Ζεμένα, δεμένα στον ζυγό, με πλήρη εξάρτυση, κυρίως θηλυκά και πάντως νεαρά, ήταν τα άλογα που συνόδευαν μετά θάνατον τους κυρίους τους στη Μικρή Δοξιπάρα του Εβρου. Αλλα ήταν οι εφεδρικοί ίπποι, γνωστοί από την αρχαιότητα ως «ίπποι παρήοροι ή σειραφόροι» και άλλα πιο δυνατά, θυμίζοντας τα «πιο λευκά κι από το χιόνι» άλογα του βασιλιά των Θρακών Ρήσου, που περιγράφονται από τον Ομηρο.
Στις αρχές του 2ου αι. μ.Χ. τέσσερα μέλη μιας πλούσιας οικογένειας γαιοκτημόνων που πέθαναν διαδοχικά, αποτεφρώθηκαν και ενταφιάστηκαν στο ίδιο σημείο, κοντά στο δρόμο που οδηγούσε από την Αδριανούπολη στη Φιλιππούπολη. Στην ίδια θέση κατασκευάστηκε σταδιακά μεγάλος τύμβος, για να διατηρηθεί ανά τους αιώνες ζωντανή η μνήμη των νεκρών.
Η περιοχή ανήκει σήμερα στο Δήμο Κυπρίνου και βρίσκεται κοντά στα χωριά Μικρή Δοξιπάρα, Ζώνη και Χελιδόνα αλλά και στις πόλεις Ορεστιάδα και Διδυμότειχο του Εβρου. Με την ανασκαφή, που ολοκληρώθηκε το 2002, εντοπίστηκαν τέσσερις μεγάλοι λάκκοι που περιείχαν τα υπολείμματα των καύσεων τριών ανδρών και μιας γυναίκας μαζί με πολυάριθμα αντικείμενα που τους συνόδευαν στον άλλο κόσμο, όπως πήλινα, γυάλινα και χάλκινα αγγεία, χάλκινοι λυχνοστάτες και λυχνάρια, χάλκινα φανάρια, όπλα, κοσμήματα, ξύλινα κιβωτίδια κ.ά.
Οι πέντε άμαξες αποτελούν το πιο εντυπωσιακό εύρημα της ανασκαφής. Μαζί με τα υποζύγιά τους έχουν εναποτεθεί σε ρηχούς λάκκους, ανοιγμένους στο φυσικό έδαφος. Κάθε μια είναι λίγο διαφορετική από τις άλλες τόσο στη διακόσμηση όσο και στα τεχνικά χαρακτηριστικά. Σε όλες διατηρούνται οι άξονες, τα σιδερένια στεφάνια των τροχών (επίσωτρα), τα συμπαγή σιδερένια περιαξόνια καθώς και τα υπόλοιπα λειτουργικά και διακοσμητικά στοιχεία. Σε δύο από αυτές διατηρούνται ίχνη και αποτυπώματα των ξύλων.
Οι άμαξες που βρέθηκαν στη Μικρή Δοξιπάρα–Ζώνη ήταν τα οχήματα με τα οποία μεταφέρθηκαν οι νεκροί στο χώρο ταφής. Τα άρματα, οι άμαξες και τα άλογα στις περιπτώσεις αυτές λειτουργούν ως σύμβολα κύρους και πλούτου των ιδιοκτητών τους, σύμφωνα με τον ανασκαφέα. Στην Ελλάδα μέχρι σήμερα είχαν βρεθεί μεμονωμένα εξαρτήματα αμαξών μέσα σε τάφους.
