Ποιος θυμάται τους λαούς-θύματα του Κίσινγκερ;
To Atlantic απέφυγε τον πειρασμό για μια αγιογραφία του εμβληματικού πρώην υπ. Εξωτερικών των ΗΠΑ. Αντίθετα, σε άρθρο του καθηγητή του Princeton, Γκάρι Μπας, εστιάζει στην αδιαφορία του εκλιπόντος για την ανθρώπινη ζωή: από το Βιετνάμ στην Καμπότζη, το Λάος, το Μπαγκλαντές, τη Χιλή, την Αργεντινή και το Ανατολικό Τιμόρ ως την Κύπρο
Ο καθηγητής του Princeton, Γκάρι Μπας, είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας του πολυβραβευμένου βιβλίου «The Blood Telegram», που αποκάλυψε με στοιχεία τον ρόλο που έπαιξαν ο Ρίτσαρντ Νίξον και ο Χένρι Κίσινγκερ στη σφαγή 200.000 κατοίκων της Ανατολικής Βεγγάλης (μετέπειτα Μπανγκλαντές) το 1971.
Γράφοντας στον ιστότοπο του αμερικανικού περιοδικού Atlantic, σε ένα άρθρο που δημοσιεύθηκε ανήμερα του θανάτου του Κίσινγκερ (29/11), μιλάει για τους «ανθρώπους που δεν είχαν καμία σημασία» για το πρόσωπο που βρέθηκε την περίοδο 1969-1977 σε θέσεις ευθύνης, αρχικά ως Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας του Λευκού Οίκου και στη συνέχεια ως υπουργός Εξωτερικών της Αμερικής.
«Παρά τους επαίνους για τη διορατικότητα του Κίσινγκερ στις διεθνείς υποθέσεις και τον ρόλο του στην εγκαθίδρυση σχέσεων με την κομμουνιστική Κίνα, οι πολιτικές του ξεχώρισαν για την αναλγησία που έδειξε απέναντι στους πιο ανήμπορους ανθρώπους ανά τον κόσμο. Πόσοι από τους επικήδειους θα ασχοληθούν με το πλήρες ιστορικό του στο Βιετνάμ, στην Καμπότζη, στο Λάος, στο Μπαγκλαντές, στη Χιλή, στην Αργεντινή, στο Ανατολικό Τιμόρ, στην Κύπρο και αλλού;» γράφει ο Μπας. Στο «αλλού» περιλαμβάνεται, βεβαίως, η Ελλάδα: η στήριξη των ΗΠΑ στη χούντα των συνταγματαρχών βύθισε στο σκοτάδι τη χώρα μας επί επτά χρόνια και οδήγησε στην τραγωδία της Κύπρου.
Το δράμα της Καμπότζης και οι «φίλοι» Ερυθροί Χμερ
Ο Μπας σημειώνει ότι, απορρίπτοντας τα επιχειρήματα των επιτελών του Λευκού Οίκου, ο Κίσινγκερ έφτασε να υποστηρίξει μια μυστική χερσαία εισβολή των ΗΠΑ στην Καμπότζη, η οποία ξεκίνησε τον Μάιο του 1970. Τον Δεκέμβριο, όταν ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ Ρίτσαρντ Νίξον παραπονέθηκε ότι οι αμερικανικοί αεροπορικοί βομβαρδισμοί ήταν ανεπαρκείς, ο Κίσινγκερ έδωσε διαταγή για «μαζική εκστρατεία βομβαρδισμών στην Καμπότζη». Αγνοώντας τη διάκριση μεταξύ πολιτικών και στρατιωτικών στόχων, ο Κίσινγκερ ανέφερε: «Οτιδήποτε πετάει και οτιδήποτε κινείται. Το καταλάβατε;»
Τον Νοέμβριο του 1975, αφού οι Ερυθροί Χμερ κατέλαβαν την Καμπότζη και άρχισαν τις μαζικές δολοφονίες αμάχων, ο Κίσινγκερ ζήτησε από τον υπουργό Εξωτερικών της Ταϊλάνδης να τους μεταφέρει ένα μήνυμα. «Θα πρέπει να τους πείτε ότι θα είμαστε φίλοι τους» έλεγε το μήνυμα, και εννοούσε τους ηγέτες των Ερυθρών Χμερ. «Είναι κακοποιοί και δολοφόνοι, αλλά δεν θα το αφήσουμε αυτό να μπει στη μέση» προσέθετε κυνικά, σύμφωνα με όσα γράφει ο Μπας στο Atlantic βασιζόμενος στα αποχαρακτηρισμένα αρχεία.
