Advertisement

Πώς η Ισπανία μείωσε τη φοροδιαφυγή

Καθώς η συζήτηση για το νέο φορολογικό κλιμακώνεται, η «Κ» σκιαγραφεί το ισπανικό μοντέλο με τη βοήθεια του καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Αλικάντε, Φραντσέσκο Τορίνο | Σοφία Χρήστου

383

Με το νέο φορολογικό νομοσχέδιο στο επίκεντρο, η συζήτηση περί φοροδιαφυγής στην Ελλάδα κλιμακώνεται και η αντιμετώπισή της βρίσκεται στις προτεραιότητες του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης. Η χώρα μας θεωρείται πρωταθλήτρια στη φοροδιαφυγή, καθώς υπολογίζεται πως η σκιώδης οικονομία ανέρχεται ετησίως στα 60 δισ. ευρώ. Τα εισοδήματα τα οποία δηλώνουν οι πολίτες είναι 80 δισ. ευρώ, ενώ η κατανάλωση φτάνει τα 140 δισ. ευρώ.

Σύμφωνα με την έκθεση του Ευωρωπαϊκού Κοινοβουλίου «Taxation of the Informal Economy in the EU», το 2022 η φοροδιαφυγή στην Ελλάδα άγγιξε το 20,93% του ΑΕΠ, ξεπερνώντας για ακόμη μία φορά τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, 17,3%.

Advertisement

Την αντίθετη πορεία τα τελευταία χρόνια ακολουθεί η Ισπανία, η οποία όχι μόνο κατάφερε από το 1985 μέχρι το 2012 να μειώσει τη φοροδιαφυγή από το 35% στο 22%, αλλά να πέσει κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, φτάνοντας πέρσι το 15,8%.

Για το πώς η Ισπανία κατάφερε μέσα σε 40 χρόνια να μειώσει σε ποσοστό φοροδιαφυγής άνω του 50% μιλά στην «Κ» ο Φραντσέσκο Τορίνο, επίκουρος καθηγητής στο τμήμα Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Αλικάντε στην Ισπανία και συντάκτης της έρευνας «Φοροδιαφυγή, δημοσιονομική πολιτική και δημόσιο χρέος: Στοιχεία από την Ισπανία».

Ο καθηγητής σημειώνει πως δύο ήταν οι βασικότεροι παράγοντες που η Ισπανία έφτασε να έχει τόσο υψηλή φοροδιαφυγή, ακόμα και 35% του ΑΕΠ, τη δεκαετία του ’80. Το πρώτο ήταν το επίπεδο της φορολόγησης τότε και το δεύτερο ήταν το χαμηλό επίπεδο δεξιοτήτων των εργαζομένων. 

«Οι απώλειες εσόδων για την ισπανική κυβέρνηση λόγω μη εισπραχθέντων φόρων ήταν τεράστιες κατά την περίοδο 1985-2015, αντιπροσωπεύοντας κατά μέσο όρο το 27% των συνολικών οφειλόμενων φόρων, που ισοδυναμεί με το 17% του ΑΕΠ», εξηγεί ο ίδιος επισημαίνοντας πως όλα αυτά τα χρόνια η φοροδιαφυγή αποτέλεσε καθοριστικό και επιβαρυντικό παράγοντα της συσσώρευσης δημόσιου χρέους της Ισπανίας.

7+1 μέτρα που πήρε η Ισπανία για τη φοροδιαφυγή

Ο καθηγητής επισημαίνει πως ειδικά μετά το 2012 η φοροδιαφυγή έχει πτωτική πορεία στην Ισπανία, ωστόσο τόσο ο ίδιος όσο και άλλοι Ισπανοί οικονομολόγοι θεωρούν ότι η σκιώδης οικονομία παραμένει υψηλή στη χώρα και μπορεί να μειωθεί κι άλλο. Αναλύοντας πώς η Ισπανία κατάφερε να πετύχει τόσο καλές επιδόσεις στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, παραθέτει τη σειρά των μέτρων που χρειάστηκαν να ληφθούν για την πάταξή της.

