Advertisement

Η θέση και ο ρόλος της γυναίκας  στην Κυθηραΐκή κοινωνία

Νικόλαος Π. Γλυτσός, Ph.D. (USA), Οικονομολόγος Ερευνητής To κείμενο ακολουθεί και στην αγγλική για όσους ομογενείς ενδιαφέρονται και δεν είναι εύκολο να το διαβάσουν στα Ελληνικά.

134

Το άρθρο αυτό μπορεί να θεωρηθεί ως συνέχεια του προηγουμένου μου για την κοινωνική κινητικότητα (Κυθηραϊκά, Ιούνιος 2024), με επικέντρωση στην ιδιαίτερη προσφορά της Κυθήριας γυναίκας στην ανάπτυξη και πρόοδο του νησιού προς τον σύγχρονο κόσμο,  Κατά τα παραδοσιακά ήθη και έθιμα του 19ου αιώνα, η τήρηση των οποίων ήταν περισσότερο πιεστική και επιβεβλημένη σε μικρές και απομονωμένες περιοχές χωρίς εξωτερικές επιρροές, όπως ήταν τότε τα Κύθηρα, η θέση της γυναίκας στην κοινωνία ήταν από πολλών απόψεων υποδεέστερη από εκείνη του άνδρα.

Στο αυταρχικό περιβάλλον μιας πατριαρχικής οικογένειας, η γυναίκα ήταν υποτελής στον πατέρα και σύζυγο αφέντη, χωρίς καμία βούληση και πρωτοβουλία, αναφορικά με την δική της ανάπτυξη, την κοινωνική της συμπεριφορά, την μόρφωσή της, τον γάμο της και την οργάνωση της ζωής της. ΟΙ συνθήκες αυτές  καλλιεργούσαν  ασφυκτικές    δυνάμεις υστέρησης και ανάσχεσης στην συμμετοχή της γυναίκας στην ποιοτική αναβάθμιση του κοινωνικού γίγνεσθαι του νησιού, τουλάχιστον ανάλογης με εκείνης των ανδρών.

Advertisement

Η Κυθήρια γυναίκα μπορούσε να απελευθερωθεί από αυτά τα δεσμά μόνο με την χρονοβόρα αλλαγή νοοτροπίας και αντιλήψεων στο σπίτι, μέσω της ανανέωσης των γενεών των πατέρων και συζύγων, καθώς  και της ευρύτερης αναβάθμισης της κοινωνίας, με την ενεργοποίηση της αμφίδρομης ανάδρασης μεταξύ των δύο θεσμών. Καταλύτης για αυτή την ώσμωση είναι η εκπαίδευση και η παιδεία που καταρρίπτει κοινωνικά cliché και αλλάζει κατεστημένες εμμονές και αντιλήψεις.

 

Γυναίκα στις αγροτικές εργασίες. Εδώ, λιχνώντας ελιές για να καθαριστούν.
Φωτ. Εµµ. Φατσέας, αρχές δεκαετίας 1960.

 

Η αργοπορημένη και μη συμπεριληπτική μόρφωση γενικώς της Κυθηραϊκής νεολαίας, και ιδιαίτερα της εκπαίδευσης των κοριτσιών μέχρι και το τέλος του 19ου και μέρους του 20ου αιώνα, ήταν αποτέλεσμα, εκτός των άλλων που μόλις αναφέραμε, και της μη έγκαιρης αναγνώρισης εκ μέρους της Κυθηραϊκής κοινωνίας της αξίας της εκπαίδευσης. Δέσμια παγίων προκαταλήψεων και δεισιδαιμονιών, τις οποίες η έλλειψη παιδείας διαιώνιζε, η απαίδευτη Κυθηραΐκή κοινωνία ήταν  απροσάρμοστη στα κελεύσματα των καιρών, γιατί με την απομόνωσή της δεν της ήταν καν οικεία. Όμως με το πέρασμα του χρόνου, η διάδοση και επέκταση της εκπαίδευσης, αναδεικνύοντας την πολλαπλή της αξία για την ζωή του ανθρώπου και της κοινωνίας, εκρίζωσε τις οπισθοδρομικές αντιλήψεις και δοξασίες για αυτή την ίδια την εκπαίδευση, ανατρέποντας ακόμα και την αμφισβήτηση για την χρησιμότητά της στην μόρφωση της γυναίκας.

