ΣΥΡΙΖΑ: Από τον Καρλ Μαρξ στον Γκράουτσο Μαρξ
Ξαφνικά τους έρχεται ο Κασσελάκης, ο οποίος χρησιμοποιεί μία φρασεολογία που δεν έχει καμία σχέση με την Αριστερά, αλλά οριακά με το αμερικανικό Δημοκρατικό Κόμμα. Ετσι, αντί για τον Καρλ Μαρξ, η κατάσταση στον ΣΥΡΙΖΑ θυμίζει έναν από τους αδερφούς Μαρξ του κινηματογράφου, τον Γκράουτσο, που έλεγε: «Αυτές είναι οι ιδέες μου, αλλά αν δεν σας αρέσουν έχω κι άλλες» | Κωνσταντίνος Καραλής
1. Αρχίζοντας από το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου – Λαϊκισμός και αρχηγισμός
Δύο από τα πιο σημαντικά στοιχεία της πολιτικής ιστορίας της μεταπολίτευσης είναι η εμφάνιση του λαϊκισμού και η δημιουργία των αρχηγικών κομμάτων, χαρακτηριστικά που και τα δύο συνδέθηκαν με το ΠΑΣΟΚ. Ως προς το αρχηγικό κόμμα, το ΠΑΣΟΚ ήταν το κόμμα του Ανδρέα Παπανδρέου, καθώς «παρά τη μεγάλη ανάπτυξη της οργανωμένης βάσης του, η βάση αυτή δεν μετείχε στη διαμόρφωση των πολιτικών θέσεων και των προγραμματικών αρχών του κόμματος».
Πράγματι, παρά την έντονη παρουσία τους, οι διάφορες ομάδες στελεχών και τάσεων δεν διαδραμάτισαν κάποιον αποφασιστικό ρόλο. Κύριο και αποφασιστικό λόγο είχε η πολιτική πράξη και βούληση του Ανδρέα Παπανδρέου, που προηγούνταν οποιασδήποτε εσωκομματικής διεργασίας, ακόμη και υπερφαλαγγίζοντας πολιτικές αντιλήψεις και προτάσεις που διατυπώνονταν από κομματικά στελέχη.
Μάλιστα ο καθοριστικός ρόλος του Ανδρέα καθορίζεται ακόμα και μέσα στον απολογισμό της Εκτελεστικής Γραμματείας της Α’ Συνδιάσκεψης του ΠΑΣΟΚ σε πολλά σημεία. Ενδεικτικά γράφεται στο κείμενο ότι αποφασιστικός παράγοντας της ύπαρξης και της λειτουργίας του κόμματος «είναι η φυσιογνωμία του Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος μέσα από τους πολιτικούς αγώνες και τις ιδεολογικοπολιτικές του θέσεις καθιερώθηκε ως εκφραστής των επιθυμιών και των ελπίδων πλατιών κοινωνικών στρωμάτων για μια ριζική αλλαγή».
Βέβαια, «αυτή την οργανωτική δομή την παρέλαβε το ΠΑΣΟΚ από την σταλινική Αριστερά, όπου η οργάνωση δεν παράγει πολιτική γραμμή, αλλά απλώς εκτελεί. Επίσης, μπορεί στα λόγια ο Παπανδρέου να μίλαγε για τον λαό και τον σοσιαλισμό αλλά στην πράξη επικράτησε ο κρατισμός και μάλιστα με τη μορφή του εκπασοκισμού του κράτους, της αυταρχικής διακυβέρνησης και της προσωποποίησης της εξουσίας».
