Advertisement

Το επώνυμο “Καψάνης”

872

Το επώνυμο είναι από τα λιγότερο διαδεδομένα στα Κύθηρα, παρόλο που συγκαταλέγεται στα παλαιότερα του νησιού και είναι γνωστό από το 16ο αι. Μάλιστα ανιχνεύεται συνεχώς όλους τους αιώνες που μεσολαβούν από τον αρχικό εντοπισμό του στο νησί. Δεν ανιχνεύονται όμως πολλοί που να φέρουν το επώνυμο αυτό. Το ίδιο συμβαίνει και στην κυθηραϊκή διασπορά.

Ετυμολογικά υπάρχουν δύο πιθανότητες: να έχει σχέση με τη λατινική λέξη capsa, που σημαίνει τη θήκη, το θύλακο (από το ρήμα capio που σημαίνει παίρνω, πιάνω), ή να σχετίζεται με την ελληνική μεσαιωνική λέξη κάψα (από το αρχαίο καίω), λέξη που χρησιμοποιείται και σήμερα ευρύτατα, ειδικά μάλιστα στα Κύθηρα και την Κρήτη και σημαίνει την πολλή ζέστη, τον καύσωνα. Και οι δύο εκδοχές είναι εξίσου πιθανές, αν μάλιστα λάβουμε υπόψη ότι το επώνυμο συναντάται στην Κρήτη και στα Κύθηρα από την ίδια εποχή, και στις δύο δε περιοχές είναι συχνή, τόσο η χρήση της λέξης κάψα, όσο και πολλών ιταλικών λέξεων, που οφείλονται στη μακραίωνη ενετοκρατία, που έζησαν οι δύο τόποι.

Οι παλαιότερες μαρτυρίες για την εμφάνιση του επωνύμου συμπίπτουν χρονικά και αφορούν και οι δύο τα Κύθηρα και την Κρήτη, όπου συμπτωματικά (;) ανιχνεύεται το επώνυμο. Μάλιστα και στις δύο περιπτώσεις πρόκειται για άτομα που φέρουν το ίδιο βαφτιστικό (Μανώλης), έτσι που να γίνεται ελκυστική η έρευνα,  ώστε να διαπιστωθεί αν πρόκειται και για τα ίδια πρόσωπα. Δυστυχώς δεν υπάρχουν στοιχεία που να οδηγούν προς αυτή την κατεύθυνση, έτσι ώστε μόνο εικασίες μπορούν να γίνουν.

Πρώτη χρονολογικά είναι η μαρτυρία από την Κρήτη και αφορά έναν Μανώλη Καψάνη, ο οποίος υπογράφει μάρτυρας σε συμβόλαιο την 1η Απριλίου 1564. Ένα μόνο χρόνο αργότερα ένας Εμμανουήλ Καψάνης εμφανίζεται στα Κύθηρα με το παρωνύμιο Καλυβίτης. Αυτός υπογράφει σε συμβόλαια και πωλεί χωράφια στις περιοχές Γωνία και Φοινικίες. Για το ένα μάλιστα από αυτά αναφέρει ότι το κατέχει από τη μητέρα του Μαρία, θυγατέρα Μανώλη Ευδαιμονογιάννη. Η πληροφορία είναι σημαντική, γιατί δείχνει ότι η οικογένεια Ευδαιμονογιάννη, από τις ισχυρότερες οικογένειες στη βυζαντινή Μονεμβασία, που ένας κλάδος της έγινε κυρίαρχος των Κυθήρων κατά το 12ο αι., έχει ακόμη, τέσσερις αιώνες αργότερα, απογόνους στα Κύθηρα (η οικογένεια Ευδαιμονογιάννη έχει επίσης παλαιότατες σχέσεις και με την Κρήτη).

