Advertisement

Το επώνυμο ΚΟΡΩΝΑΙΟΣ

Του Ε.Π.Καλλίγερου

1.267

Ένα από τα πιο διαδεδομένα επώνυμα στα Κύθηρα, από το οποίο μάλιστα έχει δημιουργηθεί σειρά άλλων επωνύμων μέσα από παρωνύμια.

Το επώνυμο ανήκει στην κατηγορία των επωνύμων που προέρχονται από τοπωνύμια και λέγονται εθνικά (πατριδωνυμικά). Κορωναίος σημαίνει ο καταγόμενος από την Κορώνη, η οποία είναι μικρή πόλη της Πελοποννήσου, κοντά στην Καλαμάτα, στο Μεσσηνιακό κόλπο, γνωστή από την αρχαιότητα. Η θέση της και κυρίως το λιμάνι της, το οποίο χρησιμοποιήθηκε από πολύ παλαιά για το εμπόριο της ευρύτερης περιοχής, την κατέστησαν αντικείμενο διεκδίκησης από τους κατά καιρούς κατακτητές της Πελοποννήσου. Εξαιτίας αυτού του γεγονότος, η πόλη άλλαξε χέρια πολλές φορές και συχνά οι κάτοικοί της εξανδραποδίστηκαν ή εξαναγκάστηκαν σε πολλές μεταναστεύσεις σε αναζήτηση ασφαλέστερων τόπων. Αυτό είχε ως φυσικό επακόλουθο τη μεγάλη διασπορά των κατοίκων της Κορώνης, οι οποίοι έπαιρναν στους νέους τόπους που κατέφευγαν το Κορωναίος, το οποίο σιγά- σιγά αντικατέστησε το αρχικό επώνυμο. Από τους κατοίκους της Κορώνης έγιναν περιζήτητοι κατά τους 14ο και 15ο αιώνες οι μηχανικοί πολιορκητικών μηχανών. Σημαντικός σταθμός στην ιστορία της πόλης, που έχει άμεση σχέση με τη δημιουργία και την εξάπλωση του επωνύμου σε άλλα μέρη της Ελλάδας, είναι η τουρκική κατάκτηση του 1500, που δημιούργησε πλήθος προσφύγων σε πολλές γειτονικές περιοχές, οι οποίες ανήκαν στη Βενετία. Το 1532 οι Γενουάτες του Αντρέα Ντόρια καταλαμβάνουν την Κορώνη για να την χάσουν οριστικά πλέον από τους Τούρκους το 1534, οπότε την εγκαταλείπει μεγάλο πλήθος από τους κατοίκους της. Αναφέρεται ότι αμέσως μετά την κατάκτηση και συγκεκριμένα το 1501 έφθασαν στα Κύθηρα πρόσφυγες από την Κορώνη για να διαπεραιωθούν αργότερα στην Κεφαλληνία.1 Κάποιοι από αυτούς έμειναν στα Κύθηρα και δημιούργησαν τους κλάδους των Κορωναίων του νησιού, που εξαπλώθηκαν σημαντικά τα επόμενα χρόνια. Μέχρι και το 1534 πολλοί πρόσφυγες από την Κορώνη καταφεύγουν στη Σικελία, άλλοι στην Κρήτη και άλλοι, όπως είδαμε, στα γειτονικά με την Κορώνη Κύθηρα.2 Από την εποχή αυτή, λοιπόν, εγκαθίστανται Κορωναίοι στο νησί, πριν όμως από αυτή την εγκατάσταση αξίζει να δούμε την πορεία του επωνύμου.

