Οταν το 2016 ο Ντέιβιντ Μπρέμνερ πέταξε με το ανακατασκευασμένο Bristol Scout για να εκτελέσει την ίδια διαδρομή που έκανε ο παππούς του στα χρόνια του Μεγάλου Πολέμου, οι συνθήκες δεν ήταν συγκρίσιμες. Πριν από 104 χρόνια, ο Αγγλος ιπτάμενος χειριστής των συμμαχικών δυνάμεων Ντόναλντ Μπρέμνερ, με έναν ιδιόχειρο χάρτη στερεωμένο μέσα στο σπαρτιάτικο πιλοτήριο του καταδιωκτικού Bristol, έφτασε στη Θάσο έπειτα από ένα κοπιαστικό ταξίδι περίπου μιάμισης ώρας από την Ιμβρο. Ηταν μια δύσκολη πτήση με φοβερές αναταράξεις, διηγούνταν αργότερα στον εγγονό του. O κινητήρας δονούνταν άσχημα και η πληροφορία που είχε για τον προορισμό του ήταν η ελάχιστη δυνατή σχεδιασμένη πάνω σε ένα κομμάτι χαρτί με μια κόκκινη τελεία στον Πρίνο.
Η πτήση εστέφθη με επιτυχία και ο Μπρέμνερ, γνωστός ως Μπάνι, ήταν ο πρώτος από τους Aγγλους αεροπόρους της Βασιλικής Ναυτικής Αεροπορικής Υπηρεσίας που κατάφερε να προσγειωθεί ασφαλώς στη Θάσο για να πλαισιώσουν το κλιμάκιο των Γάλλων, των πρώτων αεροπόρων που έφτασαν στο νησί στις 25 Μαΐου του 1916 με επικεφαλής τον διάσημο σκιτσογράφο της εποχής υπολοχαγό Ρενέ Πρεζελάν. Από το αεροδρόμιο Καζαβιτίου της Θάσου εφορμούσαν τα επόμενα τρία χρόνια Αγγλοι και Γάλλοι χειριστές εναντίον βάσεων της γερμανοβουλγαρικής δύναμης.
Το αεροδρόμιο στη Θάσο ήταν δύσκολο, έλεγε αργότερα σε ηχογραφημένη συνέντευξή του ο μαθηματικός Μπρέμνερ (αρχείο Imperial War Museum). «Μπορούσε κάποιος να το προσεγγίσει μόνο από την πλευρά της θάλασσας. Πετούσες κατευθείαν προς τον λόφο και έπειτα εκτελούσες απότομη στροφή και κάθοδο για να προσγειωθείς, με την προϋπόθεση φυσικά ο αέρας να φυσά από τη μεριά της θάλασσας».
Το γερμανικό καταδιωκτικό Albatros D.III πετάει πάνω από τη Δράμα. Hταν το προσωπικό αεροπλάνο του Γερμανού διώκτη Ρούντολφ φον Εσβέγκε.
Σήμερα τίποτα δεν μαρτυρά τον στρατηγικό ρόλο που έπαιξε αυτή η λωρίδα γης στις βορινές ακτές της Θάσου. Ελάχιστοι γνωρίζουν ότι το σμαραγδένιο νησί του Βορείου Αιγαίου φιλοξένησε μία από τις σημαντικότερες αεροπορικές βάσεις των συμμαχικών δυνάμεων κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Στο ανεμοδαρμένο ακρωτήριο Καζαβιτίου και σε άλλα τέσσερα αεροδρόμια (Ξάνθης, Δράμας, Σταυρού Θεσσαλονίκης, Λήμνου) –άγνωστα στο ευρύ κοινό– που διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη του Μεγάλου Πολέμου, μας ταξιδεύει το ντοκιμαντέρ «Στα φτερά του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου», συμπαραγωγής Γιώργου Κάσδαγλη – Cosmote TV, σκηνοθεσίας Δημήτρη Χατζημαλλή, βασισμένο στην εκτενή έρευνα του ιστορικού ερευνητή – συγγραφέα, καθηγητή πληροφορικής Πασχάλη Παλαβούζη (υπογράφει το σενάριο). Προβάλλεται στο 22ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης (έως 28 Μαΐου), διαδικτυακά φέτος, λόγω κορωνοϊού.
Η κάμερα της κινηματογραφικής ομάδας από την Καβάλα «πετάει» πάνω από το Βόρειο Αιγαίο, την Ανατολική Μακεδονία και τη Θράκη. Με πλούσιο αρχειακό υλικό χαρτογραφεί την αναδιάταξη των αεροπορικών δυνάμεων αμέσως μετά την εκστρατεία της Καλλίπολης, αναδεικνύει το πρωτόγνωρο πτητικό μέσο από πανί και ξύλο που χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, σηματοδοτώντας την απαρχή της δημιουργίας της ελληνικής πολεμικής αεροπορίας, και διατρέχει ανθρώπινες ιστορίες στο πεδίο της εναέριας μάχης από παράτολμους άνδρες ξένους και Ελληνες.
