Η Γαλλία σε κρίση: πολιτικά ζει «μέρες Αλγερίας» – οικονομικά «μέρες χάους»
Η κυβέρνηση Μπαρνιέ καταρρέει και κινδυνεύει να γίνει η πρώτη που πέφτει μετά από εκείνη του Ζορζ Πομπιντού το μακρινό 1962. Η γαλλική οικονομία κλυδωνίζεται και η Ευρωπαϊκή Ενωση βρίσκεται με τις δύο μεγάλες της δυνάμεις –Γερμανία και Γαλλία– σε παρατατεταμένη πολιτική αστάθεια και με τον Τραμπ να έρχεται απειλητικός
Σε ένα ενδιαφέρον ρεπορτάζ της, η Libération υπενθύμισε, την Τρίτη, ότι έχουν περάσει 62 ολόκληρα χρόνια από την τελευταία φορά, επί 5ης Γαλλικής Δημοκρατίας, ανετράπη μια κυβέρνηση: ήταν Οκτώβριος του 1962 όταν η γαλλική εθνοσυνέλευση είχε ψηφίσει την πρόταση μομφής κατά του πρωθυπουργού Ζορζ Πομπιντού –αλλά τότε η Γαλλία ζούσε στο χάος με την κρίση στην Αλγερία, που είχε καταλύσει την 4η Γαλλική Δημοκρατία. Τώρα; Τώρα η κρίση έχει τα χαρακτηριστικά μιας «εσωτερικής» έκρηξης στο σώμα της Γαλλίας: ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν εμφανίζεται πολιτικά ξεδοντιασμένος καθώς οδεύει προς το τέλος της δεύτερης θητείας του, τα άκρα κυριαρχούν (από τη μία η Μαρίν Λεπέν και από την άλλη ο Ζαν-Λυκ Μελανσόν), η γαλλική οικονομία καρκινοβατεί μεταξύ χρέους και ακρίβειας και ο πρωθυπουργός Μισέλ Μπαρνιέ βρίσκεται ενώπιον ενός πολιτικού εξευτελισμού, καθώς μπορεί να χάσει τη θέση του τρεις μόλις μήνες αφότου διορίστηκε.
Το πρόβλημα της σημερινής Γαλλίας είναι πολυπαραγοντικό.
Κατ’ αρχάς η οικονομία: ο Μπαρνιέ κλήθηκε εξ αρχής να λύσει τον γόρδιο δεσμό της μείωσης του τεράστιου χρέους της Γαλλίας, ενώ τους πολίτες τους ταλαιπωρεί η μείωση της αγοραστικής τους δύναμης. Ο προϋπολογισμός που παρουσίασε ο Μπαρνιέ, με αυξήσεις στους φόρους και μειώσεις δαπανών στα 60 δισ. ευρώ (!), απορρίπτεται από την πλειοψηφία του πολιτικού κόσμου και η απόφαση του πρωθυπουργού να κάνει χρήση του άρθρου 49.3 και να παρακάμψει την εθνοσυνέλευση προκάλεσε πρόταση μομφής την Αριστερά του Μελανσόν και την Ακροδεξιά της Λεπέν, που έχουν κοινοβουλευτικά τη δύναμη να τον ανατρέψουν.
Κατά δεύτερον είναι η πολιτική: η Γαλλία βρίσκεται στην «τέλεια καταιγίδα», χωρίς κάποια προσωπικότητα να μπορεί να ενώσει, ενώ η εθνοσυνέλευση που προέκυψε μετά τις βουλευτικές εκλογές του καλοκαιριού –που ακολούθησαν την πανωλεθρία της παράταξης του προέδρου Μακρόν στις ευρωεκλογές– είναι και κατακερματισμένη και βαθιά διχασμένη. Αλλωστε η κυβέρνηση Μπαρνιέ, είναι κυβέρνηση μειοψηφίας. Ακρίβεια, Μεταναστευτικό και μια αίσθηση ματαίωσης παρά τον θρίαμβο των Ολυμπιακών Αγώνων του Παρισιού έχουν δημιουργήσει ένα πολιτικό περιβάλλον σε αποσύνθεση.
Ακόμα όμως και αν πέσει η κυβέρνηση Μπαρνιέ, το αδιέξοδο γίνεται ακόμα πιο δραματικό: το γαλλικό Σύνταγα απαγορεύει τη διεξαγωγή νέων εκλογών προτού παρέλθει ένα 12μηνο από τις τελευταίες κάλπες, γεγονός που σημαίνει ότι μέχρι τον Ιούλιο του 2025 η Γαλλία θα πρέπει να έχει υπηρεσιακή κυβέρνηση, ή μια κυβέρνηση τεχνοκρατών που θα ορίσει ο Μακρόν (που μπορεί να διατηρήσει πρωθυπουργό και τον Μπαρνιέ, αλλά με καμία πια πολιτική νομιμοποίηση). Και όλα αυτά, εν μέσω δραματικών γεωπολιτικών εξελίξεων, με τον Ντόναλντ Τραμπ να ανεβαίνει στην εξουσία στις ΗΠΑ τον Ιανουάριο και δύο πολέμους, σε Ουκρανία και Μέση Ανατολή να βρίσκονται στο μεταίχμιο.
Η Γαλλία, πέντε μήνες μετά την παγκόσμια επιτυχία των Ολυμπιακών Αγώνων στο Παρίσι, βρίσκεται σε σημείο ιστορικής καμπής. Το λένε πια όλοι.
