Advertisement

Οι «δηλητηριώδεις» παγκόσμιες πολιτικές για το νερό

Εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής ο κύκλος του νερού μεταβάλλεται, οπότε ακραία καιρικά φαινόμενα, είτε αυτά είναι ξηρασίες είτε έντονες βροχοπτώσεις, παρατηρούνται ολοένα συχνότερα. Οσο για τις πολιτικές που ακολουθούνται σχετικά με το νερό, είναι «δηλητηριώδεις» σύμφωνα με τον Economist, καθώς οξύνουν τις αντιπαραθέσεις και τις αντιθέσεις, συχνά με λάβαρο τον λαϊκισμό

153

Ο Τσάρλι Αϊσλαντ, από το αμερικανικό ερευνητικό κέντρο World Resources Institute (WRI), θεωρεί ότι το παγκόσμιο πρόβλημα του νερού μπορεί να συνοψιστεί σε έξι λέξεις: «πάρα πολύ, πολύ λίγο, πολύ βρώμικο». Οσον αφορά τη σημασία αυτής της σιβυλλικής απάντησης, ο ΟΗΕ εκτιμά ότι οι πλημμύρες έπληξαν περίπου 1,6 δισ. ανθρώπους μεταξύ 2002 και 2021, σκοτώνοντας σχεδόν 100.000 και προκαλώντας οικονομικές απώλειες άνω των 830 δισ. δολαρίων.

Την ίδια περίοδο οι ξηρασίες έπληξαν 1,4 δισ. ανθρώπους, σκοτώνοντας περισσότερους από 20.000 και κοστίζοντας 170 δισ. δολάρια. Η Παγκόσμια Τράπεζα εκτιμά ότι έως το 2099 η παγκόσμια προσφορά γλυκού νερού κατά κεφαλήν θα μειωθεί κατά 29% σε σύγκριση με το 2000· και κατά ένα τεράστιο 67% στην Αφρική, ενώ θα αυξηθεί κατά 28% στην Ευρώπη.

Αν και η ποσότητα του νερού στη Γη παραμένει σταθερή, η κατάσταση επιδεινώνεται αντί να βελτιώνεται, επισημαίνει ο Economist. Αυτό οφείλεται κυρίως στην κλιματική αλλαγή, η οποία μεταβάλλει τον κύκλο του νερού, καθιστώντας συχνότερα τα ακραία καιρικά φαινόμενα, είτε αυτά είναι ξηρασίες είτε έντονες βροχοπτώσεις.

«Ο θερμότερος αέρας μπορεί να συγκρατήσει περισσότερη υγρασία, η οποία εξατμίζεται πιο εύκολα από τους θερμότερους ωκεανούς. Περισσότερη υγρασία στην ατμόσφαιρα σημαίνει ότι πέφτει περισσότερο νερό ως βροχή ή χιόνι. Αυτό αυξάνει τις πιθανότητες έντονων βροχοπτώσεων σε υγρές περιοχές και ηπιότερων βροχοπτώσεων σε πιο ξηρές περιοχές. Ο “διψασμένος” αέρας είναι πιο πιθανό να ρουφήξει την υγρασία από το έδαφος, παρατείνοντας και επιδεινώνοντας την ξηρασία» γράφει ο Αϊσλαντ.

Οπως συμβαίνει σχεδόν με όλα τα ζητήματα που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή, απαραίτητη προϋπόθεση για την εξεύρεση λύσεων είναι, καταρχάς, η συνεργασία. Ωστόσο οι παγκόσμιες πολιτικές για το νερό είναι «δηλητηριώδεις», υποστηρίζει ο Economist, και μάλιστα στον τίτλο του δημοσιεύματός του, καθώς οξύνουν τις αντιπαραθέσεις και τις αντιθέσεις, συχνά με λάβαρο τον λαϊκισμό.

