Οι κάστορες έρχονται ξανά και για καλό σκοπό
Ενας εξαφανισμένος εδώ και δεκαετίες κάτοικος της Ελλάδας έτοιμος να επιστρέψει – Η οικολογική σημασία | Λίνα Γιάνναρου
Eξυπνος, υποµονετικός, µεθοδικός. Ο κάστορας, ο λεγόµενος και «µηχανικός» ή «αρχιτέκτονας της φύσης», κάνει αναρίθµητες διαδροµές µεταφέροντας κορµούς δέντρων, κλαδιά, πέτρες και λάσπη για να κατασκευάσει το φράγµα που θα προστατεύσει τη φωλιά του. Από μια σκοπιά, η προσπάθεια που βρίσκεται σε εξέλιξη από το Εργαστήριο Θαλάσσιας και Χερσαίας Ποικιλότητας του τομέα Ζωολογίας του Τμήματος Βιολογίας του ΑΠΘ για επανεισαγωγή του είδους στη χώρα μας θυμίζει τον τρόπο του κάστορα. Με προσεκτικά και σταθερά βήματα οι επιστήμονες φροντίζουν ώστε η «φωλιά» που θα φτιάξουν για το συμπαθές τρωκτικό να έχει γερά θεμέλια.
Για τον ευρασιατικό κάστορα (πρόκειται για το είδος Castor fiber που απαντάται σε Ευρώπη και Ασία, εν αντιθέσει με τον αμερικανικό κάστορα –Castor canadensis– που ζει στη βόρεια Αμερική) βρίσκεται εδώ και δεκαετίες σε εξέλιξη συντονισμένη επιχείρηση επανάκαμψης των πληθυσμών του. Εχουν γίνει 157 επανεισαγωγές σε 24 ευρωπαϊκές χώρες και σε πάνω από 300 περιοχές, κυρίως στην κεντρική και βόρεια Ευρώπη, με αποτέλεσμα από μόλις 1.200 ζώα που είχαν απομείνει στις αρχές του 20ού αιώνα, διάσπαρτα σε μια έκταση από τη Γαλλία μέχρι τη Μογγολία, ο πληθυσμός να ξεπερνάει σήμερα τα 1,5 εκατ. ζώα.
Η Ελλάδα και οι άλλες χώρες της νότιας Βαλκανικής (Αλβανία, Βόρεια Μακεδονία), όπως και η Πορτογαλία είναι οι μόνες εντός της φυσικής ευρωπαϊκής κατανομής του είδους, στις οποίες δεν υπάρχει ακόμη κάστορας. Οταν πέρυσι ο βρετανικός οργανισμός διατήρησης της βιοποικιλότητας Beaver Trust ζήτησε να διερευνηθεί κατά πόσο μπορεί να γίνει επανεισαγωγή του είδους και στην Ελλάδα, το Εργαστήριο Ζωολογίας του Τμήματος Βιολογίας του ΑΠΘ, πλαισιωμένο από δεκάδες ειδικούς επιστήμονες από πανεπιστήμια, μουσεία, ερευνητικά κέντρα σε Ελλάδα και εξωτερικό, ξεκίνησε να υλοποιεί την απαραίτητη μελέτη σκοπιμότητας. Οταν ολοκληρωθεί, στο τέλος του τρέχοντος έτους, θα ξεκινήσει η επανεισαγωγή του Castor fiber στην Ελλάδα.
«Θα είναι η πρώτη επανεισαγωγή εξαφανισμένου είδους στη χώρα μας», επισημαίνει στην «Κ» ο ζωολόγος – οικολόγος και συντονιστής του προγράμματος Θόδωρος Κομηνός (την ομάδα συμπληρώνουν η ζωολόγος – οικολόγος Αντωνία Γαλανάκη, συντονίστρια μελέτης σκοπιμότητας και ο καθηγητής ΑΠΘ και επιστημονικός υπεύθυνος του προγράμματος Διονύσιος Γιουλάτος). Η επανεγκατάσταση εξαφανισμένων ειδών στους παλιούς βιοτόπους τους αντιμετωπίζεται στη χώρα μας μάλλον με καχυποψία, η ελληνική νομοθεσία για τη βιοποικιλότητα δεν περιλαμβάνει σχετική αναφορά, ενώ ούτε το γεγονός ότι διανύουμε τη δεκαετία αποκατάστασης των οικοσυστημάτων, όπως έχει οριστεί από τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών (2021-2030), έχει κινητοποιήσει κάποιον μηχανισμό. «Στην Ελλάδα η προστασία των ειδών έχει μείνει δεκαετίες πίσω», σχολιάζει ο ίδιος. Κι όμως, όπως λέει, οι πιέσεις στα οικοσυστήματα είναι τέτοιες που απαιτούνται πιο δραστικές, πιο καινοτόμες λύσεις.
Στην Αμερική επανεισάγεται σε διάφορες περιο-χές, ώστε να βοηθήσει στην προστασία από τις πυρκαγιές!
