Τον Ιανουάριο, ενδεχομένως και νωρίτερα, θα τεθεί σε λειτουργία η μονάδα διαχείρισης απορριμμάτων στην Ηπειρο που κατασκευάζεται με σύμπραξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ). Το στοίχημα είναι η ταχεία προσαρμογή των δήμων, ώστε να μειώσουν τις ποσότητες σύμμεικτων που θα στέλνουν στη νέα μονάδα και βέβαια η υλοποίηση όλων των συνοδών έργων που προετοιμάζει η περιφέρεια, ώστε να μειωθεί το τελικό κόστος της διαχείρισης.
Η περίπτωση της Ηπείρου έχει αρκετές πρωτιές. Η μονάδα θα είναι η πρώτη στη χώρα μας που θα παράγει ενέργεια (1,5 MW) από την καύση του βιοαερίου από βιοαπόβλητα. Επίσης προχωρά με πρωτοφανή ταχύτητα (ταχύτητα-ρεκόρ, όπως ανέφερε ο υφυπουργός Οικονομίας Στέργιος Πιτσιόρλας) και βρίσκεται πλέον μπροστά από το χρονοδιάγραμμα, με το 60% του κατασκευαστικού έργου να έχει υλοποιηθεί. Τέλος, η Περιφέρεια Ηπείρου έχει να επιδείξει ασυνήθιστα για τα ελληνικά δεδομένα επίπεδα οργάνωσης, με το σύνολο των απαραίτητων έργων να έχει δρομολογηθεί (τη στιγμή που άλλες περιφέρειες… ακόμα συζητούν).
Το νέο μοντέλο διαχείρισης στην Ηπειρο θα έχει ως εξής: τη μονάδα κατασκευάζει η Αειφορική Ηπείρου (εταιρεία ειδικού σκοπού με μοναδικό μέτοχο την ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή), η οποία έχει συμβληθεί με την Περιφέρεια Ηπείρου, που με τη σειρά της έχει συμβληθεί με τους τέσσερις φορείς διαχείρισης απορριμμάτων (ΦΟΔΣΑ) –Ιωαννίνων, Ηγουμενίτσας, Αρτας και Καρβουναρίου– που εκπροσωπούν τους 18 δήμους της περιοχής. Οπως αναφέρει στην «Κ» η αρμόδια αντιπεριφερειάρχης Τατιάνα Καλογιάννη, οι δήμοι θα έχουν την ευθύνη συλλογής και μεταφοράς των απορριμμάτων στους σταθμούς μεταφόρτωσης (8 σε πρώτη φάση έχουν ήδη δημοπρατηθεί και αναμένεται να παραδοθούν έως το τέλος του έτους, θα προστεθούν ακόμα 2). Στη συνέχεια, ο ανάδοχος των σταθμών μεταφόρτωσης (που θα αναδειχθεί μέσω διαγωνισμού, ο οποίος δεν έχει ακόμα προκηρυχθεί) θα αναλάβει τη μεταφορά τους στη μονάδα της ΤΕΡΝΑ και την αποκομιδή του όποιου υπολείμματος μένει μετά την επεξεργασία (το οποίο, βάσει της σύμβασης, δεν πρέπει να ξεπερνά το 39% των ποσοτήτων που «μπαίνουν» στη μονάδα, με τον στόχο της ΤΕΡΝΑ να είναι το 35%).
