Οι ελληνικές θάλασσες εκπέμπουν SOS
«Καμπανάκι» από WWF και Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία για τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής – Ποια θαλάσσια είδη απειλούνται και ποιες είναι οι παρενέργειες για τον άνθρωπο | Βίκυ Κατεχάκη
«Φέτος καταγράφεται ακόμη μία χρονιά ρεκόρ με τη μέση θερμοκρασία της θάλασσας στο Αιγαίο να είναι τουλάχιστον 2-3 βαθμούς πάνω από τα κανονικά επίπεδα. Η θερμική καταπόνηση αλλάζει την ισορροπία των θαλάσσιων οικοσυστημάτων με επιπτώσεις που είναι μη αναστρέψιμες για την υγεία των θαλασσών μας, ενώ συχνά μπορεί να οδηγήσει στην ανάπτυξη ασθενειών και παράσιτων, προκαλώντας –δυνητικά– τον θάνατο θαλάσσιων ειδών».
Η Αμαλία Αλμπερίνι, υπεύθυνη για το θαλάσσιο πρόγραμμα του WWF Ελλάς, συμπυκνώνει σε δύο προτάσεις τις συνέπειες που έχει για τον θαλάσσιο χώρο η κλιματική αλλαγή. Το υγρό στοιχείο της φύσης παίζει κομβικό ρόλο στη ρύθμιση του κλίματος, έχοντας την ικανότητα να απορροφά τεράστιες ποσότητες διοξειδίου του άνθρακα και να παράγει οξυγόνο. Χρόνο με τον χρόνο όμως υπονομεύεται, εξαιτίας της συνεχιζόμενης αύξησης της θερμοκρασίας του νερού.
Σε αντίθεση με τη στεριά, η υποβάθμιση της υγείας της θάλασσας δεν είναι πάντα ορατή στο ανθρώπινο μάτι.
«Η απορρύθμιση του κλίματος διαταράσσει τις τροφικές αλυσίδες και ωφελεί την επέκταση νέων ειδών όπως τα ξενικά ψάρια που με τη σειρά τους βλάπτουν τα τοπικά μας οικοσυστήματα», τονίζει στην «Κ» η κ. Αλμπερίνι προσθέτοντας ότι η οργάνωση θέτει ως ύψιστη προτεραιότητα την αντιμετώπιση των πολύ μεγάλων πιέσεων που δέχονται οι ελληνικές θάλασσες. Ο παράκτιος χώρος, όπως τα λιμενικά έργα και οι ανθρώπινες δραστηριότητες μέσα στη θάλασσα όπως η υπεραλίευση και η παράνομη αλιεία, οι εξορύξεις υδρογονανθράκων, ο τουρισμός και η ναυσιπλοΐα συνιστούν απειλή για τα θαλάσσια οικοσυστήματα. Σε αντίθεση με τη στεριά –τονίζεται– η υποβάθμιση της υγείας της θάλασσας δεν είναι πάντα ορατή στο ανθρώπινο μάτι.
Μειώνεται το 40% των θαλάσσιων ειδών που φιλοξενούνται στη Μεσόγειο
Μία από τις τελευταίες εκθέσεις του WWF είχε καταδείξει ότι οι μεσογειακές χώρες υστερούν σημαντικά στη θέσπιση και εφαρμογή αποτελεσματικών θαλάσσιων χωροταξικών σχεδίων. Τα σχέδια αυτά, σύμφωνα με την οργάνωση, είναι απαραίτητα εργαλεία για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας, καθώς αποσκοπούν στη σωστή κατανομή των ανθρωπίνων δραστηριοτήτων στον θαλάσσιο χώρο.
«Υπολογίζεται ότι η Μεσόγειος η οποία φιλοξενεί περίπου το 10% των γνωστών θαλάσσιων ειδών παρουσιάζει έναν από τους υψηλότερους ρυθμούς απώλειας βιοποικιλότητας στον κόσμο με το 40% αυτών των ειδών να βρίσκονται σε φθίνουσα κατάσταση. Εκτιμάται μάλιστα ότι έχει τον ταχύτερα αυξανόμενο ρυθμό ανόδου της θαλάσσιας θερμοκρασίας παγκοσμίως», επισημαίνει στην «Κ» η Σοφία Κόπελα, υπεύθυνη πολιτικής του WWF για το φυσικό περιβάλλον.
Ακόμη και σε περιοχές με θεσπισμένα μέτρα προστασίας, η εφαρμογή τους στην πράξη είναι πολλές φορές ελλιπής ειδικά σε ό,τι αφορά τους ελέγχους και την επιβολή κυρώσεων.
Εξίσου ανησυχητική περιγράφει την κατάσταση που παρουσιάζεται στην Ελλάδα.
