Η Δανία κατεδαφίζει τις γειτονιές μη Δυτικών μεταναστών
Σε μια χώρα όπου το σύστημα κοινωνικής πρόνοιας δημιουργήθηκε αρχικά για να εξυπηρετεί έναν ομοιογενή πληθυσμό, η κυβερνητική απόφαση βρήκε ευρεία υποστήριξη από ολόκληρο το πολιτικό φάσμα. Οι κυβερνώντες φιλελεύθεροι Σοσιαλδημοκράτες άλλαξαν τον όρο για τις εν λόγω κοινότητες, αντικαθιστώντας τη λέξη «γκέτο» με τη φράση «παράλληλες κοινωνίες»
Ενα κυβερνητικό πρόγραμμα στη Δανία στοχεύει ολόκληρα οικοδομικά τετράγωνα όπου διαμένουν μη Δυτικοί μετανάστες, προβλέποντας τη μεταφορά τους σε άλλες γειτονιές, προκειμένου να καταπολεμήσει τη φτώχεια και το έγκλημα.
Εκατοντάδες κτίρια διαμερισμάτων θα κατεδαφιστούν, θα πωληθούν σε ιδιώτες επενδυτές ή θα αντικατασταθούν με νέες κατοικίες, που θα εξυπηρετούν πλουσιότερους (και συχνά μη μετανάστες) κατοίκους, για να αυξηθεί η κοινωνική πολυμορφικότητα.
Τα ΜΜΕ της χώρας αποκαλούν το πρόγραμμα «το μεγαλύτερο κοινωνικό πείραμα του αιώνα». Οι επικριτές λένε ότι είναι απλώς «κοινωνική πολιτική με μπουλντόζες», σύμφωνα με ρεπορτάζ των New York Times.
Η κυβέρνηση εξηγεί ότι το σχέδιό της στοχεύει στη διάλυση αυτού που ονομάζει «παράλληλες κοινωνίες», τις οποίες κυβερνητικοί αξιωματούχοι περιγράφουν ως απομονωμένους θύλακες μέσα στους οποίους οι μετανάστες δεν συμμετέχουν στην ευρύτερη κοινωνία ή δεν μαθαίνουν τη γλώσσα της χώρας, ακόμη κι αν επωφελούνται από το γενναιόδωρο σύστημα πρόνοιας.
Οι πολέμιοι του σχεδίου κρίνουν ότι είναι μια ξεκάθαρη μορφή εθνοτικών διακρίσεων, εντελώς άσκοπη σε μια χώρα με χαμηλή εισοδηματική ανισότητα.
Πολλές άλλες κυβερνήσεις έχουν πειραματιστεί με λύσεις για την καταπολέμηση του διαχωρισμού, όμως οι ειδικοί υποστηρίζουν ότι η πολιτική μείωσης των δημόσιων κατοικιών με βάση το εθνικό υπόβαθρο είναι μια ασυνήθιστη και αντιπαραγωγική προσέγγιση.
Σε περιοχές όπως το Βολσμόζε, ένα προάστιο του Οντενσε όπου πάνω από τα δύο τρίτα των κατοίκων προέρχονται από μουσουλμανικές χώρες, η κυβερνητική εντολή μεταφράζεται σε ευρείας κλίμακας κατεδαφίσεις. Πολλοί από τους κατοίκους αισθάνονται ότι η κυβέρνηση προσπαθεί απλώς να τους κρύψει και λένε ότι «νιώθουν διαρκώς πρόσφυγες».
Το νέο σχέδιο ανακοινώθηκε το 2018, ως μέρος ενός πακέτου νόμων για τη διάλυση των «παράλληλων κοινωνιών» έως το 2030. Ενας από τους νόμους υποχρεώνει τα μικρά παιδιά σε ορισμένες περιοχές να περνούν τουλάχιστον 25 ώρες την εβδομάδα σε νηπιαγωγεία, όπου θα διδάσκονται τη δανική γλώσσα και τις «δανικές αξίες».
