Advertisement

Ένα νέο παραγωγικό και αναπτυξιακό πρότυπο για τα Κύθηρα

Δρ. Αθανάσιος Ράγκος*

497

Το ζήτημα της χάραξης αναπτυξιακών στρατηγικών για τις νησιωτικές περιοχές είναι ιδιαίτερα σύνθετο, καθώς τόσο η επιλογή των κατάλληλων μέτρων, όσο και η ίδια η στρατηγική, σχετίζεται άμεσα με τις ιδιαιτερότητές τους.

Πρώτα απ’ όλα, η σημαντικότερη πηγή εισοδήματος για τις περιοχές αυτές είναι ο τουρισμός. Δεύτερον, η ζωή στα νησιά είναι άρρηκτα συνυφασμένη με τοπικές συνήθειες, έθιμα, παραδόσεις και την ιστορία κάθε τόπου, χαρακτηριστικά που τους προσδίδουν μοναδικές ιδιαιτερότητες. Τρίτον, τα αγροτικά νοικοκυριά στα ελληνικά νησιά είναι, ως επί το πλείστον, πολυαπασχολούμενα, γεγονός που σημαίνει ότι τα μέλη τους διαθέτουν περισσότερες πηγές εισοδήματος, είτε εντός γεωργίας (π.χ. μεταποίηση πρωτογενών προϊόντων) ή και εκτός γεωργίας (π.χ. υπηρεσίες σίτισης και φιλοξενίας).

Τα Κύθηρα δεν αποτελούν εξαίρεση σε κανένα από τα τρία αυτά ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, συνεπώς οι αναπτυξιακές παρεμβάσεις θα πρέπει να βρίσκονται σε αρμονία με αυτά. Τα χαρακτηριστικά αυτά αποκαλύπτουν την πολυλειτουργικότητα των παραγωγικών συστημάτων στα Κύθηρα, όπως και γενικότερα στα νησιά μας.

Έτσι, η νησιωτική γεωργία και κτηνοτροφία οδηγεί στην παραγωγή προϊόντων, τα οποία δεν είναι απλά διατροφικά, αλλά αντανακλούν την ιστορία και τον πολιτισμό του τόπου. Η ίδια η παραγωγική διαδικασία έχει οδηγήσει, σε πολλές περιπτώσεις, στη διαμόρφωση πολιτιστικών στοιχείων που χαρακτηρίζουν σήμερα τις νησιωτικές περιοχές. Επίσης, το τοπίο έχει διαμορφωθεί ως αποτέλεσμα της καλλιέργειας της γης και της βόσκησης των ζώων, σε σημαντικό βαθμό, έτσι ώστε να υπάρχει αξιοσημείωτη αλληλεπίδραση μεταξύ του φυσικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος με τα παραγωγικά συστήματα.

Τα τοπικά προϊόντα, με την ευρύτερη έννοια, έχουν, λοιπόν, ιδιαίτερη σημασία, καθώς ενσωματώνουν το σύνολο αυτών των πολυλειτουργικών χαρακτηριστικών. Με άλλα λόγια, έχουν να διηγηθούν την ιστορία του τόπου. Η παραγωγή, εμπορία και διάθεση τέτοιων προϊόντων, και η παροχή σχετικών υπηρεσιών, είναι σε κάθε περίπτωση οικονομικές δραστηριότητες που μπορούν να διασφαλίσουν εισόδημα στους εμπλεκόμενους.

Παρόλα αυτά, μπορούν να διασφαλίζουν ευρύτερα οφέλη;

Μπορούν να συνδεθούν με την ανάπτυξη των νησιών;

Το αντικείμενο αυτού του άρθρου εδράζεται στα δύο αυτά ζητήματα. Αφενός, επιδιώκει να διασαφηνίσει το ζήτημα της εισαγωγής εναλλακτικών καλλιεργειών και δραστηριοτήτων, αφετέρου να προτείνει ένα γενικότερο αναπτυξιακό πλαίσιο, στο οποίο η αξιοποίηση των τοπικών προϊόντων θα συμβάλλει στην επίτευξη γενικότερων ωφελειών για όλο τον πληθυσμό.

