Advertisement

Πώς το κτήμα της Ελληνίδας Κορίνας Μεντζελοπούλου έφθασε να αξίζει πάνω από 1 δισ. ευρώ

ΤΟ CHATEAU MARGAUX

736

Όταν ο πατέρας της πέθανε το 1980, η ελληνικής καταγωγής Κορίνα Μεντζελοπούλου, κληρονόμησε μια επιχειρηματική αυτοκρατορία που περιλάμβανε 1.600 παντοπωλεία, 80 κτίρια στο κεντρικό Παρίσι, ένα ξενοδοχείο που κάποτε ήταν το σπίτι του Λουδοβίκου XIV, και έναν αμπελώνα που η οικογένεια είχε αγοράσει λόγω μιας ιδιοτροπίας.

Σήμερα, ο αμπελώνας την έχει κάνει δισεκατομμυριούχο. Πρόκειται για το Chateau Margaux, ένα από τα λίγα ακίνητα που έχει διεκδικήσει το βραβευμένο χαρακτηρισμό Premier Cru που απονεμήθηκε από τον Ναπολέωντα ΙΙΙ το 1855, για τα καλύτερα εδάφη για παραγωγή κρασιού στο Μπορντό.

«Το Margaux δεν είναι απλά μια εταιρεία, είναι κάτι τόσο ξεχωριστό» λέει η Μεντζελοπούλου στο Bloomberg. «Το φως είναι πάντα τόσο διαφορετικό. Είναι εξαιρετικό το φθινόπωρο. Γίνομαι συναισθηματική μιλώντας γι’ αυτό».

Η Κορίν Μεντζελόπουλος. Φωτογραφία: Facebook

Ο πατέρας της, ένας Έλληνας εκατομμυριούχος ιδιοκτήτης σούπερ – μάρκετ, το 1977 πλήρωσε το σχετικά χαμηλό ποσό των 16 εκατομμυρίων δολαρίων για το Margaux, το οποίο είχε βγει προς πώληση, χωρίς καμία ανταπόκριση, για δύο χρόνια.

Η έκρηξη της ζήτησης για καλό κρασί τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες και μια αυξανόμενη μερίδα δισεκατομμυριούχων που είναι πρόθυμοι να πληρώσουν πολλά για περιουσιακά τρόπαια, σημαίνει πως ένα κτήμα όπως το Margaux θα μπορούσε εύκολα να αποφέρει 1 δισεκατομμύριο δολάρια, αν και η Μεντζελοπούλου λέει πως ο ιδανικός αγοραστής είναι ο «κανένας».

Ακόμη κι αν η ίδια δεν ενδιαφέρεται να το πουλήσει, η πιθανή τιμή του καθιστά την Μεντζελοπούλου μία από τις πλουσιότερες γυναίκες της Γαλλίας, και το Margaux, με μόλις 81 υπαλλήλους, μία από τις μικρότερες επιχειρήσεις του κόσμου με αξία δισεκατομμυρίων δολαρίων. Τα 647 στρέμματα αμπελώνων παράγουν περίπου 280.000 μπουκάλια κρασιού το χρόνο, τα οποία μπορούν να πωληθούν για πάνω από 1.000 δολάρια το καθένα στα πρόσφατα έτη.

Καθώς οι τάξεις των υπερπλουσίων έχουν διογκωθεί, το εκλεπτυσμένο κρασί έχει γίνει από χόμπι σε επικρατούσα επένδυση, κάτι στο οποίο επενδύει το 1/4 περίπου των πλουσίων στον κόσμο. Με τους εύπορους Κινέζους οινόφιλους που οδηγούν τη ζήτηση, το κρασί έχει καταστεί το δεύτερο είδος πολυτελείας, μετά τα κλασικά αυτοκίνητα, αναφέρει το Bloomberg.

Τα σταφύλια του πλούτου
Η Μεντζελόπουλος έχει αρνηθεί να αποκαλύψει τα οικονομικά του κτήματος, αλλά οι αναλυτές υπολογίζουν τα ετήσια έσοδά του σε περίπου 100 εκατομμύρια δολάρια. Το Margaux επίσης πληρώνεται εκ των προτέρων από τους εμπόρους και ορισμένη ποσότητα κρασιού πωλείται en primeur, ένα είδος μελλοντικού συστήματος όπου ένα vintage κρασί αγοράζεται – και καταβάλλεται η αξία του – ενώ είναι ακόμη στο βαρέλι, έναν χρόνο προτού παραδοθεί.

Αυτές όμως οι οικονομικές λεπτομέρειες δε θα είχαν κανένα ενδιαφέρουν για έναν υποψήφιο αγοραστή. Ούτε το νεοκλασικό αρχοντικό γνωστό ως « Versailles du Medoc», τα αποθεματικά κελάρια ή το οινοποιείο. Αν η Μεντζελόπουλος αποφάσιζε να το πουλήσει, η τιμή θα εξαρτιόταν σε μεγάλο βαθμό από ένα πράγμα: την επιθυμία του αγοραστή να κατέχει κάτι μοναδικό στον κόσμο.

