Advertisement

Πέντε «πράσινοι» ήρωες του τουρισμού

Γράφουν οι Όλγα Χαραμή, Γιώργος Λιάλιος, Ιωάννα Φωτιάδη

1.419

Το αναγνωρίσιμο brand name

Πίσω από το success story της Trekking Hellas κρύβεται ο εμπνευσμένος ορειβάτης Μιχάλης Τσουκιάς.

Όταν το 1986 οι νεαροί τότε ορειβάτες Μιχάλης Τσουκιάς και Χρήστος Λάμπρης βρέθηκαν στο Νεπάλ, εντόπισαν κάμποσες ομοιότητες με την ορεινή Ελλάδα και μία διαφορά: εδώ ο τουρισμός υπαίθρου δεν ήταν καν ιδέα. Πήραν την απόφαση στα Ιμαλάια και δημιούργησαν την Trekking Hellas, προσφέροντας στους ξένους πεζοπορία στην «αυθεντική Ελλάδα». Οι πρώτες καταβάσεις ποταμού έγιναν το 1989 – με φουσκωτό θαλάσσης στον Νέστο και με βάρκα ποταμού στον Αχελώο. Σήμερα, η Trekking Hellas διαθέτει 13 συνεργαζόμενες βάσεις σε όλη την Ελλάδα.
Το success story ωστόσο δεν προκύπτει από την ελληνική πραγματικότητα: «Το 90% των πελατών μας είναι ξένοι», καταθέτει ο Μιχάλης Τσουκιάς. «Οι Ελληνίδες μανάδες, μόλις ακούσουν βουνό, λένε: “Θα κρυώσεις! Θα σε φάνε τα φίδια! Χάλια έγινες, μες στις λάσπες”. Η λάσπη δεν είναι βρομιά. Η υπερπροστασία αποξενώνει τα παιδιά από τη φύση, η οποία είναι υγεία, ψυχική και σωματική. Πότε κινδυνεύει πιο πολύ κάποιος; Στο βουνό ή στον αυτοκινητόδρομο;».

Ο πολύπειρος ορειβάτης παρατηρεί, όμως, και την κοινωνία εν γένει: «Όταν θεσπίστηκε η “Νέα Γενιά’’ του Υπουργείου Παιδείας, είχα καταθέσει κάποιες προτάσεις, αλλά δεν προχώρησαν. Τώρα ξεκινάμε πάλι, ως Σύνδεσμος Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων Υπαίθριων Δραστηριοτήτων, έναν διάλογο με το υπουργείο – σε αυτό το πλαίσιο διοργανώθηκε ο πρώτος παιδικός αγώνας ράφτινγκ στα μέσα Μαΐου. Τα παιδιά πρέπει να εκτεθούν στη φύση. Αγαπάω το περιβάλλον δεν σημαίνει δεν πετάω κάτω τα σκουπίδια μου. Σημαίνει γίνομαι μέρος του», τονίζει.

Το ράφτινγκ έχει ιδιαίτερη ζήτηση μεταξύ των Ελλήνων, αφού 30.000 άνθρωποι τον χρόνο δοκιμάζουν καταβάσεις: «Η δημοφιλία του ίσως έγκειται στο ότι είναι καθιστική δραστηριότητα, ενώ η πεζοπορία απαιτεί δράση», λέει ο Μιχάλης Τσουκιάς. Παραδέχεται όμως ότι αυτός είναι ο ωραιότερος τρόπος να εισαχθεί μια οικογένεια στη φύση. Καθώς το κόστος είναι υψηλό, «προτείνω να το κάνουν μία φορά τον χρόνο. Έπειτα να πεζοπορήσουν, και γι’ αυτό χρειάζονται οι συνοδοί: φτιάχνουν την εμπειρία, αλλιώς το σκέφτεσαι ως ταλαιπωρία». Ξεχωρίζει το φαράγγι του Λούσιου για ράφτινγκ και περπάτημα ή το μονοπάτι που συνδέει το Κωρύκειο Άντρο με τους Δελφούς: «Φεύγεις τόσο πλούσιος, αρκεί να μην το αντιμετωπίζεις με φόβο. Όλα, εξάλλου, είναι οργανωμένα και ασφαλή. Το 95% των επαγγελματιών είναι άνθρωποι του βουνού και θέλουν να περάσει καλά όποιος τους ακολουθήσει. Τους καραγκιόζηδες, που τυχόν καταπιαστούν με το αντικείμενο, τους αποβάλλει η ίδια η φύση», καταλήγει.  Ο.Χ.


