Ντέιβιντ Σασούν: Προσπάθησε να αγοράσει τράπεζα με πλαστά χαρτιά
Πώς κατάφερε ο Σασούν να συγκεντρώσει χρήματα και ποια ήταν τα μεγαλεπήβολα σχέδια που παρουσίαζε ως δέλεαρ στους συνομιλητές του | Μαριάννα Κακαουνάκη
H «Κ» αποκάλυψε την περασμένη Κυριακή πως ο εμφανιζόμενος ως κροίσος, Αμερικανοεβραίος Ντέιβιντ Σασούν δεν είναι αυτός που ισχυρίζεται πως είναι. Εχει καταδικαστεί στο εξωτερικό για ποινικά αδικήματα, ενώ σύμφωνα με επίσημα έγγραφα το πραγματικό του όνομα είναι Καλίντ Ελ Σερίφ και είναι Σουδανός υπήκοος.
Στην Ελλάδα έφθασε τον Αύγουστο του 2020. Οδικώς, με ένα παλιό αυτοκίνητο και σύμφωνα με μαρτυρίες χωρίς ταξιδιωτικά έγγραφα. Είχε μόλις αποφυλακιστεί και ήταν απένταρος. Πώς όμως κατάφερε μέσα σε τρία χρόνια να διοργανώσει ένα συνέδριο με κόστος μισού εκατ. ευρώ και κεντρικό ομιλητή τον πρώην ΥΠΕΞ των ΗΠΑ Μάικ Πομπέο; Η «Κ» ερεύνησε και παρουσιάζει τη δράση του Ντέιβιντ Σασούν στην Ελλάδα.
Το πρώτο «δάγκωμα»
Παρότι τους πρώτους έξι μήνες κάνει πολλές επαφές στην Ελλάδα, δεν καταφέρνει να «σηκώσει» χρήματα, ούτε τα εκατομμύρια από το υποτιθέμενο trust φθάνουν ποτέ στους τραπεζικούς λογαριασμούς της εταιρείας. Τον Ιανουάριο του 2021 ανακοινώνει πως εγκαταλείπει επενδυτικά την Ελλάδα και ξεκινάει διαπραγματεύσεις στη Νότια Αφρική. Κλείνει μια συμφωνία με την Βluedrop, στην οποία θα επένδυε 40 εκατ. για ενεργειακά έργα. Ο Σασούν ζητάει –και εκείνοι του στέλνουν– 48.000 δολάρια για «τεχνικές μελέτες» που πρέπει να γίνουν για να ξεκινήσει το έργο.
Παράλληλα σχηματίζει μια νέα ομάδα συνεργατών από την Αμερική και το Ισραήλ και τους προσκαλεί στο Cape Sounio. «Ανυπομονούμε να γνωριστούμε και να χτίσουμε φιλίες», τους γράφει. Δίνει μια προκαταβολή στο ξενοδοχείο και ζητάει από ένα ταξιδιωτικό γραφείο στο Ισραήλ μια διευκόλυνση: «Να μας δώσει μια πιστωτική κάρτα, αλλά να πληρώσει μετά την εκδήλωση. Είχε έρθει συστημένος και δυστυχώς το δεχθήκαμε», λέει σήμερα η Μπατία Ιντάν, που είχε αναλάβει τις κρατήσεις. Ανάμεσα στους 25 καλεσμένους είναι νέοι συνεργάτες, οι οικογένειές τους αλλά και «VIPs», όπως ο ίδιος τους αποκαλεί. Ενας Ελληνοαμερικανός πρώην υψηλόβαθμος αξιωματούχος των αμερικανικών υπηρεσιών πληροφοριών, ένας Ισραηλινός απόστρατος ταξίαρχος, ένας επιφανής ραβίνος. Τρεις συμμετέχοντες που μίλησαν στην «Κ» διηγούνται πως όλοι –ακόμη και εκείνοι που είχαν αμφιβολίες για τον άγνωστο δισεκατομμυριούχο– εντυπωσιάστηκαν από τη φιλοξενία. Ταξιδεύουν πρώτη θέση, μένουν σε σουίτες, διασκεδάζουν σε δεξιώσεις στην παραλία, τα βράδια καπνίζουν πούρα στην προεδρική σουίτα του Σασούν. «Βλέπαμε πως υπάρχουν χρήματα. Και το κυριότερο, βλέπαμε γύρω μας σοβαρά, καταξιωμένα πρόσωπα», εξηγούν.
