Advertisement

Οι τόνοι στην ελληνική γλώσσα: Η αρχή της χρήσης, η «δίκη» και η καθιέρωση του μονοτονικού

Πότε άρχισαν να χρησιμοποιούνται οι τόνοι στην ελληνική γλώσσα; - Ποιοι ήταν οι πρώτοι που αντέδρασαν στο πολυτονικό σύστημα;- Καθαρολόγοι και δημοτικιστές και η άγνωστη ομιλία του Γεωργίου Χατζιδάκι στην Ακαδημία | Μιχάλης Στούκας

615
Πολλοί νομίζουν ότι οι τόνοι και τα πνεύματα είναι τόσο παλιά, όσο και η ελληνική γλώσσα. Κάτι τέτοιο όμως δεν ισχύει καθώς οι πρόγονοί μας χρησιμοποιούσαν μεγαλογράμματη γραφή (γραφή με κεφαλαία).

Οι τόνοι και τα σημεία στίξης επινοήθηκαν μόλις τον 2ο π.Χ. αιώνα από τον Αριστοφάνη τον Βυζάντιο (περ. 257-180 π.Χ.). Γεννήθηκε στο Βυζάντιο, την αρχαία αποικία των Μεγαρέων στη θέση της οποίας χτίστηκε η Κωνσταντινούπολη από τον Μέγα Κωνσταντίνο. Ο Αριστοφάνης ο Βυζάντιος, επιφανής φιλόλογος και γραμματικός, νεότατος εγκαταστάθηκε στην Αλεξάνδρεια όπου μαθήτευσε δίπλα στον Καλλίμαχο, σπουδαίο ποιητή και φιλόλογο, τον τραγικό ποιητή Ευφρόνιο και τον κωμωδιογράφο Μάχωνα. Από το 195 π.Χ. ως τον θάνατό του υπήρξε διευθυντής της Βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας. Επιφανέστεροι μαθητές του ήταν ο γραμματικός Αρίσταρχος ο Σαμόθραξ και ο Αρτεμίδωρος ο Καλλίστρατος.

Εκτός από τις εκδόσεις των ομηρικών επών, των έργων του Πλάτωνα, του Αριστοτέλη κ.ά., ο Αριστοφάνης ο Βυζάντιος ήταν ο πρώτος που χρησιμοποίησε πλήρη στίξη, τόνους και πνεύματα στα κείμενα. Οι τόνοι (οξεία, βαρεία, περισπωμένη) θύμιζαν τον μουσικό τονισμό της γλώσσας που είχε αρχίσει να υποχωρεί, ενώ τα πνεύματα (δασεία και ψιλή) δήλωναν την ύπαρξη ή την απουσία αρχικού δασέος φθόγγου. Παράλληλα, με τα σημεία στίξης ξεχώριζαν πλέον οι λέξεις και οι προτάσεις.

Όταν η μικρογράμματη (με μικρά, «πεζά» γράμματα), γραφή γενικεύτηκε τον 9ο μ.Χ. αιώνα και καθώς ο δυναμικός τονισμός είχε εκτοπίσει τον μουσικό, η χρήση των τονικών σημείων επεκτάθηκε σε όλο τον γραπτό λόγο.

Το πολυτονικό σύστημα συνέχισε να εφαρμόζεται και μετά την εφεύρεση της τυπογραφίας (Γουτεμβέργιος 1455) με ελάχιστες εξαιρέσεις, όπως στην πρώτη έκδοση της Καινής Διαθήκης στα ελληνικά (ατονική γραφή σε αρχέτυπα για τεχνικούς λόγους και μονοτονική, με συνειδητή επιλογή, στην πρώτη έκδοση της Καινής Διαθήκης στα Ελληνικά: Κομπλουτενσιανή Πολύγλωσση (1514). Ουσιαστική αμφισβήτηση δεν υπήρξε ως την εποχή του Νοελληνικού Διαφωτισμού.