Όταν οι παρέες γράφουν ιστορία 

Η πρωτοβουλία Menalon Trail φέρνει πεζοπόρους από κάθε γωνιά της Γης στην Αρκαδία μέσα από οκτώ διαφορετικές διαδρομές.

Μπορεί μια ομάδα ανθρώπων με κοινό χαρακτηριστικό την αγάπη για έναν τόπο να αλλάξει μέσα σε μόλις τρία χρόνια την τύχη του; Η περίπτωση της κοινωνικής συνεταιριστικής επιχείρησης «Μαίναλον» αποδεικνύει ότι τα μικρά θαύματα είναι εφικτά, δείχνοντας τον δρόμο και σε άλλες ορεινές περιοχές της χώρας.

Το ιδιαίτερο στην προκειμένη περίπτωση είναι ότι η πρώτη απόπειρα… ήταν αποτυχημένη. Η ΚΟΙΝΣΕΠ δημιουργήθηκε το 2012 από μια ομάδα επτά ατόμων, με κοινό σημείο αναφοράς τη Στεμνίτσα και πρώτο στόχο την εκμετάλλευση νεκρής βιομάζας από το δάσος. «Η αρχική ιδέα ήταν να συλλέγουμε από τα δάση μας τα ξύλα που έχουν ξεραθεί και σαπίζουν, για να παράγουμε πέλετ ή μπριγκέτες», λέει ο πρόεδρος της ΚΟΙΝΣΕΠ, Γιάννης Λαγός. «Όμως, το Δημόσιο δεν μας επέτρεψε να προχωρήσουμε, γιατί δεν προβλεπόταν διαδικασία για τη συλλογή των ξερών και σάπιων ξύλων από το δάσος. Έτσι, γρήγορα βρεθήκαμε σε αδιέξοδο».

Η παρέα ασχολούνταν από παλιά με την πεζοπορία και ανά διαστήματα συντηρούσε κάποια από τα μονοπάτια της περιοχής. «Μαζί με τον φίλο μου Γιώργο Κουλέλη αποφασίσαμε να πάμε στην Ελβετία και να… κατασκοπεύσουμε τους ορεινούς οικισμούς, να δούμε πώς καταφέρνουν και αναπτύσσονται. Είδαμε λοιπόν πόσο είχαν αναπτύξει τον πεζοπορικό τουρισμό, καταγράψαμε τις υποδομές τους, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούσαν. Επιστρέφοντας, ήρθαμε σε επαφή με τον Σύλλογο Αρκάδων Ορειβατών και Οικολόγων και προχωρήσαμε στην πρώτη μας συνεργασία: ανοίξαμε και πάλι το μονοπάτι από τη Στεμνίτσα έως το Φαράγγι του Λούσιου».

Το μονοπάτι εγκαινιάστηκε το 2013 και οι ντόπιοι, διαπιστώνοντας την απήχηση που αυτό είχε και τον κόσμο που προσέλκυσε, άρχισαν να βλέπουν με διαφορετικό μάτι την υπόθεση. Στο μεταξύ, τα μέλη της ΚΟΙΝΣΕΠ προσέγγισαν την Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Πεζοπόρων και ενημερώθηκαν για τη διαδικασία πιστοποίησης των μονοπατιών. «Μάθαμε ότι, για να πιστοποιηθούμε, έπρεπε να έχουμε ένα δίκτυο μεγαλύτερο των 50 χλμ. Έτσι, στις αρχές του 2014 ξεκινήσαμε να αναζητούμε στα χωριά της περιοχής άλλους ανθρώπους όμοιων ενδιαφερόντων. Φτιάξαμε έναν “πυρήνα” και ο καθένας ανέλαβε να συντονίζει τους εθελοντές στην περιοχή του. Στη συνέχεια χτυπήσαμε την πόρτα της Ελληνικής Εταιρείας, που ανέλαβε τον σχεδιασμό των μονοπατιών, και του δήμου, που επωμίστηκε το υπόλοιπο κόστος της πιστοποίησης». Μέσα σε 10 μήνες, 75,2 χλμ. μονοπατιών καθαρίστηκαν και απέκτησαν σήμανση. Το «Menalon Trail» χωρίστηκε σε οκτώ διαδρομές, που περνούν από εννέα ορεινά χωριά: Στεμνίτσα, Δημητσάνα, Ζυγοβίστι, Ελάτη, Βυτίνα, Νυμφασία, Μαγούλιανα, Βαλτετσίνικο, Λαγκάδια.