Ψηφιοποίηση της φορολογικής διοίκησης: Η Ισπανία έχει επενδύσει σε ψηφιακές τεχνολογίες για την ενίσχυση της φορολογικής διοίκησης και τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας των διαδικασιών είσπραξης φόρων. Αυτό περιλαμβάνει τη χρήση συστημάτων ηλεκτρονικής αρχειοθέτησης και ανάλυσης δεδομένων.

Αυτόματη ανταλλαγή οικονομικών πληροφοριών: Η Ισπανία συμμετέχει σε διεθνείς πρωτοβουλίες για την αυτόματη ανταλλαγή χρηματοοικονομικών πληροφοριών, όπως το Κοινό Πρότυπο Αναφοράς (CRS) και η Αυτόματη Ανταλλαγή Πληροφοριών (AEOI). Οι μηχανισμοί αυτοί διευκολύνουν την ανταλλαγή οικονομικών δεδομένων μεταξύ των χωρών για τον εντοπισμό και την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής.

Αυξημένες ποινές και κυρώσεις: Η Ισπανία αύξησε περιοδικά τις ποινές για τη φοροδιαφυγή, για να δημιουργήσει ισχυρότερο αποτρεπτικό παράγοντα. Η αυστηρότερη επιβολή και οι αυστηρότερες συνέπειες αποσκοπούν στο να αποθαρρύνουν τα άτομα και τις επιχειρήσεις από το να επιδίδονται σε φοροδιαφυγή.

Εστίαση σε τομείς υψηλού κινδύνου: Οι φορολογικές Αρχές μπορούν να στοχεύουν σε συγκεκριμένους κλάδους ή τομείς που θεωρούνται υψηλού κινδύνου για φοροδιαφυγή. Αυτή η στοχευμένη προσέγγιση επιτρέπει την αποδοτικότερη κατανομή των πόρων και την αποτελεσματικότερη καταστολή των πιθανών φοροφυγάδων.

Συνεργασία με διεθνείς οργανισμούς: Η Ισπανία συνεργάζεται με διεθνείς οργανισμούς, όπως ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), για την υιοθέτηση βέλτιστων πρακτικών για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής. Η συνεργασία αυτή περιλαμβάνει τη συμμετοχή σε πρωτοβουλίες όπως το πρόγραμμα του ΟΟΣΑ για τη διάβρωση της βάσης και τη μετατόπιση των κερδών (BEPS).

Προγράμματα καταγγελιών: Η Ισπανία έχει εφαρμόσει προγράμματα για να ενθαρρύνει τους πολίτες να προχωρούν σε καταγγελίες. Η παροχή κινήτρων και προστασίας για τους πληροφοριοδότες μπορεί να οδηγήσει στον εντοπισμό συστημάτων φοροδιαφυγής.

Προγράμματα αμνηστίας: Η Ισπανία έχει κατά καιρούς θεσπίσει προγράμματα εθελοντικής αποκάλυψης ή φορολογικής αμνηστίας. Οι πρωτοβουλίες αυτές επιτρέπουν στους φορολογουμένους να προσέλθουν, να δηλώσουν εισοδήματα ή περιουσιακά στοιχεία που δεν είχαν προηγουμένως αποκαλυφθεί και να τακτοποιήσουν τη φορολογική τους κατάσταση με μειωμένες ποινές.

Βελτίωση της συνεργασίας μεταξύ των υπηρεσιών: Η συνεργασία μεταξύ των φορολογικών Αρχών και άλλων κυβερνητικών υπηρεσιών, όπως των μονάδων χρηματοοικονομικών πληροφοριών, μπορεί να ενισχύσει τις προσπάθειες για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής. Η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ αυτών των υπηρεσιών βελτιώνει τις συνολικές δυνατότητες επιβολής της νομοθεσίας.