Στην Κρήτη το 16ο αι. έχουμε άλλη μία αναφορά το 1581 στο επώνυμο με τον Zuanne Kapsani, αξιωματικό των γαλερών Ηρακλείου, ο οποίος αναφέρεται στην απογραφή του Καστροφύλακα. Το πιο σημαντικό όμως στοιχείο από την Κρήτη είναι η αναφορά από τις αρχές του 17ου αι. για ύπαρξη στη μεγαλόνησο χωριού Καψανιανά (Capsagnana), στις όχθες του ποταμού Τυφλού, στην κοινότητα Τοπολίων της επαρχίας Κισσάμου Χανίων. Το χωριό αναφέρεται από τον Βασιλικάτα από το 1630 και έχει πάρει το όνομά του από οικιστή με το όνομα Καψάνης. Ακόμα και σήμερα στην Κρήτη υπάρχει επώνυμο Καψανάκης, που είναι εξέλιξη του Καψάνης. Στην Κρήτη αναφέρεται και επώνυμο Καψάς, από το οποίο και η ονομασία της μονής Καψά. Δεν είναι όμως γνωστό αν υπάρχει σχέση των δύο επωνύμων, κάτι που δεν φαίνεται πιθανό.

Με αυτά που αναφέρονται παραπάνω και αν λάβουμε υπόψη τους στενούς δεσμούς της Κρήτης με τα Κύθηρα και ειδικά της δυτικότερης περιφέρειας, όπου η περιοχή Κισσάμου, μπορεί να υποστηριχθεί ότι υπάρχουν πολλές πιθανότητες οι Καψάνηδες των Κυθήρων να έφθασαν από την Κρήτη, όπως συνέβη άλλωστε με μεγάλο αριθμό οικογενειών των Κυθήρων σε ολόκληρη την ενετοκρατία και την αγγλοκρατία.

Στα Κύθηρα το επώνυμο ανιχνεύεται στις απογραφές του 18ου αι., στην ενορία Αγ. Τριάδας Ποταμού, στην οποία βρίσκονται από το 1724 οι λιγοστοί κάτοικοι του νησιού με το επώνυμο αυτό. Αναφέρονται ενδεικτικά οι Nicola Capsani q. Jani, Dimitri Capsani q. Giorgi, Soito Capsani q. Micali, Soito Capsani q. Giorgi Frossini rel. q. Nicolo Capsani. Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις πρόκειται για άτομα της ίδιας οικογενείας.

Σήμερα το επώνυμο στα Κύθηρα διατηρείται σε μία οικογένεια στην Αγ. Πελαγία. Από άλλο κλάδο της οικογενείας αυτής κατάγονται οι Καψάνηδες των Αθηνών, που αναφέρονται όλοι στο Παλαιό Φάληρο, ενώ υπήρχαν μέχρι πριν από λίγα χρόνια άτομα με το επώνυμο στην Αυστραλία και κυθηραϊκή καταγωγή. Μεταξύ των γνωστών Κυθηρίων της Αθήνας περιλαμβάνεται ο Σταμ. Καψάνης, δικηγόρος, που εξέδωσε το περιοδικό Κυθηραϊκός Κήρυξ, μία από τις πλέον ενδιαφέρουσες εκδόσεις στο χώρο των κυθηραϊκών εντύπων, με σχετικά μικρή διάρκεια ζωής.

Στα παραπάνω στοιχεία προστίθενται τα παρακάτω αναφερόμενα στο ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑ ΣΤΑ ΚΥΘΗΡΑΪΚΑ ΕΠΩΝΥΜΑ από τα οποία αποδεικνύεται η πέραν πάσης αμφιβολίας παρουσία του επωνύμου αυτού στα Κύθηρα από το 15ο αι, αλλά η αναφορά για βιλλάνο (ουσιαστικά υποτελή, υπόδουλο) των Βενιέρων  στην Παλιόχωρα (φωτ.), δείχνει ότι η οικογένεια πρέπει να βρισκόταν στο νησί πριν από την Ενετική κατάκτηση των αρχών του 13ου αι και να είναι, επομένως,  Βυζαντινής καταγωγής.