Τα μονοπάτια του Mainalon Trail εκτείνονται σε μήκος 75,2 χλμ.και περνούν από 9 ορεινά χωριά.

Τα εγκαίνια πραγματοποιήθηκαν στις 31 Μαΐου 2015 και η επιτυχία ήταν αναπάντεχη. «Είναι απίστευτο αυτό που έγινε. Δεν το περιμέναμε ούτε εμείς. Μέσα σε τρία χρόνια “μπήκαμε στον χάρτη”, γίναμε προορισμός για Έλληνες και ξένους πεζοπόρους. Σήμερα στα χωριά μας βλέπεις καθημερινά ανθρώπους από την Αλάσκα μέχρι την Κορέα, που έρχονται για να διασχίσουν τα μονοπάτια. Υπάρχουν ξενοδοχεία που έχουν δει αύξηση 100% της πελατείας τους. Πηγαίνουμε σε πεζοπορικές διοργανώσεις στο εξωτερικό και μας γνωρίζουν. Ταυτόχρονα, ο κόσμος στα χωριά μας κατάλαβε τη δυναμική που έχει η πεζοπορία, βλέπουμε σιγά σιγά και μια στροφή στη νοοτροπία των επαγγελματιών», λέει ο κ. Λαγός. «Ο πεζοπορικός τουρισμός είναι ήπιος, φυσιολατρικός. Οι επισκέπτες είναι υψηλού κοινωνικού και οικονομικού επιπέδου, αλλά θέλουν απλά πράγματα, κάτι που δημιουργεί ευκαιρίες σε περιοχές με λιγοστές υποδομές. Τώρα, επόμενος στόχος μας είναι να δημιουργήσουμε ένα δίκτυο μονοπατιών συνολικού μήκους 1.500 χλμ., που να συνδέουν όλους τους αρχαιολογικούς χώρους της Πελοποννήσου». Γ.Λ.


Η γιορτή του βουνού 

Στο Φεστιβάλ Βωβούσας, μια ιδέα του φωτογράφου Καμίλο Νόλλα, φύση και πολιτισμός δίνουν τα «χέρια» σε υψόμετρο 1.250 μ.

Τσίπουρο και μουστολούκουμο. Δροσερές βουτιές στον Αώο. Υπαίθριες προβολές κάτω από τον έναστρο ουρανό. Ανάβαση στην κορυφή Αβγό και διάλειμμα στο ξύλινο –σαν από παραμύθι βγαλμένο– «Σπίτι του Γιατρού». Καλαμπούρια γύρω από ένα τραπέζι με ζυμωτό ψωμί, τηγανητές πατάτες και προβατίνα. Μικροί φεστιβαλιστές με χρωματιστά νεροπίστολα. Mapping στο γεφύρι. Κυνήγι τρούφας με εκπαιδευμένα σκυλιά. Ραχάτι κάτω από μια καρυδιά στην ακτή του ποταμού. Συζητήσεις μέχρι πρωίας στη «μεϊντάνη», την πλατεία του χωριού. Ύπνος με μάλλινη κουβέρτα.