«Η προσαρμογή θα απαιτήσει όχι μόνο νέες τεχνολογίες, αλλά και νέες πολιτικές. Τα χωριά, οι περιφέρειες και οι χώρες θα πρέπει να συνεργαστούν ώστε να μοιράζονται το νερό που σπανίζει και να δημιουργήσουν αντιπλημμυρικά συστήματα. Οι ανάγκες των αγροτών, που χρησιμοποιούν το 70% του γλυκού νερού στον πλανήτη, πρέπει να εξισορροπηθούν με τις ανάγκες των κατοίκων των πόλεων, καθώς και της βιομηχανίας. Εν ολίγοις, χρειάζεται μια πολιτική εμπιστοσύνης, ένας μακροπρόθεσμος σχεδιασμός τύπου δούναι και λαβείν.

»Ωστόσο η εξάπλωση της δημαγωγίας του “αυτοί και εμείς” κάνει πιο δύσκολη μια τέτοια εξέλιξη. Σε μια παγκόσμια μελέτη ερευνητών του Πανεπιστημίου του Ντάρμσταντ σημειώνεται ότι οι λαϊκιστές υποδαυλίζουν την οργή, σπέρνουν τη δυσπιστία για την επιστήμη και απορρίπτουν τις κλιματικές πολιτικές ως πολιτικές των φιλελεύθερων ελίτ» αναφέρει ο Economist.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η περίπτωση της Χιλής, η οποία συγκαταλέγεται μεταξύ των χωρών της Νότιας Αμερικής που πλήττονται περισσότερο από τη λεγόμενη υδατική καταπόνηση. «Οι συντηρητικοί χιλιανοί γαιοκτήμονες θεωρούν απόλυτα φυσικό το δικαίωμά τους στο νερό φυσικό. Ομως το νερό δεν είναι σαν τη γη. Ενα σπίτι μπορεί να καταπατά τα δικαιώματα ενός γείτονα, αλλά ένα πηγάδι καταστρέφει τα υπόγεια ύδατα για όλους. Η εκχώρηση ενός σταθερού συνόλου δικαιωμάτων στο νερό εσαεί είναι τρέλα.

»Την ίδια ώρα, πολιτικοί και ακτιβιστές της χιλιανής Αριστεράς υποστηρίζουν την ιδέα ότι το νερό είναι ανθρώπινο δικαίωμα. Σε ένα σχέδιο Συντάγματος που υποστηρίχθηκε από την τρέχουσα κυβέρνηση αλλά απορρίφθηκε από τους ψηφοφόρους το 2022, για το νερό γινόταν λόγο 71 φορές, επιβεβαιώνοντας το δικαίωμα όλων σε αυτό, ειδικά αν είναι φτωχοί ή/και αυτόχθονες. Ωστόσο το προσχέδιο παρείχε λίγες ενδείξεις σχετικά με το πώς θα μπορούσε να διανέμεται το νερό».

Οι ανάγκες των αγροτών, που χρησιμοποιούν το 70% του διαθέσιμου επί Γης γλυκού νερού, θα πρέπει να εξισορροπηθούν με τις ανάγκες των κατοίκων των πόλεων, καθώς και της βιομηχανίας (Shutterstock)

 

Θεωρητικά, δεδομένου ότι η Χιλή έχει χιλιάδες χιλιόμετρα ακτογραμμής στον Ειρηνικό, θα αρκούσε να αφαλατώνει το νερό του ωκεανού. Αλλά η κατασκευή μονάδων είναι περίπλοκη (περισσότερο από γραφειοκρατική παρά από τεχνολογική άποψη, σύμφωνα με τον Economist), ενώ η λειτουργία τους θα μπορούσε να καταστεί επιβλαβής για το κλίμα εάν δεν τροφοδοτούνται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