Αν και συνταξιούχος σήμερα, ο επίτιμος έφορος αρχαιοτήτων και ανασκαφέας της περιοχής Διαμαντής Τριαντάφυλλος, εξακολουθεί να ασχολείται με αφοσίωση με το έργο ανάδειξης του μνημείου. Η δημιουργία ενός μουσείου έκτασης περίπου 1.700 τετραγωνικών μέτρων, και κάτω από την επιφάνεια του εδάφους, στα πρότυπα του μουσείου των βασιλικών τάφων των Αιγών, έχει αποφασισθεί εδώ και χρόνια. Σε αυτό θα τοποθετηθούν τα πρωτότυπα αρχαιολογικά ευρήματα (μέσα σε προθήκες), αλλά και πιστά αντίγραφά τους (στο χώμα). Ιδιαίτερα για τους σκελετούς των πέντε αμαξών έχει προβλεφθεί η δημιουργία αντιγράφων από πλεξιγκλάς, πάνω στα οποία θα τοποθετηθούν τα πρωτότυπα εξαρτήματα.
Με πλούσιο εποπτικό υλικό για τους τύμβους της Θράκης, την αποτέφρωση των νεκρών, τον ενταφιασμό αλόγων και αμαξών, την τεχνολογική εξέλιξη των αμαξών από την προϊστορική περίοδο ως τα νεότερα χρόνια, στο επιτόπιο μουσείο θα παρέχονται λεπτομερείς πληροφορίες για την ενημέρωση των επισκεπτών και ιστορικές γνώσεις για την επιμόρφωση των μαθητών.
Παρότι το έργο έπρεπε να έχει τελειώσει, και είναι πολύ σημαντικό για την παραμεθόριο, η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη που το επισκέφθηκε χθες το βρήκε όπως το είχε αφήσει από το 2014. Θα μπορούσε κανείς να πει ότι ενδιάμεσα δεν μπήκε ούτε καρφί!
Το άλογο, ένα ζώο δυνατό και περήφανο, αποτέλεσε από τη στιγμή που εξημερώθηκε, σταθερό σύντροφο του ανθρώπου στον πόλεμο, στις μετακινήσεις, στις αγροτικές εργασίες, στο κυνήγι και στα ιππικά αγωνίσματα. Τα φυσικά χαρίσματα του αλόγου και η πρακτική βοήθεια που πρόσφερε στους ανθρώπους, του εξασφάλισαν μια σταθερή θέση στη μυθολογία, τη θρησκεία και την τέχνη του ελληνορωμαϊκού κόσμου. Οι Ρωμαίοι ειδικότερα ανέπτυξαν σε μεγάλο βαθμό την ιπποφορβία, επειδή είχαν να αντιμετωπίσουν αυξημένες ανάγκες στο στρατό και στις μετακινήσεις και επειδή αγαπούσαν ιδιαίτερα τα ιππικά αγωνίσματα. Ταφές αλόγων έχουν βρεθεί σε πολλές περιοχές του ελληνορωμαϊκού κόσμου.
Τα μεγάλα, λευκότερα από το χιόνι, άλογα του μυθικού βασιλιά της Θράκης Ρήσου, μας είναι γνωστά από τον Όμηρο (Ιλ. Κ 437), ενώ αναφορές σ’ αυτά γίνονται και από μεταγενέστερους συγγραφείς. Ιπποπόλους ονομάζει ο Όμηρος τους Θράκες, ενώ ο Σοφοκλής και ο Ευριπίδης τους χαρακτηρίζουν ως φιλίππους. Στην ιπποτρόφο άλλωστε, σύμφωνα με τον Ησίοδο Θράκη ακόμη και σήμερα ζουν ελεύθερα άλογα. Εδώ γεννήθηκαν οι φοράδες του βασιλιά των Βιστόνων Διομήδη που κατασπάραξαν το σύντροφο του Ηρακλή, Άβδηρο. όπως έχει πει ο κ. Τριαντάφυλλος σε επιστημονικές ομιλίες. Ο ίππος απεικονίστηκε σε νομίσματα των ελληνικών πόλεων των παραλίων της Θράκης, αλλά και στα νομίσματα των Θρακών δυναστών. Άλογο συνόδευε και τον ήρωα-ιππέα, έναν από τους πιο αγαπητούς θεούς της ρωμαϊκής περιόδου για την περιοχή της Θράκης. Είναι γνωστό εξάλλου ότι η Θράκη τροφοδοτούσε το ρωμαϊκό στρατό, τόσο με ιππείς όσο και με άλογα.