Advertisement

Πόσα χρήματα μας παίρνει το κράτος κάθε μήνα; Οι άμεσοι και οι έμμεσοι φόροι που πληρώνουμε

Το κράτος έχει γίνει… συνέταιρός μας στα έσοδα, ακόμη και εάν δεν διαθέταμε ούτε ένα ευρώ για διασκέδαση ή ψυχαγωγία

600

Είστε σίγουροι ότι γνωρίζετε πόσα χρήματα μας παίρνει το κράτος κάθε μήνα; Μην βιαστείτε να απαντήσετε σκεπτόμενοι τον φόρο εισοδήματος που πληρώνετε μια φορά τον χρόνο και ακολούθως να διαιρέσετε αυτό το ποσό διά τους 12 μήνες που έχει ο χρόνος, γιατί το αποτέλεσμα που θα προκύψει θα είναι πλασματικό, καθώς το κράτος έχει πολύ περισσότερους τρόπους προκειμένου να «εξαφανίζει» το μισθό μας, καμιά φορά χωρίς καν να το αντιλαμβανόμαστε.

Πόσα παίρνει στο χέρι κάποιος που αμείβεται με 1.000 ευρώ μικτά

Advertisement

Πάμε να δούμε αναλυτικά με παραδείγματα και είναι βέβαιο ότι θα εκπλαγείτε με το τελικό αποτέλεσμα. Ας ξεκινήσουμε με έναν μισθωτό που λαμβάνει στρογγυλά μηνιαίως 1.000 ευρώ μικτά για την εργασία του. Καταρχάς από αυτά, στο χέρι θα λάβει 818 ευρώ, αφού το υπόλοιπο 18% αφορά κρατήσειςΠριν καν τα πάρει λοιπόν, έχουν «εξανεμιστεί» τα πρώτα 182 ευρώ. Αξίζει βέβαια να επισημανθεί ότι στον εργοδότη ο συγκεκριμένος εργαζόμενος κοστίζει 1.225,4 ευρώ, πράγμα που σημαίνει ότι στην εφορία και στα ασφαλιστικά ταμεία μπαίνουν 407,21 ευρώ ή το 40,54% του ποσού.

Πόσα παίρνει η εφορία από το ενοίκιο

Ας αναλύσουμε όμως το εξοδολόγιο από την πλευρά του μισθωτού, ο οποίος σίγουρα καλείται να πληρώσει ενοίκιο ή ΕΝΦΙΑ εάν ζει σε δικό του σπίτι. Με το πρώτο σενάριο, θα κληθεί να καταβάλει μεσοσταθμικά ενοίκιο της τάξης των 400 ευρώ, εκ των οποίων στην εφορία καταλήγουν άμεσα τα 60 ευρώ απ’ αυτά – το 15% δηλαδή.

Εάν έχει δική του στέγη, πληρώνει ΕΝΦΙΑ κατά μέσο όρο για ένα διαμέρισμα 70 τετραγωνικών παλαιότητας δέκα ετών, σε περιοχή με τιμή ζώνης 800 ευρώ ανά τ.μ. (π.χ. Αγία Βαρβάρα), γύρω στα 145 ευρώ για όλο το έτος, ήτοι μέσο όρο 12 ευρώ το μήνα.

Τι συμβαίνει με φως, νερό, τηλέφωνο

Από κει και πέρα στα ανελαστικά έξοδα πρέπει προφανώς να υπολογίσει κάποιος τα χρήματα που δίνουμε σε υπηρεσίες κοινής ωφέλειας. Η ΔΕΗ ή η όποια άλλη ιδιωτική εταιρεία ρεύματος σε ένα μέσο σπίτι με μέτρια κατανάλωση, έρχεται γύρω στα 130 ευρώ το δίμηνο, εκ των οποίων τα 50 ευρώ αφορούν τον ειδικό φόρο κατανάλωσης, το ειδικό τέλος και τον ΦΠΑ. Οπότε το μήνα βγαίνει κατά μέσο όρο ένας φόρος προς το κράτος της τάξης των 25 ευρώ.

  • Η ΕΥΔΑΠ από την άλλη πλευρά κοστίζει με μια κανονική κατανάλωση περίπου 25 ευρώ το δίμηνο, οπότε μας βγαίνει 12,5 ευρώ το μήνα, από τα οποία τα 3 πηγαίνουν σε πάσης φύσεως φόρους.
  • Όσον αφορά το σταθερό τηλέφωνο και με το δεδομένο ότι σχεδόν όλοι οι Έλληνες έχουν στο σπίτι Ίντερνετ, ο λογαριασμός κυμαίνεται γύρω στα 35 ευρώ το μήνα (σταθερό τηλέφωνο και Ίντερνετ μαζί), από τα οποία τα 6 αφορούν πάσης φύσεως φόρους υπέρ του κράτους.
  • Ο λογαριασμός του κινητού τηλεφώνου με συμβόλαιο, κυμαίνεται μηνιαίως γύρω στα 34 ευρώ εκ των οποίων μεσοσταθμικά τα 9,5 ευρώ πηγαίνουν στο κράτος ως φόρος και τέλη.

