Η Γωνία των Μητάτων και η σχεδόν άγνωστη ιστορία της μέσα από θρύλους και μνημεία.
Κείμενο-φωτογραφίες: Ε.Π.Καλλίγερος
Τα Μητάτα δεν ήταν μόνο η πρωτεύουσα των Κυθήρων για ένα μικρό ίσως διάστημα πριν την Ενετική κατάκτηση, αλλά έχουν και μία ενδιαφέρουσα ιστορία. Τις πτυχές της, που ξετυλίγονται από τα Μινωικά χρόνια, αλλά έχουμε ρίζες και στην προϊστορία, θα επιχειρήσουμε να δώσουμε εδώ σταδιακά, σύμφωνα με τα υπάρχοντα ιστορικά δεδομένα.
Ένας από τους αναφερόμενους οικισμούς των Μητάτων λέγεται ότι ήταν η Γωνία και ένας άλλος το Θολάρι. Τα σχετικά στοιχεία για την καταστροφή των οικισμών αυτών, ειδικά της Γωνίας, χάνονται μέσα στο χρόνο και σε εποχές, που δεν έχουν αφήσει παρά ελάχιστα γραπτά ίχνη, τα περισσότερα από τα οποία βρίσκονταν μέσα σε ναούς, οι περισσότεροι από τους οποίους, είτε έχουν καταστραφεί, είτε δεν έχουν μελετηθεί ακόμη όσα στοιχεία ενδεχόμενα έχουν διασωθεί. Σήμερα η Γωνία είναι γνωστή μόνο από τη μοναδική στα Κύθηρα υδρομάστευση, η οποία δίνει ικανοποιητικές ποσότητες νερού στο μαστιζόμενο από συνεχείς ελλείψεις, νησί μας.
Όσον αφορά, όμως τη μορφολογία της περιοχής θα κάνουμε μία παρατήρηση και θα παραθέσουμε όσα γράφουμε στο βιβλίο μας ΚΥΘΗΡΑΪΚΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ, στο οποίο έχουμε χρησιμοποιήσει κάθε διαθέσιμο στοιχείο. Εκτός, λοιπόν, από την αφθονία υδάτων εκεί, η οποία ίσως δικαιολογεί και την αναφερόμενη καταστροφή από πλημμύρα του χωριού με το όνομα Γωνία, έχουν διασωθεί δύο ναοί. Ο ένας, ο Άγιος Νικόλαος, πολύ πλησίον της πηγής από την οποία γίνεται η υδρομάστευση και ο άλλος η Αγία Κυριακή, στο ύψωμα στο λόφο πάνω από τη Γωνία. Παρακολουθείστε τις σημειώσεις μας και δείτε τις φωτογραφίες από ένα από τα πιο ενδιαφέροντα και σχετικά άγνωστα σημεία των Κυθήρων.
Γωνία
Ένας από τους πλέον ενδιαφέροντες για την έρευνα οικισμούς των Κυθήρων, καθώς γι’ αυτόν έχουμε έμμεσες αναφορές στις πηγές ήδη από τις αρχές του 14ου αι., αργότερα όμως οι αναφορές εξαφανίζονται και ο οικισμός φαίνεται να χάνεται ξαφνικά [1]. Πριν όμως από αυτήν την περίοδο, η Γωνία αναφέρεται ως «ρωμαϊκή» [2] εξαιτίας αρχαιολογικών ευρημάτων, τα οποία χρονολογούνται στη ρωμαϊκή εποχή και δείχνουν ότι υπήρξε κατοίκηση εκεί κατά τα ρωμαϊκά χρόνια, όπως και στα μινωικά ενωρίτερα και τα βυζαντινά αργότερα. Οι λόγοι πάντως της ακμής του οικισμού κατά τα βυζαντινά χρόνια, που τον ονόμαζαν «καύχημα σε όλα τα χωρία» λέγεται ότι είχαν σχέση με το γεγονός ότι ο Νικόλαος Βενιέρης, ένας εκ των τεσσάρων φεουδαρχών, οι οποίοι είχαν διαμοιράσει το νησί στις αρχές του 14ου αι., (βλ. Εισαγωγή), είχε δώσει τη Γωνία σε έναν κάτοικο των Κυθήρων και έτσι όσοι κατοικούσαν στον τόπο αυτόν ήσαν ελεύθεροι σε αντίθεση με όλο τον υπόλοιπο πληθυσμό που είχε διαμοιρασθεί σε τέσσερα μερίδια μεταξύ των Βενιέρων και είχαν περιπέσει στην τάξη των παροίκων [3].