Οι προτάσεις για «τονική μεταρρύθμιση» (19ος αιώνας)

Ένας από τους πρώτους που πρότειναν ένα σύστημα φωνητικής ορθογραφίας με το οποίο καταργούνταν, πλην κάποιων εξαιρέσεων, τα πνεύματα και οι τόνοι ήταν ο λογοτέχνης και γιατρός Ιωάννης Βηλαράς (Κύθηρα 1771 – Τσεπέλοβο Ζαγορίου 1823). Ο Βηλαράς που σε μικρή ηλικία εγκαταστάθηκε στα Γιάννενα, την πατρίδα του πατέρα του, σπούδασε ιατρική στην Πάντοβα και επιστρέφοντας στην πρωτεύουσα της Ηπείρου έγινε προσωπικός γιατρός του Βελή πασά, γιου του Αλή πασά.

Ιωάννης Βηλαράς
Ιωάννης Βηλαράς

Ο πρώτος που επιχείρησε να αποσυνδεθεί την τονική μεταρρύθμιση από το γενικότερο πρόβλημα της γραφής ήταν ο καθαρολόγος (καθαρευουσιάνος) Σπυρίδων Κόνδος (1770-1833). Ο Κόνδος, Κερκυραίος στην καταγωγή που υπήρξε πρωτοδίκης στη Λευκάδα και τιμήθηκε από τον Μέγα Ναπολέοντα εξέδωσε το 1827 την «Εισαγωγή εις την μελέτην της νεοελληνικής γλώσσης» σε ατονικό (με κάποιες εξαιρέσεις), χωρίς όμως να καταργεί την ιστορική ορθογραφία. Η καινοτομία αυτή όπως και κάποιες ανάλογες προτάσεις αρχαϊστών δεν προκάλεσαν κανένα ενδιαφέρον. Ανάμεσα σε αυτούς ξεχωρίζει ο Γεώργιος Χρυσοβέργης (1805-1862) ο οποίος γεννήθηκε στο Ρύσιο της Βιθυνίας, πήρε μέρος σε μάχες στη διάρκεια της Επανάστασης του 1821 και μετά το τέλος της δίδαξε στην Κέρκυρα, το Ναύπλιο, την Πάτρα, την Ευαγγελική Σχολή Σμύρνης, στην Κωνσταντινούπολη και την Αθήνα. Σημαντικότερο έργο του ήταν η «Γραμματική της καθ’ ημάς ελληνικής γλώσσας κατά παράθεσιν προς την αρχαίαν» (1839).

Γεώργιος Χρυσοβέργης
Γεώργιος Χρυσοβέργης

Το γλωσσικό και τονικό ζήτημα «φούντωσε» στα τέλη του 19ου αιώνα με την έξαρση του αρχαϊσμού, αλλά και με τη συνειδητοποίηση των πρακτικών δυσκολιών της ορθογραφίας. Όμως οι μεταρρυθμιστικές προτάσεις που έγιναν προκάλεσαν σφοδρές αντιδράσεις. Ανάμεσα σε αυτές ήταν η πρόταση του καθαρολόγου Νικόλαου Φαρδύ (1853-1901), φιλόσοφου, δάσκαλου και γιατρού από τη Σαμοθράκη για ατονικό (1884) και μονοτονικό (1889) και του Ισιδωρίδη Σκυλίτση (1819-1890) για κατάργηση της βαρείας και της ψιλής (1886). Ο Ισιδωρίδης Σκυλίτσης (ή Σκυλίσσης) γεννήθηκε στη Σμύρνη και ήταν δημοσιογράφος, ποιητής, εκδότης και μεταφραστής. Να σημειώσουμε ότι ο Σκυλίτσης ήταν ο πρώτος που μετέφρασε στα ελληνικά τους «Άθλιους» του Βίκτορος Ουγκό και «βάφτισε» τους ήρωες του σπουδαίου έργου με τα ονόματα που γνωρίζουμε (Γιάννης Αγιάννης, Τιτίκα κλπ.), ενώ αυτός δημιούργησε και τη λέξη «γαβριάς» μεταφορά στα ελληνικά του ονόματος Gavroche στους «Άθλιους». Η λέξη σημαίνει τον «έξυπνο αλητάκο, το αλητόπαιδο, το χαμίνι».

