Κλιματική κρίση: Οι άμεσοι κίνδυνοι για την Ελλάδα
Η πρώτη έκθεση εκτίμησης του κλιματικού κινδύνου στην Ευρώπη καταλήγει σε προτάσεις άμεσης αντιμετώπισης/ Γιώργος Λιάλιος
Mετά τις «μεγα-πυρκαγιές» έρχονται οι «μεγα-λειψυδρίες». Ο ευρωπαϊκός νότος πλήττεται ήδη και θα πληγεί ακόμη περισσότερο μέσα στα επόμενα χρόνια από τις υψηλές θερμοκρασίες, τη μείωση των βροχοπτώσεων, τη διάβρωση της ακτογραμμής από την άνοδο της θάλασσας και τις πλημμύρες. Η πρώτη έκθεση εκτίμησης του κλιματικού κινδύνου στην Ευρώπη, την οποία πραγματοποίησε ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος, καλεί για την άμεση ανάληψη δράσης, εκτιμώντας ότι είναι πλέον κατεπείγουσα σε τομείς όπως η προστασία της ακτογραμμής, η αγροτική παραγωγή, η επίδραση των καυσώνων στον γενικό πληθυσμό, η πρόληψη και αντιμετώπιση των πλημμυρών και η ενίσχυση των ευρωπαϊκών μηχανισμών αλληλεγγύης.
Οι «μεγα-λειψυδρίες» είναι μια πολύ σοβαρή απειλή, την ώρα που η καταστροφή των καλλιεργειών στον ευρωπαϊκό Νότο λόγω ακραίων θερμοκρασιών είναι ήδη πραγματικότητα.
Η έκθεση συνοψίζει όλες τις τελευταίες επιστημονικές έρευνες και δημοσιεύσεις, υποδεικνύοντας πέντε ομάδες και 36 τομείς που θα έχουν σοβαρές επιπτώσεις λόγω της κλιματικής κρίσης. Και καταλήγει σε συγκεκριμένες προτάσεις για τις περιπτώσεις εκείνες όπου η ανάληψη δράσης είναι επείγουσα. Συγκεκριμένα:
Οικοσυστήματα
Η έκθεση δίνει ιδιαίτερη βαρύτητα στα παράκτια οικοσυστήματα, αναγνωρίζοντας ότι επηρεάζονται πλέον σημαντικά από την άνοδο της στάθμης της θάλασσας και τα θαλάσσια οικοσυστήματα, από την υπερεκμετάλλευση και τη ρύπανση. Οπως αναφέρει, «η Ε.Ε. θα πρέπει να εφαρμόσει τις πολιτικές της για τη διατήρηση της ανθεκτικότητας των οικοσυστημάτων, ενισχύοντας την προστασία και μειώνοντας τις ανθρωπογενείς πιέσεις. Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία στα παράκτια και θαλάσσια οικοσυστήματα», παρατηρεί. «Τα κράτη-μέλη πρέπει να ενισχύσουν τον θαλάσσιο χωροταξικό τους σχεδιασμό και να εφαρμόσουν σχέδια διαχείρισης της παράκτιας ζώνης, τα οποία θα εστιάζουν στην προστασία των κρίσιμων παράκτιων οικοσυστημάτων υπό το πρίσμα της κλιματικής αλλαγής», αναφέρει η έκθεση. Οι παρατηρήσεις αυτές έχουν ιδιαίτερη σημασία την περίοδο αυτή, καθώς η Ελλάδα βρέθηκε πρόσφατα σε μια ανάλογη συζήτηση με αφορμή νομοσχέδιο του υπουργείου Οικονομικών που αφορά την εκμετάλλευση αιγιαλών και παραλιών. Το αίτημα των περιβαλλοντικών οργανώσεων για αύξηση της αδόμητης ζώνης στα 100 μέτρα από τη γραμμή του αιγιαλού δείχνει πιο επίκαιρο από ποτέ –και σε πλήρη συνάφεια με τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος–, ωστόσο παραμένει εκτός συζήτησης καθώς λαμβάνεται υπόψη το (βραχυπρόθεσμο) πολιτικό κόστος.