Νέες καλλιέργειες και παραγωγικά πρότυπα για τα Κύθηρα

Τα Κύθηρα διαθέτουν εδαφοκλιματικές συνθήκες που προσιδιάζουν στην υιοθέτηση ενός μεσογειακού παραγωγικού προτύπου, με τη διαφοροποίηση προς έναν σχετικά μικρό αριθμό καλλιεργειών. Σε αυτό το πλαίσιο της διαφοροποίησης, συχνά γίνεται λόγος για εναλλακτικές καινοτόμες καλλιέργειες, οι οποίες αναφέρονται ως παραδείγματα δραστηριοτήτων του πρωτογενούς τομέα που μπορούν να παρέχουν λύσεις σε εκμεταλλεύσεις των οποίων τα συμβατικά παραγόμενα προϊόντα παρουσιάζουν προβλήματα διάθεσης και ανταγωνιστικότητας. Πρόκειται για κλάδους παραγωγής που είναι αρκετά ετερογενείς ως προς τα τεχνικά και οικονομικά τους χαρακτηριστικά, δεδομένου μάλιστα πως ο όρος εμπερικλείει μεγάλο αριθμό καλλιεργειών και δραστηριοτήτων.

Σε γενικές γραμμές, όμως, ισχύουν τα ακόλουθα:

  • Οι καλλιέργειες αυτές καταλαμβάνουν μικρή σχετικά έκταση και δεν είναι ιδιαίτερα ανεπτυγμένες στη χώρα.
  • Έχουν σχετικά χαμηλές απαιτήσεις σε μηχανική εργασία και αξιοποιούν τη διαθέσιμη ανθρώπινη εργασία σε περιοχές και περιόδους όπου οι εναλλακτικές δυνατότητες απασχόλησης είναι περιορισμένες.
  • Επιπλέον, οι απαιτήσεις τους σε κεφάλαιο (μεταβλητό και σταθερό) δεν είναι υψηλές, συγκρινόμενες, για παράδειγμα, με κλάδους όπως η λαχανοκομία, η δενδροκομία και η παραγωγή βαμβακιού.
  • Έχουν χαμηλές περιβαλλοντικές πιέσεις, είτε επειδή δεν απαιτούν υψηλές αγροχημικές εισροές, είτε επειδή προωθείται η καλλιέργειά τους στο πλαίσιο παραγωγικών συστημάτων χαμηλών εισροών (π.χ. βιολογική παραγωγή).
  • Η κύρια απορρόφησή τους αφορά τελικούς καταναλωτές εξειδικευμένων αγορών (niche markets), χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν υπάρχει ζήτηση και σε βιομηχανικό επίπεδο, γεγονός που διευκολύνει τη διαφοροποίησή τους από ομοειδή εισαγόμενα προϊόντα.
  • Είναι κατάλληλες ως πηγή συμπληρωματικού εισοδήματος και προωθούνται μέσω μιας σειράς χρηματοδοτικών εργαλείων.

Τα μειονεκτήματά τους συνίστανται στα ακόλουθα:

  • Συνήθως οι εναλλακτικές αυτές καλλιέργειες είναι εισαγόμενες από το εξωτερικό, έτσι δεν υπάρχουν στη χώρα υποδομές παραγωγής σπόρων και γεωργικών εφοδίων.
  • Είναι ιδιαίτερα απαιτητικές σε διαχειριστική επάρκεια και γνώση από πλευράς παραγωγού.
  • Αποτελούν καινοτόμες δραστηριότητες με αποτέλεσμα να παρατηρείται έλλειψη εξειδικευμένων στελεχών, κυρίως γεωτεχνικών, οι οποία θα κάλυπταν την παροχή τεχνικής στήριξης και διαχειριστικής καθοδήγησης.

Η ανάπτυξη των εναλλακτικών καλλιεργειών, σε μικρές καλλιεργούμενες εκτάσεις και με παραγωγή μικρού όγκου προϊόντων, δίνει τη δυνατότητα σχεδιασμού ενός εναλλακτικού μοντέλου ανάπτυξης, όπου η βιωσιμότητα θα συνδέεται με συνέργειες. Εκτός από όσα προαναφέρθηκαν, ιδιαίτερη σημασία έχουν και τα ακόλουθα σε ό,τι αφορά τη διαφοροποίηση προς τέτοιες εναλλακτικές καλλιέργειες:

  • Να έχει εκδηλωθεί ενδιαφέρον για τις καλλιέργειες που σχεδιάζεται να εισαχθούν, να υπάρχουν δεδομένα τεχνικά και οικονομικά και γενικότερα να είναι διαθέσιμη επιστημονική γνώση που θα δώσει κατευθύνσεις στον παραγωγό.
  • Οι νέες καλλιέργειες είναι καλό να μπορούν να συνδυαστούν με τις υφιστάμενες δραστηριότητες του πρωτογενούς τομέα προσδίδοντάς τους προστιθέμενη αξία.
  • Για να διασφαλιστούν ευρύτερα οφέλη, θα πρέπει οι νέες καλλιέργειες να μπορούν να αξιοποιήσουν τις υφιστάμενες υποδομές και την τεχνογνωσία στο νησί και να απαιτούν οριακές μόνο παρεμβάσεις για την παγίωσή τους.