Η μονάδα θα διαχειρίζεται έως 105.000 τόνους ετησίως (από τους 150.000 τόνους που παράγονται σήμερα), με την ελάχιστη εγγυημένη ποσότητα να είναι 80.000 τόνοι (κάτω από αυτή η περιφέρεια «αποζημιώνει» την εταιρεία). Η μονάδα θα κάνει διαλογή ανακυκλώσιμων, με το ρίσκο αυτών να βαρύνει την εταιρεία (ζήτημα ιδιαίτερα σημαντικό, καθώς στο αντίστοιχο ΣΔΙΤ στη Δυτική Μακεδονία υπάρχει δυσκολία πώλησής τους, λόγω της κακής ποιότητας των ανακυκλώσιμων που εξάγονται από σύμμεικτα απορρίμματα). Επίσης θα παράγει ενέργεια από βιοαέριο και κομπόστ χαμηλής ποιότητας, το οποίο θα διατίθεται για αποκατάσταση ή κάλυψη ΧΥΤΑ και αποκατάσταση λατομείων (η ΤΕΡΝΑ βρίσκεται σήμερα σε συζητήσεις με ιδιοκτήτες λατομείων στην ευρύτερη περιοχή). Η μονάδα θα αναλάβει και τα κομποστοποιήσιμα των Ιωαννίνων (έως 10.000 τόνοι ετησίως), αν και εφόσον υπάρξει χωριστή συλλογή από τον δήμο, για την παραγωγή υψηλής ποιότητας εδαφοβελτιωτικού. Η διάρκεια της σύμβασης είναι 25 έτη.
Κόστος και έσοδα
Το κόστος για την περιφέρεια (άρα και τους δήμους) θα είναι 52,80 ευρώ/τόνο για τους πρώτους 80.000 τόνους και 36,95 ευρώ/τόνο για τους υπόλοιπους, άρα μεσοσταθμικά 49,03 ευρώ/τόνο (όλες οι τιμές με ΦΠΑ). Τα έσοδα από τις πωλήσεις ανακυκλώσιμων και την παραγωγή ενέργειας θα εισπράττονται από την ΤΕΡΝΑ, ενώ, αν ξεπεράσουν την απόδοση κέρδους που ορίζεται από τη σύμβαση (IRR 10%), το υπόλοιπο θα ισομοιράζεται με την περιφέρεια.
Σε 15 ημέρες το ΣΔΙΤ Πελοποννήσου
Εντός δεκαπενθημέρου θα υπογραφεί τελικά η σύμβαση για την ανάθεση της διαχείρισης των απορριμμάτων της Περιφέρειας Πελοποννήσου σε ιδιώτη. Την ανακοίνωση έκανε, χθες, ο υφυπουργός Οικονομίας Στέργιος Πιτσιόρλας, προσθέτοντας ότι μέσα στις επόμενες ημέρες πρόκειται να εγκριθεί από τη διυπουργική για τις ΣΔΙΤ και το ανάλογο έργο της Ρόδου. Σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ», η υπογραφή της προγραμματικής σύμβασης ανάμεσα στον φορέα των δήμων για τα απορρίμματα (ΦΟΔΣΑ) και την περιφέρεια, η οποία κρίθηκε απαραίτητη για να «δεσμεύσει» τους δήμους που εξακολουθούν να αντιδρούν, θα υπογραφεί ενδεχομένως και ταυτόχρονα με τη σύμβαση του έργου. Οι υπόλοιπες τροποποιήσεις στη σύμβαση (όπως η μείωση της ελάχιστης εγγυημένης ποσότητας) θα οριστούν νομικά μετά την ολοκλήρωση της κατασκευής των έργων, με συμφωνία ανάμεσα στην ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή και στον ΦΟΔΣΑ (που θα αναλάβει από εκείνη τη στιγμή τη διαχείριση της σύμβασης με τον ιδιώτη). Ενδιαφέρουσα είναι η εκτίμηση από κράτος και ιδιώτη ότι οι ποσότητες που θα κληθούν να διαχειριστούν οι τρεις μονάδες θα είναι τελικά μεγαλύτερες από τις 200.000 τόνους που προβλέπει η σύμβαση. Στην περίπτωση αυτή, προβλέπεται επαναδιαπραγμάτευση της σύμβασης για τις επιπλέον ποσότητες, με την υποδομή να μπορεί να διαχειριστεί χωρίς επιπλέον επενδύσεις ένα μέρος αυτών.