Επιπλέον, τόσο ο λόγος του ΠΑΣΟΚ, όσο και η άσκηση της πασοκικής εξουσίας πραγματοποιήθηκε κάτω από τον «αστερισμό του λαϊκισμού». Και όπως έγραψε ο Αγγελος Ελεφάντης, (ο εκδότης του εμβληματικού θεωρητικού περιοδικού της Αριστεράς «Πολίτης») από τους πρώτους που τοποθετήθηκαν ενάντια στον λαϊκισμό του ΠΑΣΟΚ, από κείμενα του οποίου έχω συνθέσει και τις προηγούμενες φράσεις μέσα σε εισαγωγικά, «από αυτόν τον λαϊκισμό η ελληνική κοινωνία άντλησε αξίες, αν και κούφιες, τα πάθη τους και τα οράματά τους οι άνθρωποι τα μίλησαν στη γλώσσα του, κι ας μην ήξερα ότι έμπαιναν σε έναν ντορό που δεν θα τους έβγαζε πουθενά… και αυτή τη γλώσσα μιλάνε ακόμα οι Νεοέλληνες, οι πολλοί τουλάχιστον, είτε αριστεροί, είτε κεντρώοι, είτε δεξιοί».
Και ως προς την πολιτική λειτουργία του λαϊκισμού, ο Ελεφάντης τόνισε ότι (εδώ συνοψίζω) «τα λαϊκά αιτήματα ορίζουν το πρόβλημα και η λαϊκιστική κωδικοποίηση και συνθηματολογία ισχυρίζεται ότι προσφέρει τη λύση που θα επέλθει με τη νομή της εξουσίας και τη χρησιμοποίηση του κράτους. Ως εκ τούτου αντιπροσωπεύει αναγκαστικά μία νέα σχέση κυριαρχίας επί του λαού… που χρησιμοποιεί μανιχαϊστικά ιδεολογικά σχήματα καλού κακού, με την λαϊκιστική εξουσία να τοποθετείται πάντα στην πλευρά του “καλού”, αποδίδοντας στον εαυτό της ότι εκφράζει την αυθεντική λαϊκότητα, χάρη στην αντίθεσή της προς την πλευρά του “κακού”. Και καθώς το “καλό” και το “κακό” εμφανίζονται ως αυτονόητα, δημιουργείται “ένα χαώδες συνονθύλευμα σκόρπιων αντιλήψεων, όπου ο καθένας μπορεί να βρει ό,τι θέλει”, όπως γράφει ο Γκράμσι. Αυτό εξασφαλίζει στη λαϊκιστική εξουσία τα πρόσημα προοδευτικότητας και της λαϊκότητας. Αλλά και συνάμα τον χαρακτήρα γενικής εκπροσώπησης όλου του λαού, αφού αυτή είναι που από τη μια προασπίζει τα λαϊκά συμφέροντα και από την άλλη φέρεται ως κυματοθραύστης του κατεστημένου».
2. Εκείνο το 3%
Τα αποτελέσματα του λαϊκισμού του ΠΑΣΟΚ (που αναγκαστικά ακολούθησαν και οι επόμενες κυβερνήσεις μέχρι την κρίση) τα είδαμε (μέχρι το 2010): αποβιομηχάνιση, εκτόξευση της ανεργίας και υπέρογκος δανεισμός χωρίς σημαντικά αναπτυξιακά έργα. Και λέω ότι αναγκαστικά ακολούθησαν οι επόμενες κυβερνήσεις γιατί είχε τόσο πολύ εμπεδωθεί στον κόσμο η λαϊκιστική ιδεολογία που απομάκρυνε από την αξία της παραγωγικής προσπάθειας και υπερτόνιζε τον ρόλο του κράτους ως κάτι ανάμεσα σε Κέρας της Αμάλθειας και Aγιο Δισκοπότηρο, που ενεργοποιείται αν υπάρχει η πολιτική βούληση του κόμματος των «καλών» στην εξουσία, και έχει για όλους.