Μετά το τέλος του ταξιδιού, ο Ελληνοαμερικανός «VIP» πείθεται να μπει στο Δ.Σ. του Sassoon Group. Απευθύνεται στο γραφείο ενός δικηγόρου στο Κολωνάκι και του ζητάει νομική υποστήριξη ώστε να βγάλει ο Σασούν ελληνική υπηκοότητα. Ο δικηγόρος θα βρεθεί μαζί του δύο φορές. Θέλει, λέει, να αγοράσει το λιμάνι του Ηρακλείου για να μην το πάρουν οι Κινέζοι. Θέλει υψηλές πολιτικές και επιχειρηματικές γνωριμίες και τις θέλει γρήγορα. Ο δικηγόρος αποφασίζει να ενημερώσει τις Αρχές. «Εάν δεν κάνει κατασκοπεία, πρόκειται για μεγαλοαπατεώνα», τους γράφει σε αλληλογραφία που έχει περιέλθει εις γνώσιν της «Κ». Συμπτωματικά, λίγες εβδομάδες αργότερα πρώην συνεργάτης του Σασούν θα τον καταγγείλει και οι ελληνικές αρχές βρίσκουν στοιχεία για τη δράση του στην Αγγλία. Δεν έχει όμως κατηγορηθεί ότι έχει εξαπατήσει κάποιον στην Ελλάδα και έτσι, του λένε, δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί έγκλημα.
Εν τω μεταξύ, το ταξιδιωτικό γραφείο κάνει μήνυση στη σύζυγο του Σασούν, καθώς παρά τις συνεχείς διαβεβαιώσεις και τα υποτιθέμενα εμβάσματα, δεν εισπράττει τα 70.000 δολάρια που του οφείλει. Ούτε το ξενοδοχείο έχει εξοφληθεί. Ο Σασούν ζητάει από τους συνεργάτες του να του δανείσουν χρήματα. Αρνούνται, αλλά μία εξ αυτών δέχεται ένα πανικόβλητο τηλεφώνημά του, υποτίθεται από το αστυνομικό τμήμα. «Εάν δεν πληρώσεις τώρα, θα συλληφθώ», της λέει. Εκείνη καταθέτει 15.000 ευρώ στο ξενοδοχείο (στο οποίο ακόμη και σήμερα εκκρεμεί οφειλή. Το ταξιδιωτικό γραφείο θα εξοφληθεί τελικά έπειτα από μήνες από τον «VIP» ραβίνο).
Οι νέοι συνεργάτες συνειδητοποιούν πως υπάρχουν σοβαρά κενά, καθώς ούτε η επένδυση στη Νότια Αφρική προχωρεί. Ο Σασούν ζητάει επίμονα και άλλα χρήματα και η Βluedrop εγκαταλείπει. Σχεδόν όλη η ομάδα του ομίλου παραιτείται ταυτόχρονα. Εκείνο το διάστημα έχει ξεκινήσει εκ νέου επαφές στην Ελλάδα. Μια από αυτές με την χρηματιστηριακή «Solidus Securities». Συναντιούνται και συζητούν μια πιθανή συνεργασία. Ο Σασούν, έλεγε, θα έφερνε πελάτες και εκείνοι θα τους έβαζαν στο χρηματιστήριο. Δεν είχαν καταλήξει στους όρους της συνεργασίας όταν έμαθαν τυχαία πως κυκλοφορούσε στην αγορά ένα φυλλάδιο που τους εμφάνιζε ως συνεταίρους, σε κοινή εταιρία. Η Ελληνίδα την οποία εμφάνιζε ως επικεφαλής της εταιρίας ήταν πρώην συνεργάτης του Σασούν, η οποία μετά από μήνες απλήρωτη είχε αποχωρήσει από τον όμιλο. «Όταν είδαμε το φυλλάδιο, κόψαμε κάθε επαφή και βγάλαμε επίσημη ανακοίνωση» λέει στην «Κ» ο Αλέξανδρος Σίνος της Solidus. Στην ανακοίνωση αυτή, που δημοσιεύεται την 1η Νοεμβρίου του 2021, η χρηματιστηριακή «εφιστά την ιδιαίτερη προσοχή του επενδυτικού κοινού σε αυτή την απολύτως παραπλανητική ενημέρωση».
