Η αντίδραση της Εγχωρίου για τους «Ιερούς» κανονισμούς. Κατέθεσε αίτηση θεραπείας
Σχετικά με το μείζον θέμα, το οποίο προέκυψε από την αποκάλυψη στις αρχές Δεκεμβρίου ότι η Ιερά Σύνοδος είχε εγκρίνει και δημοσιεύσει ήδη από το Μάρτιο του 2018 δύο κανονισμούς που αφορούσαν τη λειτουργία και διαχείριση των Ιερών Προσκυνημάτων Παναγίας Μυρτιδιώτισσας και Αγίας Μόνης, είχαμε εξελίξεις από την πλευρά της Εγχωρίου, η οποία αντέδρασε με κατάθεση στην Ιερά Σύνοδο αίτησης Θεραπείας των σχετικών της αποφάσεων. Υπενθυμίζουμε ότι οι κανονισμοί διέλαθαν της προσοχής όλων των τοπικών παραγόντων, ενώ ουδείς είχε ενημερωθεί γι’ αυτούς την εποχή της προετοιμασίας και της συζήτησής τους (Φεβρουάριος 2018). Βέβαια αργότερα (περί τον Αύγουστο 2018) κάποιοι παράγοντες του νησιού έγιναν επιλεκτικά κοινωνοί, όχι πλέον των προθέσεων, αλλά των ήδη ειλημμένων αποφάσεων της Ιεράς Συνόδου, όπως είχαν προκύψει και δημοσιευθεί ήδη μέσα από τη μυστική διαδικασία που ακολουθήθηκε. Δυστυχώς τότε ΟΥΔΕΙΣ εξ όσων γνώριζαν έκριναν σκόπιμο να ενημερώσουν έστω και έναν εκ των θεσμικών, τουλάχιστον, παραγόντων των Κυθήρων, εξ όσων είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε, καθώς υπάρχουν ακόμη κενά στην όλη πληροφόρηση πάνω στο επίμαχο θέμα.
Όπως είναι ήδη γνωστόν η παρέλευση τόσο μεγάλου χρόνου έχει στερήσει από την Εγχώριο και το Δήμο τη δυνατότητα της προσφυγής στα ανώτατα δικαστήρια προς ακύρωση των δύο κανονισμών και αυτό οφείλεται ακριβώς στην όλη μεθόδευση να μην μάθει κανείς εκ των Κυθηρίων που ήταν βέβαιο ότι θα είχαν αντιρρήσεις, τίποτε. Η Εγχώριος, πάντως, η οποία έχει την εκ του νόμου αρμοδιότητα της προστασίας της περιουσίας αυτής ως νόμιμος διαχειριστής της (ιδιοκτήτης είναι ο Δήμος) παρέπεμψε το θέμα στο νομικό της σύμβουλο, καθηγητή κ. Πάνο Λαζαράτο, ο οποίος στις 10 Ιανουαρίου 2019 κατέθεσε στην Ιερά Σύνοδο αίτηση θεραπείας και ανάκλησης της σχετικής απόφασης των δύο κανονισμών. Με αυτήν η Εγχώριος επισημαίνει ότι η προσπάθεια της Εκκλησίας να εξαιρεθούν τα Προσκυνήματα από το Δημόσιο Λογιστικό (Διαύγεια κλπ) που τα ενέταξε το Π.Δ. 272/85, συνιστά τεράστιο και ανεπίτρεπτο ατόπημα όπως τονίζεται και στην Αίτηση. Η Εκκλησία διά των κανονισμών καθίσταται ταυτόχρονα ελέγχων και ελεγχόμενος, ενώ σήμερα τα Ιερά Προσκυνήματα ελέγχονται από όλες τις αρχές και διαδικασίες ελέγχων του δημοσίου χρήματος, γεγονός που εξασφαλίζει νομιμότητα και διαφάνεια. Πάρα πολύ σοβαρό ατόπημα επίσης συνιστά και ο τρόπος με τον οποίον προωθήθηκαν οι εν λόγω Κανονισμοί, καθώς με βάση το Νόμο και τις αρχές της χρηστής διοίκησης, η Μητρόπολη και η Ι.Σ. ήσαν ΥΠΟΧΡΕΩΜΕΝΕΣ να διαβουλευτούν με τον Δήμο (κύριος) και με την Εγχώριο (διαχειριστής) για οποιαδήποτε ενέργεια σχετική με τον τρόπο εκλογής και λειτουργίας των οργάνων διοίκησης και διαχείρισης των δύο Ιερών Προσκυνημάτων. Για να γίνουν κατανοητά όλα όσα ισχύουν και σε τι προσκρούουν οι ρυθμίσεις της Ιεράς Συνόδου, αναφέρουμε επιγραμματικά τα εξής:
Η Εγχώριος Περιουσία Κυθήρων κατά την ισχύουσα νομοθεσία συνιστά διακοινοτική ιδιοκτησία των εκάστοτε Ο.Τ.Α., ήτοι, συγκεκριμένα, σήμερα, του Δήμου Κυθήρων.