Κι αν οι Σοβιετικοί βάλουν Εβραίους σε θαλάμους αερίων;
Σε μια άλλη περίπτωση, συνεχίζει, ο Κίσινγκερ, γερμανο-εβραίος ο ίδιος, εξέφρασε την αδιαφορία του για την καταπίεση των Εβραίων στη Σοβιετική Ενωση, λέγοντας στον Νίξον στο Οβάλ Γραφείο: «Αν βάζουν Εβραίους σε θαλάμους αερίων στη Σοβιετική Ενωση, αυτό δεν είναι αμερικανική υπόθεση. Ισως να αποτελεί μια ανθρωπιστική ανησυχία».
Το πιο αποκαλυπτικό κεφάλαιο, κατά τον Γκάρι Μπας, άνοιξε το 1971, στη διάρκεια μιας σειράς σφαγών στην Ανατολική Βεγγάλη (σημερινό Μπαγκλαντές), την όγδοη πολυπληθέστερη χώρα του κόσμου. Αποτελούσε τότε το ανατολικό τμήμα του Πακιστάν, ενός σημαντικού για τις ΗΠΑ κράτους κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Ο Κίσινγκερ στήριξε τη στρατιωτική δικτατορία του Πακιστάν καθ’ όλη τη διάρκεια μιας από τις χειρότερες φρικαλεότητες του Ψυχρού Πολέμου, κάτι που στη συνέχεια προσπάθησε να συγκαλύψει.
Ο Μπας αναφέρει στο Atlantιc ότι ορισμένα από τα πιο ευαίσθητα σημεία των κασετών του Λευκού Οίκου αποσιωπήθηκαν επί δεκαετίες «με ψευδείς ισχυρισμούς περί εθνικής ασφάλειας». Και ότι με την έρευνα που έκανε κατάφερε να αποχαρακτηριστεί μεγάλος μέρος αυτού του υλικού.
Η σφαγή στo Μπαγκλαντές
Η στρατιωτική χούντα του Πακιστάν εξαπέλυσε τη νύχτα της 25ης Μαρτίου 1971 μια εκστρατεία αιματηρής καταστολής και φρικαλεοτήτων εναντίον της μειονότητας των ινδουιστών της Ανατολικής Βεγγάλης, που θεωρούνταν φίλα προσκείμενοι στην Ινδία. Οι δολοφονίες, οι βιασμοί και οι καταστροφές κράτησαν για μήνες.
Το προσωπικό του Λευκού Οίκου ενημέρωσε τον Κίσινγκερ ότι επρόκειτο για εκστρατεία τρόμου, ενώ το Στέιτ Ντιπάρτμεντ υπολόγιζε δημοσίως ότι έως τον Ιούνιο εκείνου του έτους τουλάχιστον 200.000 άνθρωποι είχαν δολοφονηθεί. Η CIA κατέληξε μυστικά σε παρόμοια εκτίμηση τον Σεπτέμβριο, καθώς οι δολοφονίες συνεχίζονταν. Περίπου 10 εκατομμύρια τρομοκρατημένοι πρόσφυγες κατέφυγαν στην Ινδία, όπου αμέτρητοι πέθαναν από ασθένειες στους υπερπλήρεις καταυλισμούς.
Η Ινδία, αντιδρώντας στα γεγονότα, χρηματοδότησε τους αντάρτες της Ανατολικής Βεγγάλης για να αντισταθούν στην πακιστανική επίθεση. Το Πακιστάν επιτέθηκε στην Ινδία, τον πολύ μεγαλύτερο γείτονά του, τον Δεκέμβριο του 1971. Ο πόλεμος που ακολούθησε ήταν άγριος αλλά σύντομος. Εληξε με μια ταπεινωτική συντριβή του Πακιστάν και οδήγησε στη δημιουργία του ανεξάρτητου Μπαγκλαντές. Επρόκειτο για μια συντριπτική ήττα για τις ΗΠΑ κατά τον Ψυχρό Πόλεμο.