Eτσι, οι όποιες αντιρρήσεις που έκρουαν τον κώδωνα του κινδύνου για την πορεία που είχε πάρει η χώρα, όπως η αρθρογραφία του Γιάννη Μαρίνου και άλλων συνεργατών στον «Οικονομικό Ταχυδρόμο» και άλλες φωνές από τον παραγωγικό κόσμο της χώρας, γίνονταν αποδεκτές μόνο από μία ασήμαντη μειοψηφία. Eτσι, π.χ. στις εκλογές του 1985 ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης αντί να κάνει κριτική στην πρώτη κυβέρνηση Παπανδρέου για τις άστοχες κινήσεις της στην οικονομία, βγήκε με σύνθημα τα φθηνά αυτοκίνητα (με μείωση των δασμών εισαγωγής). Επίσης, η προσπάθεια ανασύνταξης του Κώστα Σημίτη δεν έδωσε βαρύτητα στην αναδιάρθρωση της παραγωγικής βάσης αλλά σε ονομαστικά μεγέθη, τακτική που συνέχισε ο Κώστας Καραμανλής μέχρι το περίφημο «λεφτά υπάρχουν» του Γιώργου Παπανδρέου το 2009.
Σε όλη αυτήν την περίοδο λοιπόν μπορούμε να πούμε ότι είχε επικρατήσει στην πολιτική σκηνή της χώρας μια εκδοχή του περίφημου νόμου του Γκρέσαμ για το χρήμα: «το κακό χρήμα διώχνει το καλό», με τη μορφή της επικράτησης του πασοκικού λαϊκισμού, σχεδόν σε όλους τους πολιτικούς χώρους. Υπήρχαν μόνο κάποιες εξαιρέσεις, από το χώρο κάποιων αναλυτών της δεξιάς, από το βραχύβιο ΚΟΔΗΣΟ και από τον ευρύτερο χώρο της ανανεωτικής Αριστεράς με πολιτική έκφραση το ΚΚΕ Εσωτερικού, αλλά και πολλούς ανένταχτους. Σε κάθε περίπτωση όμως, αυτός ο ευρύς αριστερός χώρος με ασαφή όρια, που στις εκλογές υποστήριζε «κριτικά» κατά κύριο λόγο το ΚΚΕ εσ. παίρνοντας ποσοστά γύρω στο 3% και παρά τις όποιες αστοχίες, είχε μια σημαντική παρουσία. Παρουσία πολύ πιο σημαντική από τα μικρά εκλογικά του ποσοστά.
Πράγματι, από το ένα μέρος μεγάλο μέρος της διανόησης από τη μεταπολίτευση μέχρι το 2000 προέρχονταν από τον χώρο της Ανανεωτικής Αριστεράς και από το άλλο, μέσα από αυτόν τον χώρο υπήρξαν σημαντικές αντιστάσεις στον λαϊκισμό. Να θυμίσω πόσα κείμενα που σήμερα θα εντάσσονταν στον χώρο των πολιτισμικών σπουδών, της ψυχολογίας αλλά και της επιστημολογίας δημοσιεύονταν στο περιοδικό «Ο Πολίτης» που εξέδιδε ο Aγγελος Ελεφάντης, αλλά και τη σημαντική αρθρογραφία του περιοδικού «Αντί». Π.χ. στο Αντί έγραφε συχνά ο καθηγητής Νίκος Μάργαρης, τα κείμενα του οποίου κυκλοφορούν και τώρα κάθε φορά που καίγονται δάση.
