Μαρίζα Καρύδη: Η νότια ακτιβίστρια που άφησε τη Γλυφάδα και ζει πια μόνιμα στα Κύθηρα
Είναι η ελληνική οικολογική φωνή των social media και η εμπνεύστρια του project "Girl in the museum". Πέρασε εννέα μήνες σε πλοία της Greenpeace, αναπαλαίωσε ένα παλιό ιστιοφόρο ανυπομονώντας για νέες περιπέτειες και εγκατέλειψε τη Γλυφάδα για να ζήσει πια μόνιμα στα Κύθηρα. Η Μαρίζα Καρύδη μιλά στο NouPou για τη συναρπαστική -και την ίδια στιγμή απόλυτα γειωμένη- ζωή της. | Κείμενο: Άννυ Τζαβέλλα
Η Μαρίζα Καρύδη έχει πολλές ιστορίες να σου πει. Από την εμπειρία της στα πλοία της Greenpeace ως ναύτης μέχρι την αναπαλαίωση ενός παλιού αγγλικού ιστιοφόρου και από τη διαδικασία αναζήτησης του γενεαλογικού της δέντρου μέχρι την επιλογή της να αφήσει πίσω τη βαβούρα της πόλης και να μείνει σε ένα ήσυχο ελληνικό νησί.
Είναι περιβαλλοντική ακτιβίστρια και στην καρδιά της φιλοσοφίας της βρίσκεται ο βιώσιμος τρόπος ζωής, τον οποίο και προβάλλει σθεναρά μέσω του λογαριασμού της στο Instagram. Συνοδοιπόρος στο ταξίδι της ο Brook, με τον οποίο αποφάσισαν να ζήσουν στα Κύθηρα, τόπο καταγωγής του πατέρα της, τολμώντας να χτίσουν εκεί μια νέα ζωή. Η ίδια μιλά στο NouPou για αυτή την απόφαση και ρίχνει φως σε πολλές από τις πτυχές της ζωής της. Ο λόγος στη Μαρίζα λοιπόν.
Μεγάλωσες στα νότια προάστια της Αθήνας; Τι σου άρεσε πιο πολύ εδώ;
Γεννήθηκα και μεγάλωσα στη Γλυφάδα, όπου και έμενα μέχρι πέρυσι. Χαιρόμουν πολύ γιατί ναι μεν ήμουν στην Αθήνα, αλλά μέσα σε λίγα λεπτά μπορούσα να βρεθώ στον Υμηττό και τη θάλασσα. Και επειδή ανέκαθεν είχα σκύλο, το γεγονός ότι κάθε μέρα βγαίναμε στο βουνό βόλτα ήταν πολύ όμορφο. Πηγαίναμε μέχρι το εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία. Εκεί μου έκανε και πρόταση γάμου ο Brook. Ήξερε ότι είναι ένα πολύ αγαπημένο μου σημείο και πως σημαίνει πολλά για εμένα. Από μικρή με πήγαινε εκεί ο μπαμπάς μου και αργότερα το επισκεπτόμουν μόνη μου.
Γενικώς, τα πιο όμορφα σημεία της πόλης τα έχουμε στα νότια. Κάπως έτσι αγάπησα και το περιβάλλον. Ωστόσο, ποτέ δεν αγάπησα την κίνηση. Αν ήταν πάντως να επιστρέψω, θα επέλεγα ξανά τα νότια.
Ως κάτοικος Κυθήρων πια, όταν επιστρέφεις στην Αθήνα ποιες είναι οι αγαπημένες σου συνήθειες;
Η αλήθεια είναι πως επειδή στο νησί δεν έχουμε πολλές επιλογές ως προς το φαγητό, μου αρέσει να βγαίνω σε αγαπημένα μου μέρη στην Αθήνα. Απολαμβάνω πολύ μια βόλτα στη θάλασσα, να βλέπω τους φίλους μου. Επίσης, θεωρώ πως δεν υπάρχει κάτι καλύτερο από τη στιγμή που πέφτει ο ήλιος, φεύγει λίγο ο κόσμος και βλέπεις την Ακρόπολη από πάνω σου. Την αγαπώ την Αθήνα – με τα θετικά και τα αρνητικά της.
