Advertisement

Ενας υπέροχος άνθρωπος – μια συγκλονιστική ιστορία

του Χρήστου Μιχαηλίδη

889

Κάθεται δίπλα στην άρρωστη γυναίκα του, που είναι επάνω σε φορείο, σταματά την αφήγηση και την ρωτά: «Κρυώνεις μήπως; Είσαι εντάξει; Κρυώνεις;». Η ιστορία μιας αγάπης 53 χρόνων. Στους διαδρόμους ενός βρετανικού νοσοκομείου. Η ιστορία της Ντορίν και του μαύρου άνδρα της που έμεινε μαζί της ως το τέλος

Μία ιστορία 53 χρόνων, ανόθευτης και μεγάλης αγάπης, αλλά και χαστούκι στο πρόσωπο του ρατσισμού. Μιας παθολογικής αρρώστιας που, μαζί με τον εθνικισμό, τον λαϊκισμό και την μη ανεκτικότητα, έχει κατακλύσει πια τις σύγχρονες κοινωνίες μας, γεμίζοντάς τες δηλητήριο.

Το Channel4, στη Βρετανία, κατέγραψε αυτή την ιστορία και την πρόβαλε πρόσφατα.

Βρέθηκε σε ένα νοσοκομείο όπου μεταφέρθηκε στα επείγοντα περιστατικά η αγγλίδα γυναίκα ενός μαύρου Βρετανού από την Δομινικανή Δημοκρατία, και με την άδειά του, του μίλησε και κινηματογράφησε την συνομιλία τους.

 

Ιδού και η απομαγνητοφώνηση και μετάφραση, δίχως άλλα σχόλια:

«Πάντοτε συνήθιζα να της λέω, (της γυναίκας του, που εκείνη τη στιγμή δεχόταν τις πρώτες βοήθειες από μια νοσηλεύτρια), αν δεν με απογοητεύσεις εσύ, δεν θα σε απογοητεύσω ποτέ και εγώ».

«Είστε ο σύζυγός της;», ρωτά η νοσηλεύτρια.

«Ναι».

«Χαίρομαι που σας γνωρίζω», του λέει, και εκείνος συνεχίζει την αφήγησή του:

«Είμαστε παντρεμένοι 53 χρόνια. Συνάντησα την Ντορίν όταν έφτασα στην Αγγλία, την Παρασκευή 28 Φεβρουαρίου του 1956. Γεννήθηκα στην Ντομινίκα όταν η Αγγλία άνοιξε τις πόρτες της και είπε ότι όλοι οι κάτοικοι από τις Δυτικές Ινδίες μπορούν να έρθουν στην Μητέρα Πατρίδα και να εργαστούν εκεί».

Κάθεται δίπλα στην άρρωστη γυναίκα του, που είναι επάνω σε φορείο, στο πάτωμα, σταματά την αφήγηση και την ρωτά: «Κρυώνεις μήπως; Είσαι εντάξει; Κρυώνεις;».

Και συνεχίζει:

«Ήταν μια πολύ όμορφη κοπέλα και είχε υπέροχα κυματοειδή μαλλιά. Ήταν σαν φωτομοντέλο. Α, νομίζω ότι την ερωτεύτηκα την πρώτη στιγμή που την είδα (και απλώνεται στο πρόσωπό του ένα πανέμορφο χαμόγελο)».

Η Ντορίν, στο φορείο, δυσανασχετεί. Τραβά τα σεντόνια.

«Πρόσεχε, αγάπη μου. Πρόσεχε», της λέει εκείνος. «Σύντομα θα νοιώσεις πολύ καλύτερα». Και της κρατά σφιχτά το χέρι.

«Όταν γνωριστήκαμε, δεν είπε τίποτα στους γονείς της, γιατί ένας μαύρος δεν ήταν τότε ο άνδρας που μια κοπέλα θα έπαιρνε σπίτι για να γνωρίσουν οι γονείς της το αγόρι της. Συνηθίζαμε να πηγαίνουμε στους Κήπους του Γκρόβενορ και να ξαπλώνουμε στο γκαζόν. Οι άνθρωποι μας παρατηρούσαν και έλεγαν: “Κοίτα τους, κοίτα. Κρατούν χέρια. Κοίτα-κοίτα, την φιλάει”».

Η ανάμνηση του φέρνει γλυκό γέλιο.

«Έπειτα από έξι μήνες ανακάλυψε ότι είναι έγκυος.»

«Πώς αντέδρασε η οικογένειά της σε αυτό;», τον ρωτά η ρεπόρτερ του Channel 4.

