Advertisement

Πρωτιά της Ελλάδας στα υπερμικρόβια

Θερίζουν στα νοσοκομεία θανατηφόρες λοιμώξεις λόγω κατάχρησης αντιβιοτικών - Τι δείχνουν τα στοιχεία του ECDC, τα οποία πρώτη δημοσιεύει σήμερα η «Κ». | Τασούλα Επτακοίλη

490

ΗΑρετή Ηλία μεγάλωσε στην Εύβοια, με τους γονείς και τα δύο μικρότερα αδέλφια της. Ηταν γεμάτη ζωντάνια, λάτρευε τον αθλητισμό και, ακριβώς λόγω της καθημερινής άσκησης, βρισκόταν σε εξαιρετική φυσική κατάσταση. Μέχρι που ένας πολύ υψηλός και επίμονος πυρετός την οδήγησε στο νοσοκομείο. «Οξεία λεμφοβλαστική λευχαιμία ήταν η διάγνωση. Ο μυελός των οστών αρχίζει να παράγει ανεξέλεγκτα πάρα πολλά λεμφοκύτταρα, τα οποία εμποδίζουν την παραγωγή άλλων τύπων υγιών κυττάρων του αίματος, όπως τα ερυθρά αιμοσφαίρια και τα αιμοπετάλια. Ημουν δεκατριών ετών», λέει στην «Κ».

Η οικογένεια μοιράστηκε σε δύο κομμάτια: το κορίτσι εγκαταστάθηκε με τη μητέρα του στην Αθήνα, στην Ογκολογική Μονάδα Παίδων «Ελπίδα», για να κάνει όλες τις απαραίτητες θεραπείες, ο πατέρας και τα άλλα δύο παιδιά έμειναν στην Εύβοια. «Φοβήθηκα, αλλά ήμουν αποφασισμένη να το παλέψω», συνεχίζει η 25χρονη σήμερα Αρετή. «Οι γονείς μου από την πρώτη στιγμή δεν μου έκρυψαν το παραμικρό και οι γιατροί ήταν αισιόδοξοι. Η πρόβλεψη για τον συγκεκριμένο τύπο κακοήθειας του αίματος είναι καλή σε ποσοστό τουλάχιστον 80%. Ολα αυτά μου έδιναν ακόμη περισσότερη δύναμη. Δεν θα άφηνα τον καρκίνο να με νικήσει».

Τότε έμελλε να «συναντηθεί» με την κλεμπσιέλλα, ένα από τα πιο παθογόνα και επικίνδυνα μικρόβια, που κάθε χρόνο γίνεται αιτία θανάτου χιλιάδων νοσοκομειακών ασθενών σε όλο τον κόσμο. Κανένα από τα αντιβιοτικά ευρέος φάσματος που της χορηγήθηκαν, συμπεριλαμβανομένων των καρβαπενεμών (αντιβιοτικά τελευταίας γραμμής, που αποτελούν την ύστατη επιλογή θεραπείας για δύσκολα περιστατικά), δεν ήταν ικανό να περιορίσει τη λοίμωξη. Ο πυρετός δεν έπεφτε, ο οργανισμός της έφθινε μέρα με τη μέρα. Και, επιπλέον, η χημειοθεραπεία της έπρεπε να ανασταλεί. Επειτα από έναν και πλέον μήνα εναγώνιων προσπαθειών, οι θεράποντες γιατροί της κατέληξαν σε ένα κοκτέιλ αντιβιοτικών που άρχισε να αποδίδει. Η κλεμπσιέλλα αντιμετωπίστηκε, το θεραπευτικό σχήμα του κοριτσιού ολοκληρώθηκε, η λευχαιμία ηττήθηκε.

Ο… πονοκέφαλος

Η Αρετή, που λίγο έλειψε να είναι ένα από τα θύματα της μικροβιακής αντοχής, είναι υγιέστατη, σπούδασε στο Τμήμα Φαρμακευτικής του Πανεπιστημίου Πατρών, ζει στην Αθήνα, εργάζεται σε μεγάλο φαρμακείο της Δάφνης, όμως, δώδεκα χρόνια μετά, δεν έχει ξεχάσει εκείνη την περιπέτεια. Γι’ αυτό και θεωρεί χρέος της να μιλάει γι’ αυτήν στους ανθρώπους που συναντά. «Ειδικά σε όσους μπαίνουν στο φαρμακείο και μας ζητούν πιεστικά οποιοδήποτε αντιβιοτικό γιατί… πονάει το κεφάλι τους».