Αυτή η συνεντευξη θα δημοσιευθεί στις 8 Μαρτίου, Ημέρα της Γυναίκας. Τι συμβολίζει για σένα αυτή η μέρα;
Η Ημέρα της Γυναίκας είναι πολύ σημαντική. Θα θέλαμε να μην είναι, να μην χρειάζεται να είναι, αλλά δεν έχουμε φτάσει ακόμη σε αυτό το σημείο. Υπάρχουν ακόμη πολλά στερεότυπα. Καταπατούνται πολλά βασικά δικαιώματα της γυναίκας, εντοπίζονται ακόμη ζητήματα ως προς τις αμοιβές στον χώρο εργασίας. Γι’ αυτό θεωρώ πως η γυναίκα, που τα κάνει όλα εδώ και τόσα χρόνια χωρίς να της αναγνωρίζεται τίποτα, το λιγότερο που μπορεί να έχει είναι μια ημέρα τον χρόνο αφιερωμένη σε εκείνη.
Ποια είναι η γυναίκα που σε έχει εμπνεύσει και γιατί;
Το δικό μου πρότυπο είναι οι γυναίκες καπετάνισσες που γνώρισα όταν δούλευα ως ναύτης στην Greenpeace. Το να τις βλέπεις μαζί με τις πρώτες αξιωματικούς να χειρίζονται τόσο σωστά κάποια πράγματα είναι μοναδικό. Μου έκανε μεγάλη εντύπωση και ομολογώ πως προσπαθούσα πολύ να αντιγράψω τον τρόπο τους. Θα σου πω όμως κάτι: Όταν ήμασταν στα ελληνικά λιμάνια και έρχονταν τα τρόφιμα στα καφάσια, εμείς -το πλήρωμα- έπρεπε να τα μεταφέρουμε, δημιουργώντας μια ανθρώπινη αλυσίδα προκειμένου να φτάσουν τα καφάσια από την προβλήτα στα ψυγεία. Επειδή λοιπόν ήμουν η μόνη που μιλούσε ελληνικά, στεκόμουν πρώτη στη σειρά για να συννενοούμαι όπου χρειάζεται. Όταν, λοιπόν, με πλησίαζαν με τα καφάσια, απλώς με προσπερνούσαν και τα έδιναν στον από πίσω μου. «Και οι γυναίκες σηκώνουν βάρη», ήθελα να τους πω.
Πόσο καιρό πέρασες στο πλοίο της Greenpeace; Τι θυμάσαι πιο έντονα από αυτήν την εμπειρία και τι απαντάς σε όσους αναρωτιούνται πώς μια γυναίκα άντεξε αυτή τη διαδικασία;
Το περισσότερο που μπορείς να περάσεις εκεί είναι τρεις μήνες στο καράβι και τρεις μήνες στην ξηρά. Επειδή μου άρεσε πολύ, κάθισα αυτούς τους έξι μήνες και μετά πήγα μία ακόμη φορά, όπου έμεινα άλλους τρεις. Όταν με κάλεσαν ξανά παντρευόμουν, ωστόσο θα ήθελα πολύ να γυρίσω πάλι. Πιο έντονα θυμάμαι τα καταπληκτικά τοπία που αντίκρισα. Το γεγονός ότι κάθε μέρα η θάλασσα και ο ουρανός έχουν άλλο χρώμα, αλλά και τα πανέμορφα ηλιοβασιλέματα, με τον ήλιο να χάνεται κυριολεκτικά μέσα στη θάλασσα, είναι μοναδικά. Επιπλέον, η επαφή με τα δελφίνια ήταν ένα καθημερινό φαινόμενο που με εντυπωσίαζε. Δυστυχώς δεν έχω δει ακόμη φάλαινες, αλλά κάποια στιγμή θα τα καταφέρω. Υπήρχαν και πολλά διαφορετικά είδη πτηνών που έρχονταν να ξαποστάσουν στο καράβι κάθε μέρα. Μπορούσες να δεις μέχρι και εξωτικά, πολύχρωμα πουλιά.
Κάτι ακόμη που απόλαυσα πολύ ήταν η επαφή μου με διαφορετικές κουλτούρες. Δεδομένου ότι το πλήρωμα συμπλήρωναν άνθρωποι από διαφορετικές ηπείρους σού δινόταν η ευκαιρία να γνωρίσεις καλύτερα διαφορετικούς πολιτισμούς. Μάλιστα, το καράβι, για όσους τους αρέσει η θάλασσα, είναι ένα μέρος αξιοποίησης όλων των ταλέντων. Επειδή είναι περιορισμένος ο χώρος και τα άτομα, ό,τι ταλέντο έχεις θα αξιοποιηθεί.
