«Κύριε μπακάλη, μισό μολύβι παρακαλώ»

Γιώργος Ι. Κωστούλας*

24

Κύριε διευθυντά

Ποιος θυμάται σήμερα ότι, έως τις αρχές της δεκαετίας του 1950, ως κύριο χαρακτηριστικό του έθνους μας και της φυλής μας λογίζονταν το «λιτοδίαιτον του Ελληνος»; Κι ακόμα, πως η ελληνική οικονομική και κοινωνική ζωή περιγραφόταν με τη λέξη «Ψωροκώσταινα»; Και ότι η ελληνική ιδιοτυπία διατυπωνόταν με τις καίριες λέξεις, «πτωχή αλλά έντιμος»;

Advertisement

Τα παραπάνω, διατυπωμένα με την εκφραστική βοήθεια σπουδαίου δοκιμιογράφου μας, ήταν το αντικείμενο καλοκαιρινής συζήτησης μεταξύ περίπου συνομηλίκων μου, ζυμωμένων με τις εποχές, όπου καθιερώθηκαν τα παραπάνω εμβληματικά, περιγραφικά, εθνικά μας στερεότυπα.

Φυσικά, δεν ήθελε πολύ, κάτι που συνηθίζεται στις μεγάλες ηλικίες, να αρχίσει η αναπόληση των συνθηκών διαβίωσης εκείνων των εποχών, ανατρέχοντας στην ιδιαιτέρως προσφιλή όλων μας παιδική ηλικία. Επ’ ευκαιρία του νέου σχολικού έτους, αποσπώ από τη συζήτηση της ομήγυρης τις ενθυμήσεις της γύρω από τη μαθητική ζωή των αγαπητών πρωταγωνιστών της, οι οποίοι πορεύτηκαν στη ζωή υπείκοντες, πάντα, στη γονική προτροπή-ευχή, μητέρα όλων των ευχών: «Μάθε παιδί μου γράμματα, να γίνεις καλός άνθρωπος…». Μια ευχή που, ομολογουμένως, καθόρισε κυριαρχικά το σύνολο αξιακό σύστημα όλων τους. Δυο ενθυμήσεις τους, ειδικότερα επικεντρωμένες στη γραφική ύλη της εποχής, το και… stasionery αποκαλούμενο σήμερα. Ενδεικτικές, απολύτως, του πώς μάθαιναν γράμματα τα παιδιά εκείνης της εποχής.

Πιστεύω ότι η παρακάτω, ερωτηματικά διατυπωμένη, διήγηση τα λέει όλα: Πώς να πιστέψουν τα σημερινά παιδιά της φανταχτερής και ασύλληπτης ποικιλίας γραφικής ύλης και ειδών γραφείου ότι, μόλις λίγες δεκαετίες πριν, οι συνομήλικοί τους των αγροτικών κυρίως περιοχών θεωρούσαν άκρως διευκολυντική και ευπρόσδεκτη την ευχέρεια που είχαν, αντί για ολόκληρο, να αγοράσουν το μισό μολύβι, κομμένο ακριβοδίκαια στα δύο από τον μπακάλη του χωριού ή της γειτονιάς τους; Πολύ περισσότερο, όταν λίγο αργότερα, θα είχαν την ευκαιρία, έναντι κάποιου φυσικού και λογικού υπερτιμήματος, να επιλέξουν από τα δύο μισά του μολυβιού, εκείνο που είχε πάνω του ενσωματωμένη και γομολάστιχα; Μια καινοτομία, αυτή, των αρχών της δεκαετίας του ’50.

Φυσικά, δεν έμεινε ασχολίαστη και η γενικότερη απουσία κάθε μορφής γραφικής ύλης από εκείνα τα σπιτικά. Αχρείαστης, κατά τα φαινόμενα, ακόμα και με τη μορφή ενός μικρού φύλλου χαρτιού. Πράγμα, που περίτρανα μαρτυρείται από τα σπάνια γραπτά απομεινάρια, που ανίχνευε κανείς, μεταπολεμικά, σ’ αυτά. Αποτυπωμένα, κατά κανόνα, στα λειψά λευκά περιθώρια ορισμένων λαϊκών αναγνωσμάτων, που τυχόν βρίσκονταν στο σπίτι – του ετήσιου καζαμία το συνηθέστερο. Ή, όπως ήταν η περίπτωση του δικού μου σπιτικού, στο λευκό πίσω μέρος του φτηνού χαρτονιού, που έφερε επικολλημένο εκείνο το σύνηθες λιλιπούτειο ημερολογιάκι τοίχου. Συχνές, μοναδικές σχεδόν, καταγραφές, οι δυο-τρεις ημερομηνίες, που χρονολογούσαν τις αντίστοιχες ετήσιες επισκέψεις των θηλυκών οικόσιτων ζωντανών στον αντίστοιχο επιβήτορα, που κάποιος συγχωριανός συντηρούσε και διέθετε προς εξυπηρέτηση… όλου του χωριού, επ’ αμοιβή. Ημερομηνίες, απαραίτητες για τον ανάλογο χρονικό προσδιορισμό της αναμενόμενης γέννας του κάθε νεογνού και τη συνεπαγόμενη, προς τούτο, απαραίτητη σοβαρή εγρήγορση των νοικοκύρηδων.

Ας είναι αυτή η σχολική χρονιά, μια καλή χρονιά.

*Βούλα

 

 

 

Πηγή Καθημερινή
Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies. Περισσότερες πληροφορίες.

Οι ρυθμίσεις των cookies σε αυτή την ιστοσελίδα έχουν οριστεί σε "αποδοχή cookies" για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις των cookies σας ή κάνετε κλικ στο κουμπί "Κλείσιμο" παρακάτω τότε συναινείτε σε αυτό.

Κλείσιμο