Τα Κύθηρα διαθέτουν μια συγκεκριμένη γκάμα προϊόντων και παραγωγικών δραστηριοτήτων, που είναι καθιερωμένες και προσιδιάζουν στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του νησιού (π.χ. αμπέλια, ελιές). Προτείνεται, λοιπόν, ως προτιμότερη στρατηγική η εστίαση του ενδιαφέροντος σε παρεμβάσεις που θα αποδειχθούν ωφέλιμες για τους κλάδους αυτούς, τόσο στην πρωτογενή παραγωγή (π.χ. βελτίωση των τεχνικών καλλιέργειας), όσο και στον τομέα της διάθεσης.

Σε κάθε περίπτωση, η επέκταση προς άλλες καλλιέργειες, σε επίπεδο συλλογικό και όχι ως μεμονωμένη επιχειρηματική δραστηριότητα, θα πρέπει να είναι αποτέλεσμα στρατηγικού σχεδιασμού ο οποίος θα λαμβάνει υπόψη:

  • Τη συμβατότητα των νέων δραστηριοτήτων με τις εδαφοκλιματικές συνθήκες των Κυθήρων, συμπεριλαμβανομένης και της ελαχιστοποίησης των πιθανών πιέσεων στους φυσικούς πόρους και τα οικοσυστήματα.
  • Τη διασφάλιση πως οι αναμενόμενες αποδόσεις δεν διαφέρουν πολύ από τις πραγματικές ή, αν δεν υπάρχουν σχετικά δεδομένα, την πιλοτική καλλιέργεια πριν την επέκταση μιας νέας καλλιέργειας.
  • Το βαθμό στον οποίο το απαιτούμενο κεφάλαιο για την εισαγωγή του κλάδου είναι διαθέσιμο και θα καλυφθεί από τις αναμενόμενες ωφέλειες, ενώ και το συνολικό αποτέλεσμα, σε κοινωνικοοικονομικό επίπεδο, θα είναι καλύτερο από το σενάριο διατήρησης της υφιστάμενης κατάστασης.
  • Τη διασφάλιση της διαθεσιμότητας όλων των απαραίτητων εισροών, ειδικά στην περίοδο που είναι απαραίτητες, καθώς και επαρκών υποδομών παραγωγής, αποθήκευσης, εμπορίας και πώλησης των προϊόντων.
  • Την εξασφάλιση αγορών, έπειτα από ενδελεχή έρευνας αγοράς και συμπεριφοράς καταναλωτή.
  • Τις ανάγκες σε τεχνική και διαχειριστική υποστήριξη και συμβουλευτική.
  • Τη συμβατότητα του νέου παραγωγικού προτύπου με τις τοπικές συνθήκες και την ενδεχόμενη αξιοποίηση της ιδιαίτερης τοπικής προφορικής τεχνογνωσίας.
Πιστοποίηση των Κυθηραϊκών προϊόντων

Το νησί των Κυθήρων είναι ένας τόπος με ιδιαίτερη περιβαλλοντική, ιστορική και πολιτιστική σημασία. Διαθέτει σημαντικά συγκριτικά πλεονεκτήματα και χαρακτηριστικά που του προσδίδουν μια ιδιαίτερη ταυτότητα. Το γεγονός αυτό έχει ως αποτέλεσμα τα προϊόντα που προέρχονται από τα Κύθηρα να συνδέονται, αναπόφευκτα, με τον τόπο, ανεξάρτητα από τα ποιοτικά τους στοιχεία. Έτσι, η κακόβουλη χρήση της «κυθηραϊκής προέλευσης» ίσως να έχει επιπτώσεις συνολικά στο τοπικό προϊόν και, αντίστοιχα, η προβολή ενός προϊόντος ως «κυθηραϊκού» να του προσδίδει αξία, ανεξάρτητα από τα χαρακτηριστικά του. Με σκοπό, λοιπόν, την πρόληψη φαινομένων της πρώτης κατηγορίας, αλλά και την επίτευξη συνεργειών της δεύτερης, μια ενδιαφέρουσα πρόταση για το νησί αφορά τη συνολική πιστοποίηση του προϊόντος των Κυθήρων υπό ένα ενιαίο εμπορικό σήμα (brand name).