Για να είναι κατανοητό αναφέρεται ο θεμελιώδης διαχωρισμός: Η περιουσία ανήκει ιδιοκτησιακώς στο Δήμο Κυθήρων, αλλά η διοίκηση και διαχείρισή της στην Επιτροπή Εγχωρίου Περιουσίας.
Στην έννοια της περιουσίας αυτής συμπεριλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, και τα Ιερά Προσκυνήματα της Παναγίας Μυρτιδιώτισσας, Αγίας Μόνης και Αγίου Ιωάννη “εν Κρημνώ”.
Οι προσβαλλόμενοι Κανονισμοί Λειτουργίας, Διοίκησης και Διαχείρισης των Ιερών Προσκυνημάτων Παναγίας Μυρτιδιώτισσας και Αγίας Μόνης (303 και 304/2018) τροποποιούν τη νομική φύση των Προσκυνημάτων αυτών σε ίδια εκκλησιαστικά νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, υπαγόμενα στην Εποπτεία της Εκκλησίας της Ελλάδος. Ως εκ τούτου, λαμβάνει χώρα παράνομη μεταβολή του ισχύοντος νομοθετικού καθεστώτος, διά της αφαίρεσης, από την Επιτροπή Εγχωρίου Περιουσίας, της διοίκησης και διαχείρισης της συγκεκριμένης περιουσίας.
Σύμφωνα με την αίτηση θεραπείας επισημαίνονται τα εξής:
1. Διττή παράβαση της αρχής της νομιμότητας, καθώς οι Κανονισμοί βρίσκονται εκτός νομοθετικής εξουσιοδοτήσεως και, επομένως, έχουν εκδοθεί κατά παράβαση του Συντάγματος (άρθρο 43 παρ. 2 Σ), δεδομένου ότι οι επικαλούμενες στο προοίμιό τους διατάξεις, αφενός μεν δεν αναφέρονται στη μεταβολή του νομικού χαρακτήρα των παραπάνω προσκυνημάτων, αλλά στη ρύθμιση θεμάτων της Εκκλησίας της Ελλάδος σχετικά με εκκλησιαστικά Ιδρύματα και Μουσεία, αφετέρου δε, αναγνωρίζουν την αρμοδιότητα της Επιτροπής Εγχωρίου Περιουσίας προς διοίκηση και διαχείριση της εν λόγω περιουσίας.
Παράλληλα υπάρχει σαφής αντίθεση προς την κείμενη νομοθεσία (Ν. 1416/1984).
2. Αναρμοδιότητα της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος προς έκδοση των εν λόγω Κανονισμών.
3. Παράβαση ουσιώδους τύπου της διαδικασίας, καθόσον δεν συμμετείχε στη δεδομένη διαδικασία η Επιτροπή Εγχωρίου Περιουσίας, προκειμένου να διατυπώσει τη σχετική γνώμη – πρότασή της.
4. Ανεπίτρεπτη εξαίρεση των παραπάνω Ιερών Προσκυνημάτων από τις διατάξεις του Δημοσίου Λογιστικού, με αποτέλεσμα την κατάργηση παντός ελέγχου επί των Προσκυνημάτων αυτών, δεδομένης της ταύτισης, στο αυτό πρόσωπο, ελεγκτή και ελεγχομένου (Εκκλησία της Ελλάδος).
Επί της ουσίας η Εγχώριος ζητεί από την Ιερά Σύνοδο να συζητήσει όπως οφείλει με βάση τους νόμους να εξετάσει την αίτηση με την παρουσία του νομικού εκπροσώπου της Επιτροπής Εγχωρίου Περιουσίας και κυρίως να προβάλει τα επιχειρήματά της. Τώρα πλέον ο «πόλεμος» είναι σε πλήρη εξέλιξη και το μοναδικό δικό μας σχόλιο στα παραπάνω είναι ότι δεν υπήρχε καμία ανάγκη αυτή τη στιγμή να ξεκινήσουν όλα αυτά μέσα στα άπειρα όσα προβλήματα στην κοινωνία μας.
Πάνω σε όλα τα παραπάνω αναμένουμε, όπως γράφαμε και στο προηγούμενο δημοσίευμά μας προ μηνός, τόσο μία ανακοίνωση της Εγχωρίου, όσο και συζήτηση στο Δημοτικό Συμβούλιο για να γίνουν γνωστές και όσες πτυχές της υποθέσεως δεν έχουν αποσαφηνισθεί από το ρεπορτάζ, το οποίο παραθέσαμε και, το οποίο, επαναλαμβάνουμε, στηρίζεται μόνο σε έγγραφα και σε όσα αυτά περιλαμβάνουν.