης; Η όποια συμμετοχή των μερών στην υποχρεωτική, νόμιμη, τυπική ολοκλήρωση της δοσοληψίας δεν εκλαμβάνεται ως ευθύνη, ως υποχρέωση, ως καθήκον, αλλά μόνο ως μία αυστηρά ατομική οικονομική συναλλαγή, ως τμήμα ιδιωτικού πάρε δώσε.
Κέρβεροι σε ότι αφορά τα ιδιωτικά μας, χαλαροί έως και αδιάφοροι για τα δημόσια. Το πρόσφατο επεισόδιο της μαζικής εχθρικής συμπεριφοράς μιας κοινωνίας εναντίον των φορολογικών ελεγκτών δικαιώνει την διαπίστωση του καθ. Γ. Πανούση: Ο καθένας σήμερα “αδικεί, έχοντας συνείδηση δικαίου”.
Για να επανέλθουμε όμως στο ελληνικό παράδοξο, που διακρίνει τους Έλληνες σε Έλληνες Εσωτερικού και Έλληνες Εξωτερικού, παραθέτουμε την ενδιαφέρουσα ανάλυση του αμερικανού βιολόγου Eduard Wilson, η οποία επισημάνθηκε σε παλιότερο άρθρο του καθ. Στ. Καλύβα. με τίτλο “Η φυσική επιλογή και το ελληνικό παράδοξο”, στην Καθημερινή.
Ο Wilson υποστηρίζει ότι η ανθρωπότητα διέπεται από δυο φαινομενικά αντίρροπες δυνάμεις: η μία αφορά τη (γνωστή) φυσική επιλογή των ατόμων και η άλλη τη φυσική επιλογή των ομάδων και συλλογικοτήτων. Από τη μια μεριά τα άτομα που συμπεριφέρονται με επιθετικά εγωιστικό τρόπο αναπαράγονται με μεγαλύτερη επιτυχία, καθιστώντας έτσι μακροπρόθεσμα κυρίαρχο τον επιθετικό εγωισμό εις βάρος της αλτρουιστικής συμπεριφοράς, που σιγά αλλά σταθερά περιθωριοποιείται. Από την άλλη όμως ομάδες που αποτελούνται από άτομα που λειτουργούν με αλτρουιστικό τρόπο κατορθώνουν να επιβιώνουν με μεγαλύτερη επιτυχία σε σχέση με τις ομάδες εκείνες που αποτελούνται από εγωιστικά άτομα.
Σύμφωνα λοιπόν με την παραπάνω θεωρία, οι Έλληνες επιτυγχάνουν έξω γιατί λειτουργώντας εγωιστικά σε κοινωνίες με ισχυρή συνοχή καταφέρνουν να προσπορίζονται σημαντικά οφέλη. Αντίθετα όταν βρεθούν μόνοι μεταξύ τους, “βγάζουν τα μάτια τους” και η ίδια αυτή εγωιστική ροπή οδηγεί αναπόφευκτα στην κοινωνική διάλυση.
Σε κατάληξη: Η πρόκληση για τις κοινωνίες με ισχυρή συνοχή είναι η ενσωμάτωση των εγωιστικών μονάδων στο αξιακό τους σύστημα χωρίς τη θυσία της δημιουργικότητάς τους, όσο για τις κατακερματισμένες κοινωνίες η πρόκληση είναι να εντοπίσουν μέσα τους τις δυνάμεις που θα οδηγήσουν στη δημιουργία των θεσμών εκείνων που θα τους εξασφαλίσουν την απαραίτητη συνοχή.
*Τέως γενικός διευθυντής εταιρειών του ευρύτερου χρηματοπιστωτικού τομέα.