Κρατική αφαίμαξη από τα καύσιμα

Από ‘κει και πέρα με το δεδομένο ότι όλοι λίγο έως πολύ διαθέτουμε ένα παλιό ή πιο καινούργιο αυτοκίνητο, τόσο το κόστος συντήρησής του όσο και τα έξοδα κίνησης είναι εξίσου πολλά που μονάχα εάν καθίσει κανείς να τα υπολογίσει θα διαπιστώσει το ύψος τους.

Εάν μιλάμε για ένα αυτοκίνητο δεκαπενταετίας 1.600 κυβικών, τα ετήσια τέλη κυκλοφορίας (που καλούμαστε να καταβάλλουμε αυτή την περίοδο) κυμαίνονται γύρω στα 265 ευρώ (άρα κατά μέσο όρο μας βγαίνει 22 ευρώ το μήνα) ή εάν πρόκειται για νεότερης τεχνολογίας όχημα, γύρω στα 140 ευρώ (11,5 ευρώ το μήνα). Χρησιμοποιώντας το μονάχα για να πηγαίνει κάποιος από το σπίτι στη δουλειά και από τη δουλειά στο σπίτι, μια απόσταση 40 χιλιομέτρων πηγαιν’ έλα, πληρώνουμε πλέον γύρω στα 150 ευρώ το μήνα, εκ των οποίων το κράτος παρακρατεί ως Φόρο Προστιθέμενης Αξίας, το 24%. Αν πάμε και κανένα ταξίδι, το κόστος εννοείται ανεβαίνει, χωρίς να βάζουμε μέσα τα διόδια. Άρα μόνο από τη βενζίνη ή το πετρέλαιο δίνουμε στο κράτος άλλα 36 ευρώ μηνιαίως.

Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε επίσης και την ασφάλεια αυτοκινήτου που καλούμαστε να έχουμε, η οποία σε ετήσια βάση υπολογίζεται γύρω στα 350 ευρώ για ένα μέσο αυτοκίνητο, εκ των οποίων το κράτος παίρνει περίπου τα 35 (άρα άλλα 2,9 ευρώ το μήνα).

Φόρος σε ό,τι αγοράζουμε από το σούπερ μάρκετ

Και φυσικά ανελαστικά είναι και τα έξοδα που δίνουμε στο σούπερ μάρκετ και κυμαίνονται κάθε μήνα στην καλύτερη περίπτωση γύρω στα 200 ευρώ. Τα βασικά προϊόντα ευρείας κατανάλωσης όπως π.χ. ψωμί, γάλα, κρέας, ψάρια, ελαιόλαδο, τυριά, ζυμαρικά, άλευρα, δημητριακά, λαχανικά, καφές, τσάι, αλάτι, ξύδι, διάφορα παρασκευάσματα διατροφής με βάση τα δημητριακά, τα αλεύρια, τα άμυλα κ.λπ. εντάσσονται στον μειωμένο συντελεστή που είναι 13% επί της φορολογητέας αξίας. Οπότε από τα 200 ευρώ, το κράτος μας παίρνει 26 ευρώ.

Τα έξοδα ξεπερνούν τα έσοδα

Χωρίς λοιπόν να υπολογίζουμε έξοδα διασκέδασης και ψυχαγωγίας, το κράτος μας παίρνει κάθε μήνα από τα 1.000 ευρώ μικτά, τα 372,40 ευρώ για φόρους. Βέβαια παρατηρούμε και κάτι ακόμη σημαντικό, πως εάν ένας μισθωτός μένει σε ενοίκιο μόνος του, προφανώς με τα 818 ευρώ δεν μπορεί να ζήσει, καθώς τα έξοδα είναι παραπάνω από τα έσοδα. Μόνο εάν πληρώνει ενοίκιο κάτω από 300 ευρώ μπορεί να βγάλει τον μήνα. Και επαναλαμβάνουμε, χωρίς να υπολογίζουμε έξοδα διασκέδασης ή ψυχαγωγίας, αλλά ούτε καν τα έξοδα του πετρελαίου θέρμανσης θεωρώντας πως χρησιμοποιεί για παράδειγμα κλιματιστικό προκειμένου να ζεστάνει το χώρο.