Οι λόγοι της εξαφάνισης του οικισμού πρέπει να αναζητηθούν σε φυσικά αίτια και συγκεκριμένα σε μία πολύ ισχυρή νεροποντή, που δημιούργησε ποτάμι, το οποίο παρέσυρε ολόκληρο τον οικισμό και τον εξαφάνισε κυριολεκτικά από το χάρτη. Το γεγονός της καταστροφής έχει καταγραφεί από τη λαϊκή μούσα, λόγω της ισχυρής εντύπωσης που δημιούργησε, φυσικά δε την εποχή που έγινε το περιστατικό δεν υπήρχε άλλος τρόπος καταγραφής σημαντικών γεγονότων πλην από τις ρίμες, τα ποιήματα δηλαδή, τα οποία αποστηθίζονταν εύκολα και μεταδίδονταν από γενιά σε γενιά. Στην ουσία εδώ έχουμε κάποια ανάλογη διαδικασία με τα ομηρικά έπη ή τα αντίστοιχα ακριτικά έπη του Βυζαντίου. Το κακό είναι ότι από το αντίστοιχο των Κυθήρων που αφορά την καταστροφή της Γωνίας έχουν διασωθεί λίγοι μόνο στίχοι, στους οποίους δεν αναφέρεται ο χρόνος της καταστροφής, καίτοι έχει διασωθεί ο στίχος ο αναφερόμενος στην ημερομηνία του συμβάντος (7 Απριλίου). Ας δούμε το στιχούργημα:
Εφτά Απρίλη ήτανε, μην είχε ξημερώσει,
που καμ’ ο γραίγος μία βροχή για να μας θανατώση.
Εις το Θολάρι έπεσε η ντρόμπα η μεγάλη
κι έκανε στέρνα βαθουλή και χάονα λαγκάδι.
Επήρε βόιδα στο γιαλό ανθρώπους κι έπνιξέ τους
μαρτία ώς και γάιδαρους και καταπόντισέ τους.
Επήρε μύλους περισσούς, σκαλία και περιβόλια,
επήρε και το μυλωνά μαζί με τα μιγόμια.
Με το Μεγάλο απάλεψε και κύλαγε με βία
κι έκοψε τις χαλικερές και βγήκε παραδία.
Το Σαβλαχά δεν είχανε πως ήτανε λαγκάδι
κι εκείνος εκατέβαζε το φοβερό ποτάμι.
Όλα τα πήρε, πήρε μας κι αυτήνε τη Γωνία
που ήτανε το καύχημα σε όλα τα χωρία.
Ολίγο, ολίγο ήτανε να πέση στα χωρία
να μας επάρη όλους μας και τα μωρά παιδία [4].
Το στιχούργημα αυτό είναι εξόχως ενδιαφέρον, καθώς διασώζει μία καταστροφή από φυσικά αίτια (πλημμύρα) και εξηγεί και την εξαφάνιση χωριών, όπως η Γωνία. Όσοι γνωρίζουν τη διαμόρφωση του τοπίου στην περιοχή της Γωνίας μπορούν να κατανοήσουν καλλίτερα το μέγεθος της καταστροφής. Στα νεότερα χρόνια, στην περιοχή της Γωνίας έχουμε μόνο περιβόλια, τα οποία, λόγω του άφθονου νερού της περιοχής, είναι αποδοτικά, έχουν εγκαταλειφθεί όμως εξαιτίας της έλλειψης αγροτικών χεριών από τις μεταναστεύσεις του 19ου και του 20ού αι.
Εκατέρωθεν της περιοχής με τα περιβόλια βρίσκονται δύο ναοί, χρονολογούμενοι από τον 13ο-14ο αι. Σε λόφο ΒΔ βρίσκεται ο ναός της Αγίας Κυριακής, ο οποίος αναφέρεται να έχει υποστεί ζημίες ακόμη και στην Αγία Τράπεζα, αφού στα Χρονικά του ιερέως Γρηγ. Λογοθέτη αναφέρεται ότι το 1787 «εθρόνιασαν» και πάλι το ναό [5].