Μπορεί η Ελλάδα να πάρει μαθήματα;

Στην ερώτηση για το αν και πώς η Ελλάδα μπορεί να πάρει μαθήματα από τη γειτονική χώρα, ο Φραντσέσκο Τορίνο επισημαίνει ότι η απάντηση είναι περίπλοκη, ακριβώς επειδή η φοροδιαφυγή είναι ένα σύνθετο φαινόμενο το οποίο έχει πολλές μεταβλητές, όπως η φορολογική ηθική (κουλτούρα), ο βαθμός επιβολής της φορολογικής νομοθεσίας από την κυβέρνηση, το επίπεδο της δημοσιονομικής πίεσης, η αντίληψη της πιθανότητας να συλληφθεί κανείς (δηλαδή η ένταση των κυβερνητικών ελέγχων), η αποτελεσματικότητα του νομικού συστήματος (για την επιβολή προστίμων), το μορφωτικό επίπεδο του πληθυσμού κ.ο.κ.

Σύμφωνα με τον ίδιο, το πιο οφθαλμοφανές μέτρο που μπορεί να λάβει η Ελλάδα είναι η βελτίωση της επιβολής της φορολογικής νομοθεσίας. «Αυτό θα μπορούσε να επιτευχθεί με διάφορους τρόπους, όπως με την αύξηση των ποινών και των κυρώσεων, με τον εντοπισμό τομέων υψηλού κινδύνου και με την αύξηση του αριθμού των ελέγχων των επιχειρήσεων στους συγκεκριμένους τομείς (ιδίως για τον εντοπισμό της μαύρης εργασίας), με την υψηλή ψηφιοποίηση των δημόσιων διοικήσεων και επίσης με την αποθάρρυνση των πληρωμών με μετρητά», εξηγεί.

Ταυτόχρονα, όπως επισημαίνει, θα ήταν εξίσου σημαντικό να γίνει κατανοητό αν η φορολογία στην Ελλάδα είναι αναποτελεσματικά πολύ υψηλή, με την έννοια ότι με χαμηλότερους φορολογικούς συντελεστές η κυβέρνηση θα μπορούσε ακόμη και να αυξήσει τα δημοσιονομικά της έσοδα. Σύμφωνα με τον ίδιο, τυπικό αποτέλεσμα της υπερβολικής φορολόγησης είναι όταν τα δημοσιονομικά έσοδα και οι φορολογικοί συντελεστές χαρακτηρίζονται από μια σχέση σε σχήμα ανεστραμμένου U που ονομάζεται καμπύλη Laffer (δηλαδή, σε ένα συγκεκριμένο σημείο τα δημοσιονομικά έσοδα μειώνονται με μεγαλύτερους φορολογικούς συντελεστές, επειδή τα άτομα δεν έχουν κίνητρα να παράγουν).

Τέλος, ο καθηγητής σημειώνει πως μία πρόσφατη έρευνα έδειξε πως η αύξηση του ποσοστού των ατόμων με πανεπιστημιακή εκπαίδευση μπορεί να οδηγήσει σε μεγαλύτερη μείωση της φοροδιαφυγής.

«Οσο υψηλότερο είναι το ποσοστό ατόμων με πανεπιστημιακή εκπαίδευση, τόσο οι επιχειρηματίες τείνουν να είναι πιο μορφωμένοι και άρα πιο επιρρεπείς στο να διευθύνουν μεγαλύτερες και παραγωγικότερες επιχειρήσεις. Οσο αυξάνεται το μέγεθος μιας επιχείρησης, τόσο πιο δύσκολο να φοροδιαφύγει κανείς, επειδή οι επιχειρήσεις είναι πιο ορατές στις φορολογικές Αρχές και, ως εκ τούτου, είναι πιο πιθανό να ελεγχθούν», καταλήγει.

 

 

 

Πηγή Καθημερινή
Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies. Περισσότερες πληροφορίες.

Οι ρυθμίσεις των cookies σε αυτή την ιστοσελίδα έχουν οριστεί σε "αποδοχή cookies" για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις των cookies σας ή κάνετε κλικ στο κουμπί "Κλείσιμο" παρακάτω τότε συναινείτε σε αυτό.

Κλείσιμο