Όσον αφορά τα σχόλια που με ρώτησες αν έχω λάβει, φτάνει να σου πω ότι τα άκουσα μόνο από Έλληνες. Δεν με πειράζει όμως, γιατί μπορούσα να τους εξηγήσω κάποια πράγματα. Ότι για παράδειγμα μια γυναίκα δεν υστερεί ενός άντρα, ακόμη και στις πολύ βαριές εργασίες.
Μένεις πλέον στα Κύθηρα μόνιμα. Πώς είναι να φεύγεις από μια μεγάλη πόλη και να βρίσκεσαι σε ένα νησί που τουλάχιστον τον χειμώνα έχει ελάχιστους κατοίκους και όλες τις δυσκολίες ενός πιο απομακρυσμένου προορισμού;
Από τα Κύθηρα κατάγεται η οικογένεια του μπαμπά μου και για εμένα ήταν μια πολύ ωραία ευκαιρία να έρθω εδώ και να κάνω όλα όσα ονειρευόμουν στην Αθήνα αλλά ήταν ανέφικτα. Κάποιος που ενδιαφέρεται για το περιβάλλον θέλει για παράδειγμα να κάνει κομποστοποίηση. Αυτό στην Αθήνα δεν μπορούσα να το κάνω. Θέλω γενικώς να μειώνω όσο το δυνατόν περισσότερο τα απορρίμματά μου.
Στην αρχή, λοιπόν, έψαχνα κτήματα κοντά στην Αθήνα, κυρίως γύρω από το αεροδρόμιο, αλλά και πάλι δεν θα βρισκόμουν στη φύση, ο ήλιος δεν θα ήταν τόσο καθαρός, οι ελιές δεν θα ήταν τόσο νόστιμες. Οπότε τα Κύθηρα έμοιαζαν μονόδρομος. Έχω κληρονομήσει και το σπίτι του προπάππου μου εδώ, οπότε απώτερος σκοπός είναι να το φτιάξουμε και να μείνουμε εκεί.
Βέβαια, δεν έχουμε πολύ καιρό που ήρθαμε να μείνουμε μόνιμα, οπότε όλα προς το παρόν μοιάζουν με ουτοπία. Κάποια στιγμή ίσως έρθουμε αντιμέτωποι και με προβλήματα. Έχουμε γνωρίσει και κόσμο εδώ που έχει έρθει από άλλες χώρες, όπως ένας φίλος από την Ολλανδία, ο οποίος πήρε σπίτι στην Ελλάδα για να έρχεται το καλοκαίρι και τελικά έμεινε 12 χρόνια. Το νησί κατά κάποιον τρόπο σε καλεί να μείνεις εδώ.
Περίγραψέ μου μια ημέρα σου στα Κύθηρα. Τι έχεις κρατήσει από τη ζωή σου στην πόλη και τι έχει αλλάξει εντελώς;
Εδώ στα Κύθηρα προσπαθούμε να μπούμε σε μία καθημερινή ρουτίνα που να μας κάνει παραγωγικούς. Όλοι οι κάτοικοι ξυπνούν γύρω στις 7:00 το πρωί, έτσι κι εμείς. Κατά τις 7:30, επειδή είναι πολύ ανεπτυγμένος ο κατασκευαστικός τομέας στο νησί, βλέπουμε τους εργάτες να περιμένουν στον δρόμο να τους πάρει το φορτηγό για να πάνε στην οικοδομή. Εμείς εκείνη την ώρα τρώμε το πρωινό μας. Κατά τις 8:00 μπορεί να πάμε σε κάποια δημόσια υπηρεσία ώστε να τελειώσουμε όποιες υποχρεώσεις εκκρεμούν. Ο Brook πάει στις 9:00 γυμναστήριο κι εγώ κάνω γυμναστική στο σπίτι, συνήθως γιόγκα. Γύρω στις 10:00 ξεκινάμε την εργασία μας online. Αυτό που μου λείπει είναι να παίρνω ένα λάπτοπ και να κάθομαι σε ένα καφέ χωρίς κανένας να νοιάζεται για το ποια είμαι. Εδώ δεν μπορώ να το κάνω αυτό, κάποιος θα έρθει να μου πιάσει κουβέντα.
