Κάλτσα, θρησκεία και οικογένεια
Παλαιοημερολογίτης, αλλά με τάμπλετ. Αναχωρητής, αλλά δημοτικός υπάλληλος. Η βιογραφία ενός κατά λάθος αιρετικού/ Ηλιάνα Μάγρα
Στη μέση της αυτοσχέδιας καγκελόπορτας, γυρισμένη ανάποδα, με τρόπο που διακρίνονται οι τρεις παράλληλες γραμμές κόλλας που την έχουν κάποτε συγκρατήσει στις παρυφές ενός μηρού, είναι απλωμένη μια μαύρη, δαντελένια καλτσοδέτα. Πολύς λόγος έχει γίνει την τελευταία εβδομάδα για τους ανθρώπους που μέχρι πρότινος ζούσαν εδώ, και πράγματι, βλέποντας τον λασπωμένο χώρο που έχει για ημέρες παρουσιαστεί στα media ως το κρησφύγετο κάποιας παλαιοχριστιανικής αίρεσης, εκ πρώτης όψεως πείθεται κανείς για την αντισυμβατικότητα των κατοίκων του.
Λίγα εκατοστά μακριά από την καλτσοδέτα, η περίφραξη κερδίζει ύψος από την ύπαρξη μιας βυζαντινής σημαίας του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου. Διάσπαρτες στο έδαφος ρόδες αυτοκινήτων, σπασμένα παιδικά παιχνίδια, γερμένες πλαστικές καρέκλες, μπάζα. Πιο πίσω το σπίτι – χαμηλό, με μικρά, κλειστά παράθυρα και μια μεγάλη, αχυρένια σκεπή, από την οποία προεξέχει η καμινάδα.
Δεν ακούγεται τίποτα εδώ εκτός από τις κουδούνες του κοπαδιού που βρίσκεται πίσω από την περίφραξη και τον ήχο της βροχής καθώς πέφτει στα φύλλα των ελαιοδένδρων που δημιουργούν μια φυσική κάλυψη μπροστά από το κτήμα του Μανώλη Καλαϊτζιδάκη, του 45χρονου πατέρα που ζούσε εδώ με την οικογένειά του τα τελευταία περίπου τέσσερα χρόνια. Θα ήταν δύσκολο να βρει κανείς το σπίτι αν δεν το έψαχνε, αλλά όχι και ακατόρθωτο. Ο δρόμος που οδηγεί σε αυτό δεν απέχει ούτε πέντε λεπτά από την κεντρική οδό που ενώνει τα Κάτω Τρίκαλα Κορινθίας με το χωριό Μάννα, στους πρόποδες του όρους Ζήρεια.
Παιδικά χρόνια
Ο Μανώλης Καλαϊτζιδάκης γεννήθηκε στην Ικαρία και μεγάλωσε στο χωριό Αγιος Δημήτριος, στη βορειοδυτική πλευρά του νησιού. Ο πατέρας του εγκατέλειψε γρήγορα την οικογένεια –τη μητέρα του Μανώλη, τον ίδιο και την αδελφή του– και μετακόμισε στην Κρήτη. «Γαμπρός μου ήταν, αλλά τον είδα δυο – τρεις φορές συνολικά – η μία ήταν στον γάμο του», λέει στην «Κ» ο Κώστας Γεωργιάδης, αδελφός της μητέρας του Μανώλη. Εκείνη αντιμετώπιζε προβλήματα υγείας κι έτσι στην ανατροφή των παιδιών βοήθησαν τα αδέλφια της. «Τους φτιάξαμε το πατρικό σπίτι στην Ικαρία, μπορέσαμε να διαμορφώσουμε συνθήκες για να επιβιώσουν», σημειώνει. Τα παιδιά πέρασαν δύσκολα.
Από τότε που ήταν μικρός, ο Μανώλης είχε μια ξεκάθαρη ιδέα του πώς ήθελε να ζει τη ζωή του, αναφέρει στην «Κ» ένας άλλος θείος του, ο οποίος δεν ήθελε να πει το όνομά του. «Είχε μεγάλη φιλεργατικότητα, του άρεσε να καλλιεργεί», σημειώνει. «Ηθελε να έχει κήπους, και φακές, 5 χρόνων είχε φτιάξει ένα φυτώριο στο μπαλκόνι – όταν το χάλασε η γιαγιά μου κατά λάθος, έκλαιγε για μία εβδομάδα», δηλώνει η ξαδέλφη του Καλλιόπη Γεωργιάδη, η οποία βάφτισε και ένα από τα παιδιά του Μανώλη, την 6χρονη Ξένη, στην Ιερά Μονή της Αγίας Σκέπης στον Αγιο Στέφανο. Ξεκάθαρη ήταν στο μυαλό του και η μορφή της οικογένειας που ήθελε να έχει.
