Ναι, μπορεί, όταν παραιτηθεί από κάθε φιλοδοξία, από κάθε προσπάθεια να καταφέρει κάτι που θα ήταν άξιο να επαινεθεί.
Ένας άλλος τίτλος που, επίσης, θα ταίριαζε σ’ αυτό το κείμενο θα ήταν, «Ένας κίνδυνος: Να ηττηθούμε χωρίς να αγωνιστούμε». Τον άφησα όμως για το κλείσιμό του.
Όπως και να έχει το πράγμα: Αυτή είναι η περίπτωση που χαρακτηρίζει τη χώρα μας και την ελληνική κοινωνία, σήμερα. Ό,τι χειρότερο θα μπορούσε να μας συμβεί. Τι να προηγήθηκε, άραγε; Η έλλειψη επαίνου ή η ισοπεδωτική μετριότητα; Ένας φαύλος κύκλος, αυτό, που κρατά το κατά κεφαλήν ηθικό μας καθηλωμένo, για χρόνια, στο ναδίρ.
Ακόμα και οι, υποδεέστερες του επαίνου, έννοιες, όπως η αναγνώριση, η αποδοχή, η επιδοκιμασία, ιδιαίτερα στις σχέσεις των μεγαλύτερων με τους νέους, είναι ανεξάντλητες πηγές κουράγιου και ενθάρρυνσης, ενώ, πολλές φορές, απ’ αυτές μπορούν να εκπορευθούν και να κινητοποιηθούν τεράστιες εσωτερικές δυνάμεις. Και, συνήθως, δεν στοιχίζουν και τίποτα.
Ακόμα και το φιλότιμο, αυτό το εξέχον χαρακτηριστικό της κοινωνικής συμπεριφοράς και βασικό στοιχείο της εργατικής μας κουλτούρας, δεν είναι υπεράνω του ευεργετικού επαίνου και θαυμασμού. Ο Στ. Ράμφος, εν προκειμένω, διεισδυτικότατα επισημαίνει: Φιλοτιμία είναι ο κερδισμένος σεβασμός και η αναγνώριση εκ μέρους του άλλου της αξίας της πράξεώς μας. Μοιάζει σαν το φιλότιμο να αποτελεί τη θετική όψη της ματαιοδοξίας. Συνεπώς, το φιλότιμο δεν είναι και τόσο ανιδιοτελές, όσο το νομίζουμε.
Σύμφωνα με έναν αγαπημένο αφορισμό: “Οι μεγάλες αποδόσεις, οι ξεχωριστές επιδόσεις δεν επιβάλλονται: υποβάλλονται”: Η Ελίζα Ντούλιτελ στο έργο του Τζ. Μπέρναρντ Σω, Πυγμαλίων, ή (και) Ωραία μου Κυρία, λέει σε κάποιο διάλογο, περίπου τα εξής: “Εκτός από τα πράγματα που μπορεί να ξεσηκωθούν, όπως το ντύσιμο, οι χειρονομίες, ο λόγος, τη διαφορά μεταξύ μιας κυρίας και μιας ανθοπώλιδας την κάνει όχι το πώς η τελευταία συμπεριφέρεται στους άλλους, αλλά το πώς οι άλλοι συμπεριφέρονται σ’ αυτήν”, για να συνεχίσει: “Θα είμαι πάντα μια ανθοπώλις για τον καθηγητή Χίγκινς, γιατί αυτός μού συμπεριφέρεται, συνεχώς, όπως έχει συνηθίσει να συμπεριφέρεται σε μια ανθοπώλιδα. Ξέρω όμως ότι στα μάτια τού Συνταγματάρχη (Πίκερινγκ), μπορώ να είμαι μια κυρία, γιατί αυτός, αντίθετα, μού συμπεριφέρεται πάντα σαν να έχει μπροστά του μια κυρία”.
Ο Β. Καραποστόλης προσθέτει και μια άλλη διάσταση στην προβληματική του επαίνου. Αναφέρει: Η αλήθεια είναι ότι η Δημοκρατία είναι ένα πολίτευμα που ψαλιδίζει τις εξάρσεις, που παραγκωνίζει πολλές φορές το εξαιρετικό. Φορές φορές μοιάζει να αρέσκεται στην αποσιώπηση, ακόμα και στη μιζέρια της ανωνυμίας.
