Ένας κυθήριος, επίδοξος εισαγωγέας στις Ινδίες του φαρμάκου “Μοσχοβιτίνη”
Η άγνωστη ιστορία του Ιωάννη Λεοντσίνη | του Αντώνη Ι. Τάντουλου
Υπάρχει μια κατηγορία συλλεκτικών ειδών, που στην ορολογία των συλλεκτών είναι γνωστά σαν «εφήμερα». Πρόκειται για ευτελούς αξίας, χάρτινα συνήθως, αντικείμενα, που αφού επιτελέσουν το σκοπό για τον οποίο δημιουργήθηκαν, συνήθως καταλήγουν στα σκουπίδια. Το εισιτήριο ενός ατμοπλοϊκού ταξιδιού ή ενός ποδοσφαιρικού αγώνα ή μιας συναυλίας, το αγγελτήριο μιας (έξω από εδώ) κηδείας, ένα διαφημιστικό έντυπο, το απόκομμα μιας εφημερίδας, η αφίσα μιας εκδήλωσης, τα ψηφοδέλτια από μια εκλογική αναμέτρηση, το πάσο ενός πρώην φοιτητή, η πρόσκληση σε ένα γάμο ή σε βαφτίσια, το απόκομμα μιας σύνταξης, μια ακυρωμένη ταυτότητα ή ένα ληγμένο διαβατήριο, αποτελούν παραδείγματα τέτοιων «εφήμερων» αντικειμένων. Και για να χρησιμοποιήσω ένα σύγχρονο παράδειγμα από την εποχή του «απαγορευτικού» (όπως μας προτρέπει ο καθηγητής Μπαμπινιώτης να αντικαταστήσουμε το αγγλόφερτο lockdown), την απαραίτητη βεβαίωση κυκλοφορίας ενός εργαζόμενου για να μπορεί να πηγαίνει στη δουλειά του, κάποια στιγμή, όταν η υγειονομική κατάσταση βελτιωθεί, θα πάψει να τη χρειάζεται. Αυτόματα, η άχρηστη πλέον βεβαίωση, θα ενταχθεί στην κατηγορία των «εφήμερων». Και δεν αποκλείεται, ή μάλλον, είναι σχεδόν βέβαιο, πως τελικά θα αποτελέσει ένα από τα τεκμήρια μιας συλλογής για την πανδημία.
Και θα αναρωτηθεί κανείς : Τι είναι εκείνο που τραβάει σαν μαγνήτης τους συλλέκτες, σ’ αυτά τα «άχρηστα» αντικείμενα;
Η απάντηση είναι απλή : Η πληροφορία. Η οποία μπορεί να είναι από ασήμαντη μέχρι εξαιρετικά σημαντική. Και για να σας δώσω ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα, ακούστε την παρακάτω ιστορία που αφορά σε έναν Κυθήριο.
Οι διαφημίσεις φαρμάκων από παλαιότερες εποχές τραβούν πάντα την προσοχή μου. Αν και ιατρός ο ίδιος, δεν τις αντιμετώπισα ποτέ σαν αντικείμενα συλλογής. Έτυχε όμως να έχω σύζυγο και κόρη φαρμακοποιούς, και έτσι, θέλοντας και μη, ένιωσα την υποχρέωση να τις μαζεύω και να τις δωρίζω στα αγαπημένα μου πρόσωπα. Ίσως και για να εξιλεωθώ, που γεμίζω κάθε γωνιά του σπιτιού με τις δικές μου συλλεκτικές επιλογές.
Τελευταία, έπεσε στα χέρια μου ένα διαφημιστικό φυλλάδιο του περασμένου αιώνα, για το φάρμακο «Μοσχοβιτίνη». Φαίνεται πως κυκλοφορούσε με τη μορφή αντιρευματικού υγρού, που το εφάρμοζαν με επαλείψεις στην πάσχουσα περιοχή. Εφευρέτης ήταν ο φαρμακοποιός Ι. Μοσχοβίτης, που έδωσε και το όνομά του στο παρασκεύασμα, και του οποίου η σεβάσμια γενειοφόρος μορφή, κοσμεί το έντυπο (εικ. 1).
Στο φυλλάδιο αναδημοσιεύονται 10 επιστολές από ασθενείς και ιατρούς, Έλληνες και ξένους, που περιγράφουν τα αγαθά αποτελέσματα του φαρμάκου. Προφανώς για να πειστούν οι υποψήφιοι πελάτες. Μια από τις επιστολές ξεχωρίζει. Προέρχεται από κάποιον Ιωάννη Λεοντσίνη, και κάτω από τον διαφημιστικό τίτλο «Η Μοσχοβιτίνη εις τα πέρατα του κόσμου», διαβάζουμε αυτά που γράφει (εικ. 2):
«Κύριε Ιωάννη Μοσχοβίτη, εἰς Αθήνας.