Ένας από αυτούς που επέκριναν σφοδρά τους «μεταρρυθμιστές» τότε ήταν ο «πατέρας» της ελληνικής γλωσσολογίας Γέωργιος Χατζιδάκις(1848-1941) ο οποίος σε κείμενο του 1887 αναφέρει μεταξύ άλλων: «… είναι άντικρυς εθνοφθόρος πάσα πρότασις… περί τους τόνους» και «…το ζήτημα δεν είναι… περί ευκολίας ή δυσκολίας… αλλά περί ενότητος ή διασπασμού της γλώσσης». Ο Χατζιδάκις ως το τέλος της ζωής του ήταν υπέρμαχος των τόνων, εκτός από δύο φορές (στη μία θα αναφερθούμε στη συνέχεια), που έδειξε ότι συμφωνεί με τους αντιπάλους του.

Ο καθαρολόγος Νικόλαος Φαρδύς (1853-1901)
Ο καθαρολόγος Νικόλαος Φαρδύς (1853-1901)

Το ζήτημα των τόνων στον 20ο αιώνα – Η «δίκη των τόνων» εν μέσω Κατοχής…

Από τις αρχές του 20ου αιώνα το γλωσσικό ζήτημα άρχισε να ταλανίζει τη χώρα. Τα «Ευαγγελικά» και τα «Ορεστειακά» (1901 και 1903), σοβαρές ταραχές με αφορμή μεταφράσεις των Ευαγγελίων και της «Ορέστειας» στη δημοτική ήταν μόνο η αρχή. Το ζήτημα της τονικής απλοποίησης υποστηρίχθηκε από τον δημοτικισμό, κυρίως τον εκπαιδευτικό και η τύχη του συνδέθηκε με την πορεία του γλωσσικού ζητήματος. Ο Μανόλης Τριανταφυλλίδης, ο οποίος ασχολήθηκε συστηματικά με το γλωσσικό ζήτημα κατέδειξε ότι οι τόνοι δεν έχουν «καμία εσωτερική (γλωσσική) αξία ούτε και δύναμη μορφωτική». Παράλληλα αρκετοί λογοτέχνες άρχισαν να εκδίδουν τα έργα τους στο μονοτονικό.

Το 1931 ο Γεώργιος Παπανδρέου ως Υπουργός Παιδείας απευθύνθηκε στην Ακαδημία Αθηνών και τις Φιλοσοφικές Σχολές των Πανεπιστημίων Αθηνών και Θεσσαλονίκης και ζήτησε να υποβάλουν προτάσεις για τη μεταρρύθμιση του ορθογραφικού και του τονικού συστήματος. Δεν έλαβε όμως καμία ουσιαστική απάντηση. Το 1938 ο Ιωάννης Μεταξάς συγκρότησε επιτροπή με επικεφαλής τον Μανόλη Τριανταφυλλίδη με σκοπό να συντάξει τη γραμματική της δημοτικής. Η επιτροπή πρότεινε και την απλοποίηση του τονικού συστήματος, την αντικατάσταση δηλαδή των τόνων με ένα σημείο και την κατάργηση των πνευμάτων. Ωστόσο ο Μεταξάς απέρριψε την πρόταση με το αιτιολογικό ότι δεν συνάδει με τις προτάσεις του Εκπαιδευτικού Συμβουλίου.

Την ίδια περίπου εποχή (1936) ο Ιωάννης Κακριδής (1901-1992), νεαρός τότε Καθηγητής της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών είχε γράψει τα βιβλία «Ελληνική Κλασσική Παιδεία» και «Σχόλια στον Επιτάφιο του Θουκυδίδη». Το 1941 τα επανέκδωσε και τα συμπεριέλαβε στην εξεταστέα ύλη της Σχολής. Ο Κακριδής χρησιμοποίησε δημοτική γλώσσα και μονοτονικό. Κράτησε δηλαδή την οξεία για τις δισύλλαβες και πολυσύλλαβες λέξεις και κατάργησε τα «περιττά» πνεύματα και την περισπωμένη. Διατήρησε όμως στο ακέραιο την ιστορική ορθογραφία των λέξεων. Η πλειοψηφία των συντηρητικών Καθηγητών της Φιλοσοφικής Σχολής αντέδρασε σφοδρά όμως δεν προχώρησε παραπέρα.