Πολλοί, εξάλλου, έχουν κατηγορήσει τη Δημοκρατία και για έλλειψη μεγαλείου. Λείπουν ακόμα και οι πιο απλές απονομές τιμών, οι στοιχειώδεις πράξεις, με τις οποίες μια κοινωνία θα όφειλε να επιδοκιμάζει τους συνεπείς στα καθήκοντα τους, τους δημιουργικούς, τους κοπιώντες αφανείς, που προσθέτουν το κάτι παραπάνω στο αποτέλεσμα της δουλειάς τους.
Περισσότερο από τις πολυαναμενόμενες επενδύσεις, πρέπει σ’ αυτή τη χώρα, εν είδει υποδομής, να σκεφτούμε πως θα οργανώσουμε νέους και αποτελεσματικούς θεσμούς επιβράβευσης και ενθάρρυνσης, που να μη θυμίζουν παλιές, πομπώδεις τελετές χωρίς αντίκρισμα.
Ας μην ξεχνάμε ότι ο Άγνωστος Στρατιώτης έχει το μνημείο του. Οι τιμές όμως δεν πρέπει να συνδέονται μόνο με τον πόλεμο ή μόνο με την μεγάλη Ιστορία. Άξια τιμής είναι και κάθε πράξη που αποκλίνει γενναία από τις συνηθισμένες, αποθέτοντας κάτι στο κοινό ταμείο.
Και υπάρχουν τέτοιες πράξεις, ό,τι κι αν λέγεται περί του αντιθέτου από τους δικολάβους της ηττοπάθειας και της ισοπέδωσης.
Ήδη, ακούγονται γύρω μας φωνές που τρυπάνε τ’ αυτιά μας: Εκπαιδευτικοί του μαυροπίνακα που δίνουν στο μάθημά τους τον καλύτερο εαυτό τους. Ερευνητές που εργαζόμενοι σε εχθρικό περιβάλλον και με ανύπαρκτους πόρους διαπρέπουν σε διεθνή fora. Πρωταγωνιστές του ιδιωτικού τομέα που δοκιμάζουν τις δυνάμεις τους σε απαιτητικούς τομείς όπως αυτοί της πληροφορικής, των γεωπονικών επιστημών, της κλινικής ιατρικής, της φυσικής, της χημείας, της βιολογίας, της επιστήμης των υλικών, των οικονομικών. Νέοι αγρότες που ζητάνε απελπισμένα κατευθυντήριες γραμμές, για να αναδιαρθρώσουν τις καλλιέργειές τους. Και άλλοι νέοι, επίσης, που θέλοντας να κάνουν το επόμενο βήμα στην επιχείρησή τους, βρίσκονται αντιμέτωποι με χαοτικούς “κωδικούς” και “προγράμματα”. Είναι, ακόμα, και οι, νέας γενιάς, εξαγωγείς μας που δίνουν τη μάχη της ποιότητας και της προστιθέμενης αξίας.
Όλα αυτά: ενθαρρυντικά παραδείγματα που διαμηνύουν ότι: «χαμένη μάχη είναι αυτή που δεν δόθηκε ποτέ».
Και όλα αυτά, την ίδια στιγμή που οι κυβερνώντες, χρόνια τώρα, στέκονται αδέξιοι και αναβλητικοί μπροστά σ’ αυτή τη σφύζουσα διαθεσιμότητα!: Μεγάλος μπελάς, προφανώς, η οργάνωση της ζωτικότητας!…
Κι όμως, αν υπάρχει μια ευκαιρία, μια ανάγκη για εφαρμογή από την κυβέρνηση κάποιου μοντέλου fast track, αυτή πρέπει να εκδηλωθεί εδώ και τώρα, ακριβώς, στην υποδοχή, την τόνωση και την οργάνωση αυτής της ζωτικότητας!
Γιατί αλλιώς: Κινδυνεύουμε να ηττηθούμε χωρίς να αγωνιστούμε.
O κ. Κωστούλας είναι πρώην γενικός διευθυντής εταιρειών του ευρύτερου χρηματοπιστωτικού τομέα. E-mail: gcostoulas@gmail.com