Advertisement

Καταδύσεις στη βυθισμένη ιστορία

Ναυάγιο στα Αντικύθηρα

682

Τα απογεύματα του Φθινοπώρου, ο ουρανός στο μικρό νησί με την αρχαία ονομασία Αίγιλα ή Αιγιαλία, Αντικύθηρα τώρα, γεμίζει πουλιά που
μεταναστεύουν στο Νότο.

Σμήνη από αγριόχηνες, ερωδιούς, μαυροπετρίτες, χελιδόνια και ορτύκια,
πελαργούς και ψαρόνια και κυρίως αυτά, που αυτοσχεδιάζουν με το μαύρο των
φτερών τους στον αέρα. Απλώνονται και μαζεύονται σαν ενορχηστρωμένα από
αόρατη εντολή, προκαλώντας σύγχυση στα αρπακτικά πουλιά που τα απειλούν.
Ξεκουράζονται κουρνιάζοντας πάνω στους πύργους και στις οχυρώσεις του
αρχαίου τείχους του Κάστρου του άγονου νησιού και πάνω στους λιγοστούς
ερειπιώνες των σπιτιών του οικισμού του, για το τελευταίο τους σταθμό, πριν
από το πέταγμά τους στην Κρήτη και την Αφρική, σε ατελείωτες ομάδες. Με το
αργό πέσιμο του δειλινού ανάμεσα στα σπασμένα και σκόρπια ερείπια, στην
ακρόπολη με το Ιερό και το χαραγμένο δελφίνι-σύμβολο του Απόλλωνα ( εικ.2),
ανάμεσα στα γαϊδουράγκαθα και στις ισχνές φραγκοσυκιές, ακόμη και στην
λάμψη της θάλασσας που τριγυρίζει τους γυμνούς βράχους των ακτών του
νησιού, όλα βαστούν ένα ξεχωριστό μήνυμα γαλήνης μέσα στο σωρό των
χαλασμάτων, που μόνο τα τιτιβίσματα των πουλιών διακόπτουν.
Μακριά κατά το βορρά, ξεχωρίζουν τα περιγράμματα των μικρών νησιών –
βραχονησίδων- του τόπου που γεννήθηκε η Αφροδίτη η Ουράνια κοντά στα
Κύθηρα, και κατά τον νότο διαγράφεται η μακρινή οροσειρά της Κρήτης,
στεφανωμένη από το λευκό των κορυφών του Ψηλορείτη, σαν γραμμή που
ανεβοκατεβαίνει μέσα στον ουρανό.
Σε αυτή την στρατηγική και προνομιούχα θέση, μεταξύ Κρήτης και ηπειρωτικής
Ελλάδας, το μικρό νησί των Αντικυθήρων, έκτασης περίπου 20 τετραγωνικών
χιλιομέτρων έλεγχε το πέρασμα από το Αιγαίο προς τις ακτές της δυτικής
Μεσογείου. Το νησί υπήρξε φτωχό, χωρίς αρκετές καλλιεργήσιμες εκτάσεις και
εγκαταλελειμμένο κατά μακρές περιόδους.