«Ηθελε να κάθεται όλη η οικογένεια σε ένα τραπέζι, να τρώνε όλοι μαζί, να κάνουν την προσευχή τους», συμπληρώνει ο Κώστας Γεωργιάδης. «Ηθελε το μοντέλο της οικογένειας του 1960», λέει η Καλλιόπη Γεωργιάδη αναφέροντας, όπως και οι θείοι της, πως δεν είναι σίγουρη από πού προέκυψε αυτή η επιθυμία, πέραν της προφανούς έλλειψης της πατρικής φιγούρας, καθώς, όπως τονίζει, προέρχεται από ένα «οικογενειακό περιβάλλον Μαρξιστών Λενινιστών Κομμουνιστών». «Είναι παράδοξο», λέει ο κ. Γεωργιάδης, αναφορικά ειδικά με τις φήμες που τον θέλουν αργότερα να έγινε χρυσαυγίτης – έχει κυκλοφορήσει βίντεο που τον δείχνει παρόντα στα επεισόδια της Χρυσής Αυγής έξω από το θέατρο «Χυτήριο» το 2012. «Ο παππούς του είχε πάει στη Μακρόνησο».
Καθώς η επιθυμία του για οικογένεια ήταν έντονη, ο Μανώλης, ο οποίος στο μεταξύ είχε πάει σχολείο στην Αθήνα, παντρεύτηκε νωρίς μια συντοπίτισσά του, με την οποία έκαναν δύο παιδιά, το ένα εκ των οποίων είναι τώρα 24 χρόνων – το άλλο είναι η 22χρονη που αργότερα μετακόμισε μαζί του, και με τα παιδιά από τον δεύτερο γάμο του, στο αγρόκτημα στην Ορεινή Κορινθία. Οταν ο ίδιος έγινε 22 χρόνων είχε ήδη χωρίσει και τα δύο παιδιά από τον πρώτο γάμο του πήγαν στο «Χαμόγελο του Παιδιού», μετά το δικαστήριο που έκρινε τους γονείς ακατάλληλους για την ανατροφή τους, λένε οι θείοι του στην «Κ», τονίζοντας όμως πως έπειτα από ένα διάστημα η επιμέλεια των παιδιών επέστρεψε στην οικογένεια.
Στα μοναστήρια
Παρ’ όλα αυτά, οι παλαιοχριστιανικές ιδέες είχαν γεννηθεί στον Μανώλη νωρίτερα. Οταν πήγαινε σχολείο στην Αθήνα, στο Καλαμάκι, είχε έναν συμμαθητή με τον οποίο άρχισαν να επισκέπτονται μοναστήρια, και ιδιαίτερα ένα συγκεκριμένο μοναστήρι παλαιοημερολογιτών στη Σαλαμίνα, όπου αργότερα πήγαινε και με την πρώτη του σύζυγο, λέει στην «Κ» η κ. Γεωργιάδη. «Ελεγε από τότε ότι η εκπαίδευση στα σχολεία είναι αντιχριστιανική», τονίζει ο κ. Γεωργιάδης.
Ο Καλαϊτζιδάκης το 2012 ήταν παρών σε επεισόδια που προκάλεσε η Χρυσή Αυγή έξω από το θέατρο «Χυτήριο», ωστόσο συγγενείς του τονίζουν πως μεγάλωσε σε «περιβάλλον Μαρξιστών Λενινιστών Κομμουνιστών».
«Εχει δουλέψει σε οικοδομές, έβαφε σπίτια, έχει εργαστεί σε εταιρείες κινητής τηλεφωνίας», λέει η ξαδέλφη του. Εκείνη ήταν που είδε την προκήρυξη για προσλήψεις στον Δήμο Ηλιούπολης και τον παρότρυνε να κάνει αίτηση.
Στο μεταξύ είχε γνωρίσει τη δεύτερη σύζυγό του, Σεβαστή Κανάκη, όταν εκείνη είχε μόλις αποφοιτήσει από το σχολείο και ξεκινούσε τις σπουδές της στην Ορθοδοντική. Ερωτεύτηκαν παράφορα, λέει η κ. Γεωργιάδη, και όταν εκείνη ήταν 19 ετών παντρεύτηκαν. Για ένα διάστημα ζούσαν με τη μητέρα της στην Ηλιούπολη, αλλά οι συγγενείς του δηλώνουν στην «Κ» πως μετά μάλωσαν μαζί της και έφυγαν – μετακόμισαν αρχικά στην Ικαρία και στη συνέχεια στους Αγίους Αποστόλους, στον Ωρωπό. Η Σεβαστή σταμάτησε τη σχολή της και οι δυο τους έφτιαξαν την οικογένειά τους γύρω από τις ιδέες τους – πιστεύοντας στον Θεό, θεωρώντας ότι μόνον οι παλαιοημερολογίτες είναι πραγματικά πιστοί.