Πόσα παίρνει κάθε μήνα η εφορία από έναν εργαζόμενο με μισθό 1.000 ευρώ από τα βασικά του έξοδα

  • Εναλλακτικά, εάν έχει δικό του σπίτι, καταβάλλει ΕΝΦΙΑ μεσοσταθμικά 12,00 ευρώ μηνιαίως
  • Για αυτοκίνητο δεκαπενταετίας, 1.600 κυβικών. Αν πρόκειται για όχημα νεότερης τεχνολογίας όχημα τα τέλη είναι γύρω στα 11,5 ευρώ το μήνα.

Εάν θελήσουμε ως άνθρωποι να κάνουμε και ένα ταξίδι αναψυχής το μήνα, από την Αθήνα μέχρι για παράδειγμα το σχετικά κοντινό Ναύπλιο, μια απόσταση μόλις 140 χιλιομέτρων, θα πρέπει να συνυπολογίσουμε στα έξοδα άλλα 30 ευρώ για βενζίνη εάν έχουμε ένα όχημα δεκαπενταετίας, εκ των οποίων στο κράτος περιέρχονται ως φόροι τα 7,2 ευρώ (το 24%). Έχουμε όμως και τα διόδια, τα οποία αποδίδονται ως εξής: 2,10 ευρώ στο σταθμό της Ελευσίνας, 1,80 ευρώ στο σταθμό του Ισθμού, 2,45 ευρώ στο σταθμό Σπαθοβουνίου. Το σύνολο 6,35 και άλλα τόσα στην επιστροφή, άρα 12,7 ευρώ εκ των οποίων το κράτος λαμβάνει ως ΦΠΑ τα 3,05.

Στην περίπτωση που θελήσει ο εργαζόμενος να πραγματοποιεί και μια έξοδο για φαγητό σε ένα ταβερνάκι ή σε ένα εστιατόριο μέσα στην εβδομάδα, υπολογίζεται ότι θα του κοστίσει γύρω στα 20 ευρώ με συντηρητικές εκτιμήσεις, εκ των οποίων το κράτος θα λάβει ως φόρο τα 2,6 ευρώ. Οπότε το μήνα θα καταβάλει 80 ευρώ και το κράτος θα εισπράξει 10,4 ευρώ. Εννοείται πως αναφερόμαστε σε τιμή κατ’ άτομο, γιατί εάν κεράσει και έστω ένα πρόσωπο ακόμη, το κόστος βέβαια διπλασιάζεται.

Στην περίπτωση που επιλέξει να πίνει και έστω έναν καφέ την εβδομάδα έξω, σε ένα μαγαζί με έναν φίλο του, θα κληθεί να καταβάλει άλλα 14 ευρώ, από τα οποία το κράτος θα εισπράξει ως ΦΠΑ 1,80 ευρώ. Κάποια στιγμή ο μισθωτός θα κληθεί επίσης να αγοράσει καινούργια ρούχα και παπούτσια. Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία των καταναλωτικών οργανώσεων, σε μηνιαία βάση ο μέσος Έλληνας δαπανά κατά μέσο όρο 90 ευρώ για ένδυση και υπόδηση και λοιπά έξοδα, εκ των οποίων τα 12,20 αποδίδονται στο κράτος υπό μορφή φόρου, ενώ εάν είναι καπνιστής και πίνει συντηρητικά ανεβαίνει το κόστος των εξόδων και κατά συνέπεια και τα κρατικά έσοδα. Στην περίπτωση που δαπανά μηνιαίως 50 ευρώ για καπνό και αλκοόλ, από τα χρήματα αυτά η πολιτεία λαμβάνει τα 12.

Πόσα παίρνει κάθε μήνα η εφορία από έναν εργαζόμενο με μισθό 1.000 ευρώ από τα δευτερεύοντα έξοδά του

Πώς τα υπολογίζει η ΕΛΣΤΑΤ

Σύμφωνα με την έρευνα οικογενειακών προϋπολογισμών της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ) τα νοικοκυριά ξοδεύουν κατά μέσον όρο 1.478,22 ευρώ το μήνα για αγορές αγαθών και υπηρεσίες με τη δαπάνη να διαμορφώνεται στα 1.567,44 ευρώ στις αστικές περιοχές και στα 1.190,96 ευρώ στις αγροτικές. Ανάλογα με τη σύνθεση των νοικοκυριών η μέση μηνιαία δαπάνη για ένα άτομο ανέρχεται σε 1.013,84 ευρώ, για ζευγάρι σε 1.268,42 ευρώ, για οικογένεια με ένα παιδί σε 2.037,78 ευρώ και με δύο παιδιά σε 2.210,50 ευρώ.