Ορισμένες εναλλακτικές λύσεις υποδεικνύονται από την Ουλρίκε Μπρόσεκ, αναπληρώτρια διευθύντρια αειφορίας στο κέντρο ερευνών Fundación Chile: «Τα αγροκτήματα, στα οποία αντιστοιχούν τα τέσσερα πέμπτα της κατανάλωσης νερού, θα μπορούσαν να χρησιμοποιούν περισσότερο τις τεχνικές της στάγδην άρδευσης και της υδροπονίας. Εάν οι αγρότες πλήρωναν άμεσα για το νερό, θα το χρησιμοποιούσαν πιο αποτελεσματικά. Οι πόλεις, αντί να έχουν αδιάβροχα πεζοδρόμια παντού, θα μπορούσαν να χρησιμοποιούν “κήπους βροχής”, ώστε να συλλέγουν νερό και να αναπληρώνουν τους υδροφόρους ορίζοντες από κάτω».

Η εμπειρία δείχνει επίσης ότι σε μείωση της κατανάλωσης νερού μπορεί να οδηγήσει και η αύξηση της τιμής του, η οποία, ωστόσο, προκαλεί επίσης έντονες αντιδράσεις. Στρέφοντας την προσοχή του από τη Χιλή στην Αυστραλία, ο Economist αναφέρει ότι πρόσφατα «ξέσπασαν διαμαρτυρίες στις αγροτικές περιοχές της Νέας Νότιας Ουαλίας. Ενας τοπικός γεωργικός μηχανικός, ο Τζέιμι Τάσκερ, ισχυρίζεται ότι η κυβέρνηση “κινδυνολογεί” για το περιβάλλον και ασκεί πιέσεις στην άρδευση για να κερδίσει τις ψήφους των πόλεων.

»Περίπου εννέα στους δέκα Αυστραλούς ζουν σε πόλεις και οι πολιτικοί σίγουρα δεν θέλουν να στεγνώσουν οι βρύσες τους. Αλλά οι προτεραιότητες αλλάζουν καθώς τα κόμματα εναλλάσσονται στην εξουσία. Το (συντηρητικό) Φιλελεύθερο Κόμμα, πιο φιλικό προς τους αγρότες και απρόθυμο να κάνει πολλά για την κλιματική αλλαγή, διέκοψε τους διαγωνισμούς για την απόκτηση δικαιωμάτων άρδευσης. Το Εργατικό Κόμμα, το οποίο βρίσκεται εξουσία από το 2022, τους επανέφερε». Και ενώ οι περιβαλλοντολόγοι κρίνουν ότι οι πολιτικές εξοικονόμησης νερού είναι πολύ δειλές, οι αγρότες τις απορρίπτουν ως πολύ αυστηρές.

Σε χώρες φτωχότερες από τη Χιλή και την Αυστραλία η κατάσταση είναι, φυσικά, πολύ χειρότερη. Τον Απρίλιο και τον Μάιο οι πλημμύρες που σημειώθηκαν στην Κένυα ήταν οι χειρότερες όλων των εποχών, καθώς προκάλεσαν τεράστιες καταστροφές (γεφύρωνν, σχολείων, σιδηροδρόμων) και τον θάνατο έως και 300 ανθρώπων. Μετά από χρόνια ξηρασίας η κυβέρνηση πιάστηκε απροετοίμαστη, όπως εξήγησε μιλώντας στο βρετανικό έντυπο ο Κένεντι Οντέντε της Shofco, μιας ΜΚΟ που δραστηριοποιείται στις παραγκουπόλεις της Κένυας.

«Οταν άρχισε να βρέχει οι άνθρωποι χάρηκαν. Κανείς δεν περίμενε ότι θα έβρεχε τόσο πολύ» είπε. Ωστόσο η κυβέρνηση θα έπρεπε να γνωρίζει ότι μετά από μεγάλες περιόδους ξηρασίας το ενδεχόμενο πλημμύρας είναι πολύ πιθανό, γιατί το έδαφος έχει σκληρύνει και το νερό που δεν απορροφάται συνεχίζει να ρέει μόνο στην επιφάνεια. Ο λαϊκιστής πρόεδρος της Κένυας Γουίλιαμ Ρούτο αγνόησε τις προειδοποιήσεις για επικείμενες πλημμύρες πέρυσι.