Γύρω στις 12:00 λοιπόν θα φάμε μεσημεριανό. Πάντα μαγειρεύουμε, τη μία μέρα εγώ και την άλλη ο Brook. Μέχρι τις 5:00 το απόγευμα συνεχίζουμε να εργαζόμαστε και μετά ακολουθεί κάποια δουλίτσα στον κήπο και ένα ωραίο περπάτημα στο χωριό, την ώρα που δύει ο ήλιος. Τώρα που έχει κρύο, τα βράδια μας τα περνάμε στο σπίτι. Τα Σαββατοκύριακα πάλι, είναι οι μέρες κοινωνικοποίησης στο νησί. Όλοι οι κάτοικοι πάνε στο ίδιο χωριό, τον Ποταμό, για να πιουν καφέ. Μετά πάνε όλοι στην ίδια ταβέρνα για φαγητό και έπειτα ακολουθεί πεζοπορία. Κάθε Κυριακή πάνε όλοι μαζί για μία τρίωρη πεζοπορία. Όπως καταλαβαίνεις, η ζωή εδώ είναι σαν να είσαι κάθε μέρα διακοπές. Στην ουσία στα Κύθηρα ξεκινάς να κάνεις τις ίδιες δουλειές που θα έκανες στην Αθήνα, με τη μόνη διαφορά ότι οι άνθρωποι εδώ είναι χαρούμενοι. Σε υποδέχονται με χαμόγελο, συνήθως ξέρουν το όνομά σου. Δεν υπάρχει αυτό το απρόσωπο της Αθήνας. Νιώθω ότι κάθε μέρα παίζω σε μία ταινία και είμαι η πρωταγωνίστρια.
Με τον σύζυγό σου αναπαλαιώνετε ένα παλιό ξύλινο ιστιοφόρο, το οποίο ονομάσατε «Κύθηρα». Ποια η ιστορία του; Πώς έφτασε στα χέρια σας και πώς αποφασίσατε να του δώσετε ξανά ζωή;
Αρχικά, να σου πω πως η αναπαλαίωση του ιστιοφόρου επιτέλους ολοκληρώθηκε. Το μόνο που μένει είναι να φτιάξει ο καιρός για να ξεκινήσουμε τις περιπέτειές μας. Η ιστορία του ξεκινά πριν από περίπου 100 χρόνια, όταν ένας μεγαλογιατρός στην Αγγλία ζήτησε να του φτιάξουν δύο-τρία καράβια. Τα «Κύθηρα», όπως ονομάσαμε εμείς το συγκεκριμένο ιστιοφόρο, ήταν ένα από αυτά. Μάλιστα, αυτός ο γιατρός έγραψε ένα βιβλίο για τα ταξίδια του, το οποίο σήμερα βρίσκεται στην κατοχή μας και ήμασταν σε θέση να διαβάσουμε τις ιστορίες του. Το ιστιοφόρο ουσιαστικά ανήκε στον Brook όταν τον γνώρισα, απλά το είχε στην Αγγλία. Τότε που ήμασταν και οι δύο ναύτες στην Greenpeace συζητούσαμε πόσο πολύ αγαπούσαμε τα καράβια και ειδικά εγώ σκεφτόμουν πόσο πολύ ήθελα να ζήσω σε ένα ιστιοπλοϊκό, ώστε να μπορώ να ταξιδεύω και να επισκέπτομαι τα Κύθηρα, μέχρι να αποφασίσω πού θέλω τελικά να ζήσω. Εκείνος μου έλεγε ότι έχει το ιστιοφόρο, αλλά θέλει πολλή δουλειά για να φτιαχτεί. Ήταν παλιό, «κουρασμένο». Αυτές ήταν οι πρώτες μας κουβέντες.