Ιωάννης Κακριδής
Ιωάννης Κακριδής

Ξαφνικά στα τέλη του 1941, οι ίδιοι… γλωσσομύντορες θυμήθηκαν το έργο του Κακριδή. Έτσι το Πειθαρχικό Συμβούλιο της Σχολής τον κάλεσε σε απολογία. Την παραπομπή του υπέγραφαν 13 καθηγητές της Φιλοσοφικής Σχολής με επικεφαλής τον Πρόεδρο τότε της Ακαδημίας Αθηνών Νικόλαο Εξαρχόπουλο. Οι υπόλοιποι ήταν οι: Φαίδων Κουκουλές, Εμμανουήλ Πεζόπουλος, Αντώνιος Χατζής, Γεώργιος Π. Οικονόμος, Γεώργιος Σακελλαρίου, Νικόλαος Βλάχος, Σπυρίδων Μαρινάτος, Χρίστος Καπνουκάγιας, Απόστολος Δασκαλάκης, Διονύσιος Ζακυθηνός, Αναστάσιος Ορλάνδος και Ερρίκος Σκάσσης, δηλαδή μερικοί από τους σημαντικότερους Έλληνες πανεπιστημιακούς και ακαδημαϊκούς του 20ου αιώνα. Ο καθηγητής Σωκράτης Κουγέας μειοψήφισε ,ενώ ο Ιωάννης Θεοδωρακόπουλος ως συγγενής του Κακριδή, απείχε.

Η πειθαρχική δίωξη στον Κακριδή γνωστή και ως «Δίκη των τόνων» έμεινε στην ιστορία. Εκτός από τα μέλη του Πειθαρχικού Συμβουλίου του Πανεπιστημίου ορίστηκαν επιπλέον μέλη με βάση το άρθρο 327 του νόμου 5343/1932 οι Πρόεδροι του Αρείου Πάγου, του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Ελεγκτικού Συνεδρίου, της Ακαδημίας Αθηνών και ο Πρύτανης του Πανεπιστημίου Γεώργιος Μπαλής, σφοδρός πολέμιος του Κακριδή.

Στο πλευρό του Κακριδή βρέθηκαν κορυφαίοι προοδευτικοί πολιτικοί (Γεώργιος Παπανδρέου, Θεμιστοκλής Σοφούλης, Γεώργιος Καφαντάρης, Φίλιππος Δραγούμης κ.ά.), επιφανείς νομικοί και πλήθος φοιτητών. Δικηγόροι του Κακριδή ήταν οι Κ. Τσάτσος, Θ. Τσάτσος και Γ. Αντωνακάκης. Αποτελεί ένα ακόμα τραγικό γεγονός της ιστορίας μας το ότι ενώ τον χειμώνα του 1941-1942 η χώρα μας στέναζε κάτω από την μπότα των ναζί και των φασιστών και χιλιάδες άνθρωποι πέθαιναν αβοήθητοι στους δρόμους από την πείνα, τις κακουχίες και τις στερήσεις, οι σημαντικότεροι πνευματικοί άνθρωποι της Ελλάδας είχαν επί μήνες ως αντικείμενο ενασχόλησής τους την ψιλή, την οξεία, τη βαρεία, τη δασεία και την περισπωμένη…

Με την υπ’ αριθμόν 8/24-7/1942 απόφαση του Πειθαρχικού Συμβουλίου αποφασίστηκε να επιβληθεί στον Κακριδή ποινή προσωρινής απόλυσης (αργίας) δύο μηνών, απόσυρση των βιβλίων του και πλήρης απαγόρευση οποιασδήποτε αναφοράς στη δημοτική!Ο Κακριδής κατέφυγε στο Συμβούλιο της Επικρατείας το οποίο επικύρωσε την απόφαση του Πειθαρχικού Συμβουλίου του Πανεπιστημίου το 1943.