«Το όνομα Margaux είναι τόσο γνωστό» λέει ο Μάικλ Μπέινς, συνιδρυτής της Vineyards-Bordeaux, σύμβουλος επενδύσεων για τον οίκο Christie’s σε θέματα διεθνούς ακίνητης περιουσίας.«Ως πωλητής, είσαι σε τόσο ισχυρή θέση».

Όταν η Μεντζελόπουλος ήταν σε ηλικία 20 περίπου χρονών, ο πατέρας της Αντρέ, είδε ένα άρθρο εφημερίδας που έλεγε πως η οικογένεια που είχε τον αμπελώνα για πάνω από 5 δεκαετίες προσπαθούσε να τον πουλήσει. Μετά από μια σύντομη περιήγηση στα εδάφη, με τα στρέμματα των αμπέλων, τις πλακόστρωτες αυλές και το chateau που φτιάχτηκε στα πρότυπα του Παρθενώνα, συμφώνησε να αγοράσει το κτήμα με μια χειραψία σε μια σκάλα που οδηγούσε στο σπίτι.

«Αντιλήφθηκε αμέσως το πόσο σημαντικό ήταν το Margaux» λέει η Μεντζελοπούλου.

Ο ερμητικός κόσμος των αμπελώνων του Μπορντό, των διαπραγματευτών και των δοκιμαστών ήταν έναν άγνωστος χώρος για έναν ξένο που μιλούσε ελάχιστα γαλλικά και που θα ήταν τώρα ο νέος ιδιοκτήτης αυτού του ιστορικού ακινήτου. Αλλά ήταν ένα αμαυρωμένο περιουσιακό στοιχείο. Οι μεσαιωνικοί αμπελώνες, ένα σκάνδαλο για τις ετικέτες των κρασιών και η κατάρρευση των τιμών του κρασιού μετά την πτώση της αγοράς το 1973, είχαν αφήσει αμπελώνες σε ολόκληρο το Μπορντό σε κατάσταση αμέλειας, με ελάχιστους δυνητικούς αγοραστές.

«Ήταν στα μέσα της δεκαετίας του ‘70, η πετρελαϊκή κρίση» λέει ο Αλεξάντερ Χολ, ιδρυτής της Vineyard Intelligence, σύμβουλος αγοραστών κρασιού. «Δεν υπήρχαν ολιγάρχες, Η Ασία δεν ήταν στο χάρτη. Η οικονομία βρισκόταν λίγο κάτω από την ύφεση».

Η οικογένεια Μεντζελόπουλου αποφάσισε να επενδύσει μακροπρόθεσμα. Έσπασαν τα αμπέλια και να ανασχημάτισαν, έφεραν έναν σύμβουλο οίνου -ανήκουστο εκείνη την εποχή – που τους βοήθησε να επιλέξουν νέα δρύινα βαρέλια, βρήκαν την ιδανική ημερομηνία για τη συλλογή των σταφυλιών και επέβλεπαν την επανεισαγωγή ενός δεύτερου κρασιού, ένα λιγότερο ακριβό κρασί που ονομάζεται Pavillon Rouge.

Ο γιος ενός αναλφάβητου πανδοχέα, ο πατέρας Μεντζελόπουλος, έκανε περιουσία με την πώληση σιτηρών στην Ινδία και το Πακιστάν. Αφού γνώρισε την Γαλλία γυναίκα που θα γινόταν σύζυγός του ενώ έκανε σκι στις Άλπεις, μετακόμισε στο Παρίσι και αγόρασε την Felix Potin, μια αλυσίδα παντοπωλείων των οποίων τα μικρά καταστήματα βρίσκονταν σε όλες τις γωνίες δρόμων σε ολόκληρη τη Γαλλία. Με τον ανταγωνισμό από τα μεγαλύτερα σούπερ μάρκετ, η Κορίνα πούλησε την επιχείρηση το 1983.

Το δεύτερο από τα τρία παιδιά της Μεντζελόπουλος, η 32χρονη Αλεξάνδρα, πρόκειται να διαδεχθεί την μητέρα της – μια κίνηση που τιμά την κληρονομιά του πατέρα της. Παρόλο που η Αλεξάνδρα ζει στο Λονδίνο, όπου έχει ένα wine bar και ένα εστιατόριο, ταξιδεύει στο Μπορντό σε καθοριστικές περιόδους όπως η συγκομιδή και η ανάμειξη του νέου κρασιού.

«Επειδή πρόκειται για μια οικογενειακή επιχείρηση, θέλω να εκπαιδευτώ σε κάθε της στάδιο» λέει η Αλεξάνδρα.

Κι αν η οικογένεια αποφασίσει ποτέ να πουλήσει, υπάρχουν περισσότεροι δυνητικοί αγοραστές από ποτέ: η Κίνα έχει εκατοντάδες δισεκατομμυριούχους, και οι πλούσιοι εποφθαλμιούν στους αμπελώνες του Μπορντό.


Πηγή iefimerida
Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies. Περισσότερες πληροφορίες.

Οι ρυθμίσεις των cookies σε αυτή την ιστοσελίδα έχουν οριστεί σε "αποδοχή cookies" για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις των cookies σας ή κάνετε κλικ στο κουμπί "Κλείσιμο" παρακάτω τότε συναινείτε σε αυτό.

Κλείσιμο