Εκείνος όμως δεν πτοείται. Αναζητά και βρίσκει την επόμενη επένδυση 30 εκατομμυρίων δολαρίων – ένα ξενοδοχείο στο Καμερούν. Ο νέος του συνέταιρος εκεί, του στέλνει μέσα στο 2022, τρία εμβάσματα συνολικού ύψους 600,000 δολαρίων.
Ηθελε να αγοράσει και το λιμάνι του Ηρακλείου για να μην το πάρουν οι Κινέζοι. Ενας δικηγόρος ενημερώνει τις Αρχές: «Εάν δεν κάνει κατασκοπεία, πρόκειται για μεγαλοαπατεώνα».
Δεν είναι, όμως, τα μόνα χρήματα που έχει λάβει ο Σασούν αυτά τα τρία χρόνια στην Ελλάδα. Ο Ισραηλινός επιχειρηματίας Ιτζικ Νταχάν υπολογίζει πως μόνο από τις δικές του επαφές ο Σασούν έχει εισπράξει περίπου 1 εκατ. δολάρια. Οι δύο άνδρες συναντήθηκαν για πρώτη φορά τον Δεκέμβριο του 2021. Συζήτησαν για επενδύσεις και πήγαν για καφέ με το παμπάλαιο αυτοκίνητο του Σασούν. Στο βενζινάδικο έδωσε χαρτονόμισμα των 50 ευρώ και ζήτησε να του βάλουν 20 ευρώ βενζίνη. «Προφανώς κάτι δεν κολλούσε με το προφίλ του δισεκατομμυριούχου, αλλά είχε μια εξήγηση για τα πάντα. Π.χ. με το αμάξι είχε δέσιμο, γιατί με αυτό είχαν φθάσει στην Ελλάδα. Σκέφθηκα πως πρόκειται για κάποιον εκκεντρικό πλούσιο. Στις συναντήσεις φαινόταν επαγγελματίας», εξηγεί ο Νταχάν.
Ο Σασούν του ανακοινώνει πως έχει ανοίξει ένα λογαριασμό στην Αμερική με εκείνον δικαιούχο και ότι θα καταθέσει άμεσα 73,5 εκατ. για τις επενδύσεις τους. Παράλληλα συζητούν τους απίστευτα ευνοϊκούς όρους που προσφέρει σε όσους αγοράσουν ομόλογα της ιδιωτικής του τράπεζας. O Νταχάν αποφασίζει να καταθέσει 100.000 δολάρια γι’ αυτόν τον σκοπό. Το ίδιο κάνουν πολλοί φίλοι και γνωστοί του.
Το καλοκαίρι του 2022 ο Νταχάν του γνωρίζει και τον Ντόρον Ζέντνερ, επικεφαλής στην Ευρώπη του Taglit, ενός εβραϊκού εκπαιδευτικού οργανισμού που έψαχνε χορηγούς στην Ελλάδα. «Χωρίς δεύτερη σκέψη o Σασούν μου είπε πως θα αναλάβει όλα τα έξοδα μιας λαμπρής εκδήλωσης για συγκέντρωση κεφαλαίων», θυμάται ο Ζέντνερ. Οταν ρωτάει στην εβραϊκή κοινότητα για τη νέα του επαφή, κανείς δεν τον γνωρίζει, αλλά έχει ήδη ξεκινήσει μια ενθουσιώδης αλληλογραφία για το γκαλά, οπότε δεν το ψάχνει παραπάνω.
Την ίδια περίοδο, οι συνεργάτες του Σασούν επικοινωνούν με την Attica Bank ζητώντας συνάντηση. Στις 2 Αυγούστου ο πρόεδρος Κωνσταντίνος Μακέδος τον υποδέχεται στο γραφείο του. Ακούει την ιστορία της δυναστείας αλλά και την πρόθεσή του να αγοράσει την τράπεζα. Ακολουθούν και άλλες συναντήσεις, προγραμματίζουν γεύμα στην Τράπεζα της Ελλάδος. Οταν όμως θα λάβουν την επίσημη πρόταση είναι επιφυλακτικοί. «Είναι πολύ καλή για να είναι αληθινή», θα σχολιάσει ο Γιάννης Στουρνάρας όταν τη διαβάσει. Οι δύο τραπεζίτες συμφωνούν πως πρέπει να το ψάξουν πριν προχωρήσουν.