Σε μια χώρα όπου το σύστημα κοινωνικής πρόνοιας δημιουργήθηκε αρχικά για να εξυπηρετεί έναν μικροσκοπικό, ομοιογενή πληθυσμό, η νομοθεσία αυτή είχε ευρεία υποστήριξη από ολόκληρο το πολιτικό φάσμα. Αυτό περιλαμβάνει και τους κυβερνώντες φιλελεύθερους Σοσιαλδημοκράτες, οι οποίοι άλλαξαν τον όρο που χρησιμοποιείται για τις εν λόγω κοινότητες, αντικαθιστώντας την αρνητικά φορτισμένη λέξη «γκέτο» με τη φράση «παράλληλες κοινωνίες».
«Η κοινωνία της πρόνοιας βασίζεται σε μια αμοιβαία εμπιστοσύνη, στην οποία όλοι συνεισφέρουμε» είπε η πρωθυπουργός της Δανίας, Μέτε Φρέντρικσεν, τον περασμένο Μάρτιο σε σύνοδο κορυφής των δήμων της χώρας. «Αυτό αμφισβητείται σοβαρά από τις “παράλληλες κοινωνίες”».
Ο νόμος ορίζει ότι σε γειτονιές όπου τουλάχιστον ο μισός πληθυσμός είναι μη Δυτικής καταγωγής και όπου πληρούνται τουλάχιστον δύο από μια σειρά συγκεκριμένων κριτηρίων –χαμηλό εισόδημα, χαμηλή εκπαίδευση, υψηλή ανεργία ή υψηλό ποσοστό κατοίκων με ποινικές καταδίκες– το ποσοστό των κοινωνικών κατοικιών πρέπει να μειωθεί σε κάτω από 40% έως το 2030.
Αυτό σημαίνει ότι περισσότερες από 4.000 δημόσιες κατοικίες θα εκκενωθούν ή θα γκρεμιστούν. Τουλάχιστον 430 έχουν ήδη κατεδαφιστεί, ενώ στους εκτοπισμένους κατοίκους προσφέρονται εναλλακτικές επιλογές δημόσιας στέγασης σε άλλα κτίρια ή γειτονιές.
Από την αρχή, η στόχευση του προγράμματος σε κοινότητες με μεγάλη παρουσία μη Δυτικών μεταναστών ή των απογόνων τους είχε προκαλέσει ευρεία κριτική.
Αρκετές καταγγελίες, σύμφωνα με τις οποίες νομθετούνται εθνοτικές διακρίσεις, έχουν φθάσει στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Ακόμη και τα Ηνωμένα Εθνη έχουν ασχοληθεί με το θέμα, με μια ομάδα εμπειρογνωμόνων για τα ανθρώπινα δικαιώματα να λέει ότι η Δανία θα πρέπει να σταματήσει την πώληση ακινήτων σε ιδιώτες επενδυτές έως ότου εκδοθεί απόφαση σχετικά με τη νομιμότητα του προγράμματος.
Οι επικριτές, στη Δανία και αλλού, επιμένουν ότι θα ήταν καλύτερο η χώρα να επικεντρωθεί στην καταπολέμηση των διακρίσεων κατά των μειονοτικών κοινοτήτων – κυρίως του μουσουλμανικού πληθυσμού της. Λένε ότι το πρόγραμμα στέγασης στην πραγματικότητα επιδεινώνει τις διακρίσεις, χαρακτηρίζοντας όσους έχουν μεταναστευτικό υπόβαθρο ως κοινωνικό πρόβλημα που πρέπει να επιλυθεί.
Το σχέδιο ανάπλασης βρίσκεται στο αρχικό στάδιο εφαρμογής του, αλλά η κυβέρνηση θεωρεί ότι ήδη αποδίδει καρπούς. Οσοι εγκαταλείπουν τις συγκεκριμένες γειτονιές είναι, κατά μέσο όρο, λιγότερο μορφωμένοι, έχουν λιγότερες πιθανότητες να απασχοληθούν πλήρως και κερδίζουν λιγότερα χρήματα από όσους μετακομίζουν, σύμφωνα με έκθεση που έδωσε η κυβέρνηση στη δημοσιότητα. Τα αποτελέσματα, ωστόσο, αμφισβητούνται.
«Θα θέλαμε να φύγουμε από αυτή τη γειτονιά αν υπήρχαν πυροβολισμοί, καυγάδες, μαχαιρώματα, σειρήνες της αστυνομίας όλο το εικοσιτετράωρο» δήλωσε μια από τις μετανάστριες που αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους. «Αλλά ζούμε στο Βολσμόζε, όχι στο Σικάγο».