Καψάνης

Το επώνυμο αυτό δεν είχε ανιχνευθεί στις παλαιότερες έρευνες πριν από το 18ο αι., όμως οι νεότερες έρευνες απέδειξαν ότι οικογένειες με το επώνυμο αυτό βρίσκονται στα Κύθηρα τουλάχιστον από το 14ο αι, πιθανότατα δε και παλαιότερα. Συγκεκριμένα, ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει μία έμμεση αναφορά στο επώνυμο, καθώς, στη διανομή των Βενιέρ, η οποία τοποθετείται στις αρχές του 14ου αι. και συγκεκριμένα το 1310 αναφέρεται μία περιοχή ως, ≪το σπίτι του Καψάνη≫. Το έγγραφο από το οποίο προκύπτει η αναφορά αυτή εκδόθηκε από τον Ενετό Προβλεπτή Κυθήρων Zorzi Demezzo το 1671 και δημοσιεύθηκε από την καθηγήτρια Χρύσα Μαλτέζου. Περιλαμβάνει όρια της διανομής, που είχε γίνει μερικούς αιώνες νωρίτερα και αναφέρεται σ’ αυτό ≪alla casa di Capsani≫. Σύμφωνα με τη μελέτη των τοπωνυμίων των πλησίον σε αυτό τοπογραφικών σημείων η περιοχή πρέπει να βρίσκεται πλησίον του οικισμού Αλεξανδράδες, αποδεικνύει όμως την ύπαρξη του επωνύμου από τις αρχές του 14ου αι και επομένως η εγκατάσταση της οικογενείας στα Κύθηρα θα πρέπει να τοποθετηθεί αρκετά χρόνια ενωρίτερα. Έχουμε όμως και άλλες αναφορές στο επώνυμο αυτό αργότερα, καθώς σε έγγραφο του 1449 αναφέρεται και ο Μανώλης Καψάνης. Το 1478 επίσης αναφέρεται ένας Μανώλης Καψάνης (ο ίδιος;) με το παράξενο παρωνύμιο Σκαρνιάβας να συμπεριλαμβάνεται ανάμεσα στους βιλλάνους των Βενιέρ. Έτσι δεν υπάρχει πλέον αμφιβολία για την παρουσία και της οικογενείας αυτής στα Κύθηρα, τουλάχιστον από το 14ο αι ή παλαιότερα. Καψάνηδες με Κυθηραϊκή καταγωγή βρίσκουμε και στην Κρήτη στις αρχές του 16ου αι.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ

Τα κείμενα για τα επώνυμα και τοπωνύμια, τα οποία δημοσιεύονται εδώ, είναι τα ίδια με όσα έχουν δημοσιευθεί στα αντίστοιχα βιβλία μας ΚΥΘΗΡΑΪΚΑ ΕΠΩΝΥΜΑ, ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑ ΣΤΑ ΚΥΘΗΡΑΪΚΑ ΕΠΩΝΥΜΑ και ΚΥΘΗΡΑΪΚΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ, τα οποία έχουν εκδοθεί από την Εταιρεία Κυθηραϊκών Μελετών (κυκλοφορούν και στα αγγλικά από:  Kytherian Association of Australia,  Kyhterian World Heritage Fund και Kytherian Publishing and Media). Από τις αναδημοσιεύσεις εδώ απουσιάζουν συνήθως οι βιβλιογραφικές και λοιπές σημειώσεις, είναι δε ευνόητον ότι για να αποκτήσει ο αναγνώστης πλήρη εικόνα για κάθε επώνυμο ή τοπωνύμιο είναι απαραίτητο να διαβάσει και τις εκτενείς αναφορές στα εισαγωγικά σημειώματα των παραπάνω βιβλίων, καθώς, χωρίς αυτά, οι γνώσεις του για το θέμα θα παραμένουν ελλιπείς.

Οι εκδόσεις στα Ελληνικά διατίθενται από την Εταιρεία Κυθηραϊκών Μελετών (βλ. στοιχεία στο σχετικό link σε αυτόν εδώ τον ιστότοπο) και στα Κυθηραϊκά βιβλιοπωλεία. 

 

Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies. Περισσότερες πληροφορίες.

Οι ρυθμίσεις των cookies σε αυτή την ιστοσελίδα έχουν οριστεί σε "αποδοχή cookies" για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις των cookies σας ή κάνετε κλικ στο κουμπί "Κλείσιμο" παρακάτω τότε συναινείτε σε αυτό.

Κλείσιμο