Η καταστροφή των καλλιεργειών λόγω παρατεταμένης λειψυδρίας και ακραίων θερμοκρασιών είναι ήδη πραγματικότητα για τον ευρωπαϊκό Νότο, παρατηρεί η έκθεση. Οι «μεγα-λειψυδρίες» είναι μια πολύ σοβαρή απειλή, που επηρεάζει μεγάλες περιοχές για εκτεταμένες περιόδους. Επηρεάζουν, όχι μόνο την αγροτική παραγωγή και την επισιτιστική ασφάλεια, τα αποθέματα πόσιμου νερού και την παραγωγή ενέργειας. Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος εκτιμά ότι η αύξηση των περιόδων λειψυδρίας πρέπει να ληφθεί υπόψη στην κοινή αγροτική πολιτική (ΚΑΠ), με την υποστήριξη λιγότερο υδροβόρων καλλιεργειών. Παράλληλα, να υπάρξει εκτενής ενημέρωση όλων των κρίσιμων εμπλεκομένων για τους κινδύνους της εξάρτησης από υδροβόρες καλλιέργειες. «Οι πολιτικές της Ε.Ε. που συνδέονται με την επισιτιστική ασφάλεια, όπως η ΚΑΠ και η κοινή αλιευτική πολιτική, δεν λαμβάνουν υπόψη την κλιματική αλλαγή και την ανάγκη προσαρμογής», αναφέρει. Ενδιαφέρουσα είναι η αναφορά της έκθεσης για την ανάγκη μείωσης της κτηνοτροφίας, ώστε να μειωθούν οι ανάγκες σε νερό και η εξάρτηση της Ευρώπης από εισαγωγές ζωοτροφών.
Υποδομές
Οι προβολές των κλιματικών μοντέλων πρέπει να ενσωματωθούν στους «Ευρωκώδικες» (οι κοινές ευρωπαϊκές προδιαγραφές για την κατασκευή), καθώς αυτοί βασίζονται σε ιστορικά κλιματικά στοιχεία. Ειδικά στην περίπτωση της κατασκευής κρίσιμων υποδομών, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το χειρότερο (κλιματικό) σενάριο, αναφέρει η έκθεση. Περαιτέρω, τα κράτη-μέλη πρέπει να καταγράψουν τη θέση και τα χαρακτηριστικά των κρίσιμων υποδομών τους και να τις ιεραρχήσουν ανάλογα με την ευαλωτότητά τους σε ακραία καιρικά φαινόμενα. Τέλος, αναφορικά με τους καύσωνες η έκθεση αναφέρει ότι η Ευρώπη είναι σημαντικό να στραφεί σε λύσεις χαμηλού ανθρακικού αποτυπώματος για τον κλιματισμό των κτιρίων (ενεργητικό και παθητικό), καθώς αυτό θα αποτελέσει σημαντικό ζήτημα στο άμεσο μέλλον.
Υγεία
Με δεδομένο ότι οι πολιτικές για την υγεία είναι ευθύνη των κρατών-μελών, οι συντάκτες της έκθεσης καταλήγουν ότι πρέπει να ενισχυθεί ο ευρωπαϊκός μηχανισμός πολιτικής προστασίας. Επίσης κάνει ειδική αναφορά στον χωροταξικό σχεδιασμό και την πολεοδομική νομοθεσία: «πρόκειται για πολιτικές-κλειδιά για τη μείωση των προβλημάτων υγείας που σχετίζονται με τους καύσωνες. Αυτές οι πολιτικές έχουν ορίζοντα ετών και πρέπει να λαμβάνουν υπόψη την κλιματική αλλαγή για να αποφεύγεται η κατασκευή μη βιώσιμων υποδομών».
Οικονομία
Οι ευρωπαϊκές πολιτικές οφείλουν να δώσουν κίνητρα στις επιχειρήσεις για να προσαρμοστούν στην κλιματική αλλαγή. Αυτό περιλαμβάνει την επένδυση σε λύσεις βασισμένες στη φύση, μια επιλογή που ελάχιστοι μεγάλοι οικονομικοί οργανισμοί στην Ευρώπη έχουν προτιμήσει. Επίσης θεωρείται σημαντικό να γίνει πιο προσιτή οικονομικά η ασφάλιση κατοικιών και επιχειρήσεων έναντι των ακραίων καιρικών φαινομένων.
«Η έκθεση δείχνει ότι η Ευρώπη αντιμετωπίζει επείγοντες κλιματικούς κινδύνους, οι οποίοι μεγαλώνουν ταχύτερα από την ικανότητα των κοινωνιών μας να προετοιμαστούν», δήλωσε η Λεένα Ιλε-Μορόνεν, εκτελεστική διευθύντρια του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος. «Για να διασφαλίσουμε την ανθεκτικότητα των κοινωνιών μας, οι φορείς χάραξης πολιτικής στην Ευρώπη και τα κράτη-μέλη πρέπει να δράσουν τώρα ώστε να μειώσουν το κλιματικό ρίσκο, τόσο μέσω άμεσης μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου όσο και με τη λήψη ισχυρών πολιτικών και δράσεων προσαρμογής».