Σχετικά κοντά στο ναό αυτό έχει εντοπισθεί είδος αγωγού της αρχαιότητος, ο οποίος σε ένα σημείο διακόπτεται εμφανώς εξαιτίας έντονης καθίζησης του εδάφους, πιθανόν από σεισμό, όπως λένε οι αρχαιολόγοι [6]. Είναι γνωστό ότι στην περιοχή αυτή έχουμε πάντα σημαντικές ζημιές από σεισμούς λόγω της φύσεως του εδάφους. Δεν αποκλείεται, όμως, να οφείλεται η ζημία στον αγωγό από την καθίζηση που δημιουργήθηκε, όταν κατεστράφη η περιοχή από το ποτάμι, όπως περιγράφεται παραπάνω. Στα Α και πολύ κοντά στη μικρή κοιλάδα, στις παρυφές της οποίας βρίσκονταν πιθανόν τα σπίτια του οικισμού της Γωνίας που παρασύρθηκαν από την πλημμύρα, είναι ο ναός του Αγίου Νικολάου. Αν όντως τα σπίτια βρίσκονταν σ’ αυτή τη θέση δεν είναι καθόλου απορίας άξιον πώς παρασύρθηκαν από το ισχυρό ρέμα του ποταμού που δημιουργήθηκε από την ξαφνική νεροποντή. Ακόμα και σημερινές κατασκευές ίσως να μην άντεχαν την πίεση των νερών σε τέτοιο έδαφος. Πόσο μάλλον οι πολύ πρόχειρες κατοικίες που κατασκευάζονταν σε όλα τα χωριά του νησιού ακόμα και μέχρι τα μέσα του 19ου αι.
Είναι αλήθεια ότι ο οικισμός Θολάρι, από τον οποίο αναφέρεται ότι ξεκίνησε η καταιγίδα, δεν είναι σε μεγάλη απόσταση από τη Γωνία, γι’ αυτόν όμως δεν φαίνεται με σαφήνεια στους στίχους που έφθασαν ως τις μέρες μας αν καταστράφηκε. Κάτι τέτοιο θεωρείται πιθανόν, καθώς ούτε αυτός αναφέρεται στις πηγές, καίτοι γνωρίζουμε με ακρίβεια ότι υπήρχε κατά τον 14ο αι. Μάλιστα, στο ναό του Αγίου Νικολάου υπάρχει αφιερωματική επιγραφή ενός Εμμανουήλ Πατρολόγου [7]. Ίσως να μην είναι καθόλου τυχαίο ότι την ίδια περίπου εποχή αναφέρεται ένας Εμμανουήλ Πατρολόγος κάτοικος του χωρίου Θολάρι να καταθέτει μάρτυρας στη γνωστή υπόθεση των Καταλανών [8] (βλ. Εισαγωγή). Πιθανόν πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο.
Το ερώτημα που τίθεται εδώ είναι, σε ποία εποχή έγινε η καταστροφή της Γωνίας; Ο Ι. Π. Κασιμάτης αναφέρει ως πιθανή εποχή της καταστροφής γύρω στο 1800, βασιζόμενος, κυρίως, στην παράδοση που ανέφερε ότι ο μυλωνάς που παρασύρθηκε από το ποτάμι ήταν ένας Σκλάβος ή Σαλιβαντέρης. Όμως, εκτός από το γεγονός ότι το επώνυμο Σκλάβος αναφέρεται και παλαιότερα της εποχής αυτής στα Μητάτα, δεν υπάρχει κανένα άλλο στοιχείο πλην αυτής της παράδοσης για την ταυτότητα αυτού του μυλωνά. Το σημαντικότερο, όμως, στοιχείο που συνηγορεί στο επιχείρημα ότι η καταστροφή έγινε σε προγενέστερο του 1800 χρόνο είναι ότι ούτε στα χρονικά του ιερέως Γρηγορίου Λογοθέτη [9], που καλύπτουν την εποχή αυτή, αναφέρεται τέτοιο γεγονός, το οποίο βέβαια δεν θα παρέλειπε ο προσεκτικός χρονικογράφος, ούτε όμως στις απογραφές του 18ου αι. αναφέρεται πουθενά ενορία Γωνίας. Και ασφαλώς δεν ήταν δυνατόν να παραλειφθεί ενορία ενός χωριού, το οποίο ήταν «καύχημα σε όλα τα χωρία».