Η ιστορία του αναφέρεται στην περίοδο των Ελληνιστικών χρόνων και η
πολυδάπανη κατασκευή του φρουρίου του, με την δεύτερη οχύρωση στην
ακρόπολη, μαρτυρά την ενασχόληση μάλλον των κατοίκων του, με την πειρατεία.
Η λήστευση πλοίων και πόλεων, σαν μέθοδος απόκτησης υλικού πλούτου,
υποστηρίχθηκε από την κρητική πόλη της Φαλάσαρνας, που ευρίσκετο στο
δυτικό άκρο της Κρήτης, στην οποία και ανήκε με συμμαχία.
Ωστόσο, το 69-67 π.Χ. οι Ρωμαίοι με τον στρατηγό Κόιντο Καικίλιο Μέτελλο,
οργάνωσαν εκστρατεία κατά της πειρατείας η οποία και συνοδεύτηκε με την
καταστροφή της ίδιας της πόλης της Φαλάσαρνας και την ερήμωση του Κάστρου
των Αντικυθήρων.
Την ίδια εποχή σημειώνεται κοντά στο νησί και το ναυάγιο ενός μεγάλου
εμπορικού πλοίου, 40 μέτρων περίπου, με πλούσιο φορτίο και τέσσερις
επιβάτες.
Ο Αρχαιολόγος Άρης Τσαραβόπουλος, πιθανολογεί ότι το μεγάλο σκάφος υπήρξε
θύμα της σύγκρουσης Ρωμαίων και Κρητών πειρατών, ενώ και η παρουσία
ισχυρής καταιγίδας πιθανόν να παρέσυρε το πλοίο στις απότομες και καθόλου
φιλικές ακτές του νησιού. Εκεί, καταποντίζεται σε απόσταση είκοσι μέτρων από
την ανατολική πλευρά του όρμου του Ποταμού και σταμάτησε την κάθοδο του
στο βυθό, σε βάθος 50 έως 60 μέτρα. Ήταν μεγάλο πλοίο, με ποικιλόμορφο και
πλούσιο φορτίο από διάφορα μέρη της Μεσογείου.
Μετέφερε αμφορείς και κεραμίδια από την Κω και τη Ρόδο, αργυρά νομίσματα
από την Έφεσο, γυάλινα σκεύη από την Συρία και την Αίγυπτο. Και βέβαια
μαρμάρινα αγάλματα από κάποιο εργαστήριο του Αιγαίου και της
Πελοποννήσου, αλλά και ορειχάλκινα αγάλματα ανδρών από ιερό ναού, κάπου
στον Ελληνικό χώρο, δημιουργίες όλα των χρόνων 350-330 π.Χ., που είχαν
αποσπαστεί βίαια από τις βάσεις τους. Μεταξύ όλων αυτών, βρέθηκαν και τα
θραύσματα άγνωστου μηχανισμού με οδοντωτούς τροχούς, που θα αναδείξει
αργότερα με την μελέτη του, το επίπεδο μεγαλοφυίας του Αρχαίου Έλληνα.
Στις αρχές του 20 ου αιώνα και προς το τέλος του έτους 1900, βρέθηκε τυχαία, από
Σύμιους σπογγαλιείς, το παλαιό ναυάγιο των Αντικυθήρων.
Είκοσι αιώνες μοναξιάς στον υγρό βυθό, είκοσι αιώνες βυθισμένης ιστορίας το
ξύλινο σκάφος περίμενε την ανέλκυσή του πολύ υπομονετικά. Μέσα σε αυτά τα δύο χιλιάδες χρόνια, έπλευσαν κοντά του, Ρωμαϊκά και Ενετικά πλοία, Βυζαντινά
κι Οθωμανικά, πειρατικά, αλιευτικά, επιβατικά και εμπορικά ιστιοφόρα και
ατμοκίνητα καράβια. Αυλάκωσαν τα νερά τριγύρω του πολλές φορές και δεν το
αντιλήφθηκαν. Το άφησαν εκεί άθελά τους, στην ερημιά του σκληρού βυθού με
μόνη την συντροφιά του ήλιου να χώνεται από ψηλά στο ξύλινο κουφάρι του
κορμού του, εκεί που σάπιζαν οι θησαυροί του φορτίου του.
Κοπάδια από δελφίνια, σαν τα ζωγραφισμένα στο Ιερό του Κάστρου, περνούσαν
και το κοίταζαν έκπληκτα, όστρακα και μύδια ρούφηξαν και γαντζώθηκαν στο
μάρμαρο των αγαλμάτων του, ενώ γοργόνες και νύμφες της θάλασσας,
βουτούσαν κοντά του σαν ελαφρύς ανεμοστρόβιλος και τριγυρνούσαν στα
ξάρτια του, αφήνοντας μια νύξη αποχαιρετιστήριας θλίψης να πλανιέται στο
σκοτεινό βυθό. Και μονάχα όταν μερικά κοπάδια από αγριοκάτσικα, που
μαζεύονταν στις πλαγιές των ακτών για να ποτιστούν στις γούρνες του γλυκού
νερού, μόνο τότε ζωντάνευε η λοφοπλαγιά κοντά στο ναυάγιο και το βυθισμένο
καράβι έμοιαζε να ζωντανεύει από τον θόρυβο του ποδοβολητού τους. Αυτά τα
μισοάγρια κοπάδια που γίνονται η ευλογημένη τροφή, κάθε φορά στις 17 του
μήνα Αυγούστου, τροφή των προσκυνητών του πολιούχου των Αντικυθήρων του
Αγίου Μύρωνα. Στο μικρό μοναστηράκι, εκεί που Κρητικοί κυνηγοί γύρω στα
1700, βρήκαν τυχαία την ξύλινη εικόνα του Αγίου. Εκεί στον περίβολο και στις
πεζούλες της Μονής, οι πανηγυριώτες γεύονται και τώρα το εύγευστο κατσίκι
που σιγοβράζει στα μαύρα καζάνια επάνω στις φωτιές, τις αναμμένες για το
εκλεκτό φαγητό. Τιμούν την μνήμη του Αγίου Μύρωνα με λιτανεία της εικόνας
του και τραγούδια του τόπου τους.


