Η λέξη pomp κατάγεται από το ελληνικό πομπή. Η επίγνωση αυτής της ετυμολογικής λεπτομέρειας κάπως απενοχοποιούσε τον αντιμοναρχικό θεατή, του οποίου τα φρονήματα δεν ήταν τόσο ισχυρά για να τον απομαγνητίσουν από το θέαμα. Ο κυνισμός του μετέφραζε το royal pomp στο πολύσημο ελληνικό του ανάλογο: Οι πομπές του Καρόλου.
Οι πομπές είχαν στιγμές που έμοιαζαν σκηνοθετημένες από τους Μόντι Πάιθονς – ήταν κωμικές όχι παρά, αλλά εξαιτίας της αρχαϊκότητάς τους. Πώς άντεχαν αυτοί οι άνθρωποι και δεν ξεσπούσαν σε γέλια, αντικρίζοντας ο ένας τη μεταμφίεση του άλλου;
Πώς άντεχαν στην ιδέα ότι αυτός για τον οποίον τώρα έψαλλαν οι αγγελικές φωνές, ήταν ο άνθρωπος που πριν από λίγους μήνες κατσάδιαζε μια «άτακτη» πένα, επειδή διέπραξε την ασέβεια να του λερώσει το δάχτυλο;
Ποιος υποκύπτει σήμερα ακόμη και στην πιο πρωτόγονη μαγεία των χρυσών σκευών και των βαρύτιμων λίθων, που, με φετιχιστικό ζήλο, ανέλυαν οι ειδήμονες στον «αέρα» του BBC – σαν να μπορούσε να χωρέσει όλη η ουσία του Νησιού σε ένα μεσαιωνικό κουταλάκι;
Κι ωστόσο, μέσα στην εκζήτηση και την υπερβολή της πανηγύρεως επιζούσαν ίχνη της αρχαίας σοφίας. Εκείνης της σοφίας που οδηγούσε την κοινότητα να σταματήσει να σκοτώνεται και να αναζητήσει ένα θεμέλιο συμβίωσης σε έναν καταστατικό μύθο.
Το χρίσμα πίσω από το παραπέτασμα.
Ο άναξ είναι αυτός που ενσαρκώνει τον μύθο. Αλλά η κοινότητα, ακόμη και τη στιγμή που του αναθέτει αυτόν τον υπεράνθρωπο ρόλο, έχει ανάγκη να θυμηθεί την κοινή ανθρωπινότητά του. Πώς;
Αρχίζουν να ξεντύνουν τον βασιλιά σε κοινή θέα. Του αφαιρούν όλους τους φλοιούς της ενδυμασίας του και τον αφήνουν με το πουκάμισο. Κι έπειτα τον κλείνουν, στη μέση του ναού, σε ένα παραβάν για να τον γδύσουν τελείως. Και να τον χρίσουν με ελαιόλαδο (που έφεραν από την Ιερά Μονή Αναλήψεως στα Ιεροσόλυμα). Μπορεί το παραπέτασμα να μπαίνει εκεί για να μη βλέπει ο λαός. Αλλά ο λαός, χάρη στο παραπέτασμα, ξέρει: Ο βασιλιάς είναι τώρα γυμνός. Ακόμη και τη στιγμή του χρίσματος –της καθιέρωσής του– έχει τη θνητή ανάγκη να προστατευτεί από το βλέμμα των άλλων.
Οταν το παραβάν αποσυρθεί, ο κεχρισμένος αποκαλύπτεται γονατιστός.
Χρειαζόταν άραγε τόση τελετουργική εκζήτηση (και τόση σπατάλη) για να παρασταθεί υπαινικτικά μια απομυθοποίηση τετελεσμένη εδώ και αιώνες; Εχουμε χρεία των παραπετασμάτων, όταν ο νεωτερικός μας κόσμος έχει εμπεδωθεί με τόσες –πραγματικές και συμβολικές– καρατομήσεις;
Την αλήθεια τη μαθαίνεις από τον μικρό. Την αληθινή σημασία της τελετής, πέρα από το τηλεοπτικό θάμβος, την έδωσε ο πρίγκιπας Λούις, όταν έγειρε προς τα πάνω το κεφαλάκι του· όταν ανέπεμψε στις γοτθικές αψίδες ένα πηγαίο χασμουρητό.