Ελπίδες από ελληνικό φάρμακο με λεμφοκύτταρα, για όσους νοσούν βαριά από κορονοϊό – Πώς δρα
Ο Αχιλλέας Αναγνωστόπουλος, Δ/ντής της Αιματολογικής κλινικής του νοσ. “Παπανικολάου” μίλησε για τη μέθοδο καταπολέμησης του κορονοϊού μέσω χρήσης Τ – λεμφοκυττάρων, που μπορεί να αποτελέσει σημαντικό “όπλο” στη φαρέτρα μας στη “μάχη” κατά της πανδημίας.
Η ομάδα Μεταμοσχεύσεως Αιμοποιητικών Κυττάρων της Αιματολογικής Κλινικής του Νοσοκομείου Παπανικολάου με επικεφαλής τον Αχιλλέα Αναγνωστόπουλο, “παρασκεύασαν Τ- λεμφοκύτταρα εναντίον του κορονοϊού τα οποία είναι δραστικά”, όπως ανέφερε ο ίδιος στην “Κοινωνία Ωρα MEGA”.
Η εν λόγω έρευνα των επιστημόνων του Νοσοκομείου Παπανικολάου έχει ξεκινήσει εδώ και μήνες και αφορά στη χρήση Τ-λεμφοκυττάρων στην αντιμετώπιση του κορονοϊού. Ουσιαστικά στην έρευνα πήραν αίμα ασθενών που έχουν αναρρώσει από τον κορονοϊό, πολλαπλασίασαν εργαστηριακά τα Τ-λεμφοκύτταρα και όταν τα επανεισήγαγαν στον οργανισμό διαπίστωσαν ότι αυτά εξουδετερώνουν τον ιό.
Ο κ. Αναγνωστόπουλος περιγράφοντας τον τρόπο δράστης τόνισε ότι “η πρώτη φάση τελείωσε τον Σεπτέμβριο, η προκλινική μελέτη, όπου αποδείξαμε ότι μπορούμε να συλλέγουμε από αναρρώσαντες ασθενείς Τ – λεμφοκύτταρα και να τα πολλαπλασιάζουμε”. “Έχουμε χορηγήσει τέτοια λεμφοκύτταρα σε μια κυρία που οι πνευμονολόγοι έκριναν ότι είναι κοντά να διασωληνωθεί, πήραμε την συγκατάθεσή της, της χορηγήσαμε τα Τ – λεμφοκύτταρα, σε 2 ημέρες βελτιώθηκε θεαματικά και σε μια βδομάδα βγήκε από το νοσοκομείο”, ανέφερε.
“Πρέπει να χορηγήσουμε το φάρμακο σε 70-100 ασθενείς για να μιλήσουμε τελικά αν το φάρμακο αυτό κάνει καλό, σε τι ποσοστό κλπ. Γνωρίζουμε από άλλη μελέτη που κάνουμε σε άλλους ιούς, ότι αυτά τα ειδικά λεμφοκύτταρα σε αυτούς τους ιούς η επιτυχία υπερβαίνει το 90%”, πρόσθεσε.
“Στη μελέτη υπάρχουν κριτήρια βάσει των οποίων οι ασθενείς θα μπορούν να ενταχθούν στη μελέτη και να πάρουν το φάρμακο. Είχαμε μια καθυστέρηση από τις ρυθμιστικές αρχές, ήμασταν έτοιμοι από τον Απρίλιο”, τόνισε.
“Τέλος Απριλίου, ο Εθνικός Οργανισμός Φαρμάκων ολοκλήρωσε τη μελέτη της μελέτης μας και απεφάνθη ότι μπορούμε να προχωρήσουμε. Καθυστερήσαμε στην Επιτροπή Δεοντολογίας η οποία έκρινε ότι τα κριτήρια επιλεξιμότητας έπρεπε να γίνουν πιο αυστηρά, έγιναν πιο αυστηρά, αλλά δεν μπορούσαμε να βρούμε ασθενείς με τόσο αυστηρά κριτήρια. Κάναμε ένσταση. Είπαμε ότι σε όλο τον κόσμο τα κριτήρια είναι λιγότερο αυστηρά από αυτά που σας είχαμε προτείνει και το δέχτηκαν”, επεξήγησε για την πορεία της μελέτης.
“Μικρότερη από 1% αλλά ακόμα και σε αυτή την περίπτωση έχουμε τρόπο να αντιδράσουμε έγκαιρα”, ανέφερε ερωτηθείς για τις πιθανές παρενέργειες.
“Σε λίγο καιρό θα είμαστε έτοιμοι να χορηγήσουμε το φάρμακο σε πολλούς ασθενείς”, τόνισε.