Πρότινος καιροῦ εἶχον ἀγοράσει μερικάς φιάλας τοῦ ὑφ’ ὑμῶν κατασκευαζομένου φαρμάκου «Μοσχοβιτίνη» χάριν τοῦ ὑπό ρευματισμῶν πάσχοντος πατρός μου και εὗρον τοῦτο κατάλληλον διά τούς πάσχοντας ἐκ τῆς ἀσθενείας ταύτης. Τοῦτο με παρακινεῖ να σᾶς γράψω και ἐρωτήσω ἐάν ἐπιθυμεῖτε να είσαγάγητε το φάρμακον εἰς τάς Ινδίας προς ὠφέλειαν τῶν δεινῶς πασχόντων· να μοί ἀπαντήσετε το ταχύτερον διότι ἐπιθυμῶ να ἀναλάβω την ἀντιπροσωπείαν τῆς καταναλώσεως τοῦ φαρμάκου τούτου. Πληροφορίας περί ἐμοῦ δύνασθε να λάβητε παρά τοῦ βουλευτοῦ Κυθήρων κ Σ. Στάη, εἲτε παρά τῶν ἐν Βομβάῃ τραπεζιτῶν κ.κ. William Watoonet Co.
Ὃλως ὑμέτερος
Βομβάη (Ἰνδιῶν) (εικ. 3).Ἰωάννης Λεοντσίνης.»
Το ότι ο Λεοντσίνης ήταν Κυθήριος της διασποράς, νομίζω πως είναι πέραν πάσης αμφιβολίας, γιατί εκτός από το επώνυμό του, που είναι παλαιό κυθηραϊκό, προτείνει και τον βουλευτή Κυθήρων Σ. Στάη, για να δώσει στον φαρμακοποιό Μοσχοβίτη, πληροφορίες για την φερεγγυότητά του.
Έχουμε λοιπόν, μέσα από αυτή την «εφήμερη» διαφήμιση, μια πρώτη πληροφορία ότι ένας Κυθήριος, ήταν εγκατεστημένος στην Βομβάη των Ινδιών. Το επάγγελμά του δεν το γνωρίζουμε. Πιθανόν να ήταν εμπορευόμενος. Είναι φανερό όμως, ότι διέθετε επιχειρηματικό δαιμόνιο, μιας και διέβλεψε τις τεράστιες προοπτικές που ανοίγονταν, σε περίπτωση που γινόταν εισαγωγέας της «Μοσχοβιτίνης» στην πολυάνθρωπη αυτή χώρα.
Μια πληροφορία που χρειάζεται να διευκρινισθεί, είναι ο χρόνος που ο Λεοντσίνης έγραψε την επιστολή, γιατί στο έντυπο δεν αναγράφεται ημερομηνία. Το ίδιο παρατηρείται και στις υπόλοιπες εννέα επιστολές.
Θα μπορούσαμε άραγε να προσδιορίσουμε εμμέσως αυτή την ημερομηνία; Ο αναφερόμενος βουλευτής Κυθήρων Σ. Στάης, δεν είναι άλλος από τον Σπυρίδωνα Στάη(1859 – 1932) (εικ. 4),που για πρώτη φορά εκλέχθηκε βουλευτής το 1892,και χρημάτισε τρείς φορές υπουργός επί των Εκκλησιαστικών και της Δημοσίας εκπαιδεύσεως στις κυβερνήσεις του Γεωργίου Θεοτόκη την περίοδο 1900-1909, και στη συνέχεια, επανειλημμένα υπουργός σε διάφορα υπουργεία στις κυβερνήσεις Καλογερόπουλου, Γούναρη και Πρωτοπαπαδάκη την περίοδο 1921-1922. Είναι προφανές, πως η μακρά πολιτική σταδιοδρομία του Στάη, δεν μας επιτρέπει να προσδιορίσουμε με ακρίβεια το χρόνο της επιστολής. Με βεβαιότητα πάντως, γράφτηκε μετά το 1892, και μάλλον τα χρόνια που ο Στάης ήταν ακόμη απλός βουλευτής. Γιατί αν είχε αναβαθμιστεί σε υπουργό, ο Λεοντσίνης θα έπρεπε λογικά να το αναφέρει, μιας και η μαρτυρία ενός υπουργού, θα είχε μεγαλύτερη βαρύτητα.
Από μια άλλη δημοσιευόμενη επιστολή, του γυναικολόγου Καθηγητή της Ιατρικής Κων. Λούρου (1864-1957) έχουμε μια ακόμη χρονολογική ένδειξη. Ο Λούρος ήταν καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών από το 1898 μέχρι το 1934. Κατά συνέπεια η επιστολή του είναι γραμμένη μετά το 1898.
