Η τουρκική επιθετικότητα που κορυφώνεται τις τελευταίες βδομάδες δεν έχει χτιστεί επάνω στις απαιτήσεις της γειτονικής χώρας. Έχει χτιστεί πέτρα-πέτρα πάνω στη διαρκή υποχώρηση της ελληνικότητας. Όχι πάνω στη στρατιωτική ικανότητα των παραταγμένων δυνάμεων. Αλλά, πάνω στη διαρκή παραίτηση της Ελλάδας από την ιστορία της. Όταν ο Έρντοαν μιλάει με θράσος για γαλάζια πατρίδα, αναφερόμενος στο Αιγαίο, ξέρει ότι κανείς δεν θα του απαντήσει ότι η δική του πατρίδα δεν είναι γαλάζια, αλλά κόκκινη. Από τις στέπες της Μογγολίας.
Κανείς δεν θα του απαντήσει πόσο νέος είναι την ιστορία του τόπου που κατέχει. Και πόσο ευάλωτος και προσωρινός στα παιχνίδια της ιστορίας. Πόσο καινούργιος είναι κι αυτός και οι συμπατριώτες του σε τόπους που κατοικούνταν για χιλιάδες χρόνια από Έλληνες. Στα σπίτια των οποίων μένουν ακόμα εκατοντάδες χιλιάδες Τουρκόφωνοι. Στα χωράφια, που οι αφέντες τους ήταν πριν δυο μόλις γενιές Ρωμιοί.
Πόσο νέος είναι κι αυτός και οι συμπατριώτες του στον τόπο που κατέχουν και στα νερά του Αιγαίου που κατέχουν και στον αέρα που ανασαίνουν. Και πόσο φοβισμένοι είναι ακόμα οι συμπατριώτες του, που κατοικούν και οργώνουν τη γη των Ελλήνων σε όλα τα παράλια και στον Πόντο. Φοβισμένοι, όπως όλοι οι καινούργιοι που κάθονται πάνω σε χώμα παλιών. Χώμα άλλων για χιλιάδες χρόνια.
Όπου κι αν πήγα από την Αλικαρνασσό μέχρι τα Δαρδανέλια, και μόνο η δήλωσή μου πως ήμουν Έλληνας γεννούσε άλλοτε σεβασμό, άλλοτε φόβο κι άλλοτε μίσος. Στους πιο ειλικρινείς. Όχι σε αξιωματούχους. Στους χωρικούς, τους ταξιτζήδες, τους αγωγιάτες, τους νοικοκύρηδες. Βλέπεις στα μάτια τους το φόβο και την ανησυχία εκείνου που κατέχει κάτι που δεν του ανήκει. Την ώρα που εμφανίζεται ένας «από τους παλιούς ιδιοκτήτες». Και είναι ζωντανό όλο αυτό. Ακόμα και που εσύ στέκεσαι εκεί σεμνά σαν φιλοξενούμενος. Σαν προσκυνητής. Σαν επισκέπτης. Χωρίς απαίτηση. Η ενοχή είναι εκεί. Σαν να ζουν σε κλεμμένα.
Γρυλίζει ο Έρντοαν και οι πολιτικάντηδες της Τουρκίας γιατί ξέρει και το αισθάνεται. Είναι καινούργιος στην Ιστορία. Είναι χτεσινός στα χώματα της Ασίας που πατάει. Έχει ανάγκη να χτίσει μια πατρίδα μέσα στις καρδιές των ανθρώπων, που μέχρι πριν από 80 και 100 χρόνια ήταν δουλευτές στην υπηρεσία των Ελλήνων. Ήταν οι αμόρφωτοι δίπλα στους μορφωμένους. Ήταν οι φτωχοί δίπλα στους καλοντυμένους. Ήταν η Ασία δίπλα στον κοσμοπολιτισμό. Ήταν οι μαχαλάδες δίπλα στις γειτονιές με τα σπίτια. Ήταν το 1.000 προ Χριστού με το 1500, το 1700, το 1900.
Γρυλίζει ο Έρντοαν και οι πολιτικάντηδες την Τουρκία. Γιατί κανείς, εδώ και χρόνια πολλά δεν έχει φωνάξει στους απέναντι «σκάστε καινούργιοι». Σκάστε χτεσινοί στα χώματα, στον αέρα και στα νερά της Θράκης, της Μ. Ασίας του Πόντου και του Αιγαίου. Σκάστε νέοι σε ξένες πόλεις σε ξένες εκκλησιές, σε ξένες αρχαίες πέτρες, σε ξένους ψαρότοπους.