 

Εριθέλγη Τριανταφύλλου, κόρη ∆ηµ. Ραπτάκη, µητέρα του Αττίκ.
Γνώριζε άριστα Ελληνικά, Αγγλικά, Γαλλικά, Αραβικά και Εσπεράντο.
Ο πατέρας της, γεννηµένος το 1810 από πατέρα ταπεινό ιερέα στα Φράτσια, ιατροφιλόσοφος κι
Ελληνολάτρης, γνώριζε άριστα την αξία της µόρφωσης και ξεπέρασε τις κοινωνικές αναστολές της εποχής παρέχοντας εξαίρετη µόρφωση στις θυγατέρες του.

 

Σε ένα προηγούμενο άρθρο μου στα Κυθηραϊκά για το μορφωτικό επίπεδο των Κυθηρίων, έγραφα για την σημασία της εκπαίδευσης για την γυναίκα: «Δεδομένου ότι η εκπαίδευση και η μόρφωση αλλάζει   νοοτροπίες και συμπεριφορές, η στέρηση αυτού του αγαθού στις γυναίκες, για μακρό χρονικό διάστημα,  μεταφράζεται σε καθυστέρηση της κοινωνικής τους ωρίμανσης. Αυτό εμπόδισε την έγκαιρη κατανόηση των κοινωνικών τους δικαιωμάτων στην σύγχρονη εποχή και την ανάπτυξη της προσωπικότητάς τους, με απώτερο αποτέλεσμα την πολιτισμική καθυστέρηση του εκσυγχρονισμού ολόκληρης της Κυθηραϊκής κοινωνίας, η οποία εξελίσσεται αντάμα  με την άνοδο του επιπέδου μόρφωσης των μελών της».

Η  δημιουργία των πρώτων  δημοτικών σχολείων μαζικής εκπαίδευσης  στα Κύθηρα από την Αγγλοκρατία μόνο για αγόρια, κατά την δεύτερη δεκαετία του 19ου αιώνα, τάραξε τα ήρεμα νερά της αμάθειας, της απάθειας ή ακόμη και της απέχθειας για τα γράμματα, εισάγοντας όμως ταυτόχρονα ένα θεσμικό περιορισμό στην εκπαίδευση των γυναικών. «Απαγορεύοντας» ουσιαστικά άνωθεν την φοίτησή τους στην βασική εκπαίδευση, διασάλευσαν την υφιστάμενη «ισότητα» των δύο φύλων στην αγραμματοσύνη, εις βάρος των γυναικών.

Σχεδόν 100 χρόνια αργότερα, στις αρχές του 20ου αιώνα, με την δημιουργία μιας εικοσάδας δημοτικών σχολείων, σε όλο το νησί, για αγόρια και κορίτσια, ο θεσμικός περιορισμός στην εκπαίδευση τον κοριτσιών έπαψε να υπάρχει. Στην θέση του όμως αφυπνίστηκε ο βολικά ευρισκόμενος εν υπνώσει – λόγω της μη ύπαρξης σχολείων για τα κορίτσια – de facto περιορισμός, ο οποίος ορίζεται   από τις εκάστοτε επικρατούσες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες και αντιλήψεις, συνεχίζοντας  την τροχοπέδη στην μόρφωση των κοριτσιών, με βαθμιαία όμως εξασθενημένη ισχύ στην διάρκεια του χρόνου.  Με την ίδρυση των νέων δημοτικών σχολείων, το 1909 οι μαθήτριες  αποτελούσαν το 30% του συνόλου των φοιτούντων, το οποίο σε 12 χρόνια ανήλθε στο 39% .