Είναι γνωστό ότι κατά την αρχαιότητα στην Ελλάδα ο τόπος καταγωγής είναι αυτός που έδινε το επώνυμο των ανθρώπων (Συρακούσιος, Αλιμούσιος, Σάμιος κ.ά.). Το χαρακτηριστικό επώνυμο Κορωναίος είναι το παλαιότερο από τα σωζόμενα σήμερα επώνυμα στα Κύθηρα, αφού η πρώτη μνεία γι’ αυτό γίνεται το 763 π.Χ., όταν, κατά τη 12η Ολυμπιάδα, αναδεικνύεται νικητής στο αγώνισμα του Ολυμπιακού Σταδίου ο Οξύθεμις Κορωναίος.3 Ετυμολογικά, λοιπόν, το Κορωναίος συγκαταλέγεται ανάμεσα στα πατριδωνυμικά (εθνικά ή τοπωνυμικά) επώνυμα.4

Μετά από την εποχή αυτή το επώνυμο συναντάται πλέον το 13ο αι. Οι πρώτες μαρτυρίες προέρχονται από την Κρήτη, όπου ανιχνεύεται στον Χάνδακα το 1324 ο Γεώργιος de la Porta, γιος του ποτέ Coronei. Αργότερα, το 1355 και 1356, επίσης στο Χάνδακα αναφέρεται ο Γιάννης Κορωναίος, ζυγιστής, ο οποίος εγγυάται τη μετάβαση στη Μεθώνη και Κορώνη καπετάνιων από τον Χάνδακα.5 Λίγο αργότερα, στον ίδιο αιώνα, έχουμε και άλλες μαρτυρίες για το επώνυμο, πάλι στην Κρήτη, γεγονός που υποδηλώνει την εξάπλωσή του κατά την εποχή αυτή στη μεγαλόνησο. Σε συμβόλαια και έγγραφα ανιχνεύονται οι Cali Coroneo, Stamati Coroneo (1370) και Cecilia Coroneo q. Georgi, Georgius Coroneus και Maria Coronea (1371).6 Το 1441 αναφέρεται, στην Κρήτη επίσης, ένας Georgius Coroneo.7 Το επώνυμο το ξαναβρίσκουμε, ένα περίπου αιώνα αργότερα, όταν ανιχνεύονται αρκετοί Κορωναίοι μεταξύ των stradioti, που υπηρετούν διάφορους άρχοντες της εποχής στη Δύση. Στην περίπτωσή τους όμως το Κορωναίος αναγράφεται ως προσδιοριστικό του τόπου καταγωγής, δίπλα από το επώνυμο.8 Την ίδια εποχή, δηλαδή τέλος του 15ου αι., τοποθετείται και η αναφορά σε έναν Τζάννε (Ιωάννη) Κορωναίο, ο οποίος είναι κι αυτός στρατιώτης που υπηρετεί στο φημισμένο σώμα του Μερκουρίου Μπούα και γράφει τα κατορθώματά του.9 Στην περίπτωση αυτή το Κορωναίος έχει διασωθεί ως επώνυμο, αυτή όμως, μαζί με τις προηγούμενες, αποδεικνύουν πέραν πάσης αμφιβολίας ότι το Κορωναίος χρησιμοποιείται αρχικά ως πατριδωνυμικό προσδιοριστικό και εξελίσσεται στη συνέχεια σε επώνυμο.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η αναφορά σε Κορωναίους σε κατάλογο στρατευσίμων στην Κρήτη, στην περιοχή Χανίων και Αποκορώνου,10 όπου είναι φανερό ότι το Κορωναίος σημαίνει τον τόπο καταγωγής. Οι πολλές αναφορές οφείλονται στο γεγονός ότι πρόκειται για πρόσφυγες των πρόσφατων χρονικά τουρκικών κατακτήσεων της Κορώνης. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η ανίχνευση στον κατάλογο αυτό του παπά Μεγαλοκονόμο Coroneo, καθώς το επώνυμο Μεγαλοκονόμος είναι συνηθέστατο στα Κύθηρα και η προφορική παράδοση γι’ αυτό αναφέρει ότι έφθασε στο νησί μετά την πτώση του Μυστρά στους Τούρκους (1460). Πιο εντυπωσιακό είναι το γεγονός ότι αυτός αναφέρεται ότι κατάγεται από το χωριό Χωραφάκι, το οποίο είναι γνωστό ότι κατοικείται από άτομα κυθηραϊκής καταγωγής, τουλάχιστον από το τέλος του 18ου αι. Όμως για την εποχή αυτή δεν έχει διαπιστωθεί οποιαδήποτε σχέση της περιοχής με τα Κύθηρα.
Ανάμεσα στους άλλους στρατευσίμους του καταλόγου ενδιαφέρον επίσης έχουν οι περιπτώσεις αυτών αναφέρονται και τα επώνυμα πριν το τοπωνυμικό προσδιοριστικό Κορωναίος, καθώς δείχνουν μερικά από τα επώνυμα που είχαν οι πρόσφυγες αυτοί στην πατρίδα τους πριν τα χάσουν και μείνουν με το Κορωναίος, όπως συχνότατα συμβαίνει στην περίπτωση όσων εγκαθίστανται σε διαφορετικούς τόπους (βλ. Κρητικός, Χανιώτης κ.ά.). Τέτοιες περιπτώσεις είναι των Bernardo Stamini Coroneo, Nicola Acriti da Coron και Janni Corro da Coron, Manoli Argiropulo Coroneo, Manoli Zirigo Coroneo κ.ά.