«Οι θαλάσσιες προστατευόμενες περιοχές, οι οποίες αποτελούν μέρος του ευρωπαϊκού οικολογικού δικτύου Natura 2000, καλύπτουν περίπου το 18% των θαλάσσιων υδάτων της χώρας, όμως πολύ λίγες από αυτές έχουν θεσπισμένο προστατευτικό καθεστώς. Πρόκειται για μία διαδικασία που για το σύνολο του δικτύου των περιοχών Natura 2000 βρίσκεται σε εξέλιξη από το 2019, ωστόσο ελάχιστα βήματα έχουν γίνει για την ολοκλήρωσή της παρά το γεγονός ότι η χώρα μας έχει ήδη καταδικαστεί από το Δικαστήριο της Ε.Ε. από το 2020 για μη συμμόρφωση με το ενωσιακό δίκαιο. Ακόμη και σε περιοχές με θεσπισμένα μέτρα προστασίας, η εφαρμογή τους στην πράξη είναι πολλές φορές ελλιπής ειδικά σε ό,τι αφορά τους ελέγχους και την επιβολή κυρώσεων».
«Να τηρηθούν οι δεσμεύσεις»
Στα τέλη Ιουνίου, εννέα περιβαλλοντικές οργανώσεις της χώρας μας συνέταξαν κοινή επιστολή προς τον Ελληνα πρωθυπουργό ζητώντας να υλοποιηθούν οι εθνικές δεσμεύσεις στα ζητήματα προστασίας του θαλασσίου περιβάλλοντος και αντιμετώπισης της κλιματικής κρίσης που τέθηκαν κατά την 9η Διεθνή Διάσκεψη για τους Ωκεανούς την περασμένη άνοιξη στην Αθήνα.
«Η δέσμευση της κυβέρνησης για τη δημιουργία δύο νέων θαλάσσιων πάρκων στο Ιόνιο και στο Αιγαίο αναμένεται να διευρύνει τη χωρική κάλυψη του δικτύου Θαλασσίων Προστατευμένων Περιοχών από 18% που είναι σήμερα στο 32%, συμβάλλοντας με αυτόν τον τρόπο στην επίτευξη του διεθνούς, μεσογειακού και ευρωπαϊκού στόχου 30×30 (κάλυψη του 30% των θαλασσών από ΘΠΠ έως το 2030)», τονίζει η κ. Κόπελα προσθέτοντας ότι είναι αναγκαίο η δημιουργία αυτών των πάρκων να συνοδευθεί από κατάλληλα μέτρα διατήρησης βάσει των οικολογικών αναγκών των περιοχών. «Χωρίς τη λήψη μέτρων για την προστασία σημαντικών και απειλούμενων θαλάσσιων ειδών, τα νέα θαλάσσια πάρκα θα παραμείνουν μόνο στα χαρτιά», υπογραμμίζει.
Η οργάνωση τονίζει ότι ειδικά για την περιοχή του Ιονίου θα πρέπει να αναληφθούν πρωτοβουλίες για την απαγόρευση επιβαρυντικών δραστηριοτήτων όπως η έρευνα και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων, συμπεριλαμβανομένων των σεισμικών ερευνών, και η χρήση σόναρ κατά τη διάρκεια στρατιωτικών ασκήσεων. Επίσης, τονίζει ότι είναι απαραίτητη η λήψη μέτρων ρύθμισης της ναυσιπλοΐας, προκειμένου να αποφεύγεται η σύγκρουση των πλοίων με θαλάσσια θηλαστικά.
Απειλούνται ο φυσητήρας και το κοινό δελφίνι
«Υπάρχουν χαρακτηριστικά παραδείγματα σημαντικής τάσης μείωσης του πληθυσμού ειδών όπως είναι ο φυσητήρας, το πιο γνωστό είδος φάλαινας που βρίσκουμε στα ελληνικά νερά, το οποίο στην πραγματικότητα συγγενεύει περισσότερο με τα δελφίνια λόγω του συστήματος δοντιών που έχει. Ο μεσογειακός πληθυσμός που θεωρείται απομονωμένος στην ανατολική λεκάνη χαρακτηρίζεται “απειλούμενος” και σήμερα εκτιμούμε ότι διατηρεί πληθυσμό μόνο 200-250 ατόμων στην Ελλάδα», αναφέρει η κ. Αλμπερίνι, ενώ ταυτόχρονα κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για το κοινό δελφίνι, που όπως τονίζει «μόνο κοινό δεν είναι».
«Από το 2019 ο τοπικός και απομονωμένος πληθυσμός του κοινού δελφινιού στον Κορινθιακό Κόλπο χαρακτηρίζεται “κρίσιμα απειλούμενος”, καθώς εκτιμάται ότι μόλις 50 ενήλικα άτομα έχουν απομείνει στον Κόλπο. Οι κύριες απειλές που αντιμετωπίζουν είναι η μείωση τροφής, και ο ανταγωνισμός με άλλα είδη για την εξεύρεσή της, η υποβάθμιση του ενδιαιτήματος ως αποτέλεσμα αλιευτικών δραστηριοτήτων, η έκθεση σε χημικές ουσίες και η ηχορύπανση από σεισμικές έρευνες».