Όταν ήμασταν πια μαζί και προσπαθούσαμε να αποφασίσουμε τι θα κάνουμε με το ιστιοπλοικό, σκεφτόμασταν μήπως το πουλούσαμε και παίρναμε ένα καινούργιο. Ο Brook όμως το αγαπούσε και είχε δουλέψει πολύ για να το φτιάξει. Είναι καραβομαραγκός. Έτσι, το κρατήσαμε και μείναμε κάποιο διάστημα στην Αγγλία για να ξεκινήσουμε τις διαδικασίες. Ακόμη δεν ξέρουμε αν πήραμε τη σωστή ή τη λάθος απόφαση. Το κόστος αναπαλαίωσης και συντήρησης ήταν αρκετά υψηλό. Αλλά ήταν ένα όνειρο ζωής το οποίο έτυχε να μοιραζόμαστε και δεν ήμασταν διατεθειμένοι να το εγκαταλείψουμε.
Αγγλική εξοχή ή Κύθηρα;
Δύσκολη ερώτηση, γιατί μας άρεσε πάρα πολύ η αγγλική εξοχή. Τα Κύθηρα σίγουρα νικάνε στον καιρό και η αγγλική εξοχή είναι άπιαστη ως προς τις τιμές των ακινήτων που είναι πολύ υψηλές. Τώρα, στην ερώτηση αν θα ήθελα να έχω κληρονομήσει σπίτι στην Αγγλία ή στα Κύθηρα, θα σου έλεγα τα Κύθηρα. Εκεί πάντα θα αισθανόμουν μια ξένη.
Μέσα στο 2023 αποφάσισες να μάθεις περισσότερα για το γενεαλογικό σου δέντρο. Τι ανακάλυψες και με ποιον τρόπο έκανες την έρευνά σου;
Το 2023 ήταν για εμάς μια χρονιά αναζήτησης. Ψάχναμε σε ποιο μέρος του κόσμου θα μείνουμε, ταξιδέψαμε στις οικογένειές μας που είναι σκορπισμένες σε όλο τον κόσμο, αναζητήσαμε τις ρίζες μας. Εγώ ανακάλυψα μεταξύ άλλων ότι έχω συγγενείς στην Αυστραλία, την οποία επισκεφτήκαμε για να δούμε την αδερφή του Brook. Είναι πολύ ωραίο να ψάχνουμε από πού καταγόμαστε, όχι μόνο τον παππού και τη γιαγιά, αλλά ακόμη πιο πίσω. Έτσι κατανοούμε και πολύ περισσότερα πράγματα για εμάς τους ίδιους. Τις πληροφορίες τις άντλησα από παλιά συμβόλαια που βρήκα εδώ στα Κύθηρα και ανακάλυψα ότι οι συγγενείς μου που έφυγαν για την Αυστραλία άφησαν ό,τι τους ανήκε στην υπόλοιπη οικογένειά τους, εδώ στο νησί. Δεν είναι κάτι δύσκολο να βρεις τις πληροφορίες που χρειάζεσαι. Μπορεί κανείς να ψάξει σε παλιά συμβόλαια ή να δώσει προσοχή στις ιστορίες των παλιών.
Είσαι vegan. Δεν θέλω θα σε ρωτήσω αν ήταν εύκολη η μετάβαση, αλλά κυρίως αν σε δυσκόλεψε η κοινωνική πτυχή αυτής της απόφασης, δηλαδή να πείσεις τους φίλους και τους συγγενείς σου να σεβαστούν αυτή σου την επιλογή.
Είμαι vegan, αλλά προσπαθώ να μην το λέω πολύ. Πιστεύω ότι οι άνθρωποι γύρω μου είναι πιο ανοικτοί στο να συζητήσουν τις διατροφικές τους προτιμήσεις όταν δεν μπαίνουν ταμπέλες. Και αν πω εγώ ότι είμαι vegan, προσπαθούν με κάποιον τρόπο να δικαιολογήσουν το γιατί επιλέγουν εκείνοι να τρώνε κρέας. Δεν ξέρω γιατί, αλλά εγώ δεν το θέλω αυτό. Δεν θέλω να βάζω έναν άνθρωπο σε μία κατάσταση να μου εξηγήσει γιατί κάνει κάτι. Δεν με ενδιαφέρει αυτό, δεν θέλω να κρίνω κανέναν.