Φυσικά, τα ίδια ακριβώς ισχύουν και για το Θολάρι, έτσι που να μπορούμε να υποθέσουμε ή ότι είχε και αυτό παρόμοια τύχη, ή ότι εγκαταλείφθηκε από τους κατοίκους του κατά την ίδια περίπου εποχή από το φόβο νέας καταστροφής. Πότε, όμως, έγινε το συμβάν; Αν λάβουμε υπ’ όψιν και την απογραφή του Καστροφύλακα, στην οποία η περιγραφή των οικισμών αρχίζει από τα γειτονικά στη Γωνία Μητάτα, δύσκολα μπορούμε να φαντασθούμε ότι οι δύο οικισμοί ξεχάστηκαν και από αυτήν, όσο πρόχειρη και αν την θεωρήσουμε και μάλιστα τη στιγμή που αναφέρει τα πολύ κοντινά Απάνω και Κάτω Κυπέρι και Καλαμουτάδες (= Καστρισιάνικα). Άρα, μπορούμε βάσιμα να υποθέσουμε ότι τόσο η Γωνία όσο και το Θολάρι δεν υπάρχουν στο τέλος του 16ου αι. Στο ίδιο συμπέρασμα οδηγεί και η μελέτη των νοταριακών εγγράφων του 16ου αι. στα οποία υπάρχουν μεν αναφορές για αγοραπωλησίες χωραφιών στη Γωνία, καμία όμως δεν αφορά οικία, αν και αυτό θα μπορούσε να είναι και τυχαίο [10].
Από τα παραπάνω προκύπτει ότι η καταστροφή του χωριού αυτού έγινε σε προγενέστερο χρόνο, ίσως και πριν από την καταστροφή του Βαρβαρόσσα και για το λόγο αυτό δεν έχουμε σχετική αναφορά σε καμία πηγή μέχρι τώρα, αφού οι πηγές πριν από τα μέσα του 16ου αι. για τα Κύθηρα είναι πενιχρές. Ίσως μάλιστα το σχετικό γρίφο για την εποχή της καταστροφής αυτής να λύσει η αρχαιολογική έρευνα. Σε πρόσφατες έρευνες αρχαιολόγων στην περιοχή του Σαβλαχά λέγεται ότι εντοπίστηκαν υπολείμματα οικοσκευής ανάμεσα σε πολλά φερτά υλικά, δεν υπάρχουν όμως επίσημες αναφορές ή δημοσιεύσεις για το θέμα αυτό, οι οποίες σίγουρα θα διαφωτίσουν και τη συγκεκριμένη υπόθεση.
Να σημειωθεί τέλος ότι η ακριβής θέση, τόσο του οικισμού Θολάρι όσο και της Γωνίας, δεν έχει εντοπισθεί, καθώς το τοπίο έχει αλλοιωθεί δραματικά από την εποχή της καταστροφής μέχρι τις μέρες μας. Στη Γωνία, όπως και στο Θολάρι, έχουν εντοπισθεί αρκετοί μινωικοί τάφοι σκαμμένοι μέσα στο σαθρό πέτρωμα της περιοχής, την αμμούτσα. Πολύ κοντά στο ναό του Αγίου Νικολάου υπάρχει μεγάλος τρίχωρος θολωτός τάφος των μινωικών χρόνων.
Θολάρι
Παλαιότατος οικισμός, ο οποίος βρισκόταν περίπου στη θέση του σημερινού αεροδρομίου ΒΔ των Μητάτων, άλλοι, όμως, τον τοποθετούν ΒΑ, άλλοι Δ από το αεροδρόμιο. Αναφέρεται στις πηγές από τις αρχές του 14ου αι., άρα είναι σίγουρα παλαιότερος. Στην υπόθεση των Καταλανών (1328) αναφέρονται δύο κάτοικοι του οικισμού αυτού, ο Εμμ. Πατρολόγος και ο Παύλος Πολοδόντης [11]. Και οι δύο οικογένειες έχουν χαθεί από τα Κύθηρα από πολύ παλαιά, ενδιαφέρον, όμως, για τον οικισμό είναι το στιχούργημα άγνωστης εποχής, το οποίο αναφέρεται σε μία μεγάλη καταστροφή, που ξεκίνησε με σφοδρή νεροποντή από το Θολάρι και κατέστρεψε τον οικισμό της Γωνίας. Από το κείμενο δεν συνάγεται με ασφάλεια εάν τότε κατεστράφη και το Θολάρι, όπως είναι το πιθανότερο ή αν εγκατελείφθη από τους κατοίκους του, καθώς δεν αναφέρεται καμία από τις δύο περιοχές στις πηγές από τον 16ο αι. και μετά, ενώ ούτε στην Απογραφή του Καστροφύλακα γίνεται μνεία γι’ αυτές (περισσότερα για το θέμα στο λήμμα Γωνία). Κατά τον 17ο αι. γίνεται αναφορά στον Κώδικα του επισκόπου Νεκταρίου Βενιέρη για τα εξωμόνια στο Θολάρι, Σωτήρας και Παναγία η Κερά (13ος αι.)[12], κάτι που επιβεβαιώνει ότι δεν υπάρχει πλέον κατοικημένος χώρος εκεί, ενώ προσδιορίζεται η ευρύτερη περιοχή, χωρίς όμως να προκύπτει από τις πηγές αυτές η ακριβής θέση του οικισμού. Αυτό μπορεί να γίνει μόνο από αρχαιολογική έρευνα, η οποία δεν έχει γίνει.