«Πολύ άσχημα. Η μεγάλη της αδελφή της είπε να δώσει το παιδί για υιοθεσία και να κάνει πως δεν συνέβη τίποτα. Όταν τελικά η Ντορίν είπε τα νέα στη μητέρα της, απόλυτο χάος επικράτησε. Χάος!», και γελάει, πάλι τόσο γλυκά.

«Όταν γεννήθηκε το παιδί, η μητέρα της κατάλαβε ότι δεν μπορούσε πλέον να κάνει τίποτα. Εμείς, δεν υπήρχε περίπτωση να χωρίσουμε. Εκείνο που ήταν πολύ δύσκολο για μας ήταν ότι κανένα μέλος της οικογένειάς της ή και του φιλικού της περιβάλλοντος δεν ήθελε να φροντίσει ένα παιδί από μεικτό γάμο. Έτσι αναγκαστικά, η Ντορίν δεν συνέχισε τη δουλειά της. Την παράτησε για να φροντίζει τα παιδιά μας. Ένα αγόρι, ένα κορίτσι. Ήταν δύσκολοι καιροί, γιατί οι άνθρωποι τότε συνήθιζαν να λένε: όχι μαύροι, όχι Ιρλανδοί, όχι σκυλιά».

Στην κουβέντα μπαίνει ο γιος τους.

«Όποτε υπήρχε κάποια εκδήλωση στο σχολείο, η μαμά κι ο μπαμπάς ήταν το μοναδικό ζευγάρι από μεικτό γάμο. Όλοι οι άλλοι γονείς, και βεβαίως τα παιδιά τους επίσης, ήταν λευκοί. Θυμάμαι κάποτε που θέλαμε και εμείς να κάνουμε μια βόλτα με εκείνα τα πλοιάρια που ανεβοκατέβαιναν στον Τάμεση. Ο καπετάνιος δεν ήταν καθόλου ευχαριστημένος που ένας μαύρος με τη λευκή γυναίκα του και τα μαυριδερά παιδιά τους ήταν ανάμεσα στους επιβάτες του. Ο πατέρας μου θύμωσε. Αλλά με τον καπετάνιο συμφώνησαν και αρκετοί επιβάτες, και μας είπαν να κατέβουμε. Ο μπαμπάς δεν τα σήκωνε αυτά. Είπε στον καπετάνιο “βάλε την βάρκα σου εκεί που ξέρεις, θα βρούμε πιο πολιτισμένο άνθρωπο να μας πάρει”, και αποβιβαστήκαμε. Η μαμά στενοχωριόταν κάθε φορά που συνέβαινε κάτι τέτοιο, αλλά δεν μας έδειξε ποτέ την στενοχώρια της».

Πριν από περίπου 10 χρόνια οι γιατροί βρήκαν ότι είχε εμφύσημα στην καρδιά, και χρειάστηκε να χειρουργηθεί. Ο άνδρας της:

«Μετά την επέμβαση, δεν ήταν ποτέ ξανά η ίδια. Έχασε την χαρά της. Της υποσχέθηκα ότι δεν θα την στείλω ποτέ σε γηροκομείο ή οίκο φροντίδας ηλικιωμένων και κατάκοιτων».

Την πήγανε στο σπίτι. Όπου ξαφνικά εκείνη άρχισε να φωνάζει τον άνδρα της Αντι. Ποτέ δεν τον έλεγε έτσι. Πάντα Αντριου τον έλεγε.

«Μια μέρα, της έδινα τα αγαπημένα της Weetabix. Έφαγε τέσσερις κουταλιές σούπας. Την Πέμπτη, πρόσεξα ότι την αρνήθηκε».

Ήταν δειλινό. Ο ήλιος έδυε.

«Και άνοιξε και τα δυο της μάτια, και με κοίταξε, και την ίδια στιγμή έφυγε. Έφυγε. Πήρα τα χέρια της στα δικά μου, και φώναξα τον Κρις, τον γιο μας. Του είπα “έφυγε η μαμά”, κι αυτό ήταν».

Η μουσική χαμηλώνει. Έξω έχει νυχτώσει.

«Έχω μεγάλη μοναξιά. Πολύ μεγάλη. Έτσι είναι η ζωή. Έφυγε η Ντορίν»

Ντορίν Αουγκούστους 1930-2017

Υ.Γ.: Η εκπομπή μεταδόθηκε πριν από λίγες ημέρες από το Channel 4 στο 24Hours in A&E.

 

Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies. Περισσότερες πληροφορίες.

Οι ρυθμίσεις των cookies σε αυτή την ιστοσελίδα έχουν οριστεί σε "αποδοχή cookies" για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις των cookies σας ή κάνετε κλικ στο κουμπί "Κλείσιμο" παρακάτω τότε συναινείτε σε αυτό.

Κλείσιμο