Η κυβέρνηση Νίξον, συνεχίζει ο Μπας στο Atlantic, γνώριζε ότι είχε σημαντική, αν όχι απεριόριστη επιρροή στο Πακιστάν, το οποίο φοβόταν την Ινδία – μια επισήμως αδέσμευτη δημοκρατία που έτεινε προς τη Σοβιετική Eνωση. Ωστόσο, τις κρίσιμες εβδομάδες πριν από την έναρξη των δολοφονιών, ο Κίσινγκερ, τότε Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας, δεν σήκωσε το τηλέφωνο και δεν απηύθυνε καμία προειδοποίηση στους πακιστανούς στρατηγούς ώστε να τους συγκρατήσει και να μην ανοίξουν πυρ εναντίον των πολιτών τους. Δεν έθεσε όρους για να τους αποτρέψει ούτε απείλησε με την απώλεια της αμερικανικής υποστήριξης κατά τη διάρκεια των θηριωδιών.
Παρά τις προειδοποιήσεις του επιτελείου του για την ισχύ του εθνικισμού της Βεγγάλης, ο Κίσινγκερ αποδέχθηκε τους ισχυρισμούς των στρατιωτικών ηγετών του Πακιστάν ότι επρόκειτο για έναν δειλό λαό που θα υποτάσσονταν εύκολα. Ο Μπας γράφει ότι ο Κίσινγκερ είπε στον Νίξον: «Υποθέτω ότι οι Βεγγαλέζοι δεν είναι πολύ καλοί μαχητές»…
Αδιανόητο «χιούμορ» για τις σφαγές ινδουϊστών
Στην προσπάθειά τους να κρατήσουν το ανατολικό τμήμα του Πακιστάν, οι πακιστανικές δυνάμεις σφαγίασαν την ινδουιστική μειονότητα της Βεγγάλης. Ο Κένεθ Κίτινγκ, πρεσβευτής των ΗΠΑ στην Ινδία και πρώην Ρεπουμπλικανός γερουσιαστής, προειδοποίησε τον Κίσινγκερ τον Ιούνιο του 1971 ότι «πρόκειται σχεδόν εξ ολοκλήρου για ένα ζήτημα που αφορά τη γενοκτονία ινδουιστών».
Ωστόσο, ο Μπας λέει ότι στις κασέτες του Λευκού Οίκου ο Κίσινγκερ ειρωνευόταν τους «συναισθηματικούς» Αμερικανούς, που «ματώνουν» για «τους ετοιμοθάνατους Βεγγαλέζους». Ακολούθησε το αδιανόητο. Ενημερώνοντας το προσωπικό του Λευκού Οίκου για το πώς ο πακιστανός στρατηγός Αγκα Μουχάμαντ Γαχία Καν τον βοήθησε να εισέλθει στην Κίνα κατά το περίφημο μυστικό ταξίδι του τον Ιούλιο του 1971, θεώρησε σκόπιμο να κάνει ένα αστείο. Το αναφέρει ο Μπας στο Atlantic και είναι ανατριχιαστικό: «Η όλη μυστική διαδικασία στο Πακιστάν για τη διοργάνωση του ταξιδιού ήταν συναρπαστική. Ο Γιαχία είχε να διασκεδάσει τόσο πολύ από την τελευταία σφαγή ινδουιστών» είπε ο Κίσινγκερ!
Οι «σαπροφάγοι» και οι «πρωτόγονοι»
Καθ’ όλη τη διάρκεια της κρίσης, ο Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας του Λευκού Οίκου περιφρονούσε τους Ινδούς ως λαό. Στις 3 Ιουνίου 1971 σχολίασε: «Φυσικά και διεγείρουν τους πρόσφυγες», κατηγορώντας έτσι τους Ινδούς για την πακιστανική θηριωδία.