Την άνοιξη του 1900, σπογγαλιείς από την Σύμη, βρέθηκαν σε καταιγίδα και κατά
τύχη στάθηκαν στο σημείο του αρχαίου ναυαγίου, για να προφυλαχθούν. Η
ομάδα των δυτών, οκτώ τον αριθμό, είχε δύο σκάφη, ένα κυρίως πλοίο για τις
προμήθειες και τους σπόγγους και ένα για τις καταδύσεις. Τα σκάφη ήταν
ιδιοκτησίας του Φώτη Λινδιακού με καπετάνιο τον Δημήτρη Κοντό.

Οι καταδύσεις την εποχή εκείνη, πραγματοποιούντο με στολές στεγανές και
σκάφανδρο μπρούτζινο, δίνοντας την δυνατότητα στους δύτες να παραμείνουν
στον βυθό περίπου ένα τέταρτο. Στα μεγάλα βάθη η κατάδυση ήταν επικίνδυνη.
Οι δύτες εργάζοντο σκληρά για την εργασία τους και η αμοιβή τους ήταν
ανάλογη με τις δυσκολίες του έργου τους. Στο συγκεκριμένο ναυάγιο δύο δύτες επλήγησαν από την νόσο των δυτών και έχασαν την ζωή τους από ολική
παραλυσία.
Σε μία από τις καταδύσεις, για αναγνώριση του βυθού, ο Κοντός, αντελήφθη την
παρουσία τμημάτων χάλκινων αγαλμάτων. Μετά από διαπραγματεύσεις με την
αρχαιολογία που υπάγετο τότε στο υπουργείο Εκκλησιαστικών θεμάτων και
Δημοσίας Εκπαίδευσης και με τον υπουργό παιδείας τον Σπυρίδωνα Στάη (1859-
1932), η ομάδα των Σύμιων δυτών ανέλαβε επίσημα και ανέλκυσε, και με την
βοήθεια συνδρομή του Πολεμικού Ναυτικού, στα τέλη του Δεκεμβρίου του 1900
γυμνό χάλκινο άγαλμα άντρα του γνωστού μας Εφήβου των Αντικυθήρων, που
τώρα κοσμεί το Αρχαιολογικό μουσείο της Αθήνας.


Πρόκειται για μία όρθια ανδρική μορφή ύψους 1,96 μ. που στηρίζεται στο
αριστερό σκέλος με ολόκληρο το πέλμα. Το δεξί άκρο λυγίζει ελαφρά στο γόνατο
και ακουμπά στο δάπεδο με τα δάχτυλα. Το αριστερό χέρι πέφτει σχετικά
χαλαρά παράλληλα στον κορμό με τα δάχτυλα να αφήνουν ένα κενό με την
παλάμη, ενώ το δεξί ανασηκωμένο στο ύψος του προσώπου λυγίζει σε γωνία. Τα
δάχτυλα διατάσσονται ανοιχτά και η κοιλότητα στην παλάμη, υποδεικνύει ότι
κάποιο στρογγυλό αντικείμενο, ευρίσκετο εκεί. Η κεφαλή του εφήβου με την
κοντή κόμη και τους κυματοειδείς βοστρύχους, στρέφεται δεξιά με τα μεγάλα
εκφραστικά μάτια και τα μισάνοικτα σαρκώδη χείλη, προβάλλοντας την αθλητική
κορμοστασιά και το σωματικό ιδεώδες.
Η απώλεια των αντικειμένων που ευρίσκοντο στα δάχτυλα και στις παλάμες του,
δεν κάνουν εύκολη την αναγνωσιμότητα του.
Ποιος ήταν; Ήταν θεός, ήταν ήρωας η πολεμιστής; Τί να μαρτυρεί αυτό το γλυκό
και ήρεμο βλέμμα; Μήπως ήταν ο νεαρός Περσέας που κρατούσε την κεφαλή
της Γοργούς στο δεξί του χέρι και στο αριστερό του το φονικό δρεπάνι, η ο
νεαρός Τρώας πρίγκηπας ο Πάρις, που έσπειρε την διχόνοια στις γυναίκες, με το
μήλο της Έριδας και το χρυσό τόξο;
Αναμφισβήτητα ήταν έργο Ελληνιστικής περιόδου και αποδίδεται η κατασκευή
του σε καλλιτεχνικό εργαστήριο της Πελοποννήσου.
Την συντήρησή και αποκατάστασή του ανέλαβε ο χημικός Όθων Ρουσόπουλος
(1856-1922), πρωτοπόρος στην αρχαιολογική συντήρηση από το 1888. Υπέβαλε
σε χημικό καθαρισμό το άγαλμα ειδικά για την σκουριά στην κεφαλή του, με αρνητικές συνέπειες όμως για την διάβρωση της αγαλμάτινης επιδερμίδας του,
με συνέπεια την απώλεια της φυσικής πρασινωπής του πατίνας. Συγκολήθηκε
κατ’ αρχή από τον γλύπτη Π. Καλούδη, με πολλαπλές συμπληρώσεις στους
γλουτούς στους ώμους στον θώρακα και στο υπογάστριο και εξετέθη στην κοινή
θέα μετά το 1950.
Τα ευρήματα των υπολοίπων καταδύσεων περιλάμβαναν αρκετά μαρμάρινα
αγάλματα, τριάντα στον αριθμό, ανθρώπων, θεών και αλόγων μεγάλου μεγέθους
με τις επιφάνειές τους έντονα διαβρωμένες. Όλα κατασκευασμένα από μάρμαρο
Πάρου.