Ο Μακέδος το αναθέτει σε ένα δικηγορικό γραφείο και εκείνοι ανακαλύπτουν πως τα στοιχεία του φακέλου της εταιρείας με έδρα την Αμερική (όπως για παράδειγμα ο ΑΦΜ, το SEC file number, ακόμη και η διεύθυνση) δεν είναι έγκυρα. «Η έρευνα εγείρει σοβαρές αμφιβολίες. Επιβάλλεται περαιτέρω έλεγχος», καταλήγουν στην αναφορά τους. Ακολουθώντας νομικές συμβουλές ενημερώνεται η Τράπεζα της Ελλάδος. Από εκεί, το Μέγαρο Μαξίμου αλλά και η Συνεταιριστική Τράπεζα Κεντρικής Μακεδονίας, με την οποία επίσης διαπραγματευόταν ο Σασούν εκείνη την περίοδο.
Το τηλεφώνημα
Εν τω μεταξύ, ο Ισραηλινός Νταχάν επισκέπτεται ξανά τον Σασούν και βλέπει πως πλέον κυκλοφορεί με Πόρσε, οδηγό και ασφάλεια. Κάπως αυτή η «αναβάθμιση» τον καθησυχάζει. Αλλωστε, ο Σασούν έχει καταθέσει τα 73,5 εκατ. δολάρια – του δίνει και το παραστατικό. Ο Νταχάν σε ανύποπτο χρόνο παρατηρεί πως ο αριθμός του λογαριασμού είναι «123456789». Η τράπεζα επιβεβαιώνει αυτό που φαντάζεται. Οτι το παραστατικό είναι πλαστό. Τηλεφωνεί στον Σασούν και καταγράφει τη συνομιλία. «Ο,τι και να σου πω δεν θα με πιστέψεις… Δουλεύω για σένα νυχθημερόν… Οι επενδύσεις είναι αληθινές. Θα γίνουν», ακούγεται να επιμένει ο Σασούν, παρότι μόλις έχει αποκαλυφθεί. «Το μόνο που θέλω είναι να επιστρέψεις τα χρήματα σε όσους σου έφερα και αγόρασαν ομόλογα», απαντάει ο Νταχάν.
Δεν τον καταγγέλλει, με την ελπίδα ότι τα χρήματα θα επιστραφούν (μέχρι σήμερα ο ίδιος έχει λάβει μόνο 6.000 δολάρια). Προειδοποίησε όμως τότε τον Ζέντνερ, ο οποίος προετοιμαζόταν για την εκδήλωση του Taglit στην Αθήνα. «Ολα είναι έτοιμα, ο Σασούν έχει πληρώσει τα πάντα, δεν μπορώ να ακυρώσω», του λέει. Και πράγματι, στις 7 Νοεμβρίου ο Σασούν, ως νέος πρόεδρος του Τaglit στην Ελλάδα, υποδέχεται τον πρώην πρόεδρο του Ισραήλ Ριβλίν, τον Ισραηλινό πρέσβη στην Ελλάδα Κατζ και πολλούς επισήμους. Η βουλευτής Κατερίνα Μονογυιού θα παραλάβει βραβείο εκ μέρους του πρωθυπουργού (σύμφωνα με την ίδια, το Μαξίμου δεν το γνώριζε). Ακολουθεί δεξίωση με ζωντανή μουσική στο ξενοδοχείο Grand Hyatt (το οποίο ακόμη δεν έχει εξοφληθεί και έχει κινηθεί δικαστικά εναντίον του ομίλου). Το επόμενο διάστημα ο Ζέντνερ προειδοποιείται εκ νέου για το «ανησυχητικό παρελθόν» του Σασούν. Αποφασίζουν από το Τaglit να διακόψουν τη συνεργασία τους. Τον ενημερώνουν, αλλά δεν βγάζουν κάποια επίσημη ανακοίνωση.
Στις 18 Νοεμβρίου 2022 συστήνεται μια νέα εταιρεία, η Joseph Sassoοn Hellas, που υποτίθεται ότι θα διαχειρίζεται τα εκατομμύρια του καταπιστεύματος. Με έδρα τη Ρόδο, αρχικό κεφάλαιο 25.000 ευρώ και ιδρυτές έναν Ελληνα δικηγόρο και τον αδελφό του, συνεργάτες του Σασούν. O ίδιος δεν εμφανίζεται στα παραστατικά της σύστασης της εταιρείας.