Η κλιμάκωση
Το 1916, η εναέρια αντιπαράθεση γνώρισε κλιμάκωση, εξηγεί ο κ. Παλαβούζης. Στρατηγικό ρόλο έπαιξαν τα συμμαχικά αεροδρόμια της Θάσου, της Λήμνου, του Σταυρού Θεσσαλονίκης, απέναντι από τα γερμανοβουλγαρικά της Δράμας και της Ξάνθης στις παρυφές της πόλης, δίπλα ακριβώς από την καπναποθήκη του οθωμανικού μονοπωλίου Ρεζίν. Την περίοδο αυτή αναπτύχθηκαν οι βάσεις υδροπλάνων στη Θάσο, τον Σταυρό Θεσσαλονίκης και το Ζέρεβιτς στη λίμνη Βιστωνίδα. Ενα αερόπλοιο θαλάσσιας επιτήρησης, «φούσκαρος» για τους ντόπιους, «ασημένιο γουρούνι» για τους συμμάχους, εγκαταστάθηκε στον κόλπο Μούδρου της Λήμνου και παρέμεινε ώς το τέλος του πολέμου. Σπουδαία τεχνική βάση στήθηκε από το μηδέν στην ίδια περιοχή της Λήμνου το 1916 και αργότερα, το Κέντρο Εκπαιδεύσεως και Επιχειρήσεων στη Χορταρόλιμνη στις ανατολικές ακτές του ίδιου νησιού.
Αναγνωρίσεις και φωτογραφίσεις, βομβαρδισμοί, αερομαχίες, ανθυποβρυχιακός πόλεμος, ήταν μερικές από τις αποστολές που επωμίστηκαν οι αεροπορικές δυνάμεις στην ελληνική επικράτεια. Οι αερομαχίες ήταν σκληρές, «κυνομαχίες» τις αποκαλούσαν, οι απώλειες αναπόφευκτες αλλά οι αεροπόροι παρέμεναν πιστοί στους άγραφους κώδικες της ιπποτικής συμπεριφοράς. Σε ερματισμένους φακέλους που έριχναν στα εχθρικά αεροδρόμια πληροφορούσαν για την τύχη των πιλότων τους.
Οι Μπλάντι και Μπλέξλι
Οι Καναδοί ιπτάμενοι υποπλοίαρχοι W.H. Peberdy (αριστερά) και H.R. Aird στη Θάσο, τέλη του 1916. Ο πρώτος χάθηκε σε αποστολή στο Δέλτα του Νέστου, ο δεύτερος αιχμαλωτίστηκε από τους Τούρκους αλλά επιβίωσε του πολέμου.
Είναι χαρακτηριστική η επιστολή για την αιχμαλωσία Μπλάντι και Μπλέξλι, πιλότου και παρατηρητή, ενός διθέσιου Nieuport 12 που καταρρίφθηκε στη Δράμα. Στην επιστολή του ερματισμένου φακέλου που πέταξαν οι Γερμανοί, πληροφορούσαν πως και οι δύο δέχονταν τις φροντίδες νοσηλευτών. Εξέφραζαν τη λύπη τους, σημείωναν πως έκαναν απλώς το καθήκον τους ελπίζοντας ότι, μετά τον πόλεμο, θα γίνουν οι καλύτεροι φίλοι.
Στην αεροπορική αρένα εισήλθαν αργότερα και πολέμησαν Ελληνες αεροπόροι. Στους πρώτους χειριστές συγκαταλέγονταν οι ιπτάμενοι ανθυποπλοίαρχοι Κωνσταντίνος Παναγιώτου, Νικόλαος Μελετόπουλος, Ιωάννης Χαλκιάς, Δημήτρης Αργυρόπουλος, και ο Κωνσταντίνος Κωνσταντίνου, ευκατάστατος Ελληνας εξ Αιγύπτου. Την ομάδα συμπλήρωσαν ο παρατηρητής ιπτάμενος υποπλοίαρχος Αριστείδης Μωραϊτίνης, ο παρατηρητής ιπτάμενος ανθυποπλοίαρχος Παντελής Ψύχας, μηχανικοί, αξιωματικοί και ναύτες ως προσωπικό εδάφους που πύκνωσαν τις τάξεις των συμμάχων αεροπόρων στη Θάσο.
Επιχειρησιακή δράση ανέλαβαν αρχικά οι εμπειρότεροι Κωνσταντίνου και Χαλκιάς. Οι υπόλοιποι στάλθηκαν στο αεροδρόμιο στη Χορταρόλιμνη της Λήμνου για να φρεσκάρουν τις γνώσεις τους και να γνωρίσουν τα σύγχρονα αεροπλάνα με τα οποία θα επιχειρούσαν από το Καζαβίτι της Θάσου. Οι αποστολές τους ξεκίνησαν τον Ιανουάριο του 1917 με επικεφαλής τον ανθυποπλοίαρχο Μωραϊτίνη, «ο πυλώνας στην οποία στήθηκε η ελληνική ναυτική αεροπορία».