Χαρακτηριστική στιγμή όπου συγκρούστηκε ο λαϊκισμός με τον αντιλαϊκισμό ήταν το 1978-1979 όταν μπήκε από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή το ζήτημα της πλήρους ένταξης της Ελλάδας στην τότε ΕΟΚ, που συνάντησε λυσσώδη αντίδραση από το ΠΑΣΟΚ που ήταν τότε το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης και το ΚΚΕ. Τότε λοιπόν το ΚΚΕεσ. (και η ΕΔΑ) υποστήριξε την ένταξη, όπως και το ΚΟΔΗΣΟ του Γιάγκου Πεσματζόγλου. Να θυμίσω ακόμη ότι ήταν το Αντί που ξεκίνησε την έρευνα για τα σκάνδαλα του ΠΑΣΟΚ με τον Κοσκωτά και τα άλλα. Ή, τις αναλύσεις για τον λαϊκισμμό του ΠΑΣΟΚ που δημοσιεύονταν στον «Πολίτη» με αποκορύφωμα το βιβλίο του Ελεφάντη «Στον αστερισμό του Λαϊκισμού» (1991) από όπου και τα αποσπάσματα που έγραψα στο πρώτο μέρος. Και, τέλος, να θυμίσω ότι ο Άγγελος Ελεφάντης διαφώννησε με την εκχώρηση υπερεξουσιών στον Πρωθυπουργό, με αντίστοιχη αφαίρεση από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας που πρότεινε και επέβαλε ο Ανδρέας.
3. Ο πάντα επίκαιρος Δημοσθένης
Σήμερα, η υποτιμητική παρατήρηση των αντιπάλων μετά τις διαδοχικές εκλογικές ήττες του ΣΥΡΙΖΑ «θα πάτε πάλι στο 3%» αγνοεί το ότι, όπως είδαμε, τότε ο χώρος της Ανανεωτικής Αριστεράς (με τους πολλούς ανένταχτους) και παρήγαγε επιστημονικό έργο και πολιτικά μέσα από αυτόν ακούστηκαν πολλές φωνές ενάντια στον λαϊκισμό (με σημασία πολύ μεγαλύτερη από το εκλογικό του μέγεθος) και υποστήριζε την ένταξη στην ΕΟΚ σε αντίθεση με το ΠΑΣΟΚ και το ΚΚΕ. Την απάντηση στο γιατί όλα αυτά είτε είναι άγνωστα (άρα δεν έφθασαν στους νεότερους, ή δεν φαίνεται να έχουν σημασία μας τη δίνει μία σημαντική παρατήρηση του Δημοσθένη, που αφορά άμεσα την πορεία του ΣΥΡΙΖΑ.
Στον πρώτο Ολυνθιακό λόγο του, λοιπόν, ο Δημοσθένης παροτρύνοντας τους Αθηναίους να βοηθήσουν την Όλυνθο εναντίον του Φιλίππου κάνει την πολύ σημαντική στα πολιτικά (και όχι μόνο) παρατήρηση ότι «Προς γαρ το τελευταίον εκβάν έκαστον των πριν υπαρξάντων κρίνεται» («Διότι κάθε τι από όσα έγιναν προηγουμένως κρίνεται με βάση το τελευταίο γεγονός»).
Πράγματι, η πορεία του ΣΥΡΙΖΑ από τη δημιουργία του μέσα από τον πάλαι ποτέ χώρο της Ανανεωτικής Αριστεράς και ειδικότερα τον Συνασπισμό της; Αριστεράς, είναι μία πορεία μεταλλάξεων, που επιταχύνθηκαν μετά το 2008, ώστε σήμερα να μην υπάρχει τίποτα που να θυμίζει εκείνη την πρώτη εποχή. Έτσι, από το κόμμα που υποστήριξε μόνο αυτό (μαζί με την πολύ μικρή ΕΔΑ) σε σχέση με το μέγεθος του ΠΑΣΠΟΚ και του ΚΚΕ την ένταξη στην ΕΟΚ το 1978, ο ΣΥΡΙΖΑ μας έλεγε στις ευρωεκλογές του 2009 ότι η θέση των δικών του ευρωβουλευτών είναι στο πεζοδρόμιο έξω από το ευρωκοινοβούλιο. Και μετά ήρθε ο λαϊκισμός με τα μνημόνια που θα καταργούσε ο Τσίπρας με έναν νόμο κι ένα άρθρο, αλλά και την τοξικότητα του «ή θα τους τελειώσουμε ή θα μας τελειώσουν» που πλέον μετέτρεπε τους πολιτικούς αντιπάλους σε εχθρούς. Αλλά μ’ αυτά ήρθαν στην εξουσία, απορροφώντας πολλούς από το ΠΑΣΟΚ και συμμαχώντας με τον Καμμένο.