Είμαι πολύ τυχερή γιατι η οικογένειά μου τρώει πολύ φυτικά, οπότε δεν είχα ποτέ πρόβλημα να τους εξηγήσω κάτι. Με τους γύρω μου ίσως στην αρχή είχα πιο πολύ θέμα, τους κακοφάνηκε κάπως. Αλλά αν ο άλλος σε αγαπάει, δεν υπάρχει λόγος να σε πιέσει να φας κάτι που δεν θες. Η πιο δύσκολη πτυχή ενός ανθρώπου που ξεκινά μια vegan διατροφή και έναν vegan τρόπο ζωής έγκειται στα μεγάλα τραπέζια, όπου τα αγαπημένα σου πρόσωπα έχουν ετοιμάσει νόστιμα πιάτα και εσύ πρέπει να τους πεις ότι δεν μπορείς να φας από αυτά. Αλλά επειδή είμαστε στην Ελλάδα και έχουμε πολλά vegan φαγητά, πάντα μου ετοιμάζουν πλέον κάτι ξεχωριστό.
Όταν ξεκίνησα να τρώω vegan αισθάνθηκα τόσο καλά και αυτό ήταν το κίνητρό μου για να συνεχίσω. Και θέλω να τονίσω ότι δεν χρειάζεται να είσαι vegan για να τρως vegan. Μπορείς να βάζεις τρία τέσσερα vegan πιάτα στο πρόγραμμά σου κάθε εβδομάδα και θα έχεις κάνει ένα μεγάλο βήμα.
Πιστεύεις ότι ο κόσμος έχει πλέον κατανοήσει επαρκώς τη σοβαρότητα της κλιματικής αλλαγής;
Θεωρώ πως, για να κατανοήσουμε το οτιδήποτε, έχει πολύ μεγάλη σημασία η ιστορία που θα ακούσουμε ή θα διαβάσουμε. Για παράδειγμα, για την κλιματική κρίση μιλούν πολλοί επιστήμονες, που μας υπενθυμίζουν ότι δεν έχουμε πολύ χρόνο για να αλλάξουμε τις συνήθειές μας, αλλά κάποιοι άνθρωποι δεν ενδιαφέρονται να τους ακούσουν γιατί ίσως είναι πολύ εξειδικευμένος ο τρόπος τους. Πιστεύω πως, όταν θέλεις να εξηγήσεις κάτι σε κάποιον, το καλύτερο που μπορείς να κάνεις είναι να του μιλάς όπως σε ένα παιδί. Εκεί είναι το θέμα, από εκεί χάνουμε.
Δυστυχώς, κανένας δεν έχει πάρει σοβαρά την κλιματική κρίση. Όλοι νομίζουν απλώς πως το κλίμα αλλάζει ανά κάποια χρόνια και πως όλη αυτή η κατάσταση είναι φυσιολογική. Ωστόσο, δεν φτάνει μόνο να αλλάξουμε εμείς τις συνήθειές μας, αλλά να παρθούν και οι σωστές αποφάσεις από τις κυβερνήσεις και τις εταιρίες-κολοσσούς. Προσωπικά, ανυπομονώ για τον επόμενο μεγάλο ακτιβιστή ή ακτιβίστρια που θα έρθει στην επικαιρότητα, ελπίζοντας ότι μπορεί να αγγίξει το θέμα με τρόπο διαφορετικό.
Τα ταξίδια, τα οποία και εσύ αγαπάς πολύ, είναι μια περιβαλλοντικά βιώσιμη επιλογή;
Σε γενικές γραμμές λένε ότι όσο πιο γεμάτο είναι ένα μέσο μαζικής μεταφοράς τόσο το καλύτερο. Οι πτήσεις εσωτερικού είναι απαγορευτικές, αλλά από την άλλη είναι δύσκολο στην Ελλάδα να πας οπουδήποτε με αυτά που συμβαίνουν με τα τρένα, ή με τα ΚΤΕΛ που είναι μεγάλη ταλαιπωρία. Τα θέματα που έχουν να κάνουν με το περιβάλλον είναι περίπλοκα και πολύπλευρα, οπότε συνήθως δεν υπάρχει μια ξεκάθαρη απάντηση. Για εμένα, όσο περισσότερο ταξιδεύει κάποιος και δεν το κάνει απλά τουριστικά αλλά για να γνωρίσει μια νέα κουλτούρα, να πάει σε ένα δάσος ή να δει νέα περιβάλλοντα, έχει το ελεύθερο να ταξιδέψει όσο θέλει. Αν όμως θέλουμε να μιλήσουμε αυστηρά με αριθμούς, ο πιο φιλικός προς το περιβάλλον τρόπος για να ταξιδέψει κανείς είναι να παίρνει το λεωφορείο ή το τρένο. Αν μπορούμε να μην ταξιδεύουμε απλά για ένα Σαββατοκύριακο, αλλά να επιλέγουμε το slow traveling, αυτό είναι το ιδανικό.