Η περιορισμένη φοίτηση των κοριτσιών συνεχίστηκε και στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση, με την ίδρυση του Γυμνασίου Κυθήρων λίγα χρόνια αργότερα, Στα πρώτα έξι χρόνια (1921-1926) της λειτουργίας του, εισήχθησαν στο Γυμνάσιο 151 αγόρια και 35 μόνο κορίτσια, από τα οποία 30 ήταν από την Χώρα. Με άλλα λόγια, η επήρεια του Γυμνασίου για την μόρφωση των κοριτσιών, τουλάχιστον  στα πρώτα χρόνια της λειτουργίας του, ήταν για ολόκληρο το νησί πλην της πρωτεύουσας, σχεδόν μηδενική.

Χρειάστηκε να κυλήσει πολύς χρόνος μέχρις ότου η εισροή των κοριτσιών στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση γίνει ουσιαστική. Πενήντα και πλέον χρόνια από την ίδρυση του Γυμνασίου, η Κυθήρια γυναίκα διέβει τον ρουβίκωνα  της υστέρησης και της  ανισότητας στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση, όταν περί το τέλος της δεκαετίας του 1970, εξισώθηκε η συμμετοχή της με τον άνδρα, και στην συνέχεια τον υπερσκέλισε. Σύμφωνα με δεδομένα του Αρχείου του Λυκείου Κυθήρων, σε ολόκληρη την περίοδο 1978-2000, ο μέσος ετήσιος αριθμός των μαθητών ήταν 34 και των μαθητριών 42, ενώ αποφοιτούσαν, κατά μέσο όρο κάθε χρόνο, 8 αγόρια και 13 κορίτσια. Είναι σαφής η υπεροχή των κοριτσιών τόσο ποσοτικά όσο και ποιοτικά.

Οι απόφοιτοι της μέσης εκπαίδευσης κάθε γενεάς, προστιθέμενοι στο μορφωμένο τμήμα του πληθυσμού, είτε άμεσα μετά την αποφοίτησή τους είτε αφού πρώτα περαιώσουν ανώτερες σπουδές, εμπλουτίζουν  και ανεβάζουν το μορφωτικό επίπεδο ολοκλήρου του πληθυσμού. Ενώ όμως η ισότητα της συμμετοχής των δύο φύλων της μαθητικής νεολαίας στην μέση εκπαίδευση  επιτεύχθηκε στο τέλος της δεκαετίας  του 1970, η ισότητα της συμμετοχής ανδρών και γυναικών στον πληθυσμό, τόσο με δευτεροβάθμια όσο και με τριτοβάθμια εκπαίδευση, επιτεύχθηκε τριάντα χρόνια  αργότερα, το 2001 (βλέπε σχετικό άρθρο μου στα Κυθηραϊκά). Με άλλα λόγια, η ισότητα της μαθητειώσας νεολαίας στο σχολείο χρειάστηκε  20-30 χρόνια να μεταφυτευθεί και να ευδοκιμήσει στον πληθυσμό, επιφέροντας την επιθυμητή ισότητα της συμμετοχής ανδρών και γυναικών στο μορφωτικό επίπεδο του πληθυσμού του νησιού.

Τα προικιά της νύφης λίγο πριν το γάµο. Μυλοπόταµο δεκαετία 1950 (Αρχ. Χ. Ζερβού)

 

Από τα παραπάνω προκύπτει ότι, αν και άργησε πολύ, για όλους τους λόγους που αναφέραμε πιο πάνω, η Κυθήρια γυναίκα τελικά ξεπέρασε όλες τις δυσκολίες και τα εμπόδια και δημιούργησε τις συνθήκες και τις προϋποθέσεις,  για την ένταξή της ως δημιουργικού  κυττάρου στην κοινωνία των Κυθήρων,  επί ίσοις  όροις  με τον άνδρα. Για να δούμε τώρα πως αξιοποιήθηκαν αυτά τα προσόντα «επί του πεδίου».

