Posidonia oceanica: Το δέντρο ζωής των ελληνικών θαλασσών
Του Κωνσταντίνου-Μάριου Βαζιουράκη
Αν αναλογιστεί καθένας από εμάς πόσες φορές, καθώς κολυμπάμε στις θάλασσές μας, περνάμε πάνω από λιβάδια πράσινων ή και σκούρων καφέ «φυκιών», σίγουρα θα εκπλαγεί. Πολλοί, βέβαια, δεν τρέφουν ιδιαίτερη συμπάθεια για τα φυτά αυτά και συνήθως είτε τα αποφεύγουν κατά την κολύμβηση, είτε τα προσπερνούν γρήγορα, φοβούμενοι πως κάτι σκοτεινό και επικίνδυνο κρύβεται ανάμεσά τους. Η αλήθεια είναι πως τίποτα από αυτά δεν ισχύει και, αντίθετα, οι οργανισμοί αυτοί μπορούν -χωρίς καμία υπερβολή- να χαρακτηριστούν οι «πνεύμονες» των θαλασσών όπου διαβιούν. Εξάλλου, εσφαλμένα αποκαλούμε την «Posidonia oceanica» φύκια – στην ουσία πρόκειται για ένα Φανερόγαμο Αγγεόσπερμο φυτό, που βιολογικά και εξελικτικά απέχει πολύ από τα φύκη και χρειάστηκε να περάσουν μέσα από μία μακρόχρονη και πολύπλοκη εξελικτική διαδικασία για να επαναποικίσουν τον υποβρύχιο κόσμο. Αυτό που πυροδότησε την επιστροφή τους φαίνεται πως ήταν η σταδιακή άνοδος της στάθμης της θάλασσας πριν από περίπου 100 εκατομμύρια χρόνια.
Όντας ένα πολύ εκλεκτικό ενδημικό είδος με αυστηρές οικολογικές απαιτήσεις (διαύγεια, καλή ανανέωση των υδάτινων μαζών, απουσία ρύπων κ.α.) η παρουσία ενός υγιούς λιβαδιού ποσειδωνίας δηλώνει τη σταθερότητα και ποιότητα του παράκτιου περιβάλλοντος. Κυρίως προτιμά θερμοκρασίες μεταξύ 17 και 24 βαθμών Κελσίου, αλατότητα 38-39‰ και δεν επιβιώνει σε περιοχές όπου οι παράμετροι αυτές παρουσιάζουν μεγάλες διακυμάνσεις (π.χ. εκβολές ποταμών, κλειστοί κόλποι). Εκτός αυτών, η ποσειδωνία -όπως όλα τα φυτά- χρειάζεται φως. Στις ελληνικές θάλασσες τα επίπεδα ηλιακής ακτινοβολίας εξασθενούν μετά τα πρώτα 30-40 μ., θέτοντας τον κυριότερο περιοριστικό παράγοντα εξάπλωσης των λιβαδιών. Στο Βόρειο Αιγαίο, το βαθύτερο όριο εξάπλωσής της ποσειδωνίας συνήθως εντοπίζεται στα 30 μ., ενώ στις νότιες ακτές του Αιγαίου και του Λιβυκού μπορεί να ξεπερνάει το βάθος των 45 μ.
Τι είναι, όμως, αυτό που καθιστά την ποσειδωνία τόσο σημαντική για τον υποθαλάσσιο χώρο της Μεσογείου; Αρχικά, χωρίς καμία υπερβολή, τα λιβάδια της συνιστούν ένα μοναδικό θαλάσσιο οικοσύστημα με παραγωγικότητα συγκρίσιμη εκείνης των δασών του Αμαζονίου. Δεσμεύουν σημαντικές ποσότητες CO2, εμπλουτίζουν τα νερά και την ατμόσφαιρα με οξυγόνο, παρέχουν καταφύγιο και τόπο αναπαραγωγής σε πολυάριθμους θαλάσσιους οργανισμούς, μεταξύ των οποίων και πολλά εμπορικά είδη, και προστατεύουν τον βυθό και τις ακτές από τη διάβρωση. Επιπλέον, λειτουργώντας ως «παγίδες» αιωρούμενων σωματιδίων, τα λιβάδια αποτελούν φυσικά φίλτρα καθαρισμού και συμβάλλουν στην ανακύκλωση των θρεπτικών στοιχείων του ιζήματος και της στήλης του νερού. Τα συμπλέγματα που «χτίζουν» οι ρίζες σε συνδυασμό με το πυκνό και ανθεκτικό φύλλωμα της ποσειδωνίας, λειτουργούν ως ισχυροί κυματοθραύστες, απορροφώντας σημαντικό ποσοστό της προσπίπτουσας στην παράκτια ζώνη κυματικής ενέργειας, με αποτέλεσμα οι μεσογειακές ακτές να εμφανίζουν πληθώρα αμμωδών παραλιών, που πολλές συναντάμε και στη χώρα μας.
Δυστυχώς, η ανθρωπογενής δραστηριότητα, που άμεσα ή έμμεσα αυξάνει τη θολερότητα του νερού, όπως η αλόγιστη διάθεση αστικών, γεωργικών και βιομηχανικών λυμάτων, συνιστά την πλέον διαδεδομένη απειλή για τα θαλάσσια λιβάδια. Επίσης, η αλιεία με συρόμενα ή άλλα εργαλεία πάνω ή κοντά στον πυθμένα και η ανεξέλεγκτη αγκυροβολία σκαφών, αποτελούν τις σημαντικότερες αιτίες μηχανικής διατάραξης και υποβάθμισης των λιβαδιών και των βιοκοινοτήτων τους. Με δεδομένες αυτές τις απειλές και τον αργό ρυθμό αύξησης του φυτού, οι θαλάσσιοι βιότοποι συρρικνώνονται με ρυθμούς που ανέρχονται παγκοσμίως στο 2%-5% ετησίως, όταν το αντίστοιχο ποσοστό συρρίκνωσης των τροπικών δασών ανέρχεται σε 0,5%…
Προσπάθειες προστασίας των θαλάσσιων λιβαδιών
Στοιχείο που πολλοί δεν γνωρίζουν είναι πως, παρότι ο Μεσογειακός Κανονισμός προβλέπει την οικονομική ενίσχυση μέσω του Ευρωπαϊκού Ταμείου Αλιείας και του Επιχειρησιακού Προγράμματος Αλιείας (ΕΠΑΛ 2007-2013 και ΕΠΑΛ 2014-2020), των κρατών-μελών για την πλήρη χαρτογράφηση των λιβαδιών και την κάλυψη άλλων σχετικών υποχρεώσεων (π.χ. δημιουργία δικτύου προστατευόμενων περιοχών, χωρική καταγραφή κοραλλιογενών βυθών και τραγάνων κ.ά.), το ελληνικό κράτος αγνοούσε αυτές και άλλες -εξαιρετικής σημασίας- διατάξεις. Αποτέλεσμα ήταν η επιβολή προστίμου από την Ευρωπαϊκή Ένωση και η υποβάθμιση του ευρύτερου πλούτου των ελληνικών θαλασσών, ο οποίος στηρίζει μεγάλο μέρος του παραγωγικού τομέα της παράκτιας ζώνης.
* Κάθε ημέρα, οι συνεργάτες του μη κερδοσκοπικού οργανισμού επικοινωνίας επιστημονικών θεμάτων στο ευρύ κοινό SciCo παρουσιάζουν με απλά λόγια ένα θέμα που φέρνει την επιστήμη πιο κοντά μας.
** Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Φιλελεύθερος», αρ. φύλλου 47.