Στο πλαίσιο του προγράμματος, πριν από λίγες ημέρες βρέθηκε στη χώρα μας κλιμάκιο κορυφαίων ειδικών για τη μελέτη του κάστορα από την Αγγλία και τη Γερμανία, προκειμένου να ελέγξει τα οικοσυστήματα που έχουν προκριθεί για την επανεισαγωγή του είδους: την περιοχή του εθνικού πάρκου της Ροδόπης (ποταμός Νέστος) και τη Δυτική Μακεδονία (ποταμός Αλιάκμονα και λίμνες Πρεσπών). Εκτιμάται ότι η χώρα μας θα ωφεληθεί ποικιλοτρόπως από την επανεμφάνιση του κάστορα στις λίμνες και τα ποτάμια της. «Με τα φραγματάκια που κατασκευάζει δημιουργεί πολύ σημαντικά λιμναία οικοσυστήματα, ενώ συντηρεί μεγάλο αριθμό ειδών και βοηθάει να επανέλθουν τα οικοσυστήματα στην πρότερη κατάστασή τους. Εχουμε υπολογίσει ότι τουλάχιστον 150 άλλα είδη, από αμφίβια και νυχτερίδες μέχρι ψάρια γλυκού νερού, θα ωφεληθούν στην Ελλάδα από τον κάστορα», λέει ο κ. Κομηνός. «Επιπλέον, σε μια περιόδο ξηρασίας λόγω κλιματικής αλλαγής, τα μικρά φράγματα βοηθούν τον υδροφόρο ορίζοντα να απορροφάει νερό». Είναι χαρακτηριστικό, σύμφωνα με τον κ. Κομηνό, ότι στην Αμερική επανεισάγεται ο κάστορας σε διάφορες περιοχές ώστε να βοηθήσει στην προστασία από τις πυρκαγιές. «Εχει βρεθεί ότι οι μόνες περιοχές που μένουν ανέπαφες σχεδόν από τις μεγαπυρκαγιές είναι εκεί που έχει κάνει δουλειά ο “μηχανικός της φύσης”, δημιουργώντας μικροκλίμα και υγρασία». Ο κάστορας είναι ωφέλιμος ακόμα και για το φιλτράρισμα των νερών. «Στις περιοχές όπου υπάρχουν ρυπογόνες ανθρώπινες δραστηριότητες, βοηθάει τα νερά που φτάνουν στις καλλιέργειες να είναι πιο καθαρά».
Για όσους δεν έχουν ακόμα πειστεί, ας μάθουν ότι η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα στον κόσμο που πόλη της έχει πάρει το όνομά της από τον κάστορα. «Με την Καστοριά ενθουσιάστηκαν οι ξένοι», λέει ο συντονιστής του έργου. Σύμφωνα με τον ίδιο, μέχρι τον 18ο αιώνα οι ντόπιοι κυνηγούσαν ακόμη το είδος για τη γούνα του στην περιοχή της λίμνης και γύρω από αυτή.
Εκτιμάται ότι ο κάστορας εξαφανίστηκε από την Ελλάδα στις αρχές του 20ού αιώνα. Η τελευταία αναφορά για την ύπαρξή του στον ελληνικό χώρο προέρχεται από τον A. ντε Χόστιν, ο οποίος επισκέφθηκε τον ποταμό Αλφειό τον 19ο αι., αν και πιστεύεται ότι τα ζώα εξαφανίστηκαν από τη βόρεια Ελλάδα πολύ αργότερα. Ξέρουμε ότι ένας κάστορας σκοτώθηκε στις λιμνοθάλασσες του Μεσολογγίου το 1839 και δωρίστηκε στο Ζωολογικό Μουσείο του Πανεπιστημίου Αθηνών το 1933.
Ηταν επίπονος ο αποχωρισμός. Παρουσία του κάστορα στον ελληνικό χώρο είχαμε από την τελευταία Παγετώδη περίοδο, όπως δείχνουν λείψανα που βρέθηκαν στην περιοχή της Ηπείρου. Τον 4ο αιώνα π.Χ., ο Αριστοτέλης περιέγραψε το είδος με το όνομα Λάταξ. Είναι μεγαλύτεροι από την ενυδρίδα, έγραψε, με δυνατά δόντια, τους βλέπουν συχνά τα βράδια στις όχθες των ποταμών να κόβουν δέντρα με τα δόντια τους. Μα δεν είναι απλοί εργάτες, έχουν ιδέες και μνήμη. «Ο κάστορας ζωγραφίζει νοερά το φράγμα που θα χτίσει, όπως και το πουλί τη φωλιά που θα κατασκευάσει. Αυτά τα ζώα δεν θα έκαναν τέτοια έργα, αν η φαντασία δεν τους παρείχε το πρότυπο», όπως γράφει ο αβάς Ετιέν Μπονό ντε Κοντογιάκ (1714-1780), στην «Πραγματεία για τα ζώα» (Πόλις, 2017).