Βγαίνοντας από το σπίτι ή την οικογενειακή αγροτική εκμετάλλευση στην αγορά εργασίας, η Κυθήρια γυναίκα, που προσέφερε στην οικονομία του νοικοκυριού ως νοικοκυρά και αυτοαπασχολούμενη, προσφέρει με τα νέα της προσόντα στην οικονομία του συνόλου. Η έκταση και το είδος της προσφοράς της σηματοδοτείται από την ταχύτητα και την ένταση που μετακινήθηκε από τον αγροτικό τομέα προς τις αστικές δραστηριότητες, η οποία μετακίνηση είναι η φυσιολογική εξέλιξη τόσο του γυναικείου όσο και του ανδρικού εργατικού δυναμικού, όταν η γεωργική παραγωγή εκμηχανίζεται  και η παραγωγικότητα της γεωργίας αυξάνεται.

Πίνακας: Ποσοστά (%) οικονομικώς ενεργών ανά φύλο επί αντιστοίχου συνόλου οικονομικώς ενεργών , 1991, 2001

Οικονομικώς ενεργοί     1991    2001
Μη αγροτικοί κλάδοι    
        Θήλεις      58,4     82,1
        Άρρενες      67,8     82,3
Ανώτερα επαγγέλματα    
        Θήλεις      15,3     32,2
        Άρρενες      10,1     18,3
Θέση στην απασχόληση    
     Εργοδότες    
         Θήλεις        1,8     12,6
         Άρρενες        3,7     11,7
    Εργαζόμενοι δι’ ίδιον λογαριασμόν    
         Θήλεις      41,6       7,1
         Άρρενες      53,2     17,0
    Μισθωτοί    
         Θήλεις      34,8     57,9
         Άρρενες      37,6     49,7

Πηγή: Επεξεργασία από Απογραφές Πληθυσμού, 1991, 2001

 

Τα προσόντα που απέκτησε με την εκπαίδευση, σε εντονότερο μάλιστα βαθμό από τον άνδρα στα πρόσφατα χρόνια, βοήθησαν την γυναίκα να κινηθεί προς απασχολήσεις υψηλού επιπέδου. Τα δεδομένα δείχνουν ότι το ποσοστό απασχόλησης των γυναικών στους μη γεωργικούς κλάδους, αυξήθηκε διαχρονικά από 58,4% το 1991 σε 82,1% το 2001, αλλά ταυτόχρονα η εξέλιξη αυτή ήταν, στα 10 αυτά χρόνια, ταχύτερη από εκείνη των ανδρών, δεδομένου ότι οι τελευταίοι,   ενώ κατέληξαν στο ίδιο ποσοστό (82,3%), ξεκίνησαν από υψηλότερη βάση (67,8%)(πίνακας).

Ένα δεύτερο στοιχείο που αντικατοπτρίζει την ποιοτική αναβάθμισης της γυναίκας στην αγορά εργασίας, είναι η επαγγελματική της άνοδος, τόσο ως προς το είδος των επαγγελμάτων που ασκεί όσο και ως προς στην θέση ευθύνης που αναλαμβάνει. Σε διάστημα δέκα ετών, η συμμετοχή των γυναικών στα ανώτερα επαγγελματικά κλιμάκια, στα οποία περιλαμβάνονται κάθε είδους επιστημονικές, και επαγγελματικές δραστηριότητες και απασχολήσεις υψηλού επιπέδου[i], διπλασιάστηκε (από 15,3% σε 32,2%), αφήνοντας τον άνδρα πολύ πίσω, με αντίστοιχη συμμετοχή 18,3%. Την ίδια περίοδο,  ξεκινώντας από ένα ασήμαντο ποσοστό συμμετοχής 1,8% στην θέση του εργοδότη, οι γυναίκες, ανέβηκαν  στο 12,6%, υψηλότερο από το αντίστοιχο των ανδρών (11, 7%).