Παράλληλα, ο ΣΥΡΙΖΑ εξελίχθηκε σε ένα πλήρως αρχηγικό και προσωποπαγές κόμμα με τον Τσίπρα ως τον αδιαμφισβήτητο ηγέτη, ακόμα κι όταν πήγαινε από τη Λέσβο στη Μυτιλήνη, έβρισκε παγετώνες στην Ελλάδα και μπέρδευε το υδρογόνο με το ήλιο (κι αυτά σε ένα κόμμα που κάποτε είχε στον ευρύτερο κύκλο του τους περισσότερους διανοούμενους, και που ο κόσμος του είχε συνηθίσει να συζητά και να παράγει πολιτική και όχι να είναι ιμάντας μεταβίβασης της γραμμής η οποία παραγόταν ερήμην του. Γιατί όμως τόσοι και τέτοιοι άνθρωποι τα δέχθηκαν όλα αυτά; Προφανώς επειδή ο Τσίπρας τους έφερε στην εξουσία. Πώς όμως έγινε αυτό;
4. Η μεγάλη παρεξήγηση
Από την πρώτη στιγμή που έγινε πρωθυπουργός ο Αλέξης Τσίπρας, η συμπεριφορά του ΣΥΡΙΖΑ ήταν συμπεριφορά αυτού που έχει βάλει τους αντιπάλους του (για δεύτερη φορά στη μεταπολίτευση) στο χρονοντούλαπο της ιστορίας. Επίσης για δεύτερη φορά (την πρώτη ήταν πριν τις πρώτες εκλογές που κέρδισε το ΠΑΣΟΚ το στις 18 Οκτωβρίου του 1981, όταν ακουγόταν το σύνθημα «στις 18 σοσιαλισμός»!) τη εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ ερμηνεύθηκε ως στροφή του λαού στην Αριστερά (και όχι ως απλή ψήφος).
Η ερμηνεία αυτή θυμίζει το λιμπρέτο της όπερας «Το ελιξίριο του έρωτα» του Ντονιτσέτι. Ο ήρωας του έργου είναι ένας φτωχός νέος που πολιορκεί μία κοπέλα η οποία αδιαφορεί γι’ αυτόν. Κάποια μέρα έρχεται στο χωριό τους ένας ψευτογιατρός που πουλάει στους αφελείς χωρικούς διάφορα ελιξίρια (που όπως λέει κάπου ο ίδιος είναι απλό κρασί). Έτσι και ο ήρωάς μας αγοράζει με τα τελευταία του χρήματα ένα μπουκάλι με το ελιξίριο του έρωτα, που αν τον πιεί θα γίνει ερωτικά ακαταμάχητος. Τη μέρα που το πίνει όμως φθάνει στο χωριό η είδηση πως πέθανε μία πλούσια θεία του και του άφησε μεγάλη περιουσία. Έτσι ξαφνικά αρχίζουν να τον πολιορκούν τα κορίτσια του χωριού κι αυτός νομίζει πως αυτό οφείλεται στο ελιξίριο!