Μέχρι να ξεκινήσει η πανδημία τα παιδιά πήγαιναν σχολείο, τονίζει η κ. Γεωργιάδη. Μετά ξεκίνησε η καραντίνα. Ο Μανώλης Καλαϊτζιδάκης είπε στην ξαδέλφη του ότι θα μετακομίσουν στο κτήμα που είχε αγοράσει –«εμείς εγκαταλείψαμε το πλοίο που βουλιάζει, αν θέλεις να σωθείς έλα κι εσύ», της είπε–, τονίζοντας ότι για τον Δήμο Ηλιούπολης πλέον έφτιαχνε μισθολογικές καταστάσεις, κάτι που ισχυρίστηκε ότι μπορούσε να κάνει και διαδικτυακά.
Βιντεοκλήσεις
Παρά τις φαινομενικά ιδιαίτερες συνθήκες διαβίωσης της πολυμελούς οικογένειας –στο αγρόκτημα μέχρι πρότινος ζούσαν ο Μανώλης, η έγκυος γυναίκα του Σεβαστή, η 22χρονη κόρη του από τον πρώτο του γάμο και το 8 μηνών βρέφος της, αποτέλεσμα της σχέσης της με κάποιον που αργότερα την άφησε, λέει η κ. Γεωργιάδη, η 19χρονη κόρη του με τον σύζυγό της, οι δύο γιοι του ζεύγους (15 και 13 ετών) και η 6χρονη κόρη του– δεν ζούσαν αποκομμένοι από τον πολιτισμό.
«Ο καθένας τους έχει από δέκα τάμπλετ», σημειώνει η κ. Γεωργιάδη, τονίζοντας πως μιλούσε συχνά με βιντεοκλήση με μέλη της οικογένειας μέσω της εφαρμογής Viber. «Μου μιλούσε από ένα κινητό ο Μανώλης, από άλλο η γυναίκα του και πίσω έπαιζε η τηλεόραση», αναφέρει.
Εμβόλιο, βέβαια, δεν έκαναν. «Ακόμη και κατά του ντεπόν είναι», σημειώνει. «Αν του έλεγα ότι είμαι πολύ άρρωστη μού έλεγε βράσε ρίγανη, βάλε μέσα δύο κουταλιές λεμόνι και θα γίνεις περδίκι».
Για την Καλλιόπη Γεωργιάδη, ο Μανώλης Καλαϊτζιδάκης δεν είναι ούτε χρυσαυγίτης, ούτε παλαιοχριστιανός, ούτε αρχηγός κάποιας αίρεσης. «Κατά καιρούς νομίζει ότι μια ιδεολογία θα του δώσει αυτό που θα ήθελε εκείνος να είναι το νόημα της ζωής, θέλει να βρει μια ιδεολογία, ένα κόμμα, ένα χώρο, μια αίρεση που ταιριάζει με εκείνον, κι όχι εκείνος με την αίρεση», σημειώνει. «Απλώς είναι πνεύμα αντιλογίας. Είναι καλό παιδί, ευαίσθητος, αλλά μοιάζει σαν να μην μπορεί να ζήσει με τους ανθρώπους», λέει στην «Κ» ο θείος του που δεν ήθελε να γραφτεί το όνομά του.
Ουκ έστιν ώδε
Νωρίς το απόγευμα της Τετάρτης, λίγες ώρες πριν αφεθεί ελεύθερος ο Μανώλης Καλαϊτζιδάκης, η «Κ» φθάνει στο κτήμα του. Είναι ένας άνδρας εκεί – ο Μάριος, σύζυγος της 19χρονης κόρης του Μανώλη και της Σεβαστής. Δεν θέλει να μιλήσει. «Εδώ ζει ο Μανώλης;», τον ρωτάω. «Δεν τα ‘μαθες;», απαντάει. «Ο Μανώλης πέθανε», λέει, για να ξεφορτωθεί ακόμη μία δημοσιογράφο.
Εντέλει, τόσο η τοποθεσία τού όχι ιδιαίτερα απομονωμένου κτήματος, όσο και η ίδια η ιστορία του πατριάρχη της οικογένειας που μονοπώλησε τον τηλεοπτικό χρόνο τελευταίως θυμίζουν τη μοναχική καλτσοδέτα που βρίσκεται στην είσοδο. Μοιάζει να κρύβει κάποιο μυστήριο, αλλά τελικά είναι μόνο αυτό που φαίνεται: μια κάλτσα που μέσα στην κοινή, καθημερινή παραζάλη ενός ελληνικού νοικοκυριού έχασε το ταίρι της.