Δυστυχώς οι πανεπιστημιακοί είχαν τη στήριξη της κατοχικής κυβέρνησης Τσολάκογλου και τελικά η «Δίκη των τόνων» εξελίχθηκε σε πολιτική διαμάχη δύο κόσμων. Αν και το 1942 εκδόθηκε η σχολική «Γραμματική της Δημοτικής Γλώσσας» του Μανόλη Τριανταφυλλίδη, η καθαρεύουσα εξακολουθούσε να κυριαρχεί στην εκπαίδευση αλλά και στη Δημόσια Διοίκηση. Ιδαίτερα στα χρόνια της δικτατορίας (1967-1974) κάποιες φορές έφτασε σε υπερβολική χρήση που παρέπεμπε σε κωμωδία. Είχε προηγηθεί η γλωσσοεκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1964 από την κυβέρνηση της Ένωσης Κέντρου με πρωτεργάτη τον Ευάγγελο Παπανούτσο η οποία όμως δεν μακροημέρευσε.

Γεώργιος Χρυσοβέργης
Γεώργιος Χρυσοβέργης

Η καθιέρωση της Δημοτικής «ως γλώσσας της εκπαίδευσης»

Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής κατά τη Μεταπολίτευση έχοντας και ο ίδιος περισσότερο φιλελεύθερες αντιλήψεις από τα προδικτατορικά χρόνια και με τις εισηγήσεις επιφανών πνευματικών ανθρώπων όπως οι Κωνσταντίνος Τσάτσος, Παναγιώτης Κανελλόπουλος και Ευάγγελος Παπανούτσος, εκτίμησε ότι η Νεοελληνική μπορούσε να αποτελέσει την επίσημη γλώσσα του έθνους. Όταν Υπουργός Παιδείας ήταν ο Γεώργιος Ράλης ψηφίστηκε ο Νόμος 309/1976 «περί οργανώσεως και διοικήσεως της Γενικής Εκπαιδεύσεως». Στο άρθρο 2 ο Νόμος αυτός προβλέπει ότι «Γλώσσα διδασκαλίας, αντικείμενου διδασκαλίας και γλώσσα των διδακτικών βιβλίων εις όλας τας βαθμίδας της Εκπαιδεύσεως είναι από του σχολικού έτους 1976-1977 η Νεοελληνική. Ως Νεοελληνική γλώσσα νοείται η διαμορφωθείσα εις πανελλήνιον εκφραστικόν όργανον υπό του ελληνικού λαού και των δοκίμων συγγραφέων του Έθνους Δημοτική, συντεταγμένη άνευ ιδιωματισμών και ακροτήτων». Η κυβέρνηση Καραμανλή δεν δέχθηκε τότε πρόταση της αντιπολίτευσης για καθιέρωση του μονοτονικού συστήματος…

Γεώργιος Ράλλης
Γεώργιος Ράλλης

Η καθιέρωση του μονοτονικού (1982)

Λευτέρης Βερυβάκης
Λευτέρης Βερυβάκης

Η πρώτη κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ με υπουργό Παιδείας τον Λευτέρη Βερυβάκη προχώρησε στη σύσταση ειδικής Επιτροπής για την καθιέρωση του μονοτονικού συστήματος στη γραφή της ελληνικής γλώσσας στην Εκπαίδευση. Πρόεδρος της Επιτροπής ήταν ο αείμνηστος Εμμανουήλ Κριαράς (1906-2014) και μέλη οι: Φ. Κακριδής, Χ. Τσολάκης, Β. Φόρης, Δ. Τομπαΐδης, Α. Βουγιούκας και εκπρόσωποι της ΔΟΕ, της ΟΛΜΕ και της Ομοσπονδίας Λειτουργών Ιδιωτικής Εκπαίδευσης (ΟΙΕΛΕ). Με το Προεδρικό Διάταγμα 207/182 της κυβέρνησης Α. Παπανδρέου: θεσπίστηκε στον νόμο «περί εγγραφής μαθητών στα Λύκεια της Τεχνικής και Επαγγελματικής Εκπαίδευσης», η χρήση του μονοτονικού συστήματος. Έτσι καταργήθηκαν η οξεία, η βαρεία και η περισπωμένη για τη δήλωση του τονισμού μιας λέξης και παρέμεινε ένα σημείο κοινό, η οξεία που «μπαίνει» στο φωνήεν με τη μεγαλύτερη ακουστότητα. Επίσης καταργήθηκαν εντελώς τα πνεύματα (δασεία και περισπωμένη).