Φέτος είναι το κεντρικό πρόσωπο στην εκστρατεία ενημέρωσης του Ευρωπαϊκού Κέντρου Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων (ECDC) στο πλαίσιο της Παγκόσμιας Εβδομάδας Ευαισθητοποίησης για τα Αντιβιοτικά (18-24 Νοεμβρίου). «Εστω και έναν συνάνθρωπό μας να πείσω, θα είναι μια μεγάλη νίκη», τονίζει.

Πρωτιά της Ελλάδας στα υπερμικρόβια-1

Η πρόβλεψη του Φλέμινγκ

Δεν χρειάστηκαν παρά λίγες δεκαετίες για να επιβεβαιωθεί η ζοφερή πρόβλεψη του Αλέξανδρου Φλέμινγκ. Ο σπουδαίος Σκωτσέζος επιστήμονας είχε πει στην ομιλία αποδοχής του Νομπέλ Ιατρικής, με το οποίο βραβεύτηκε το 1945 για την ανακάλυψη της πενικιλίνης, του πρώτου αντιβιοτικού, πως δεν θα αργούσε η μέρα που όλοι θα μπορούν να προμηθευτούν την πενικιλίνη, όμως θα τη χρησιμοποιούν, στην πλειονότητά τους, με λανθασμένο τρόπο: σε μικρές δόσεις που όχι μόνο δεν θα σκοτώνουν τα μικρόβια, αλλά και θα τα κάνουν πιο ανθεκτικά, άρα και πιο επικίνδυνα.

Πράγματι, σήμερα τα μικρόβια για τα οποία δεν διατίθεται σχεδόν κανένα δραστικό αντιβιοτικό πληθαίνουν. Τα λεγόμενα superbugs (υπερμικρόβια) προκαλούν κάθε χρόνο πάνω από 700.000 θανάτους σε όλο τον κόσμο. Γιατί συμβαίνει αυτό; Τα αντιβιοτικά που μας χορηγούνται για τη θεραπεία κάποιας λοίμωξης έχουν σκοπό να σκοτώσουν τα μικρόβια που την προκαλούν. Δεν σκοτώνουν, όμως, μόνον αυτά, αλλά και όσα είναι ευαίσθητα στο συγκεκριμένο αντιβιοτικό, συμπεριλαμβανομένων πολλών «καλών μικροβίων» τα οποία χρειάζεται ο οργανισμός μας.

Από την άλλη πλευρά, δεν μπορούν να εξουδετερώσουν εκείνα που «κουβαλούν» τη γενετική πληροφορία η οποία τα καθιστά ανθεκτικά στη δράση του φαρμάκου. Αυτή η πληροφορία μεταδίδεται από όσα επιβιώνουν και σε άλλα μικρόβια και έτσι η ανθεκτικότητα απέναντι στα αντιβιοτικά, η μικροβιακή αντοχή, εξαπλώνεται.

Είναι αναπόφευκτο, λοιπόν: Κάθε φορά που παίρνουμε ένα αντιβιοτικό, με επαρκή λόγο ή χωρίς, συμβάλλουμε στη δημιουργία ολοένα και πιο ανθεκτικών μικροβίων, βοηθάμε να γιγαντωθεί αυτή η απειλή για τη δημόσια υγεία και, χωρίς ίχνος υπερβολής, για το μέλλον της ανθρωπότητας. Γιατί σ’ έναν κόσμο χωρίς αντιβιοτικά, απλές χειρουργικές επεμβάσεις (όπως η αφαίρεση της σκωληκοειδούς απόφυσης) θα είναι πολύ επικίνδυνες· οι μεταμοσχεύσεις δεν θα είναι εφικτές· οι θεραπείες σε καρκινοπαθείς (χημειοθεραπεία και ακτινοβολίες) θα είναι αδύνατο να πραγματοποιηθούν· οι γυναίκες δεν θα μπορούν να γεννούν με καισαρική. Μια συνηθισμένη λοίμωξη, όπως η ουρολοίμωξη ή η αμυγδαλίτιδα από στρεπτόκοκκο, θα είναι πάρα πολύ δύσκολο να αντιμετωπιστεί και ένας ασθενής με βακτηριακή πνευμονία θα είναι a priori καταδικασμένος σε θάνατο.

Αποκαρδιωτικά στοιχεία

Tα στοιχεία του Ευρωπαϊκού Κέντρου Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων, τα οποία πρώτη δημοσιεύει σήμερα η «Κ», είναι αποκαρδιωτικά. Μόνο το 2020 οι λοιμώξεις που εμφάνισαν ανθεκτικότητα στα αντιβιοτικά –ενδονοσοκομειακές σε ποσοστό 70%– ξεπέρασαν τις 800.000 σε όλη την Ευρώπη, προκαλώντας τουλάχιστον 35.000 θανάτους, ενώ οι επιπλοκές για πολλούς από τους επιζήσαντες υπολογίζονται σε ένα εκατομμύριο χρόνια ζωής σε συνθήκες σωματικής ή και πνευματικής αδυναμίας, ακόμη και αναπηρίας.