Πρώτος Ελληνας αεροπόρος που έπεσε κατά τη διάρκεια αποστολής –ακολούθησαν και άλλοι– ήταν ο ιπτάμενος ανθυποπλοίαρχος χειριστής Δημήτρης Αργυρόπουλος. Η μοιραία πτήση μαζί με τον παρατηρητή πολυβολητή Παντελή Ψύχα, κολυμβητή πριν από τον πόλεμο, έμεινε στην ιστορία από λεπτομερείς περιγραφές και σκίτσα. Η πυρπόληση σπαρτών που επιχείρησε στις πεδιάδες Χρυσούπολης και Ξάνθης τον Ιούνιο του 1917 και η αερομαχία με τον διώκτη Γερμανό Ρούντολφ φον Εσβέγκε ήταν συγκλονιστικές.
Ο απόλυτος άσος του μακεδονικού μετώπου, Γερμανός υπολοχαγός Ρούντολφ βον Εϊσβέγκε με 20 τουλάχιστον επιβεβαιωμένες καταρρίψεις. Εχασε τη ζωή του στις 23 Νοεμβρίου 1917 κοντά στο Στρυμονικό Σερρών.
«Η κατάκτηση πάντως της τρίτης διάστασης και για τους Ελληνες δεν ήταν εύκολη υπόθεση», επισημαίνει ο κ. Παλαβούζης. Τα ατυχήματα στο κέντρο εκπαίδευσης στη Χορταρόλιμνη της Λήμνου ήταν συχνά, κάποια θανατηφόρα. Στο ημερολόγιο του φωτογράφου Γουίλιαμ Πόλαρντ αναφέρονται: «26 Απριλίου. Ενας Ελληνας αξιωματικός προσγείωσε το αεροπλάνο του BE 2c σε ένα κοπάδι γιδοπρόβατα θανατώνοντας πέντε από αυτά. Τρώγαμε αρνίσιο κρέας για αρκετές ημέρες. Ο πιλότος δεν έπαθε κάτι. 22 Μαΐου: δύο Ελληνες πιλότοι κατέστρεψαν πέραν επισκευής δύο HF 27». Δυστυχώς τα νέα ήταν χειρότερα στις 18 Ιουνίου: «Ο ιπτάμενος λοχίας Κακουργιώτης Γεώργιος με 12 ώρες πτήσεις σόλο στο ενεργητικό του έχασε τη ζωή του όταν επιχείρησε στροφή σε ύψος 600 ποδών». Μια εβδομάδα μετά, 27 Ιουνίου ο εκπαιδευόμενος ιπτάμενος λοχίας Γυφτάκης Σπυρίδων τραυματίστηκε θανάσιμα κατά την προσγείωση.
Με την είσοδο της Ελλάδας επίσημα στον πόλεμο στο πλευρό των δυνάμεων της Αντάντ, δημιουργήθηκε η πρώτη ανεξάρτητη ελληνική Μοίρα με έδρα το Καζαβίτι της Θάσου και διοικητή τον Μωραϊτίνη. Τον Ιούλιο του 1917 βαφτίστηκε από τον ιπτάμενο πλοίαρχο Σκάρλετ, διοικητή της δεύτερης πτέρυγας, με το γράμμα Ζ.
Ηταν η θρυλική Μοίρα Ζ. Στόχος των Ελλήνων αξιωματικών της ήταν τα αντίπαλα αεροδρόμια. Οι επιθέσεις και οι αερομαχίες κλιμακώθηκαν, οι καταστροφές στη Θάσο γύρω από την αποθήκη πυρομαχικών ήταν μεγάλες, αλλά η αντίστροφη μέτρηση για την πορεία του πολέμου άρχισε όταν ο αποτελεσματικός Γερμανός πιλότος Ρούντολφ φον Εσβέγκε έπεσε νεκρός στην προσπάθειά του να χτυπήσει αγγλικό αερόστατο-παρατηρητή στα υψώματα του Χειμάρρου Σερρών.
Ο «πόλεμος είναι πόλεμος», έλεγε ο Μωραϊτίνης όταν ο θάνατος του Χάμπα –ενός ακόμη σπουδαίου Ελληνα πιλότου– γέμισε με θλίψη τους αεροπόρους της Θάσου. Η ζωή όμως είναι πιο δυνατή. Ακόμα και η μαγεία της ανατολής στο Αιγαίο έσβηνε για λίγο τη φρίκη του πολέμου. Ο ανθυποπλοίαρχος Jessop έγραψε πολλά χρόνια αργότερα: «Ποιος από αυτούς που πέταξε στις πρωινές περιπολίες μπορεί να ξεχάσει ποτέ την ανατολή του ηλίου πίσω από την Ιδη στην Τρωάδα που έβαφε με τα έντονα χρώματα της φωτιάς τις χιονοσκεπείς κορφές;». Ηταν τέτοιο το θέαμα που δεν δίστασαν να το ζωγραφίσουν στην άτρακτο ενός DH 4!