Όσον αφορά την ονομασία. Η λέξη Θολάρι προέρχεται από τη λέξης θόλος. Θολάρια λέγονταν κατά την εποχή των μέσων Βυζαντινών χρόνων στα Κύθηρα και εξακολουθούν να λέγονται μέχρι σήμερα οι θολωτοί μινωικοί τάφοι [13], κατασκευασμένοι συνήθως με εκσκαφή στο σαθρό πέτρωμα της περιοχής, καλούμενο αμμούτσα, λόγω της σύστασής του. Είναι γνωστό και έχει διαπιστωθεί από επιφανειακές, αλλά όχι συστηματικές, αρχαιολογικές έρευνες, ότι η περιοχή είναι γεμάτη από τέτοιου είδους τάφους, οι οποίοι είναι και σήμερα εύκολα ανιχνεύσιμοι. Αρκετοί από αυτούς χρησιμοποιήθηκαν στο παρελθόν ως σταύλοι ζώων. Ειδικά στην περιοχή με την ονομασία Βεργιδούνια αναφέρεται η ύπαρξη νεκροταφείου της αρχαιότητος[14].
[1] Είναι γεγονός ότι στη διανομή των Βενιέρων υπάρχουν αρκετές αναφορές στη Γωνία, από καμία όμως δεν προκύπτει με σαφήνεια ότι πρόκειται για οικισμό, καθώς αναφέρεται μόνο η περιοχή. Βλ. Χρ. Μαλτέζου, Τα Κύθηρα τον καιρό…, σ. 28. Η έμμεση αναφορά προκύπτει από τον γειτονικό οικισμό Θολάρι.
[2] Elizabeth Malamut, «Το πέρασμα από τα Κύθηρα», εις Νόστος, τόμ. 2, 2003, σ. 57.
[3] Π.Τσιτσίλιας, Ιστορία…, τόμ. Α΄, σ. 255.
[4] Ι. Π. Κασιμάτη, Κυθηραϊκά, Λαογραφικά, Γλωσσικά, Αθήναι 1987, σ. 157. Οι ιδιωματικές λέξεις είναι: ντρόμπα = νεροποντή, στέρνα = δεξαμενή νερού, χάονα = βαθύ άνοιγμα στο λαγκάδι, μαρτία = πρόβατα, σκαλία = στενές λωρίδες χωραφιού σε αναβαθμίδες, μιγόμια = σακκιά με καρπό για άλεσμα στο μύλο, Μεγάλο = μεγάλο λαγκάδι (πιθανόν ονομασία), χαλικερή = γη γεμάτη χαλίκια (εδώ κροκάλες, βότσαλα), παραδία = αλλαγή ροής με τη δημιουργία παρόδου.
[5] Π. Τσιτσίλιας, Ιστορία…, τόμ. Β΄, σ. 165.
[6] Ι. Πετρόχειλος, Τα Κύθηρα…, σσ. 62-63.
[7] Μ. Χατζηδάκης – Ι. Μπίθα, Ευρετήριο Βυζαντινών τοιχογραφιών Κυθήρων, σ. 248.
[8] Diplomatari…, σ. 185.
[9] Όλα τα Χρονικά δημοσιεύονται εις Π. Τσιτσίλιας, Ιστορία…, τόμ. Β΄, σσ. 165-170.
[10] Μεταγενέστερη (18ος αι.) αναφορά σε «Γωνιάτικα» φαίνεται να μην είναι ακριβής, καθώς το σχετικό έγγραφο μάλλον αναφέρεται σε «Ρονιάτηκα», δηλαδή Αρωνιάδικα. Βλ. Ανδρ. Μαζαράκης, Η Αδελφότητα της Κοντολετού, Αθήνα 2010, σ. 68.
[11] Diplomatari…, σσ. 180, 185, 187.
[12] Κώδικας επισκόπου Νεκταρίου Βενιέρη, φ. 31r. Για την Παναγία Κερά βλ. Μ. Χατζηδάκης – Ι. Μπίθα, Ευρετήριο…, σσ. 268 επ.
[13] Κυθηραϊκό λεξικό, επιμ. Δ. Κόμης, σ. 147.
[14] Μ. Πετρόχειλος, Εντυπώσεις…, σ. 65.