Σε ένα άλλο γράμμα, ο δήμαρχος Σάμου Αλκ. Χριστάκης ζητεί να αποσταλούν για τον Ηγεμόνα της Ηγεμονίας Σάμου Αλέξανδρο Μαυρογένη, τρία φιαλίδια «Μοσχοβιτίνης». Ηγεμονία της Σάμου ονομαζόταν το αυτόνομο κράτος, υπό την επικυριαρχία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, που δημιουργήθηκε το 1832 και διατηρήθηκε μέχρι το 1912, που απελευθερώθηκε το νησί. Ο Μαυρογένης ήταν Ηγεμόνας στη Σάμο το 1902, οπότε το γράμμα αυτό γράφτηκε, χωρίς αμφιβολία, την ίδια χρονιά.
Μια άλλη δημοσιευόμενη ευχαριστήρια επιστολή, είναι από τον εθνικό ευεργέτη Γρηγόριο Μαρασλή (1831-1907) (εικ. 5) που έκανε προσωπική χρήση του φαρμάκου. Προφανώς, η επιστολή είναι γραμμένη πριν το θάνατό του το 1907.
Στο διαφημιστικό φυλλάδιο της «Μοσχοβιτίνης» υπάρχουν ακόμη πληροφορίες για τα σημεία πώλησης, αλλά και τα στοιχεία της εταιρείας που το τύπωσε. Είναι η φημισμένη εκδοτική Ασπιώτη-ΕΛΚΑ, που δημιουργήθηκε το 1928 από συγχώνευση της Ανώνυμης Ελληνικής Εταιρείας Γραφικών Τεχνών Αδελφών Γ. Ασπιώτη με την Εταιρεία Λιθογραφίας και Κυτιοποιίας Αθηνών (Ε.Λ.Κ.Α.). Θα πρέπει κατά συνέπεια να υποθέσουμε, ότι το φυλλάδιο τυπώθηκε από το 1928 και μετά, πολύ αργότερα δηλαδή από τις επιστολές, που λογικά θα πρέπει να γράφτηκαν λίγο πριν, ή λίγο μετά την έναρξη του 20ού αιώνα.Αυτό εξηγεί και το γιατί από τις επιστολές έχουν αφαιρεθεί οι ημερομηνίες. Ο Μοσχοβίτης, ή αυτοί που διαχειρίζονταν την παραγωγή της «Μοσχοβιτίνης» (μιας και είχε παρέλθει τουλάχιστον μια εικοσιπενταετία, και ο φαρμακοποιός μπορεί να μην ήταν καν εν ζωή), δεν ήθελαν να γνωρίζουν οι υποψήφιοι πελάτες, ότι οι επιστολές ήταν τόσο παλαιές.
Βλέπουμε λοιπόν, πως από αυτό το «εφήμερο» διαφημιστικό φυλλάδιο αποκτήσαμε, εντελώς ανέλπιστα, πληροφορίες για έναν (άγνωστο;) Κυθήριο της διασποράς. Και συγχρόνως, μας δόθηκε αφορμή να ερευνήσουμε και μια σειρά άλλα θέματα, για τα οποία ελάχιστα γνωρίζαμε. Για τον Στάη, για τον Μαρασλή, για τον Λούρο, για τον Μαυρογένη, για το καθεστώς της Ηγεμονίας στη Σάμο, για την εταιρεία Ασπιώτη-ΕΛΚΑ. Μη μου πείτε πως δεν άξιζε τον κόπο. Μήπως τελικά οι συλλέκτες των «εφήμερων» δεν είναι τόσο «…περίεργοι άνθρωποι, που ασχολούνται με άχρηστα αντικείμενα», όπως πολλοί νομίζουν, αλλά απλά απολαμβάνουν τους πλούσιους καρπούς της ενασχόλησής τους;
Υ.Γ. Θα ήταν ιδιαίτερα ενδιαφέρον και ευπρόσδεκτο, εάν κάποιος μπορούσε να μας δώσει επιπλέον πληροφορίες για τον Ιωάννη Λεοντσίνη και τη διαδρομή του μέχρι τις Ινδίες.Και αν τα κατάφερε να εισάγει τη «Μοσχοβιτίνη» στην αχανή χώρα. Αν και το τελευταίο, μάλλον απίθανο μου φαίνεται. Γιατί αν το είχε πετύχει, ο Λεοντσίνης θα γινόταν ο πλουσιότερος Κυθήριος στον Κόσμο, από τους χιλιάδες τόνους «Μοσχοβιτίνης», που θα πουλούσε στα εκατομμύρια των Ινδών για να ανακουφίζονται. Και επειδή «τα λεφτά και ο βήχας δεν κρύβονται», θα ήταν σε όλους μας γνωστός…
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ ΣΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ ΤΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ “ΚΥΘΗΡΑΪΚΑ” ΣΤΟ ΦΥΛΛΟ ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2021