Από το υπόλοιπο πολύτιμο φορτίο, ανελκύστηκε και μία σύνθετη μηχανή, ο
ονομαστός Μηχανισμός των Αντικυθήρων, όπως συνηθίζεται να αποκαλείται.
Είναι γραμμένος με κεφαλαίο το πρώτο του γράμμα εξ’ αιτίας της μεγάλης του
σπουδαιότητας.


Ο Βαλέριος Στάης (1857-1923), Αρχαιολόγος και διευθυντής του Αρχαιολογικού
μουσείου, είχε παρατηρήσει στοιβαγμένους οδοντωτούς τροχούς σε παράλληλες
χάλκινες πλάκες με επιγραφές και αστρονομικούς όρους. Πράγματι πρόκειται
για ένα πολύπλοκο μηχανισμό, που υπολόγιζε όχι μόνο κινήσεις πλανητών, αλλά
και το γεωγραφικό-χρονικό υπολογισμό ενός ταξιδιού, σε ολόκληρο το θαλάσσιο
χώρο της Μεσογείου, όπως επίσης την ημερομηνία της τέλεσης των Ολυμπιακών
αλλά και των άλλων Αγώνων στον Αρχαίο Ελληνικό χώρο. Ο Μηχανισμός θα
μπορούσε να ονομαστεί και υπολογιστής για τις κινήσεις που διαγράφουν στον
ζωδιακό κύκλο ο Ήλιος, η Σελήνη και οι πέντε γνωστοί πλανήτες στην
αρχαιότητα, με ονόματα θεών, ο Δίας, η Αφροδίτη, ο Ερμής, ο Άρης, ο Κρόνος.
Ένας μηχανισμός, φτιαγμένος από ανθρώπινο χέρι που θέτει ερωτήματα σχετικά
με το πώς λειτουργεί ο ίδιος ο κόσμος.
Αρχαιολόγοι και ιστορικοί, όπως οι Κ. Κουρουνιώτης -Ι.Ν.Σβορώνος, Α.Βίλχεμ, Κ.
Ράδος, Περ. Ρεδιάδης, Α.Ρέχμ, Ν. Πράις, Ι. Θεοφανίδης και άλλοι νεότεροι
μελετητές, εξέτασαν με προσοχή τα ευρήματα του ναυαγίου, αναζητώντας και
την προέλευση του πλοίου με το πλούσιο φορτίο, τον σκοπό και τον προορισμό
του, αλλά και τα 82 σωζόμενα θραύσματα του περίπλοκου Μηχανισμού. Το
μεταλλικό αντικείμενο, σαρώθηκε από τους ειδικούς επιστήμονες, με ακτίνες Χ,
αργότερα με την τεχνική της γραμμικής τομογραφίας αλλά και μετά το 1980 με
αξονική τομογραφία, αναζητώντας τις μικρολεπτομέρειες αναγνώρισης και
αποκρυπτογράφησης των πλακών του Μηχανισμού, ενώ ο Όθων Ρουσόπουλος
συντηρητής του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, προσέφερε κι εδώ, μεγάλες
υπηρεσίες στην συντήρηση και στον καθαρισμό των χάλκινων τμημάτων του.
Ο Άγγλος φυσικός Ντέρεκ ντε Σόλλα Πράις (1922-1983), ένας από τους μελετητές
που ασχολήθηκαν διεξοδικά με τα θραύσματα του Μηχανισμού, στο μουσείο
των Αθηνών, ανέφερε σε συνέντευξή του ότι οι Έλληνες που κατασκεύασαν τον
Μηχανισμό «δεν ήταν πολύ πίσω από το επίπεδο στο οποίο βρισκόμαστε
σήμερα».