Η προοπτική να καταρρεύσει η κυβέρνηση Μπαρνιέ λόγω της αντίθεσης στον προϋπολογισμό πλήττει τις αγορές μετοχών και γαλλικών ομολόγων. Και μιλάμε για τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομίας της ευρωζώνης. «Η χώρα βρίσκεται σε σημείο καμπής», δήλωσε ο Αντουάν Αρμάν, υπουργός Οικονομικών, στον τηλεοπτικό σταθμό France 2, προσθέτοντας ότι οι πολιτικοί έχουν ευθύνη «να μην βυθίσουν τη χώρα στην αβεβαιότητα».
Ο ίδιος Μπαρνιέ αναμενόταν να μιλήσει το βράδυ της Τρίτης σε ειδησεογραφικές εκπομπές στην τηλεόραση, ενώ την Τετάρτη θα βρεθεί αντιμέτωπος με προτάσεις μομφής. Τη Δευτέρα προσπάθησε να βρει λύσεις της τελευταίας στιγμής: επικοινώνησε με τη Μαρίν Λεπέν και τη διαβεβαίωσε ότι δεν θα υπάρξουν μειώσεις στην κάλυψη ιατρικών εξόδων, όπως είχε σχεδιαστεί –αλλά η ηγέτιδα της Ακροδεξιάς εμφανίζεται αμετακίνητη: «Οι Γάλλοι ανέχτηκαν πολλά», είπε η Λεπέν σε δημοσιογράφους έξω από την αίθουσα της γαλλικής εθνοσυνέλευσης. «Ισως νόμιζαν ότι με τον Μισέλ Μπαρνιέ τα πράγματα θα γίνουν καλύτερα, αλλά έγιναν χειρότερα». Η Λεπέν δεν συγχώρησε το γεγονός ότι το Ελιζέ επέμεινε στη δίωξή της για κατάχρηση ευρωπαϊκών κεφαλαίων, μια υπόθεση που είναι πολύ πιθανόν να της στερήσει το δικαίωμα του εκλέγεσθαι και να την αποκλείσει από τις προεδρικές του 2027.
Από την πλευρά του, ο Μπαρνιέ, μιλώντας στο κοινοβούλιο, τη Δευτέρα, τόνισε ότι πριν καταθέσει τον προϋπολογισμό συνομίλησε με όλα τα κόμματα και τους εξήγησε την ανάγκη να μειωθεί το έλλειμμα και το δημόσιο χρέος. «Σέβομαι την κουλτούρα των συμβιβασμών. Ασχοληθήκαμε ώρες και ώρες με το πώς θα κάνουμε καλύτερο αυτό το κείμενο (του προϋπολογισμού) και είχε πολλές αλλαγές», είπε, για να στείλει το μήνυμα προς τους βουλευτές ότι τώρα θα αντιμετωπίσουν «την ώρα της αλήθειας».
«Αυτό σημαίνει ότι καθένας θα βρεθεί προ των ευθυνών του. Οι Γάλλοι δεν θα σας συγχωρήσουν αν υποστηρίξετε τα προσωπικά σας (κομματικά) συμφέροντα έναντι του μέλλοντος του έθνους», τόνισε, για να προσθέσει: «Ο καθένας θα πρέπει να αναλάβει τις ευθύνες του. Κι εγώ τις δικές μου»
Οπως σημείωσε ο Guardian, μια κατάρρευση της κυβέρνησης Μπαρνιέ σημαίνει ότι οι δύο de facto ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, η Γαλλία και η Γερμανία θα βρεθούν εν μέσω πολιτικής αστάθειας, λίγες εβδομάδες προτού ο Τραμπ επιστρέψει στον Λευκό Οίκο.
Το 52% ζητά την παραίτηση Μακρόν!
Tην κρίση επιβεβαιώνουν και οι δημοσκοπήσεις:
Η Γαλλία «βρίσκεται σε παρακμή» για σχεδόν 9 στους 10 Γάλλους (87%), 18 ποσοστιαίες μονάδες περισσότερο σε σύγκριση με τις προεδρικές εκλογές το 2017, σύμφωνα με μια ετήσια έρευνα των Ipsos-Sopra Steria που δημοσιεύτηκε την Τρίτη.
Ωστόσο, το 53% εξ αυτών θεωρεί ότι αυτό «δεν είναι μη αναστρέψιμο», σύμφωνα με αυτήν τη δημοσκόπηση που διεξήχθη για λογαριασμό της Le Monde, του Centre de recherches politiques de Sciences Po (Cevipof), του Ιδρύματος Jean-Jaurès και του Ινστιτούτου Montaigne. Μονάχα το 3% των Γάλλων δηλώνει «ικανοποιημένο ή ήρεμο» όταν ερωτάται σχετικά με το αίσθημά του να ανήκει σε μία χώρα «οργισμένη και γεμάτη αμφισβήτηση».
Στις απαντήσεις που δόθηκαν, σχεδόν το ένα τρίτο των Γάλλων (31%) επιθυμεί μια νέα διάλυση της εθνοσυνέλευσης έπειτα από εκείνη που σχηματίστηκε στα τέλη του περασμένου Ιουνίου, ενώ το 52% τάσσεται υπέρ της παραίτησης του Εμανουέλ Μακρόν!
Ερωτηθέντες σχετικά με τα διακυβεύματα που τους ανησυχούν περισσότερο «σε προσωπικό επίπεδο», οι Γάλλοι προτάσσουν «τις δυσκολίες αναφορικά με την αγοραστική δύναμη» (38%), μπροστά από «την προστασία του περιβάλλοντος» (23%) και «το επίπεδο της εγκληματικότητας» (22%).