Ακόμα και στο καλύτερο σενάριο, αντιλαμβάνεσαι πως έτσι και σε τρακάρουν εσύ, το θύμα, είσαι ο μόνος που τρέχει. Που τρέχει και πληρώνει. Θα περάσεις ώρες στα τηλέφωνα. Θα δεχτείς τα ψίχουλα. Θα χάσεις την ηρεμία και το αυτοκίνητο. Γιατί είσαι ο ανίσχυρος. Κι ας είσαι ο μόνος που δεν φταις
Είναι εκείνη η στιγμή που ακούς το «ντουπ» και καταλαβαίνεις πως μόλις σε τράκαραν. Βγάζεις αλάρμ και κάνεις δεξιά έχοντας στο οπτικό «ραντάρ» το άλλο όχημα. Αν βιάζεσαι/έχεις παιδί στο αυτοκίνητο/ σημαντική συνάντηση για δουλειά μέσα σου βρίζεις σιωπηλά για την κακή σου τύχη. Ωστόσο προσπαθείς να δείξεις ψυχραιμία και να βρεις άκρη με τον υπαίτιο. Πέρασε Stop; Παραβίασε κόκκινο; Βγήκε χωρίς να ελέγξει; Του έκρυβε την ορατότητα παράνομα παρκαρισμένο; Έκανε αδέξιο ελιγμό για να ξεπαρκάρει; Πήγε να αποφύγει ποδηλάτη ή πεζό; Κάτι πιο πολύπλοκο;
Δεν έχει σημασία. Σημασία έχει ότι σε τράκαρε. Μετά από τα προκαταρκτικά η ερώτηση που καίει: «υπάρχει ασφάλεια;». Η καταφατική απάντηση είναι ο πρώτος στεναγμός ανακούφισης. Και ο τελευταίος. Γιατί από εκείνη την στιγμή αρχίζει η πραγματική τιμωρία. Πολύωρη αναμονή για να’ρθουν οι ασφάλειες ή η τροχαία. Η ανταλλαγή στοιχείων. Πάει η δουλειά, πάει η συνάντηση, αν υπάρχουν κι άλλοι στο αυτοκίνητο η υπομονή εξαντλείται γρήγορα. Και μετά το δεύτερο κύμα. Απανωτά τηλέφωνα στις ασφαλιστικές για να βρεις άκρη. Κι εκεί έρχεται το τελικό χτύπημα. «Σε ποιο συνεργείο θα το πάτε για να το δει ο πραγματογνώμονας από τις 10:00 έως τις 16:00». Νομίζεις πως δεν άκουσες καλά.
Για ποιο λόγο να περιμένω στο συνεργείο τόσες ώρες, δεν γίνεται να μπει πχ μια συγκεκριμένη ώρα; «Όχι δεν γίνεται» σε ραπίζει η απάντηση. «Δηλαδή δεν φτάνει που με τράκαραν θα πρέπει να χάσω και μια μέρα περιμένοντας, ποιος ξέρει πόσες ακόμα για να επιδιορθωθεί;». «Μάλιστα».
Νοιώθεις ήδη χαμένος από χέρι.
Κι αυτό αν σε τράκαρε άνθρωπος συνεννοήσιμος που αναγνωρίζει την υπαιτιότητα και έχει ασφάλεια. Γιατί φυσικά υπάρχουν και πολλά χειρότερα. Να μην κάνει φιλική δήλωση. Να μην είναι ασφαλισμένο το όχημα. Να πέσει πάνω στο δικό σου άλλο όχημα και να προκαλέσει καταστροφή «μη συμφέρουσα για επισκευή».
Μια ωραία μέρα πχ πέφτει πάνω στο καλοσυντηρημένο, δεκαετίας αυτοκινητάκι σου με το οποίο έβγαλες την κρίση κάνοντας το σταυρό σου, ένα φορτηγό και το διαλύει. Εκεί να δεις γλέντι. Γιατί θα ‘ρθει η ασφαλιστική και θα σου πει σε αποζημιώνει με όσο θα έκανε το καλοσυντηρημένο αυτοκινητάκι σου –που το είχες κούκλα και θα σε έβγαζε άλλη μια πενταετία– αν το έδινες σε μια μάντρα! Δηλαδή ψίχουλα. Ναι, αλλά εσύ δεν είχες καμία πρόθεση να το πουλήσεις. Ούτε θες να αγοράσεις με ψίχουλα από μάντρα, ποιος ξέρει σε τι κατάσταση είναι εκεί τα οχήματα.
Οποιο κι αν είναι το σενάριο, αντιλαμβάνεσαι πως έτσι και σε τρακάρουν εσύ, το θύμα, είσαι ο μόνος που τρέχει. Που τρέχει και πληρώνει. Θα περάσεις ώρες στα τηλέφωνα. Θα δεχτείς τα ψίχουλα. Θα χάσεις την ηρεμία και το αυτοκινητάκι. Γιατί είσαι ο ανίσχυρος. Κι ας είσαι ο μόνος που δεν φταις. Κι ας πληρώνεις για να’ χεις κάλυψη.
Γιατί; Γιατί έτσι. Γιατί όλο αυτό δεν έχει ως κέντρο εσένα το θύμα. Αλλά όλους τους άλλους. Γι’αυτό.