Η άγνωστη μάχη στη Μονή Σινά
Στις 23 Ιανουαρίου η δικαστική απόφαση για την ιδιοκτησία κτισμάτων και εκτάσεων | Δώρα Αντωνίου
Σε αίσια έκβαση μιας σχεδόν δεκαετούς δικαστικής διαδικασίας, αναφορικά με το ιδιοκτησιακό καθεστώς των εγκαταστάσεων της Μονής Σινά και εκτάσεων που έχουν δηλωθεί ως περιουσιακά στοιχεία της, προσβλέπουν η διοίκηση και οι μοναχοί της μονής. Την 23η Ιανουαρίου αναμένεται να εκδοθεί η σε δεύτερο βαθμό δικαστική απόφαση επί μιας διαδικασίας προσφυγών, που άρχισε το 2015. Οπως αναφέρουν πηγές της μονής υπάρχει συγκρατημένη αισιοδοξία, καθώς ενδιαφέρον για την υπόθεση έχει επιδείξει σε ανώτατο επίπεδο η αιγυπτιακή ηγεσία, ενώ έντονη ήταν το τελευταίο διάστημα και η κινητικότητα της Αθήνας σε διπλωματικό επίπεδο, καθώς η κυβέρνηση έδειξε αντανακλαστικά και εκδήλωσε το ενδιαφέρον της.
Ενδιαφέρον έχει επιδείξει σε ανώτατο επίπεδο η αιγυπτιακή ηγεσία, ενώ έντονη ήταν το τελευταίο διάστημα η κινητικότητα της Αθήνας σε διπλωματικό επίπεδο.
Τα μηνύματα που φθάνουν στην ελληνορθόδοξη μονή είναι ότι βούληση της αιγυπτιακής ηγεσίας είναι να επιβεβαιωθεί η σε βάθος αιώνων αγαστή συνύπαρξη θρησκειών, που αποτυπώθηκε στη μακραίωνη λειτουργία της μονής, για την οποία είχε μεριμνήσει να εξασφαλίσει τα δικαιώματα και τη συνέχεια της ύπαρξής της ο ίδιος ο προφήτης Μωάμεθ με αχτιναμέ, έγγραφη διαθήκη που φέρει αποτύπωμα της παλάμης του.
Η πρώτη αμφισβήτηση
Η δικαστική διαδικασία που βρίσκεται σε εξέλιξη έχει την αφετηρία της στην προσπάθεια που ξεκίνησε τη δεκαετία 2000-2010 να δηλωθούν οι ιδιοκτησίες στην περιοχή της χερσονήσου του Σινά. Μια ανάγκη που προέκυψε ως επακόλουθο της μεγάλης τουριστικής ανάπτυξης στην ευρύτερη περιοχή, η οποία προσείλκυσε αυξημένο ενδιαφέρον για τουριστικές επενδύσεις και τη συνακόλουθη αναγκαιότητα να αποσαφηνιστούν οι ιδιοκτησίες. Από την πλευρά της μονής δηλώθηκαν οι ιδιοκτησίες της με κάθε λεπτομέρεια, ακόμη και τα σπουδαιότερα ασκηταριά όπου διαβίωναν κατά καιρούς μοναχοί. Τον Νοέμβριο του 2015 υπήρξε η πρώτη αμφισβήτηση των ιδιοκτησιών της μονής από τον τότε κυβερνήτη του νοτίου Σινά, ο οποίος κινήθηκε δικαστικά κατά του Αρχιεπισκόπου Δαμιανού, ηγουμένου της μονής, ενώ με συμπληρωματικές προσφυγές αθροίζονται συνολικά 71 διεκδικήσεις από τα δηλωθέντα περιουσιακά στοιχεία της μονής. Πρόκειται για 31 κτίσματα και οικόπεδα και 40 αγροτικές ιδιοκτησίες. Ανάμεσα στα κτίσματα είναι και εγκαταστάσεις της μονής, οι κήποι και οι ξενώνες της.
Το αίτημα ήταν να εκδιωχθεί ο «καταπατητής» Αρχιεπίσκοπος, καθώς η μονή δεν διαθέτει νομική προσωπικότητα στην Αίγυπτο, και να κατεδαφιστούν τα κτίσματα ή, εναλλακτικά, να διατηρηθούν, αφού προηγουμένως πληρωθεί η σχετική ρήτρα. Να σημειωθεί ότι εάν οι προσφυγές δικαιωθούν, θα προκύψει η ιδιάζουσα κατάσταση να βρεθεί χωρίς καμία ιδιοκτησία η μονή που έχει αδιάλειπτη παρουσία και λειτουργία στην περιοχή από την ίδρυσή της κατά τον 6ο αιώνα μ.Χ.
Καθώς η ημερομηνία της δικαστικής απόφασης πλησιάζει, εκδηλώνεται συγκρατημένη αισιοδοξία ότι η κινητοποίηση της Αθήνας και η ευαισθητοποίηση που επέδειξε σε ανώτατο επίπεδο η αιγυπτιακή πλευρά θα συμβάλουν στην ομαλή επίλυση του ζητήματος που έχει προκύψει.
Συνεχείς παρεμβάσεις
Την ίδια στιγμή, προβληματισμό για την απρόσκοπτη συνέχιση του μοναστικού βίου εντός της μονής, ο οποίος προστατεύεται από την UNESCO, προκαλούν οι συνεχείς παρεμβάσεις της τοπικής αρχαιολογικής υπηρεσίας, οι οποίες, όπως αναφέρουν καλά ενημερωμένες πηγές, ξεπερνούν τα όρια της μελέτης, της συντήρησης και της προστασίας των κειμηλίων, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται προβλήματα στην καθημερινή ομαλή λειτουργία από παρεμβάσεις σε ζητήματα που δεν άπτονται της αρχαιολογικής διάστασης των κειμηλίων της μονής. Γίνεται λόγος για επεμβατικότητα που αγνοεί την ύπαρξη των πατέρων της μονής, με την επισήμανση ότι «αν δεν υπήρχε η αδιάλειπτη παρουσία των μοναχών ανά τους αιώνες, δεν θα είχαν διασωθεί όλα αυτά τα κειμήλια».
Σε μια εποχή που συντελούνται τεράστιες αλλαγές γύρω από τη Μονή Σινά και η έρημος που κάποτε την περιέβαλλε μετατρέπεται ραγδαία σε τουριστικό θέρετρο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, το ζητούμενο είναι να διαφυλαχθεί το ουσιαστικότερο στοιχείο της μακραίωνης ύπαρξής της: να παραμείνει μια εκκλησιαστική νησίδα αυτοδιαχείρισης, μια αυτόνομη μονάδα, κοιτίδα διαφύλαξης πολύτιμων κειμηλίων και αδιατάρακτου στους αιώνες μοναστικού βίου.