Ένα ακόμη ποιοτικό στοιχείο αναβάθμισης της γυναικείας απασχόλησης, είναι η μεταπήδηση από την αυτοαπασχόληση («εργαζόμενη δι’ ίδιον λογαριασμόν») προς την μισθωτή εργασία που τα κτηθέντα ανώτερα προσόντα της επιτρέπουν. Η έκταση της μετακίνησης αυτής, η οποία σε μικρότερο βαθμό ισχύει και για τους άνδρες,  τεκμηριώνεται από δύο στατιστικά δεδομένα. Το πρώτο, από την πλευρά της εξόδου, είναι  η σημαντική ποσοτική υποχώρηση της αυτοαπασχόλησης, στο επίπεδο του 7,1% για τις γυναίκες και 17,0% για τους άνδρες, από τα πολύ υψηλά ποσοστά, περίπου  50%, σχεδόν το ίδιο και για τα δύο φύλα (ελαφρώς χαμηλότερο για τις γυναίκες), 10 χρόνια νωρίτερα.  Το δεύτερο στατιστικό δεδομένο για την εργασιακή αυτή αλλαγή, από την πλευρά της εισόδου, είναι  η μεγάλη αύξηση της συμμετοχής των γυναικών στην μισθωτή εργασία στο επίπεδο του 57,9% από 34,8% το 1991, που συνιστά υψηλότερη και ταχύτερη μετακίνηση από εκείνη του άνδρα.

Η σημαντική αυτή αναδιάταξη   στην θέση της γυναίκας στην αγορά εργασίας των Κυθήρων, από την αυτοαπασχόληση προς την εργοδοσία και την μισθωτή εργασία, σε συνδυασμό και με την αυξημένη συμμετοχή της σε αστικούς οικονομικούς  κλάδους και  στα ανώτερα επαγγέλματα, μαρτυρούν την διαμόρφωση μιας σύγχρονης γυναικείας οντότητας, η οποία μπορεί να προσφέρει υψηλού επιπέδου υπηρεσίες στο νησί. Τα μακροχρόνια εμπόδια στην εκπαίδευση και την ανάπτυξη της προσωπικότητας της γυναίκας και η συνακόλουθη  καθήλωσή της σε εργασίες  χαμηλού επιπέδου και μηδενικών προσδοκιών  ή στις εργασίες αποκλειστικά του νοικοκυριού, έχουν παρέλθει ανεπιστρεπτί. Αφού  πέρασαν σχεδόν δύο αιώνες από την πρώτη  λειτουργία δημοτικών σχολείων μαζικής εκπαίδευσης, και μετά από μια αργόσυρτη πολυετή έξοδο της Κυθηραϊκής κοινωνίας   από τον πρωτογονισμό και την στασιμότητα,  η Κυθήρια γυναίκα μορφώθηκε και  χειραφετήθηκε, αποκτώντας τα προσόντα και την δυναμικότητα για να μπορεί επάξια να διεκδικήσει την θέση που της αξίζει στην Κυθηραΐκή κοινωνία και να συμβάλει,  επί ίσοις όροις με τον άνδρα, στο γίγνεσθαι του νησιού.

[i] Η Στατιστική Υπηρεσία ταξινομεί τα επαγγέλματα αυτά σε τρεις αδρές κατηγορίες: ανώτερα διευθυντικά και διοικητικά στελέχη, επαγγελματίες, τεχνικοί και ασκούντες συναφή επαγγέλματα. Στην ομάδα αυτή περιλαμβάνονται, μεταξύ πολλών άλλων, διευθυντές δημοσίου και ιδιωτικών επιχειρήσεων, κάθε είδους επιστήμονες, εκπαιδευτικοί όλων των επιπέδων, γιατροί,  νομικοί, οικονομολόγοι, συγγραφείς και δημοσιογράφοι, καλλιτέχνες όλων των ειδών κ.α.