Η έρευνα στην λειτουργία του Μηχανισμού των Αντικυθήρων, άλλαξε άρδην την
ιστορία της Αρχαίας ελληνικής τεχνολογίας και έδειξε στην κοινότητα των
επιστημών ότι έχουν πολλά να μάθουν για την μηχανική και την τεχνολογία
εκείνης της εποχής, αλλά και για την λειτουργία του ίδιου του σύμπαντος.
Αναπάντητα θα παραμένουν τα ερωτήματα που αφορούν όλες τις σύνθετες
λειτουργίες του εξαιρετικού αυτού οργάνου, έως ότου νέα τμήματα και νέα
θραύσματα ανακαλυφθούν στο βυθό του ναυαγίου. Βέβαια ύστερα από δύο
χιλιάδες χρόνια το ναυάγιο το ίδιο έχει διαλυθεί και ίσως κάποια τμήματα του
αρχαίου σκάφους να έχουν καταπλακωθεί από μεταγενέστερες μετατοπίσεις του
βυθού. Οι δύτες-ερευνητές συνεχίζουν τις προσπάθειες αναζήτησης στο δύσκολο
έργο τους, με νέες ενάλιες ανασκαφές και έρευνες για τον Μηχανισμό των
Αντικυθήρων.
Αναμφισβήτητα, το ναυάγιο των Αντικυθήρων, απέδειξε ιστορικά, την μαζική
μετακίνηση έργων τέχνης, από το εργαστήριο κάποιου Έλληνα καλλιτέχνη ή
ακόμα και αρπαγή αγαλμάτων από ναούς, με την εντολή κάποιου Ρωμαίου
στρατηγού ή κάποιου αξιωματούχου με προορισμό μάλλον την Ιταλία ή και
δυτικότερα.
Πεισματικά η θάλασσα των Κυθήρων προσπάθησε να κρατήσει, έστω και στον
βυθό της, για μεγάλο διάστημα τους αρπαγμένους θησαυρούς των Ελλήνων
δημιουργών, πριν την μεταφορά τους σε άλλες πατρίδες.

Αθήνα 31/5/23

Δάνια Δουρίδα

Αρχιτέκτων Μηχανικός

ΠΗΓΕΣ

1. Φωτογραφικό αρχείο του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου των Αθηνών
2. Εφημερίδα Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ Ιανουάριος 2021
Συντηρητής αρχαιοτήτων Όθων Ρουσόπουλος της Γιώτας Συκκά
3. ALEXANDER JONES « Ένας φορητός κόσμος»
Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης 2021/

4. Διαδικτυακοί τόποι
a. Namuseum.gr/periodic exhibition
b. thesis.ekt.gr/thesisBookReader Αστρονομία και τεχνολογία στην αρχαία
Ελλάδα.
c. in.gr/2022/01/11/culture/mixanismos-ton- antikythiron
d. ikee.lib.auth.gr/ record/103313/files/gri-2008-1406.pdf
e. Archaiologια aristomenismessinios.blogspot.com/Aris Tsaravopoulos

5. Ορνιθολογική εταιρεία : Σταθμός Αντικυθήρων.

Δημοσιεύθηκε στην έντυπη έκδοση της εφημερίδας ΚΥΘΗΡΑΪΚΑ στο φύλλο Ιανουαρίου 2024 

 

 

Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies. Περισσότερες πληροφορίες.

Οι ρυθμίσεις των cookies σε αυτή την ιστοσελίδα έχουν οριστεί σε "αποδοχή cookies" για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις των cookies σας ή κάνετε κλικ στο κουμπί "Κλείσιμο" παρακάτω τότε συναινείτε σε αυτό.

Κλείσιμο