Αν τα αντιβιοτικά αποδυναμωθούν τελείως, ακόμη και απλές χειρουργικές επεμβάσεις θα είναι πολύ επικίνδυνες, ενώ ένας ασθενής με βακτηριακή πνευμονία θα είναι καταδικασμένος σε θάνατο.

Το κόστος της μικροβιακής αντοχής σε ανθρώπινες ζωές και σε επιβάρυνση των συστημάτων υγείας των χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης ισοδυναμεί με το αντίστοιχο της γρίπης, της φυματίωσης και του HIV/AIDS – μαζί.

Ειδικά για τη χώρα μας η κατάσταση είναι, σύμφωνα με τα δεδομένα από το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων, ζοφερή. H Eλλάδα παραμένει πρώτη σε δυσίατες και θανατηφόρες λοιμώξεις από ανθεκτικά ή πολυανθεκτικά μικρόβια, όπως ο εντερόκοκκος, o χρυσίζων σταφυλόκοκκος, o πνευμονιόκοκκος, η κλεμπσιέλλα.

Tο ανθεκτικό στην καρβαπενέμη ακινετοβακτήριο, για παράδειγμα, που «θερίζει» στις ελληνικές ΜΕΘ, ευθύνεται για 20 θανάτους ανά 100.000 κατοίκους, την ώρα που οι αντίστοιχοι αριθμοί για την Πολωνία, την Ουγγαρία, τη Βουλγαρία και τη Νορβηγία είναι 9, 6, 4 και 2 θάνατοι, αντιστοίχως.

Eνώ οι λοιμώξεις που οφείλονται στο ανθεκτικό στις κεφαλοσπορίνες τρίτης γενιάς κολοβακτηρίδιο, τον μεγαλύτερο, ίσως, εχθρό του ουροποιητικού συστήματος, αυξήθηκαν κατά 54,7% την τελευταία τριετία (2019-2022).

Εντονα αυξητικές τάσεις εμφανίζουν επίσης η Κύπρος (+73,6%), η Ρουμανία (+70,3%), η Ισπανία (+29,5%), η Ισλανδία (+21,2%) και η Ουγγαρία (+17,5%).

Η κλεμπσιέλλα

Μιλώντας στην «Κ», στη Στοκχόλμη όπου τον συναντήσαμε, ο Ντομινίκ Μονέ, επικεφαλής του προγράμματος του Ευρωπαϊκού Κέντρου Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων για τη μικροβιακή αντοχή, δεν έκρυψε την ανησυχία του ειδικά για την κλεμπσιέλλα, ένα από τα πιο επικίνδυνα νοσοκομειακά μικρόβια, που μπορεί να προκαλέσει από σοβαρή πνευμονία και λοιμώξεις του ουροποιητικού συστήματος μέχρι και σήψη σε ασθενείς με εξασθενημένο ανοσοποιητικό. Τα στελέχη της, μάλιστα, γίνονται ολοένα και πιο ανθεκτικά στις καρβαπενέμες, ομάδα αντιβιοτικών τελευταίας γραμμής.

Τη μάχη με την κλεμπσιέλλα δείχνουν να χάνουν προς το παρόν η Σλοβενία, με αύξηση 591,3% των περιστατικών λοιμώξεων το ίδιο χρονικό διάστημα (2019-2022), η Ουγγαρία με 530,4%, η Κύπρος με 278,4%, η Ρουμανία με 269%, η Σλοβακία με 257,3%. Η αντίστοιχη αύξηση στην Ελλάδα έφτασε το 38%.

Οσον αφορά τη συνολική χρήση αντιβιοτικών –και στα νοσοκομεία και στην κοινότητα–, η Ελλάδα είναι ανάμεσα στις χώρες που από το 2013 μέχρι το 2022 παρουσίασαν ελαφρά μείωση της τάξεως του 3,5%, έστω κι αν αυτό δεν μεταφράζεται σε κάμψη των λοιμώξεων.

Πολύ καλύτερες επιδόσεις είχαν η Φινλανδία (-14,9%), το Λουξεμβούργο (-9,9%), η Αυστρία (-9,5%) και η Ισπανία (-6,7%), ενώ η υπερκατανάλωσή τους μέσα σε αυτή τη δεκαετία αυξήθηκε ακόμη περισσότερο στη Βουλγαρία (+24,1%), τη Μάλτα (+15,7%), τη Λιθουανία (+13,5%), την Κύπρο (+11,4%) και την Κροατία (+7,4%).