 

ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ ΣΤΗΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΚΥΘΗΡΑΪΚΑ ΣΤΟ ΦΥΛΛΟ ΙΟΥΛΙΟΥ – ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 2024

 


 

Woman’s place and role in the Kytherian society

 

Nicholas P. Glytsos, PH.D.(USA)

Research Economist

 

This article is, in a way, a follow up of my previous one on the Kytherians’ social mobility (Kythiraika, June 2024), focusing on the contribution of women in the development and progress of the island towards the modern times. To begin with, the 19th century traditional customs, which were “ethically obligatory” for small and isolated places without any outside influences as Kythera was at the time, condemned women to an inferior place in the society, with extremely limited rights.

In the autocratic environment of a patriarchal family, the woman was under the dominance of the father and husband, having no will or initiative, regarding her own personal development, her social contacts, her education, her marriage, in short, no saying in organizing her life. This female submission generated suffocating conditions in the Kytherian society that held back the qualitative upgrading of women, to the detriment of the island’s social progress, at least on equal terms with the men.

The woman could break free from these bounds only through a time-consuming change of the mindset and perceptions of the traditional Kytherian family, through the renewal of generations of fathers and husbands, as well as the broader social change, through the activation of the two-way feedback between the family and the society. The catalyst for this osmosis is education that breaks down old cliché and eradicates well rooted obsessions and perceptions.

The delayed and non-inclusive education of the Kytherian youth, particularly of young girls, until the end of the 19th and part of the 20th century, was not only the result of the family behavioristic views and attitudes just mentioned, but also of the belated recognition of the value of education by the Kytherian society. Bounded by well-established prejudices and superstitions that the lack of education perpetuated, the uneducated Kytherian society could not adapt to the calls of the times, which due to the isolation of the island, were not even familiar. However, over time, the dissemination and expansion of education, making known its value and usefulness for the life of the man and the society, eradicated the insisting perceptions and beliefs for this same education, overturning even the dispute about the usefulness of education for women.

From a recent article of mine in Kythiraika, emphasizing the importance of education for women, I quote: “considering that education and culture changes attitudes and behaviors, the prolonged deprivation of these virtues from women translates into the delay of their social maturity. This prevented the early perception of women’s rights in modern times and the development of their personality, with a further implication, the cultural set back to modernization of the whole Kytherian society, which advances hand in hand with the progress made in the culture of its members. The operation of the first primary schools of mass education for boys only in Kythera by the British, during the second decade of the 19th century, stirred up the calm waters of ignorance, apathy and even hatred for education, simultaneously generating an institutional obstacle in women’s education. Refusing the enrollment of females in primary schools, undermined the existing gender “equality” in illiteracy against women.Almost one hundred years later, at the start of the 20th century, the creation of two dozen new primary schools all over the island for both boys and girls eliminated the institutional constraints on women’s education. However, in its place there appeared the conveniently asleep – due to the non-existing girl schools – de facto limitation, determined by the prevailing economic and social conditions, as well as the perception about education, thus perpetuating the limited female access to schooling, though gradually at lower rates. In fact, in 1909, the girl enrollment in the new schools made up 30% of all enrollments, raised to 39% in twelve years.The limited schooling of females continued also in the newly created Kythera High School. In the first six years (1921-1926) of its operation, enrolled 151 boys and only 35 girls, of which 30 were from Hora, the location place of the high school. In other words, the impact of high school on the female education, at least in the first years of its operation was almost zero for the whole island, save the capital. It took a lot of time until the enrollment of females in secondary education become of some importance. More than fifty years since the creation of the High School, the Kytherian woman managed to cross the Rubicon of deprivation of, and inequality in education, when, by the end of the 1970’s, her participation became equal with the participation of the man, and subsequently overpassed it. According to data from the archives of High School (lyceum), during the whole period 1978-2000, the annual average of male students’ body was 34 and of the females’ 42, whereas there graduated, on a year average, 8 males and 14 females. The overstepping of girls over boys is obvious, both quantitatively and qualitatively. Regarding the transition from school to the labor market, the High School graduates of every generation, added to the educated part of the population, either directly after their graduation or after pursuing tertiary education, enrich and raise the educational level of the population. However, against the gender equality in education, the gender equality in population shares came thirty years later (see my relevant article in Kythiraika). In other words, the youth equality in school needed time to transplant and thrive in the population, bringing about the desired educational share equality of females and males in the island population.The preceding analysis indicates that, although long delayed, the Kytherian woman finally overcame all difficulties and obstacles and created the conditions and prerequisites for her integration as a creative human entity in the Kytherian society, at par with her male counterpart. Let us see now how she made it “in the field.”Getting out of the house or the family farm and into the open labor market, the Kytherian woman that contributed to the household economy as stay-at-home spouse and self-employed, now she contributes to the economy at large. Her advanced qualifications and her emancipation helped her move towards high level jobs. Our statistical data show that the proportion of the woman’s employment in non-agricultural sectors increased over time from 58,45% in 1991 to 82,1% in 2001, with a faster speed compared to men, given that they ended up in the same proportion as women (82, %), starting however with a higher rate (67,8%) at the base year (see table). A second element reflecting the qualitative upgrading of the woman in the labor market, is her professional advancement as much inthe type of profession she exercises as in the position of responsibility that she undertakes. In a period of ten years, the share of women in the upper professional levels[1], including any kind of scientific, professional