Όλα αυτά έζησαν πέρυσι όσοι ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα του Φεστιβάλ Βωβούσας, του μοναδικού ορεινού φεστιβάλ που γίνεται στην Ελλάδα στην καρδιά του καλοκαιριού, και χρόνο με τον χρόνο προσελκύει όλο και περισσότερο κόσμο. Την εποχή δηλαδή που οι περισσότεροι εξ ημών «κατηφορίζουμε» μαζικά προς τις παραλίες, κάποιοι άλλοι παίρνουν κυριολεκτικά τα βουνά με προορισμό την Πίνδο. Είτε μέσω Ιωαννίνων είτε μέσω Γρεβενών, αφού περάσουν τα νοητά «διόδια» μιας διαδρομής μιάμισης ώρας μέσα στο δάσος, φτάνουν στο ορεινό χωριό Βωβούσα, γνωστό μέχρι πριν από λίγα χρόνια μόνο στους Ηπειρώτες, σε υψόμετρο 1.250 μ.

Η φύση συναντά την τέχνη στο Φεστιβάλ Βωβούσας στην Πίνδο. (Φωτογραφία: © ΓΙΩΡΓΟΣ ΔΕΤΣΗΣ)

«Συμβουλεύω πάντοτε όσους έρχονται για πρώτη φορά να ταξιδέψουν στη διάρκεια της ημέρας, ώστε να θαυμάσουν το τοπίο γύρω τους», λέει ο φωτογράφος Καμίλο Νόλλας, ιθύνων νους του φεστιβάλ. Το 2013 ήταν μια χρονιά-σταθμός για όσους έχουν άμεση ή έμμεση σχέση με το Ανατολικό Ζαγόρι, καθώς η πληροφορία ότι οι αρχές εξέταζαν εκ νέου την κατασκευή δεύτερου φράγματος στον ζωοδότη ποταμό της περιοχής, τον Αώο, τους είχε θορυβήσει. «Σκεφτήκαμε τότε ότι μπορούσαμε να υψώσουμε τη φωνή μας, να κάνουμε γνωστό το χωριό μας, τη φυσική του ομορφιά και το ανθρώπινο κεφάλαιό του, ώστε να ευαισθητοποιήσουμε τους πολίτες για τα προβλήματα που θα προκαλούσε ένα νέο φράγμα», περιγράφει ο Καμίλο, που έλκει την καταγωγή του από τη Βωβούσα. Με αυτό το σκεπτικό άρχισαν να υλοποιούνται εκδηλώσεις που «πάντρευαν» τις διάφορες πτυχές της ζωής στο χωριό με καλλιτεχνικές και φυσιολατρικές δραστηριότητες. Το Φεστιβάλ Βωβούσας ξεκίνησε επίσημα το 2015, με βασικό θεματικό άξονα το ποτάμι και το βουνό.

Φοιτητές, ορειβάτες, καλλιτέχνες και οικογενειάρχες, οι «θαμώνες» του φεστιβάλ είναι άνθρωποι κάθε ηλικίας, που μέσα σε μία εβδομάδα έχουν γίνει μια μεγάλη παρέα. Άλλοι διανυκτερεύουν στις διαθέσιμες κλίνες του χωριού και άλλοι κατασκηνώνουν φέρνοντας τον ανάλογο εξοπλισμό. «Όλοι, πάντως, φορούν κάλτσες και σκεπάζονται με κουβέρτες, καθώς το βράδυ η θερμοκρασία πέφτει γύρω στους 15 βαθμούς», σημειώνει με νόημα ο Καμίλο, που θεωρεί τη δροσιά σημαντικό κίνητρο για να επιλέξει κάποιος το βουνό για τις καλοκαιρινές του διακοπές. «Εδώ μπορείς να κάνεις μπάνιο στο ποτάμι, ενώ όσοι φτάσουν μέχρι το Αβγό θα διακρίνουν απέναντι την κορυφή του Ολύμπου – και ο ορίζοντάς τους θα ανοίξει κυριολεκτικά».