Πρόσφατα συμμετείχες στο Green Weekend του Σταύρος Νιάρχος. Αν μπορούσες να μας συνοψίσεις το βασικό μήνυμα της ομιλίας σου εκεί ποιο θα ήταν αυτό;
Το Green Weekend αφορούσε τις βιώσιμες επιλογές στην καθημερινή μας ζωή και συζητήθηκε μεταξύ άλλων ένα πολύ σημαντικό ζήτημα: Τα ρούχα που εμείς βάζουμε στην ανακύκλωση καταλήγουν να πωλούνται σε σακούλες στην Αφρική ως second hand και μία ολόκληρη ήπειρος φοράει τελικά αυτά που εμείς δεν θέλουμε πια. Με σόκαρε αυτό. Υπήρχαν και άλλοι ομιλητές και ο καθένας με τον τρόπο του προσέγγισε διάφορα περιβαλλοντικά ζητήματα. Εγώ μίλησα για το πώς πρέπει να σκεφτόμαστε το περιβάλλον ακόμη και στις πιο μικρές καθημερινές μας συνήθειες, για τη διαχείρηση απορριμμάτων και για το τι είναι τελικά η κλιματική κρίση. Όλο αυτό είχε πολύ μεγάλο ενδιαφέρον γιατί υπήρχε έντονη και η συμμετοχή του κοινού. Μίλησαν επίσης άτομα με αναπηρία και ομολογώ ότι κατάφεραν να πουν σε δύο προτάσεις όσα εγώ παλεύω να εξηγήσω σε ομιλίες ολόκληρες. Και πάλι λοιπόν επανέρχομαι στο ότι, ακόμη κι αν ο άλλος είναι ένας καταξιωμένος καθηγητής πανεπιστημίου, εάν δεν μπορεί να πει μια ιστορία καλά δεν θα την ακούσει κανείς.
Το εγχείρημά σου «Girl in the museum» ήταν ένα από τα πρώτα επιδραστικά social media projects στην Ελλάδα. Έκτοτε νιώθουμε ότι ξεφυτρώνουν από παντού influencers. Εσύ νιώθεις επιδραστική μέσα από ό,τι κάνεις στα social media; Αποδέχεσαι τον χαρακτηρισμό της influencer;
Η δημιουργία περιεχομένου είναι κάτι που μου αρέσει πολύ να κάνω. Να τραβάω φωτογραφίες, να γράφω ιστορίες και να τις μοιράζομαι. Τον αποδέχομαι τον όρο φυσικά. Μακάρι να υπήρχε και μια ωραία λέξη στα ελληνικά για να τον αποδώσουμε. Ωστόσο, έχουν γραφτεί πολύ υποβιβαστικά σχόλια για τον όρο «influencer», σε σημείο που εγώ ντρέπομαι να παραδεχτώ ότι είμαι, ενώ μου αρέσει να το κάνω. Πραγματικά με κάνει χαρούμενη όταν θα λάβω μια πληροφορία, θα τη μοιραστώ και μετά θα λάβω πολύ θετικό feedback από τον κόσμο. Για εμένα ο σκοπός της ζωής είναι να μοιραζόμαστε γνώσεις. Και τα social media είναι ο τέλειος τρόπος να το κάνεις αυτό. Έχεις την απόλυτη ελευθερία να μιλήσεις.
Εκεί που θεωρώ πως υστερώ ως «influencer» είναι στη συνέπεια. Επειδή -ειδικά αν θες να το κάνεις σε ένα συγκεκριμένο επίπεδο- είναι μια πολύ χρονοβόρα διαδικασία, νομίζω πως δεν τα καταφέρνω πολύ καλά. Ως προς την επίδραση που μπορεί να ασκώ σε κάποιον, ίσως υπάρχει αλλά είναι μικρή. Θα ήθελα πολύ πάντως να δω τι μπορεί να ακολουθήσει αν γίνω συνεπής.