 

Table: Per cent of economically active population by gender, 1991, 2001

Economically active     1991    2001
Non-agricultural sectors    
      Females      58,4     82,1
       Males      67,8     82,3
Superior professions    
        Females      15,3     32,2
        Males      10,1     18,3
Position in the profession    
    Employers    
        Females        1,8     12,6
        Males        3,7     11,7
     Self-employed    
         Females      41,6       7,1
         Males      53,2     17,0
    Wage and salary earners    
         Females      34,8     57,9
         Males      37,6     49,7

Source:  Elaboration from Population Censuses, 1991, 2001

 

activities, and jobs of a higher level, has doubled (from 15,3% to 32,2%), leaving way back the men with a corresponding share of 18,3%. During the same period, starting with an insignificant percentage of 1, 8% in the position of employer, the female share raised to 12,6%, higher than that of men (11,7%).A third qualitative element of female job upgrading, is the transition from self-employment to wage employment. This transition, which at a lower degree also applies to men, is marked by two statistical data. From the exit side, is the significant quantitative setback of self-employment at the level of 7,1% for females and 17,0 % of males, down from the higher proportions of 50%, almost equal for men and women, ten years earlier. From the entry side, is the noteworthy increase in the share of females in the wage and salary earners category at the level 57,9% from 34,89% in 1991, a higher and faster rise from that of males.This important rearrangement of the woman’s status from self-employment to employer and wage and salary earners positions, in conjunction with her increasing share in urban activities, as well as her higher-level occupations, all witness the formation of a modern female personality, capable of rendering high quality services to the island. The long-standing obstacles in her education and her emancipation, and the consequential attachment to low level and zero expectations jobs or exclusively in household chores, are gone irreversibly. After almost two centuries since the first creation of primary schools of mass education, and after a long slow-moving exodus of Kytherian society from primitivism and stagnation, the Kytherian woman was educated and emancipated, gaining the qualifications and the capacity to claim the position she deserves in the Kytherian society, and contribute, on equal terms with the man, in the becoming of the island. This article is published (in Greek) in the monthly newspaper Kythiraika (July 2004)

 

[1] The Statistical Service classifies these professions into three categories: senior managers and executives, professionals, and technologists and practitioners of related professions. Here are included, among others, managers of the public sector and private enterprises, any kind of scientists, educators of all levels, physicians, lawyers, economists, writers, journalists, artists of all kinds, etc.

 

 

 

Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies. Περισσότερες πληροφορίες.

Οι ρυθμίσεις των cookies σε αυτή την ιστοσελίδα έχουν οριστεί σε "αποδοχή cookies" για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις των cookies σας ή κάνετε κλικ στο κουμπί "Κλείσιμο" παρακάτω τότε συναινείτε σε αυτό.

Κλείσιμο