Ο χρόνος μετράει ήδη αντίστροφα για τη φετινή διοργάνωση, που θα πραγματοποιηθεί από τις 14 έως τις 21 Ιουλίου. Στα highlights του προγράμματος συγκαταλέγονται συναυλίες από το μουσικό παραδοσιακό συγκρότημα «Εβρίτικη Ζυγιά» από τη Θράκη, το live της θερεμινίστριας May Roosevelt, αλλά και το εργαστήριο πολυφωνίας με τους Αλέξανδρο Λαμπίδη και Αλίκη Γκανιά. «Το φετινό πρόγραμμα προσφέρει επτά εργαστήρια για μεγάλους αλλά και μικρούς, όπως το εργαστήριο ντοκιμαντέρ με τον Βασίλη Λουλέ και το εργαστήριο δημιουργικής γραφής και εικονογράφησης με τη Βιβιάνα Μηλιαρέση για παιδιά 6-15 ετών», εξηγεί ο Καμίλο Νόλλας. Η μέρα ωστόσο που όλοι περιμένουν είναι η «mountain day», κατά την οποία οι ενδιαφερόμενοι με την καθοδήγηση έμπειρων ορειβατών θα πεζοπορήσουν μέχρι την κορυφή Αβγό. Ι.Φ


Ο πρωτοπόρος του Αωού

Ο Νίκος Κυρίτσης σύστησε στους  Έλληνες το καγιάκ και ένα από τα δημοφιλέστερα ποτάμια της χώρας. 

Ήταν δύο χρησιμοποιημένα καγιάκ, τα οποία κάποιοι Γερμανοί τουρίστες άφησαν το 1986 ως δώρο στους νεαρούς Έλληνες που είχαν γνωρίσει κάνοντας φυσιολατρικό τουρισμό στον Αώο. «Το να μάθουμε να κάνουμε καγιάκ στο δικό μας ποτάμι και να αναμετρηθούμε με τις δυνάμεις του ήταν για μας μεγάλη πρόκληση», θυμάται ο Νίκος Κυρίτσης. Ο ίδιος έμελλε να δαμάσει επιτυχώς τα νερά του Αώου, του καταλληλότερου πανευρωπαϊκά ποταμού για τέτοιου είδους δραστηριότητες. «Από το 1986 έως το 1990, μαζί με δύο φίλους και τον αδελφό μου, εξασκούασταν μόνοι μας. Ιδρύσαμε την εταιρεία το 1990. Εγώ ασχολούμαι κατ’ αποκλειστικότητα με το συγκεκριμένο επάγγελμα από το 1994». Πρωτοπόροι τότε για τα ελληνικά δεδομένα, οι πρωτεργάτες της Νo Limits παρακολούθησαν το 1996 μαθήματα σε σχολή εκπαιδευτών της Γ. Γ. Αθλητισμού. «Καθώς είχαμε έναν εξαίρετο Γάλλο εκπαιδευτή, είμαστε από τους λίγους στη χώρα που διαθέτουμε τη σχετική πιστοποίηση», διευκρινίζει. «Δυστυχώς, έκτοτε δεν επαναλήφθηκε το πρόγραμμα».
Στα μέσα της δεκαετίας του 1990, η No Limits εντάσσει στις δραστηριότητές της, εκτός από το καγιάκ, και το ράφτινγκ, «που είναι πιο προσιτό στους αρχάριους, οπότε έχει μέχρι σήμερα μεγαλύτερη ζήτηση». Αρχικά οι πελάτες τους είναι μετρημένοι. «Πλέον τα αθλήματα στο ποτάμι έχουν ενταχθεί στο πρόγραμμα όσων επισκέπτονται την ευρύτερη περιοχή, ειδικά δε των οικογενειών», εξηγεί, «οπότε έχουμε γίνει κι εμείς mainstream». Παρατηρεί πως οι  Έλληνες έχουν αλλάξει και αρκετοί γονείς θέλουν μαζί με τα παιδιά τους να ανακαλύψουν τη χαρά της επαφής με τη φύση. Στον γειτονικό Βοϊδομάτη δραστηριοποιούνται πλέον άλλες εννέα εταιρείες υπαίθριων αθλημάτων…

Τα αθλήματα στο ποτάμι, όπως το ράφτινγκ, αποκτούν όλο και περισσότερους φίλους.