Η προσωπική ευθύνη

Η λέξη «εκπαίδευση» χρησιμοποιήθηκε πολύ από τον κ. Μονέ και τους υπόλοιπους ειδικούς στην ενημέρωση για την επέλαση των υπερμικροβίων στα κεντρικά γραφεία του ECDC, τα οποία επισκεφθήκαμε. Μίλησαν πολύ και για την προσωπική ευθύνη των πολιτών, την κλιματική αλλαγή που ανεβάζει ακόμη περισσότερο τον πήχυ της δυσκολίας, την Ενιαία Υγεία –ανθρώπων, ζώων και οικοσυστημάτων–, καθώς και για την πολιτική βούληση, μια και για κάθε ένα ευρώ που μια χώρα επενδύει στην αντιμετώπιση της μικροβιακής αντοχής, εξοικονομεί τρία ευρώ από την επιβάρυνση του δημόσιου συστήματος υγείας.

Μελέτες έχουν δείξει ότι αν η κατάχρηση των αντιβιοτικών ανακοπεί –στα νοσοκομεία και στην κοινότητα– για τουλάχιστον τρεις μήνες, τα μικρόβια αρχίζουν να χάνουν σταδιακά τους μηχανισμούς αντοχής και γίνονται ξανά ευαίσθητα. Στο χέρι μας είναι, λοιπόν, να ενδυναμώσουμε και πάλι τα αντιβιοτικά.

Τα έξι κρίσιμα ΔΕΝ

ΔΕΝ χρησιμοποιούμε αντιβιοτικά που έχουν μείνει στο σπίτι μας από κάποια προηγούμενη θεραπεία, ούτε τα δίνουμε σε άλλους. Πρέπει να συνταγογραφούνται μόνο από γιατρό που μας έχει εξετάσει.

ΔΕΝ είναι παυσίπονα, ούτε μπορούν να θεραπεύσουν κάθε ασθένεια. Είναι αποτελεσματικά μόνο ενάντια στις βακτηριακές λοιμώξεις και δεν ενδείκνυνται για τις ιογενείς, όπως το κοινό κρυολόγημα, η γρίπη, η βρογχίτιδα και οι περισσότερες μορφές ωτίτιδας. Η λήψη τους για λάθος λόγους ενδέχεται να προκαλέσει παρενέργειες.

ΔΕΝ είναι σαν τις βιταμίνες, δεν μας βοηθούν να είμαστε σε καλή φόρμα, όπως πολλοί πιστεύουν. Αποτελούν μια πολύτιμη «εφεδρεία» μόνο για τις περιπτώσεις στις οποίες η χρήση τους κριθεί επιβεβλημένη.

ΔΕΝ παραλείπουμε δόσεις και δεν σταματάμε τη φαρμακευτική αγωγή πριν από την ολοκλήρωσή της μόνο και μόνο επειδή τα συμπτώματα έχουν αρχίσει να υποχωρούν και αισθανόμαστε καλύτερα. Τηρούμε αυστηρά τις οδηγίες δοσολογίας και διάρκειας της θεραπείας που μας έχει δώσει ο γιατρός μας.

ΔΕΝ αφορά μόνο όσους παίρνουν αντιβιοτικά η μικροβιακή αντοχή. Τα μικρόβια γίνονται ανθεκτικά στα αντιβιοτικά, όχι οι άνθρωποι. Το αν κάποιος έχει λάβει ή όχι αντιβίωση κάποια στιγμή στο παρελθόν δεν συνεπάγεται πως αυτή θα αποδειχθεί αποτελεσματική για τον ίδιο όταν τη χρειαστεί.

ΔΕΝ φτιάχνονται συχνά νέα αντιβιοτικά (ελάχιστα έχουν κυκλοφορήσει τις τελευταίες δεκαετίες), ούτε είναι ανεξάντλητα τα όπλα που έχει η Ιατρική στη φαρέτρα της ενάντια στα μικρόβια, τα οποία, αντιθέτως, «ανανεώνονται» διαρκώς.

 

 

 

 

Πηγή Καθημερινή
Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies. Περισσότερες πληροφορίες.

Οι ρυθμίσεις των cookies σε αυτή την ιστοσελίδα έχουν οριστεί σε "αποδοχή cookies" για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις των cookies σας ή κάνετε κλικ στο κουμπί "Κλείσιμο" παρακάτω τότε συναινείτε σε αυτό.

Κλείσιμο