Σκάστε και ακούστε. Ό,τι επήρατε με το μαχαίρι, το επήρατε. Τελείωσε. Αλλά, την ιστορία από τα χώματα που πατάτε εδώ και λίγα χρόνια θα τη σέβεστε. Και την αρχαία γλώσσα όπου μιλιέται ακόμα εκεί που πατάτε θα τη σέβεστε. Και τους ανθρώπους που σταυροκοπιόνται ακόμα στην ξένη πόλη και σε κάθε πόλη που κατέχετε θα τους σέβεστε.
Και θα σέβεστε τα νερά του πελάγους που σας βρέχουν μέχρι εκεί που σας παίρνουν οι συνθήκες από τους πολέμους που χάσατε. Όπως σεβόμαστε κι εμείς τα νερά και τις στεριές στις συνθήκες από τους πολέμους που χάσαμε.
Αλλά, κανείς από τις ελληνικές ελίτ και τους υπηρέτες τους που κυβερνάνε δεν έχει ορθώσει το «σκάστε πια» μιας Ιστορίας 4.000 χρόνων και μιας παρουσίας 4.000 χρόνων σε μια γή χαμένη. Κανείς από τις μικρές, δειλές, ανάξιες της Ιστορίας ελίτ που κατευθύνουν έναν λαό δεν έχει καθορίσει μια πάγια στάση απέναντι σ αυτό που ο Αμερικανός πρεσβευτής Χόρτον έζησε και ονόμασε «η κατάρα της Ασίας».
Καμιά από τις ελίτ που κυβερνάει τον τόπο δεν έχει καθιερώσει μια πάγια Παιδεία Ιστορίας, όλης της Ιστορίας, και μια πάγια ελληνική εξωτερική πολιτική. Που να ξεκινάει απ αυτό που είμαστε. Από αυτό από όπου ερχόμαστε. Χωρίς κομπορυμοσύνες και φανφαρονισμούς. Με την περηφάνεια και την ταπεινότητα που μας αξίζουν. Τίποτε περισσότερο, τίποτε λιγότερο.
Αντί γι αυτό, καταργούμε την ιστορία, την οποία διεκδικεί καθένας απ αυτούς που την καταργεί, όταν πρόκειται για τον παππού του, τη μάνα του, το κόμμα του, την ιδεολογία του! Εκεί υπάρχει ιστορία και παρελθόν. Στον ελληνισμό, όχι! Κι έτσι, δυο γενιές έχουν καταστραφεί στην ημιμάθεια, αντί να μάθουν από ποια σκαλιά γεννήθηκαν. Σκαλιά Παιδείας ασήκωτης.
Καμιά από τις ελίτ δεν εφαρμόζει μια πάγια στάση που να τιμάει και να ταιριάζει σε μια Παιδεία και σ ένα ζάπλουτο ιστορικό παρελθόν.
Μια στάση αξιοπρεπή, ειρηνόφιλη και πολιτισμένη. Μια στάση, που δεν κρύβει την ιστορία της, δεν θάβει τη διαρκή συνέχεια ενός ελληνισμού, δεν απαρνείται χίλια χρόνια ελληνόφωνης αυτοκρατορίας στην Ασία της Κωνσταντινούπολης. Μια στάση, που δεν κοκορεύεται, δεν προκαλεί, αλλά και δεν ανέχεται. Δεν επιτρέπει. Και δεν αφήνει κανένα περιθώριο στους χτεσινούς της Ιστορίας να διεκδικούν «πατρίδες των ονείρων τους» και «γαλάζιες πατρίδες». Γιατί οι ελληνικές κυβερνήσεις έχουν δώσει το θάρρος στην Τουρκία να ονειρεύεται την Οθωμανική αυτοκρατορία λες και ήταν η αρχή του κόσμου!
Οι πατρίδες των ονείρων της Τουρκίας είναι οι στέπες της Μογγολίας. Και οι γαλάζιες πατρίδες της είναι ο ουρανός της Κεντρικής Ασίας. Τόσο απλά.
Γ Παπαδόπουλος- Τετράδης