Όσον αφορά στη συμμετοχή των αγαθών και υπηρεσιών στη μηνιαία καταναλωτική δαπάνη τα νοικοκυριά ξοδεύουν κατά μέσο όρο 295,56 ευρώ για την αγορά ειδών διατροφής, 50,09 ευρώ για οινοπνευματώδη ποτά και καπνό, 85,83 ευρώ για είδη ένδυσης και υπόδησης, 207,55 ευρώ για στέγαση (σ.σ. αν και πλέον στο λεκανοπέδιο της Αττικής με τέτοιες τιμές βρίσκεις πλέον μονάχα αποθήκες για ενοικίαση), 66,17 ευρώ για διαρκή αγαθά, 104,61 ευρώ για υγεία, 197,42 ευρώ για μεταφορές, 60,78 ευρώ για επικοινωνίες, 73,18 ευρώ για αναψυχή και πολιτισμό και 164,49 ευρώ για ξενοδοχεία, καφέ και εστιατόρια.

Πόσα μας παίρνει αμέσως το κράτος τη στιγμή που πληρωνόμαστε

Στο παράδειγμα που προαναφέραμε, χρησιμοποιήσαμε έναν μισθωτό που λαμβάνει μισθό της τάξης των 1.000 ευρώ και διαπιστώσαμε πως εξαιτίας της φορολογικής επιβάρυνσης, πέφτει αμέσως στα 818,19 ευρώ.

  • Την ίδια ώρα, μισθωτός με ένα παιδί και μικτές αποδοχές 800 ευρώ, καταβάλλει αυτομάτως στην εφορία και στα ασφαλιστικά ταμεία 119,2 ευρώ (ήτοι το 15%) και άρα στην τσέπη του μένουν καθαρά 680,71 ευρώ. Αν τώρα συνυπολογίσουμε και τις ασφαλιστικές εισφορές που καταβάλλει ο εργοδότης του ύψους 180,32 ευρώ (ποσοστό 22,54%) τότε το εν λόγω άτομο κοστίζει συνολικά 980,32 ευρώ αλλά στο χέρι θα πάρει τα 680,71 που προείπαμε. Με άλλα λόγια οι κρατήσεις του τρώνε συνολικά 299,6 ευρώ (ποσοστό 37,54).
  • Να δούμε τί συμβαίνει και στην περίπτωση που κάποιος είναι πιο τυχερός και λαμβάνει μεγαλύτερο μισθό. Εάν λοιπόν αμείβεται με 1500 ευρώ μικτά, οι κρατήσεις του ανέρχονται στα 355,47 ευρώ (ήτοι 24%) και άλλα 338,1 ευρώ είναι οι εισφορές που καταβάλει στο κράτος ο εργοδότης. Οπότε συνολικά το κόστος εργασίας του ανέρχεται στα 1.838,1 ευρώ αλλά στην τσέπη του βάζει 1.144,53, δηλαδή 693,57 ευρώ λιγότερα. Με το «καλημέρα» δηλαδή, το κράτος του έχει πάρει το 46,54%.
  • Τέλος εάν ένας υπάλληλος έχει έναν ακαθάριστο μισθό της τάξης των 2.000 ευρώ, του κρατούνται για ασφαλιστικές εισφορές 546,47 ευρώ (ή το 27%), οπότε ο καθαρός μισθός του διαμορφώνεται στα 1.453,53 ευρώ. Εάν υπολογίσουμε και τις εισφορές του εργοδότη που ανέρχονται σε 450,8 ευρώ, η συνολική δαπάνη μισθοδοσίας του εν λόγω εργαζόμενου διαμορφώνεται στα 2.450,8 ευρώ, που σημαίνει ότι το κράτος παίρνει αμέσως απ’ αυτά, τα 997,27 ευρώ.

Στο δια ταύτα

Το κράτος αποδεικνύεται στην πράξη ως ο μεγαλύτερος άρπαγας των εξόδων μας, ακόμη και εάν είμαστε συντηρητικοί ως προς τις δαπάνες μας. Ούτε λίγο ούτε πολύ, από τα 1.000 ευρώ που λαμβάνει ένας υπάλληλος σε μηνιαία βάση, δίνει άμεσα και έμμεσα το 37,2% του μισθού του προς την εφορία. Πάρτε χαρτί και στυλό και υπολογίστε μέσα στο μήνα τι συμβαίνει και στο δικό σας νοικοκυριό, προκειμένου να έχετε μια πλήρη εικόνα της κατάστασης.

 

 

Πηγή newsbeast
Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies. Περισσότερες πληροφορίες.

Οι ρυθμίσεις των cookies σε αυτή την ιστοσελίδα έχουν οριστεί σε "αποδοχή cookies" για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις των cookies σας ή κάνετε κλικ στο κουμπί "Κλείσιμο" παρακάτω τότε συναινείτε σε αυτό.

Κλείσιμο