Στη συνέχεια, ο Μπας μεταφέρει μερικές ακόμη εκφράσεις του Κίσινγκερ από τις αποχαρακτηρισμένες κασέτες, οι οποίες προκαλούν μεγάλη εντύπωση:
♦ Ο Κίσινγκερ, γράφει, λοιδορούσε τους Ινδούς ως έθνος, με τη φωνή του να ξεχειλίζει από περιφρόνηση: «Είναι ένας σαπροφάγος λαός» ανέφερε. Στις 17 Ιουνίου, μιλώντας για τους Ινδούς, ο Κίσινγκερ είπε επίσης στον Νίξον: «Είναι εξαιρετικοί κόλακες, κύριε πρόεδρε. Είναι δάσκαλοι στην κολακεία. Είναι μάστορες στη λεπτή κολακεία. Ετσι επιβίωσαν 600 χρόνια. Γλείφουν – η μεγάλη τους ικανότητα είναι να γλείφουν ανθρώπους σε θέσεις-κλειδιά».
♦ Αν και επικέντρωνε τους χαρακτηρισμούς του εναντίον των Ινδών, ο Κίσινγκερ εξέφρασε προκαταλήψεις και για τους Πακιστανούς. Στις 10 Αυγούστου 1971 είπε στον πρόεδρο των ΗΠΑ: «Οι Πακιστανοί είναι καλοί άνθρωποι, αλλά είναι πρωτόγονοι σε ό,τι αφορά τη νοητική τους δομή».
Κατά τη διάρκεια του πολέμου που ξεκίνησε όταν το Πακιστάν επιτέθηκε στην Ινδία, τον Δεκέμβριο του 1971, ο Κίσινγκερ εργάστηκε σκληρά για να περάσουν αμερικανικά όπλα στο Πακιστάν μέσω του Ιράν και της Ιορδανίας, παρότι γνώριζε ότι αυτό παραβίαζε το νομοθετημένο εμπάργκο όπλων του Κογκρέσου.
Ο Μπας σημειώνει ότι ο Κίσινγκερ παραδέχτηκε σε μια κινεζική αντιπροσωπεία ότι καταλάβαινε πως παραβίαζε τον νόμο. «Απαγορεύεται από τον νόμο να δώσουμε εξοπλισμό στο Πακιστάν σε αυτές τις συνθήκες. Και μας απαγορεύεται επίσης από τον νόμο να επιτρέψουμε σε φιλικές χώρες που διαθέτουν αμερικανικό εξοπλισμό να δώσουν τον εξοπλισμό τους στο Πακιστάν», τους είπε.
Οι «μπάσταρδοι», τα «καθάρματα» και η «σκύλα»
Ενώπιον του γενικού εισαγγελέα Τζον Μίτσελ ο Νίξον ρώτησε τον Κίσινγκερ: «Είναι πραγματικά τόσο πολύ ενάντια στον νόμο μας;». Ο Κίσινγκερ απάντησε καταφατικά. Χρόνια μετά προσπάθησε επιμελώς να καλύψει όσα έκανε στην κρίση της Νότιας Ασίας. Μέχρι και το 2022, στο βιβλίο του «Leadership», προσπαθούσε κατά τον Μπας να προωθήσει μια αποστειρωμένη εκδοχή των πραγμάτων, στην οποία χαρακτήριζε διακριτικά την πρώην πρωθυπουργό της Ινδίας Ιντιρα Γκάντι «ενοχλητική». Τα στοιχεία, όμως, του Μπας που παρουσιάζονται στο Atlantic δείχνουν ότι κατά τη διάρκεια της θητείας της την αποκαλούσε επανειλημμένα «σκύλα» και τους Ινδούς «μπάσταρδους» και «καθάρματα».
«Οι απολογητές του Κίσινγκερ τείνουν σήμερα να προσπερνούν αυτά τα χονδροειδή στερεότυπα για τα ξένα έθνη, εκθειάζοντας την προώθηση των συμφερόντων των ΗΠΑ και παραβλέποντας το τίμημα που πλήρωσαν πραγματικοί άνθρωποι» αναφέρει ο καθηγητής του Princeton στο Atlantic. Το ερώτημα για τον ίδιο είναι «γιατί μεγάλο μέρος της εκλεπτυσμένης αμερικανικής κοινωνίας ήταν τόσο πρόθυμο να τον αποθεώσει, αντί να αντιμετωπίσει με ειλικρίνεια αυτά που έκανε».