Advertisement

O οικισμός  Δρυμωνάρι (Κυπριωτιάνικα)

1.177

Μικρός οικισμός περίπου στο μέσον των Κυθήρων και σε μικρή κοιλάδα που σχηματίζεται στο ΝΑ άκρο της οροσειράς της Σκληρής. Ο οικισμός αναφέρεται με την ονομασία Δρυμωνάρι από τις αρχές του 14ου αι. στη διανομή των Βενιέρων, στην οποία μάλιστα γίνεται λόγος για το σημείο pozzo Drimonari (=πηγάδι στο Δρυμωνάρι), πιθανότατα το παλαιό πηγάδι στη Ν είσοδο του οικισμού, δεν φαίνεται, όμως, αν ο οικισμός αυτός κατοικείται την εποχή αυτή.

Σε άλλο έγγραφο των ορίων των περιουσιών των Βενιέρων αναφέρεται το σημείο Grotta a Drimonari (σπηλιά στο Δρυμωνάρι)[1] και το σημείο αυτό συμπίπτει πιθανότατα με τη μικρή σπηλιά δίπλα στο ναό του Αγ. Νικολάου στο κέντρο του οικισμού. Ίσως μάλιστα η εγγραφή αυτή να σημαίνει ότι κατά την εποχή καταγραφής των ορίων δεν υπάρχει ο ναός αυτός, αφού μάλλον αυτός θα αναφερόταν ως όριο, εκτός βέβαια και πρόκειται για άλλη σπηλιά, αφού στην ευρύτερη περιοχή έχει αρκετές. Η κατοίκηση πάντως από τα παλιά χρόνια είναι πιθανή και για το λόγο ότι ο οικισμός βρίσκεται στις παρυφές της μικρής, αλλά εύφορης και υπήνεμης κοιλάδας που βρίσκεται στα Δυτικά. Το Δρυμωνάρι αναφέρεται ανάμεσα σε τοπωνύμια σχετικά με αγροτικές δραστηριότητες από τα μέσα του 15ου αι., δεν αναφέρονται όμως και εδώ ενδείξεις για κατοίκηση[2].

Αγ. Μηνάς
Αγ. Νικόλαος
Αρχιστράτηγος
Άποψη από τον οικισμό
Άποψη από τον οικισμό

Την πιθανότητα κατοίκησης της περιοχής από τον 14ο αι. ενισχύει το γεγονός ότι σε πολύ μικρή απόσταση από τον σημερινό οικισμό και περίπου ανάμεσα σε αυτόν και στα Δόκανα, υπάρχει ακόμα ο ναός της Αγίας Βαρβάρας[3], που χρονολογείται στο τέλος του 13ου αι., δίπλα από φρυκτωρία των βυζαντινών χρόνων.

Πλησίον αυτού του σημείου διερχόταν η παλαιότατη διαδρομή Αβλέμονας-Μητάτα-Μυλοπόταμο. Δεν θα ήταν καθόλου απίθανο, λοιπόν, να έχουν αναπτυχθεί οι μικροί οικισμοί Δόκανα και Δρυμωνάρι κοντά σ’ αυτόν το δρόμο. Ο ναός του Αγίου Νικολάου, που αναφέραμε παραπάνω, μαζί με τρεις ακόμα ναούς, του Αρχιστρατήγου, Αγίου Μηνά και Αγίου Γεωργίου[4], βρίσκονται μέσα ή κοντά στον οικισμό και αναφέρονται ήδη στις πηγές από το 1697, άρα είναι παλαιότεροι. Ο οικισμός αναφέρεται ανάμεσα στις κατοικούμενες περιοχές από τις αρχές του 18ου αι., ενώ κατά τον αιώνα αυτόν εμφανίζεται για πρώτη φορά και η ονομασία Κυπριωτιάνικα, από το επώνυμο Κυπριώτης, ενός οικιστή που έφθασε εκεί από το γειτονικό Κυπέρι (Φριλιγκιάνικα).

Μάλιστα και το επώνυμο Κυπριώτης προέρχεται από το παλαιότατο (αναφέρεται από τις αρχές του 14ου αι.) Κυπεριώτης[5], το οποίο είναι πατριδωνυμικό από το Κυπέρι. Αργότερα, τον 15ο αι., το επώνυμο συναντάται και ως Κιπριάτης, ενώ τον 16ο αι. έχουμε άφθονες αναφορές σε Κιπεριάτης[6],αλλά και σε Κυπριώτης[7], έτσι ώστε να επιβεβαιώνεται η καταγωγή του Κυπριώτης από το παλαιότατο αυτό κυθηραϊκό επώνυμο.

Την ίδια εποχή αναφέρεται στον οικισμό και το επώνυμο Νικηφόρος (που δίνει το όνομα Νικηφοριάνικα στην περιοχή, όπου ο ναΐσκος του Αγίου Μηνά ανάμεσα σε Αρωνιάδικα και Αλοϊζιάνικα). Η πορεία των οικογενειών αυτών ανιχνεύεται χωρίς δυσκολία στις Ενετικές απογραφές του 18ου αι., ενώ τα χωριά και οι οικιστές τους αναφέρονται και στην οθωμανική απογραφή του 1715[8].

Όσον αφορά την ετοιμολογία της λέξης Δρυμωνάρι, αυτή είναι από το Δρυμών, που σημαίνει τον τόπο που έχει δρυς. Στην αρχαιότητα με τη λέξη δρυς εννοούσαν όλα τα δένδρα. Φαίνεται, λοιπόν, ότι η περιοχή έλαβε την ονομασία Δρυμωνάρι από τα γύρω πυκνά δάση που ίσως υπήρξαν κατά τους μέσους Βυζαντινούς χρόνους. Και σήμερα ακόμη, το πλησίον βουνό Σκληρή καλύπτεται από πυκνούς σχηματισμούς από πουρνάρια, όπως και όλη η περιοχή προς τα γειτονικά Δόκανα και Μητάτα.

Σήμερα ο οικισμός έχει ελάχιστους κατοίκους. Είναι όμως πόλος έλξης για αρκετούς Κυθήριους και μη, που επιθυμούν να εγκατασταθούν σε έναν ήσυχο οικισμό, όπως αυτός.

 

[1] Βλ. αντίστοιχο θέμα στην Εισαγωγή.
[2] Μαρ. Κουμανούδη, «Αγροτικά νοικοκυριά στα Κύθηρα…», σ. 12.
[3] Μ. Χατζηδάκης – Ι. Μπίθα, Ευρετήριο…, σ. 111.
[4] Κώδικας επισκόπου Νεκταρίου Βενιέρη, φ. 31v
[5] Diplomatari…, σ. 186.
[6] Ελ. Χάρου-Κορωναίου – Εμμ. Δρακάκης, Δημήτριος Φάναρης νοτάριος…, σ. 247 και πολλές ακόμα αναφορές.
[7] Ό.π., σ. 129 και αλλού.
[8] Ευ. Μπαλτά, Η οθωμανική…, σσ. 108, 204.

 

Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies. Περισσότερες πληροφορίες.

Οι ρυθμίσεις των cookies σε αυτή την ιστοσελίδα έχουν οριστεί σε "αποδοχή cookies" για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις των cookies σας ή κάνετε κλικ στο κουμπί "Κλείσιμο" παρακάτω τότε συναινείτε σε αυτό.

Κλείσιμο