Η πιστοποίηση αυτή του κυθηραϊκού προϊόντος συνάδει με μια νέα, σχετικά, προσέγγιση της τοπικής ανάπτυξης, η οποία περιγράφεται με τον όρο «εδαφική ανάπτυξη» (territorial development). Σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Κέντρο Διαχείρισης της Αναπτυξιακής Πολιτικής (European Centre for Development Policy Management – www. ecdpm.org): «Η εδαφική ανάπτυξη αναφέρεται στην ολοκληρωμένη πολυτομεακή ανάπτυξη σε ένα συγκεκριμένο τμήμα μιας εδαφικής περιοχής, καθοδηγούμενη από ένα χωρικό όραμα για το επιθυμητό μέλλον και υποστηριζόμενη από στρατηγικές επενδύσεις σε υποδομές και περιβαλλοντική διαχείριση. Ο ορισμός αυτός δεν διακρίνει χωρικές κλίμακες (τοπικές, περιφερειακές, εθνικές ή διακρατικές) και ισχύει εξίσου για οποιαδήποτε από αυτές». Αυτή η μορφή ανάπτυξης εκτυλίσσεται μέσω δύο πυλώνων, του κοινωνικού κεφαλαίου της περιοχής και της παραγωγής χαρακτηριστικών ιδιότυπων προϊόντων.

Στα Κύθηρα, ο πρώτος πυλώνας εκφράζεται μέσω συλλογικών δράσεων, όπως οι Συνεταιρισμοί του νησιού. Ο δεύτερος πυλώνας αφορά στην από κοινού, συλλογική αναγνώριση του «προϊόντος των Κυθήρων, το οποίο μπορεί να περιλαμβάνει προϊόντα διατροφής, εμπειρίες, υπηρεσίες, τοπία και οποιοδήποτε άλλο στοιχείο χαρακτηρίζει τη ζωή, την ιστορία, τον πολιτισμό και τη φύση των Κυθήρων και είναι ενταγμένο στη συλλογική συνείδηση των Κυθήριων.

Συμπεράσματα και μελλοντικές προοπτικές

Πέραν του προτεινόμενου πλαισίου, ορισμένες επιπλέον προτάσεις για την αναπτυξιακή υποστήριξη των Κυθήρων περιλαμβάνουν:

  • Ενίσχυση των υποδομών για τις υπάρχουσες δραστηριότητες (τεχνικών, επεξεργασίας, εμπορίας), στήριξη της πολυδραστηριότητας και παροχή κινήτρων για την ανάπτυξη διασυνδέσεων μεταξύ τους.
  • Προστασία του τοπικού προϊόντος και ανάπτυξη ολοκληρωμένης στρατηγικής προώθησής του, με σκοπό την επίτευξη ωφελειών σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο.
  • Ενίσχυση του αειφόρου χαρακτήρα της τουριστικής ανάπτυξης στο νησί και στροφή προς εναλλακτικές μορφές τουρισμού, στο πλαίσιο της αξιοποίησης του τοπικού προϊόντος. Η στρατηγική αυτή θα είχε ως αποτέλεσμα και την επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου, με ακόμα θετικότερες συνέπειες για τη νησί.
  • Στήριξη της συλλογικής δράσης και, μεταξύ άλλων, στροφή στις Ομάδες Παραγωγών, με σκοπό την αξιοποίηση χρηματοδοτικών ευκαιριών στο πλαίσιο της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ).

 

* Ο Δρ. Αθανάσιος Ράγκος είναι Γεωπόνος – Γεωργοοικονομολόγος, Δόκιμος Ερευνητής Ινστιτούτο Αγροτικής Οικονομίας και Κοινωνιολογίας – ΕΛΓΟ «Δήμητρα».

 

ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΦΥΣΗ – ΤΕΥΧΟΣ 160

 

Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies. Περισσότερες πληροφορίες.

Οι ρυθμίσεις των cookies σε αυτή την ιστοσελίδα έχουν οριστεί σε "αποδοχή cookies" για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις των cookies σας ή κάνετε κλικ στο κουμπί "Κλείσιμο" παρακάτω τότε συναινείτε σε αυτό.

Κλείσιμο