Μια χώρα με ανθρώπους που «δεν κάνουν για τίποτε»
Με αφορμή τον απίθανο σταθμάρχη της Λάρισας και όσα τραγελαφικά ακούγεται να λέει πριν και μετά την τραγωδία στα Τέμπη: μια ιστορία από το όχι και τόσο μακρινό παρελθόν, μια ιστορία με τρένα και διορισμούς, που είναι αποκαλυπτική για το πιο βαθύ πρόβλημα του «βαθέος κράτους» | Πάνος Παπαδόπουλος
Τα ηχητικά ντοκουμέντα που ακούμε καθημερινά με τους διαλόγους πριν και μετά τη σιδηροδρομική τραγωδία στα Τέμπη είναι αποκαλυπτικά. Τι άνθρωποι είναι τούτοι; Ποιος τους έβαλε σε αυτή τη θέση; Και γιατί; Στην ουσία, όπως το όρισε και ο Πρωθυπουργός, αυτό το τραγελαφικό σκηνικό, αυτός ο «αχταρμάς», με τα «σουβλάκια», τις «γκόμενες» και του «πρέπει να έγινε τράκα» είναι το αποτέλεσμα του βαθέος κράτους. Αλλά πώς λειτουργεί αυτό το βαθύ κράτος;
Για όσους λοιπόν σοκάρονται με την τρομακτική άγνοια του σταθμάρχη Λάρισας και για το πώς ένας άνθρωπος τέτοιας αντικειμενικής υστέρησης —ένας άνθρωπος που δεν καταλάβαινε τίποτα και σίγουρα δεν έκανε για αυτή τη δουλειά— βρέθηκε σε ένα τόσο κρίσιμο, σημαντικό και τελικά μοιραίο πόστο, να θυμίσουμε μια ιστορία όχι και τόσο μακρινή. Εχει να κάνει και με τρένα και με διορισμούς και με ελληνικό κράτος — ελληνικό κράτος όλων των πολιτικών του εκφάνσεων:
♦ Το καλοκαίρι του 2009, τρεις μήνες πριν από τις εκλογές εκείνης της χρονιάς, έγιναν στην «Αττικό Μετρό» 285 προσλήψεις. Αυτές, ύστερα από έρευνα, αργότερα, του Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης και καθώς η χώρα όδευε προς τα μνημόνια, κρίθηκαν υπεράριθμες και παράνομες. Οι προσληφθέντες απελύθησαν. Και προσέφυγαν διαμαρτυρόμενοι στη φιλόστοργη ελληνική Δικαιοσύνη.
♦ Καθώς η υπόθεση πήγε στα δικαστήρια, η δικογραφία ήταν κάπως αποκαλυπτική:
Πρώτον, κατά μία σατανική σύμπτωση, το 80% των διορισθέντων κατάγονταν από τη Ροδόπη και τη Λάρισα –από τις δύο περιοχές όπου είχαν εκλεγεί, αντιστοίχως, ο τότε υπουργός Μεταφορών, Ευριπίδης Στυλιανίδης και ο τότε υπουργός ΠΕΧΩΔΕ, Γιώργος Σουφλιάς.
Δεύτερον, στα χέρια των υπευθύνων της «Αττικό Μετρό», μεταξύ πολλών άλλων βιογραφικών, είχε φτάσει ένα από το γραφείο του κ. Σουφλιά, στο οποίο κάποιος από το γραφείο του υπουργού είχε σημειώσει ιδιοχείρως για τον συγκεκριμένο υπό πρόσληψη εργαζόμενο: «Δεν κάνει για τίποτε. Βολέψτε τον κάπου».
♦ Οταν η χώρα πια είχε σταλεί στα μνημόνια και κάποιοι ζήτησαν από τον κ. Στυλιανίδη εξηγήσεις για το προεκλογικό ρουσφέτι, εκείνος είχε ζητήσει και τα ρέστα, λέγοντας το εξής αμίμητο: «Δεν πρέπει να απολογηθώ εγώ γι’ αυτό, πρέπει να απολογηθεί το ελληνικό κράτος, που τα τελευταία 40 χρόνια δεν είχε ούτε έναν άνθρωπο από τη Θράκη και τη Ροδόπη μέσα σε τέτοιου είδους θέσεις εργασίας». Με λίγα λόγια, έφταιγε το κράτος που το Μετρό της Αθήνας δεν είχε γίνει πεδίο βολέματος της εκλογικής πελατείας του υπουργού —και αυτός απλώς «απεκατέστησε» την αδικία.
♦ Τον Δεκέμβριο του 2014, επί καραμπινάτης τρόικας και μέιλ Χαρδούβελη, με μια κυβερνητική τροπολογία σε ένα νομοσχέδιο για το «Παρατηρητήριο για την άνοια» —άλλη σύμπτωση αυτή, αλλά όχι σατανική, απλώς σουρεαλιστική— η Βουλή ψήφισε ομόφωνα να ανοίξει ο δρόμος για την επαναπρόσληψη των απολυθέντων. Τη σχετική τροπολογία είχε ψηφίσει και ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος κατά τα άλλα ήταν στα κάγκελα για κάθε τι άλλο ερχόταν από τους επάρατους Σαμαροβενιζέλους.
Δεν χρειάζεται να σταθούμε πολύ στο πώς έγιναν τα εκατοντάδες αυτά ρουσφέτια, στο τι έκαναν και τι δεν έκαναν οι συγκεκριμένοι υπουργοί της ιστορίας μας, ούτε να θυμηθούμε πώς τελικά χρεοκοπήσαμε ως χώρα. Που και αυτά μπορούμε να τα κάνουμε, αν θέλουμε να δούμε πόσο διαβρωτικά λειτουργεί το βαθύ κράτος, αλλά επειδή αυτά δεν έγιναν μόνο τότε, θα μου επιτρέψετε να πω ότι δεν είναι τόσο το θέμα μας εδώ.
Αξίζει να σταθούμε σε αυτό το ιδιόχειρο σημείωμα για εκείνον τον επιβεβαιωμένα άχρηστο, να εξετάσουμε αυτό το μνημείο γραφειοκρατικού χαϊκού, που μέσα από την αντίφασή του, αποτυπώνει το θεμελιώδες πρόβλημα και της σημερινής Ελλάδας:
Ζούμε σε μια χώρα που πρώτα παράγει ανθρώπους που «δεν κάνουν για τίποτε». Και έπειτα ένα ολόκληρο σύστημα, ολόκληρη η χώρα ανεξάρτητα από παρατάξεις, ψάχνει να τους «βολέψει κάπου».