Ομως όταν το νερό δεν περισσεύει, προκαλούνται εντάσεις όχι μόνο εντός κρατών, αλλά και μεταξύ αυτών. «Οι ξηρές χώρες (όπως η Κίνα και τα κράτη του Κόλπου) αγοράζουν γεωργικές εκτάσεις στην Αφρική και στην Αμερική για να εξασφαλίσουν τη μελλοντική προμήθεια τροφίμων. Ουσιαστικά εισάγουν τεράστιες ποσότητες νερού με τη μορφή σιταριού και σόγιας. Αυτό θα μπορούσε να καταστεί σημείο πολιτικής ανάφλεξης.

Οι πόλεμοι για το νερό μεταξύ κρατών είναι, ευτυχώς, σπάνιοι. Αλλά η Αίγυπτος είναι έξαλλη για ένα φράγμα στην Αιθιοπία που θα μπορούσε να διαταράξει την πρόσβασή της στον ποταμό Νείλο, από τον οποίο αντλεί το 90% του νερού της. Οι συζητήσεις όσον αφορά τη διανομή του νερού εξακολουθούν να είναι ατελέσφορες. Αιγύπτιοι αξιωματούχοι υπαινίσσονται ότι θα μπορούσαν να καταφύγουν σε πόλεμο. Πιθανώς μπλοφάρουν, αλλά κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος» γράφει ο Economist.

Με στόχο την αντιμετώπιση της ολοένα πιο κρίσιμης κατάστασης επιβάλλεται, καταρχάς, να γίνει πιο αποτελεσματική η χρήση των υδάτων, αλλά και να αλλάξει προς το διαλλακτικότερο η νοοτροπία των χωρών που μετέχουν στις όποιες διαπραγματεύσεις. Το πρόβλημα, όμως, έγκειται στο γεγονός ότι η ανθρωπότητα κινείται μάλλον προς την αντίθετη κατεύθυνση: «Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, ο κόσμος ξοδεύει περίπου το 0,5% του ΑΕΠ για νερό, αλλά το 28% των δημόσιων πόρων που διατίθενται δεν δαπανάται. Εν τω μεταξύ, μια τυπική εταιρεία ύδρευσης έχει “απώλειες απόδοσης” (διαρροές και κλοπές) ύψους περίπου 16%. Οσον αφορά τις φιλικές διαπραγματεύσεις, για τα τρία πέμπτα των 310 διεθνών λεκανών απορροής ποταμών στον κόσμο δεν υπάρχουν πλαίσια ρύθμισης των διαφορών».

Τα καλά νέα είναι ότι, θεωρητικά, το παγκόσμιο πρόβλημα του νερού σε καμία περίπτωση δεν στερείται λύσης: το World Resources Institute εκτιμά ότι η επίλυσή του θα κόστιζε 1% του παγκόσμιου ΑΕΠ κάθε χρόνο από σήμερα έως το 2030 και πως κάθε δολάριο που θα επενδυόταν θα επέφερε στη συνέχεια 6,80 δολάρια. Αλλά η «ψύχραιμη και συνεργατική ηγεσία» που επικαλείται ο Economist ως προϋπόθεση, πλέον σπανίζει, ενδεχομένως περισσότερο και από το ίδιο το νερό.

 

 

Πηγή Protagon
Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies. Περισσότερες πληροφορίες.

Οι ρυθμίσεις των cookies σε αυτή την ιστοσελίδα έχουν οριστεί σε "αποδοχή cookies" για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις των cookies σας ή κάνετε κλικ στο κουμπί "Κλείσιμο" παρακάτω τότε συναινείτε σε αυτό.

Κλείσιμο