Πώς να ακυρώσετε επιτυχώς το πρόστιμο 10.500 ευρώ της ανασφάλιστης εργασίας
Τι λέει ο νόμος - Γράφει η Αναστασία Χρ. Μήλιου, Δικηγόρος παρ' εφέταις Αθηνών
Όλοι όσοι έχουν επιχειρήσεις που απασχολούν εργαζόμενους γνωρίζουν τις κυρώσεις για την ανασφάλιστη εργασία και τον τρόπο που γίνεται ο έλεγχος από τα αρμόδια όργανα ώστε να επιβληθεί το πρόστιμο των 10.500 ευρώ.
Δεν είναι λίγες οι φορές εκείνες που το πρόστιμο ουσιαστικά επιβάλλεται, χωρίς να γίνεται έλεγχος των πραγματικών συνθηκών και αν πράγματι υφίσταται εξαρτημένη εργασία.
Εχει τύχει να απειλούν τους υποτιθέμενους υπαλλήλους, με αυτόφωρη διαδικασία και άλλα παρόμοια που δεν ισχύουν για να υπογράψουν στο δελτίο ελέγχου, ενώ όλα τα στοιχεία τους και η ημερομηνία πρόσληψης καθώς και οι αποδοχές συμπληρώνονται στο περίπου από τα ίδια τα ελεγκτικά όργανα.
Φυσικά υπάρχουν και οι περιπτώσεις εκείνες που πράγματι υπάρχουν στο χώρο εργαζόμενοι που δεν είναι ασφαλισμένοι και καλώς επιβάλλεται το πρόστιμο στην περίπτωση αυτή.
Εμείς θα εξετάσουμε τι μπορεί να γίνει στις περιπτώσεις που το πρόστιμο επιβάλλεται πραγματικά χωρίς να υπάρχει η σχέση εργασίας ή για περιπτώσεις που είναι δυσχερής η απόδειξη της εργασιακής σχέσης.
Πρακτικά ο μόνος τρόπος που μπορεί να ακυρωθεί το πρόστιμο άπαξ και επιβληθεί, είναι μόνο μέσω προσφυγής στο Διοικητικό Δικαστήριο. Δεν αρκεί μόνο αυτό, διότι η προσφυγή από μόνη της δεν αναστέλλει την είσπραξη του προστίμου από το ΚΕΑΟ, οπότε ταυτόχρονα πρέπει να ασκηθεί και αίτηση αναστολής, η οποία εκδικάζεται σχετικά σύντομα και συνήθως γίνεται δεκτή αν υπάρχουν οι οικονομικές προϋποθέσεις (αδυναμία καταβολής προστίμου, χαμηλά εισοδήματα, ζημιογόνα ή οριακά επικερδής επιχείρηση). Η δεκτή αναστολή εξασφαλίζει ότι μέχρι την έκδοση απόφασης επί της προσφυγής για την ακύρωση του προστίμου δεν θα γίνει κατάσχεση κυρίως τραπεζικών λογαριασμών του εργοδότη.
Το δικαστήριο για να ακυρώσει το πρόστιμο εξετάζει τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης. Σημαντικό ρόλο παίζει το τι έχει γραφτεί στο δελτίο ελέγχου. Επίσης αν το δελτίο ελέγχου φέρει υπογραφή είτε του εργοδότη είτε του δήθεν υπαλλήλου. Η υπογραφή μπορεί να σημαίνει και αποδοχή των καταχωρημένων σε αυτό στοιχείων. Συνεπώς ένα ανυπόγραφο δελτίο ελέγχου αποδεικνύει αυτομάτως μια αντίδραση στην επιβολή του προστίμου και μη αποδοχή του.
Αυτό δεν είναι πάντα εφικτό διότι όπως λέχθηκε και ανωτέρω, οι ελεγκτές πιέζουν για την υπογραφή απειλώντας τους εργαζόμενους ότι θα μπλέξουν με το νόμο αν δεν υπογράψουν.
Επίσης οι ελεγκτές μπορεί να πουν ότι αν γίνει άμεση πρόσληψη του προσώπου, τότε το πρόστιμο δεν επιβάλλεται. Αυτό δεν ισχύει. Αν συνταχθεί το δελτίο ελέγχου, τότε είναι βέβαιο ότι θα επιβληθεί άμεσα και το πρόστιμο. Με την άμεση πρόσληψη του δήθεν εργαζόμενου, το μόνο που πετυχαίνει ο εργοδότης είναι να βγάλει εκτός το μοναδικό του επιχείρημα δηλαδή τη μην ύπαρξη σχέσης εξαρτημένης εργασίας.
Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι μια τυπική προσφυγή σε τέτοιες περιπτώσεις δεν έχει μέλλον και πιθανότητες να γίνει δεκτή. Η προσφυγή πρέπει να είναι ορθά στοιχειοθετημένη και να περιέχει όλα εκείνα τα στοιχεία που θα της προσδώσουν αληθοφάνεια. Οι προσφυγές αυτές προσδιορίζονται περίπου μέσα σε δύο χρόνια από την ημέρα κατάθεσής τους και εφόσον γίνουν δεκτές το πρόστιμο ακυρώνεται στο σύνολό του.