«Περιζήτητο είναι το river trekking, κάθε Κυριακή του καλοκαιριού, που περιλαμβάνει συνεχές κολύμπι στο ποτάμι και περπάτημα μέσα στα βράχια», λέει. Οι συμμετέχοντες ενθουσιάζονται καθώς διασχίζουν το φαράγγι, περπατώντας μέσα στο νερό. «Απαιτείται βέβαια πολύ καλή φυσική κατάσταση», διευκρινίζει ο κ. Κυρίτσης, «γι’ αυτό και προσφέρουμε ένα μίνι river trekking διάρκειας 4 ωρών και ένα πιο απαιτητικό 8 ωρών, στο οποίο επιλέγουμε εμείς ποιοι θα συμμετάσχουν». Όσοι παίρνουν το χρίσμα από την ομάδα No Limits είναι κατά κύριο λόγο Έλληνες, αλλά και πολλοί Ισραηλινοί, που εσχάτως έχουν ανακαλύψει τα Ζαγοροχώρια και τα επισκέπτονται όλο τον χρόνο.

Συχνά η εταιρεία επεκτείνει τις εξορμήσεις και στο αλβανικό τμήμα του Αώου, του μοναδικού ελληνικού ποταμού που εκβάλλει στην Αλβανία. «Από την άλλη πλευρά των συνόρων το ποτάμι είναι εξαιρετικά ορμητικό και γι’ αυτό ελκυστικό», προσθέτει ο κ. Κυρίτσης, ο οποίος στα 55 του επιζητά ακόμη τις στιγμές που μπορεί να πάρει το καγιάκ του και να ορμήσει στο νερό. «Ο κόσμος σέβεται τον Αώο, γιατί φέρνει κόσμο στο χωριό και κατ’ επέκταση μια καλώς εννοούμενη ανάπτυξη. Μάλιστα, από το 2015 που γκρεμίστηκε το γιοφύρι της Πλάκας στον Άραχθο, το δικό μας στην Κόνιτσα είναι το πιο μεγάλο πέτρινο τοξωτό γεφύρι των Βαλκανίων». Ι.Φ


Ένας ξενοδόχος για την Caretta

Ο Αντώνης Νικολουδάκης υποστήριξε από την πρώτη στιγμή την ανάγκη δημιουργίας Εθνικού Πάρκου στη Ζάκυνθο. Και το υπερασπίστηκε έμπρακτα.

Προσέφερε «άσυλο» στους πρώτους εθελοντές για την Caretta caretta στη Ζάκυνθο. Συχνά τους προστάτευσε ακόμα και από τις επιθέσεις που δέχονταν από τους ιδιοκτήτες ξενοδοχείων στον Λαγανά. Υποστήριξε από νωρίς τη συζήτηση για τη δημιουργία του Εθνικού Θαλάσσιου Πάρκου, επιχειρηματολογώντας στους επαγγελματίες του νησιού για τα οφέλη που θα έφερνε, οικονομικά και περιβαλλοντικά. Όταν το Πάρκο δημιουργήθηκε, έσπευσε να εφαρμόσει πρώτος τις υποδείξεις για την προστασία της χελώνας στη δική του επιχείρηση, δείχνοντας τον δρόμο στους υπολοίπους.

Ο Αντώνης Νικολουδάκης είναι μία από τις σπάνιες περιπτώσεις στη χώρα μας που ένας «μεγαλοξενοδόχος» –όπως συνηθίζουμε να τους αποκαλούμε– βρέθηκε από την πρώτη στιγμή στην πρώτη γραμμή, υποστηρίζοντας ένα περιβαλλοντικό ζήτημα. Και μάλιστα σε μια ιδιαίτερα δύσκολη εποχή, τις δεκαετίες του 1980 και του 1990, όταν ο τουρισμός αναπτυσσόταν χωρίς όρια στη Ζάκυνθο και αλλού, και όλοι προσδοκούσαν άμεσα και γρήγορα κέρδη.