Κίνδυνος για τα έξι είδη θαλασσοπουλιών στην Ελλάδα
Την ανάγκη να τηρηθούν οι δεσμεύσεις που αφορούν την προστασία του θαλασσίου περιβάλλοντος και στην περιοχή του Νοτίου Αιγαίου, τονίζει στην «Κ» ο Βασίλης Παπαδόπουλος, νομικός σύμβουλος της Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρείας, ο οποίος αναφέρει ότι η οργάνωση δίνει έναν μακροχρόνιο αγώνα για τη διάσωση των ακατοίκητων νησίδων του Αιγαίου. Σ’ αυτές τις περιοχές βρίσκουν καταφύγιο ενδημικά είδη χλωρίδας και πανίδας, καθώς και πολλά είδη που είναι σπάνια ή απειλούνται με εξαφάνιση.
«Ανάμεσά τους, αρπακτικά για την προστασία των οποίων η χώρα μας φέρει μεγάλη ευθύνη, καθώς και προστατευόμενα θαλασσοπούλια, είδη για τα οποία η Ορνιθολογική συγκεντρώνει δεδομένα για περισσότερο από 25 χρόνια και στην παρουσία των οποίων οφείλεται –σε μεγάλο βαθμό– ο χαρακτηρισμός της περιοχής ως “Εθνικού Θαλάσσιου Πάρκου”», επισημαίνει ο ίδιος.
Στις ελληνικές θάλασσες φιλοξενούνται έξι είδη θαλασσοπουλιών, πελαγικά και παράκτια: ο αιγαιόγλαρος, ο ασημόγλαρος, ο θαλασσοκόρακας, ο αρτέμης, ο μύχος και ο υδροβάτης, με κοινό καταφύγιο –κατά το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους– τη θάλασσα. Πρόκειται για μία από τις πιο απειλούμενες ομάδες όσον αφορά τα άγρια πουλιά, αναφέρει η οργάνωση, καθώς αντιμετωπίζουν σημαντικούς κινδύνους τόσο στους χώρους όπου τρέφονται όσο και στους χώρους όπου φωλιάζουν ή διαχειμάζουν.
«Οι κύριες απειλές που αντιμετωπίζουν τα θαλασσοπούλια σχετίζονται κυρίως με ανθρωπογενείς δραστηριότητες όπως ο τουρισμός, η αλιεία, η κτηνοτροφία, η συντήρηση και κατασκευή υποδομών, καθώς μπορούν να επηρεάσουν την αναπαραγωγική τους επιτυχία. Απόρροια αυτών είναι και παράγοντες όπως η φωτορύπανση, η ηχορύπανση και η έντονη ανθρώπινη δραστηριότητα σε ακατοίκητες νησίδες που προκαλούν υποβάθμιση των αποικιών τους και μπορούν να οδηγήσουν σε αποτυχία της αναπαραγωγής. Σε όλα αυτά προστίθενται και η υπεραλίευση, η τυχαία παγίδευση σε αλιευτικά εργαλεία, η θαλάσσια ρύπανση, αλλά και η θήρευση αυγών και νεοσσών από ξενικούς θηρευτές, όπως είναι οι αρουραίοι», τονίζει στην «Κ» η Δανάη Πορτόλου, συντονίστρια θαλάσσιων προγραμμάτων της Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρείας. Σε αυτόν τον μακρύ κατάλογο των σημαντικών απειλών προσθέτει ακόμα την κλιματική αλλαγή, αλλά και τη «λανθασμένη χωροθέτηση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας».
Ο «πειρατής του Αιγαίου» και το SOS για τον αιγαιόγλαρο
Η οργάνωση εκπέμπει σήμα κινδύνου για τον αιγαιόγλαρο ο οποίος ξεχωρίζει από την κόκκινη μύτη και αποτελεί το σπανιότερο αναπαραγόμενο είδος γλάρου στην Ελλάδα. Ο αναπαραγωγικός πληθυσμός του αιγαιόγλαρου, σύμφωνα με στοιχεία που έχει στη διάθεσή της η οργάνωση, εκτιμάται ότι κατά την περίοδο 2021-2023 μειώθηκε κατά 65% συγκριτικά με την πρώτη απογραφή του 1997 που τότε είχε υπολογιστεί στα 700-900 ζευγάρια. Αυτό σημαίνει ότι το είδος θεωρείται πλέον απειλούμενο.
Η Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία κάνει ιδιαίτερη μνεία και στον μαυροπετρίτη, το μοναδικό γεράκι των θαλασσών που χαρακτηρίζεται ο «πειρατής του Αιγαίου».
Ο Νίκος Τσιόπελας, υπεύθυνος προγραμμάτων διατήρησης για την οργάνωση, μάς εξηγεί τη σημασία της παρουσίας του συγκεκριμένου είδους στις ελληνικές θάλασσες. «Πρόκειται για μεταναστευτικό είδος που διασχίζει όλη την Αφρική και τη Μεσόγειο για να φτάσει στο Αιγαίο από τη Μαδαγασκάρη και να αναπαραχθεί. Η Ελλάδα θεωρείται η πιο σημαντική χώρα για τη διατήρηση και την επιβίωση του μαυροπετρίτη, αφού φιλοξενεί κατά την περίοδο της αναπαραγωγής πάνω από το 80% του παγκόσμιου πληθυσμού, ο οποίος εκτιμάται σε περίπου 12.300 ζευγάρια».