Εμμανουήλ Κριαράς
Εμμανουήλ Κριαράς

Η… «μυστική» ομιλία του Γεώργιου Χατζιδάκι στην Ακαδημία για το μονοτονικό

Μπορεί ο Γεώργιος Χατζιδάκις να έχει καταχωρηθεί ως πολέμιος του μονοτονικού συστήματος όμως φαίνεται ότι σταδιακά είχε αρχίσει να αλλάζει γνώμη. Το 1929 είχε εκφωνήσει σχετικό λόγο στην Ακαδημία με το οποίο τασσόταν ουσιαστικά υπέρ του ενός τόνου.

Οι συντηρητικοί Ακαδημαϊκοί της εποχής φρόντισαν να μην «βγει» προς τα έξω η ομιλία Χατζιδάκι. Ένας από αυτούς όμως, ο λογοτέχνης και γιατρός Παύλος Νιρβάνας (ψευδώνυμο του Πέτρου Αποστολίδη, 1866-1937) που γνώριζε στενογραφία την κατέγραψε και τη δημοσίευσε σε χρονογράφημά του. Παραθέτουμε ένα απόσπασμα: «Μη νομίζετε ότι οι τόνοι και τα πνεύματα είναι αρχαία κληρονομία μας… Επενοήθησαν όταν εχάθη το αίσθημα του μακρού και του βραχέος. Σήμερον επομένως εγώ που δεν έχω την αίσθησιν αυτήν, δεν ενδιαφέρομαι να μάθω αν ένα φωνήεν είναι μακρόν… Το μόνον που ενδιαφέρομαι είναι να γνωρίζων ποίον είναι το τονιζόμενον γράμμα. Ένας τόνος επομένως ή ένα στίγμα επί του τονιζομένου γράμματος μου αρκεί».

Γεώργιος Χατζιδάκις
Γεώργιος Χατζιδάκις

Μια… διαχρονική άποψη (από το 1948) για τους τόνους

Κλείνουμε το άρθρο αυτό με την εισαγωγή του Χρήστου Χρηστίδη στη μετάφραση του «Λόγου περί της μεθόδου του Καρτέσιου» που γράφτηκε το 1948. Αν δεν το γνωρίζαμε θα θεωρούσαμε ότι γράφτηκε… το 2018 ή το 2023: «Στους βαθυστόχαστους που επικαλούνται την ανάγκη να διευκολυνθεί με τους τόνους και τα πνεύματα της καθαρεύουσας, το πέρασμα στη μελέτη της αρχαίας γλώσσας θα παρατηρήσω με σεβασμό πως στην πραγματικότητα ούτε δύο μέσα στους πενήντα αποφοίτους των Γυμνασίων μας δεν διαβάζουν τους αρχαίους συγγραφείς στο πρωτότυπο. Μια λοιπόν που η αρχαιομάθεια είναι περίπου ανύπαρκτη, η διατήρηση των τόνων δεν ωφελεί διόλου για την προαγωγή της και συνεπώς η απλοποίηση δεν μπορεί να τη ζημιώσει. Θα εξοικονομήσει απλώς πάμπολλές ώρες για να χρησιμοποιούνται από τους Έλληνες πολύ πιο καρποφόρα. Την τονική απλοποίηση την επιβάλλει το συμφέρον της εθνικής μας παιδείας».

Βασική πηγή για το άρθρο ήταν το κεφάλαιο «ΤΟ ΜΟΝΟΤΟΝΙΚΟ», γραμμένο από τον Γιώργο Ε. Μώρο στο συλλογικό έργο «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ», ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΑΙ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΑΡΧΕΙΟ, ΑΘΗΝΑ 1999

 

 

 

Πηγή Πρώτο Θέμα
Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies. Περισσότερες πληροφορίες.

Οι ρυθμίσεις των cookies σε αυτή την ιστοσελίδα έχουν οριστεί σε "αποδοχή cookies" για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις των cookies σας ή κάνετε κλικ στο κουμπί "Κλείσιμο" παρακάτω τότε συναινείτε σε αυτό.

Κλείσιμο