«Η οικογένειά μου είχε το μεγαλύτερο ξενοδοχείο στον κόλπο του Λαγανά, το Zante Beach. Όταν ανέλαβα εγώ, το 1991, ο κόλπος του Λαγανά βρισκόταν σε φάση ραγδαίας ανοικοδόμησης. Παράλληλα, είχαν εμφανιστεί στην περιοχή οι πρώτες οικολογικές οργανώσεις, που, με άδεια από το Υπουργείο Περιβάλλοντος, μελετούσαν την Caretta caretta», διηγείται. «Όταν η τοπική κοινωνία αντιλήφθηκε ότι ο χώρος ωοτοκίας της χελώνας, άρα και η περιοχή που έπρεπε να προστατευτεί, ήταν οι αμμουδερές παραλίες, ξεσηκώθηκε. Ήταν όμως μια αντίδραση στο κλίμα της εποχής. Kανείς δεν είχε εκπαιδευτεί σε περιβαλλοντικά ζητήματα, ούτε καταλάβαινε ότι οι τουριστικές επιχειρήσεις, με τον  τρόπο που λειτουργούσαν, αποτελούσαν όχληση για τη χελώνα. Μην ξεχνάτε επίσης ότι η ανάπτυξη του Λαγανά είχε γίνει νόμιμα, οπότε ο κόσμος αγανακτούσε γιατί έβλεπε περιορισμούς εκ των υστέρων».

O κόλπος του Λαγανά είναι από τις σημαντικότερες περιοχές ωοτοκίας της Caretta caretta στη Μεσόγειο. (Φωτογραφία: © Shutterstock)

Ο κ. Νικολουδάκης διέκρινε σε όλα αυτά μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να εδραιωθεί το νησί ως παράδειγμα συνύπαρξης της τουριστικής δραστηριότητας με ένα απειλούμενο είδος. «Από την αρχή παρείχαμε έναν προστατευμένο χώρο για τη διαμονή των εθελοντών των περιβαλλοντικών οργανώσεων. Επίσης παρεμβαίναμε όταν υπήρχαν οχλήσεις ή ακόμα και… φυσικές εμπλοκές, για να το θέσω κομψά. Αργότερα, ήμασταν το πρώτο ξενοδοχείο που μάζευε τις ξαπλώστρες το βράδυ από την παραλία και περιόρισε τον νυχτερινό φωτισμό. Το να έχεις 40 φωλεοποιήσεις τον χρόνο μπροστά σε ένα ξενοδοχείο 500 κλινών είναι ένα παράδειγμα του πώς μπορεί να προστατευτεί η Caretta caretta χωρίς να παρεμποδιστεί η τουριστική ανάπτυξη», λέει.

Το Zante Beach έχει πια αλλάξει «χέρια» και ο κ. Νικολουδάκης είναι ιδιοκτήτης του Altantica Eleon Grand Resort & Spa, σε άλλη περιοχή της Ζακύνθου. Παραμένει όμως ενεργός στις περιβαλλοντικές υποθέσεις. «Η δημιουργία του Εθνικού Πάρκου ήταν ευλογία για τη Ζάκυνθο. Σώθηκε ο Λαγανάς από την άλογη ανάπτυξη. Πρέπει όμως να υπάρξει συνέχεια. Θα ήταν χρήσιμο να επιβληθεί ένα «περιβαλλοντικό τέλος προστασίας» στους επισκέπτες της ευρύτερης περιοχής του Εθνικού Πάρκου, με ανταποδοτικό χαρακτήρα: τα έσοδα να διατίθενται για την προστασία του περιβάλλοντος και την ανάπτυξη των υποδομών της Ζακύνθου. Παράλληλα χρειάζεται δουλειά ακόμα στην κοινωνία, για να συνειδητοποιήσει ο κόσμος τα οφέλη, που δεν είναι λίγα. Το κράτος πρέπει να παίξει τον ρόλο του και να τηρεί τις υποχρεώσεις του, πρέπει όμως κι εμείς να καταλάβουμε ότι χωρίς ένα αξιοζήλευτο φυσικό περιβάλλον δεν μπορεί να υπάρξει υγιής τουριστική δραστηριότητα». Γ.Λ.

 

 

Πηγή Καθημερινή
Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies. Περισσότερες πληροφορίες.

Οι ρυθμίσεις των cookies σε αυτή την ιστοσελίδα έχουν οριστεί σε "αποδοχή cookies" για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις των cookies σας ή κάνετε κλικ στο κουμπί "Κλείσιμο" παρακάτω τότε συναινείτε σε αυτό.

Κλείσιμο