Ο χαμένος ξάδελφος και η «δανεική» γιαγιά
Ο Σασούν κάποια στιγμή μαθαίνει πως στην Ελλάδα ζει κάποιος Μάικλ Κατάουι και τον αναζητεί διακαώς (ισχυρίζεται πως η μητέρα του ήταν η Ζόζεφιν Κατάουι της γνωστής δυναστείας). Ο «πραγματικός» Κατάουι ακούει τον ισχυρισμό πως έχουν τον ίδιο προπάππου και γνωρίζοντας το γενεαλογικό του δέντρο, του λέει με βεβαιότητα πως δεν είναι συγγενείς. «Επέμενε και έλεγε μάλιστα πως δικαιούμαι μερίδιο της περιουσίας, ζητώντας μου να μπω στο Δ.Σ. Αρνήθηκα προφανώς και δεν δέχθηκα καν να τον συναντήσω», λέει στην «Κ» ο Μάικλ Κατάουι.
Στην Αθήνα, πάντως, ο Σασούν καταφέρνει να κάνει αμέτρητα επαγγελματικά και κοινωνικά ραντεβού. Σε όσους θα συναναστραφεί αφηγείται απίθανες ιστορίες από τη CIA, τον σκύλο που έχει από τις ειδικές δυνάμεις (ενώ τον βρήκε στην Αθήνα). Την ταινία «Black Hawk Down», υποτίθεται εμπνευσμένη από αποστολή του στη Σομαλία. Σύμφωνα με επίσημα αμερικανικά έγγραφα που έχει στη διάθεσή της η «Κ», ουδέποτε υπηρέτησε στον αμερικανικό στρατό. Το 1992 μπήκε στις ΗΠΑ με σουδανικό διαβατήριο και το όνομα «Καλίντ Ελ Σερίφ». Από το 2005 μέχρι και το 2013 είχε επανειλημμένως εκτίσει ποινές στις αμερικανικές φυλακές για οικονομικές απάτες.
Μη γνωρίζοντας το παρελθόν του, υπάρχουν κάποιοι που πείθονται. Κάποιος τον προτείνει να γίνει μέλος στην Αθηναϊκή Λέσχη. Ξεκινάει συνεργασία με τις εκδόσεις «Μίλητος» με σκοπό να κυκλοφορήσει την εφημερίδα «Τhe Jewish Hellenic Post». Ενας εφοπλιστής, με βαρύ όνομα, αλλά μικρή ναυτιλιακή δραστηριότητα, θα επενδύσει 300.000 ευρώ (η «Κ» επικοινώνησε μαζί του, αλλά δεν θέλησε να τοποθετηθεί).
Φέτος την άνοιξη αποφασίζει να κάνει το συνέδριο. Προσλαμβάνει εταιρείες διοργάνωσης και επικοινωνίας, «κλείνει» μέσω ενός ατζέντη τον Πομπέο (με αμοιβή 225.000 δολαρίων), δίνει συνεντεύξεις. Μέχρι τα μέσα της περασμένης εβδομάδας, πολλοί εξ αυτών που εργάστηκαν για το συνέδριο ήταν απλήρωτοι.
Το συνέδριο, πάντως, έγινε. Το προηγούμενο βράδυ ο Σασούν παρέθεσε δείπνο στο πολυτελές διαμέρισμα στα Ανάκτορα που είχε μόλις νοικιάσει επιπλωμένο γι’ αυτόν τον σκοπό. Καλεσμένοι ο Πομπέο, ο πρέσβης του Ισραήλ και ο πρέσβης των ΗΠΑ – με τον οποίο γνωρίστηκε εκείνο το βράδυ. Συζητούν για όλα όσα σκοπεύει να κάνει για την Ελλάδα με τη στήριξή τους. Είναι, άλλωστε, η χώρα όπου γεννήθηκαν οι πρόγονοί του, τους λέει, δείχνοντας έναν πίνακα στην τραπεζαρία, πορτρέτο μιας νεαρής γυναίκας. «Είναι η γιαγιά μου, που γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη», αναφέρει. Μόνο που ο πίνακας ανήκει εδώ και πολλά χρόνια στον Ελληνα ιδιοκτήτη του σπιτιού.