Έτσι και στον ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται να πίστεψαν πως η μεγάλες τους νίκες το 2014 και το 2015 οφείλονταν στην αριστερή προοπτική που έδιναν στην κοινωνία. Όμως, όπως έχει γράψει κι ένας καλός φίλος οι άνθρωποι συχνά ψηφίζουν κινούμενοι από οργή, από φόβο ή από ελπίδα. Και σ’ εκείνες τις εκλογές ήταν διάχυτη η οργή, ενώ παράλληλα ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν το μόνο κόμμα που δεν είχε εμπλακεί ουσιαστικά στην άσκηση της εξουσίας, άρα δεν έφερε καμία ευθύνη για την χρεοκοπία. Επιπλέον, αντί της αναγκαίας διαρθρωτικής αλλαγής που είχε ανάγκη η χώρα, ο ΣΥΡΙΖΑ υποσχέθηκε ουσιαστικά επιστροφή στο καλό παρελθόν, Έτσι, η ψήφος στον ΣΥΡΙΖΑ ήταν ψήφος τιμωρίας των ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και παράλληλα ψήφος υπέρ της επιστροφής στην «εποχή ΠΑΣΟΚ», καμία σχέση με στροφή στην Αριστερά δηλαδή.
Βέβαια, αυτό φαίνεται αντιφατικό, αλλά αυτό ήταν και το στοιχείο της ευκαιρίας, όσο και πρόκλησης. Να επιχειρήσει ο ΣΥΡΙΖΑ μια άλλη πορεία αναδιάρθρωσης, συγκεντρώνοντας πολλές και δημιουργικές δυνάμεις του τόπου. Τα στελέχη του όμως δεν κατάλαβαν τίποτα και αυτή η ευκαιρία χάθηκε. Προς αναπλήρωση επιλέχθηκε μία αυξανόμενη τοξικότητα στους αντιπάλους του (κυρίως στον Κυριάκο Μητσοτάκη.
5. Από τον Καρλ Μαρξ στον Γκράουτσο Μαρξ
Ο ΣΥΡΙΖΑ απέτυχε να καταλάβει τις ανάγκες και ευκαιρίες που αναδείκνυε τότε η συγκυρία και να δώσει στη χώρα μία αξιόπιστη αναπτυξιακή προοπτική Παράλληλα η πλήρης κατάρρευση των λαϊκιστικών υποσχέσεων πως θα έσκιζε τα μνημόνια, ουσιαστικά απέδειξε πως η επιστροφή στην εποχή του παλιού καλού ΠΑΣΟΚ δεν είναι πια δυνατή. Έτσι, άρχισαν οι εκλογικές ήττες. Και να που τώρα αναζητώντας ένα λόγο ύπαρξης αλλά και μέσο επιστροφής στην εξουσία είδαν ότι η αριστερή φρασεολογία δεν φέρνει ψήφους, ή τουλάχιστον δεν φέρνει πολλές ψήφους.
Έτσι, η τωρινή συμπεριφορά του ΣΥΡΙΖΑ δεν διαφέρει και πολύ από ό,τι θα έκανε μία εταιρεία που θα έβλεπε να μην έχει πέραση κάποιο σημαντικό προϊόν της. Η εταιρεία θα πήγαινε σε συμβούλους μάρκετινγκ για να τη βοηθήσουν να τοποθετήσει ένα νέο προϊόν στα ράφια. Αντίστοιχα, ο ΣΥΡΙΖΑ αναζητά να πουλήσει ένα νέο πολιτικό προϊόν. Και ξαφνικά τους έρχεται ο Κασσελάκης, ο οποίος χρησιμοποιεί μία φρασεολογία που δεν έχει καμία σχέση με την Αριστερά, αλλά οριακά με το αμερικανικό Δημοκρατικό Κόμμα, υποστηρίζοντας πάρα πολλά πράγματα που έρχονται σε αντίθεση με όσα έλεγε πριν λίγο καιρό ο ΣΥΡΙΖΑ (πηγαίνοντας την έννοια του αρχηγικού κόμματος στα άκρα – καταργώντας το κόμμα!). Έτσι, αντί για τον Καρλ Μαρξ η κατάσταση στον ΣΥΡΙΖΑ θυμίζει έναν από τους αδερφούς Μαρξ του κινηματογράφου, τον Γκράουτσο, που έλεγε: «Αυτές είναι οι ιδέες μου, αλλά αν δεν σας αρέσουν έχω κι άλλες».