Στα Κύθηρα, όπως είδαμε στην αρχή, οι Κορωναίοι φαίνεται να φθάνουν μετά την τουρκική κατάκτηση του 1500. Η προφορική παράδοση της οικογένειας επιβεβαιώνει όσα αναφέρονται στην ιστορία.11 Η πρώτη ανίχνευση του επωνύμου στα Κύθηρα γίνεται σε συμβόλαιο της 25/3/1566 και αφορά τον Νικόλα Κορωναίο του ποτέ Σταμάτη.12 Προφανώς πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο που αναφέρεται αργότερα (1582), σε άλλο συμβόλαιο στα Κύθηρα.13

Τον ίδιο αιώνα, αλλά μερικά χρόνια νωρίτερα, ανιχνεύονται περιπτώσεις Κορωναίων στην Κρήτη και τη Βενετία, χωρίς να αναφέρεται ο τόπος καταγωγής για τους δεύτερους, είναι δε γνωστό ότι στη Βενετία βρίσκονται πολίτες απ’ όλες τις ενετικές κτήσεις.14

Στις αρχές του 17ου αι. αναφέρεται ο Γεώργιος Κορωναίος, προεστός στη Μάνη, ο οποίος απευθύνει επιστολή στο δούκα του Νεβέρ το 1612.15

Στα Κύθηρα αναφέρεται το 1666 μεταξύ των κουμέσων (=αντιπρόσωποι, εντολοδόχοι) του Ποταμού ο Μηνάς Κορωναίος.16 Η περίπτωσή του έχει ενδιαφέρον εξαιτίας του βαφτιστικού Μηνάς, το οποίο ανιχνεύεται στη συνέχεια να αποτελεί ένα από τα κύρια βαφτιστικά της οικογένειας, ενώ το βρίσκουμε και στους κλάδους των Διακόπουλων και των Τζωρτζόπουλων (στους τελευταίους διατηρείται μέχρι σήμερα), γεγονός που ενισχύει τα υπάρχοντα στοιχεία για την αρχική καταγωγή από την ίδια οικογένεια.

Στις αρχές του 17ου αι. παρουσιάζεται η περίπτωση του Giorgio Coroneo, ο οποίος ζητεί από τις ενετικές αρχές να εξαιρεθεί από τις αγγαρείες και την πολιτοφυλακή μαζί με το γιο του Antonio, διότι υπήρξε 35 χρόνια σκλάβος στην Τρίπολη της Μπαρμπαριάς.17 Εξαιρετικό ενδιαφέρον όμως παρουσιάζει μια άλλη αναφορά Κορωναίων των Κυθήρων προς τις ενετικές αρχές, γιατί δίνει πολύτιμες πληροφορίες σχετικά με τον κτητορικό ναό της Παναγίας της Δέσποινας στον Καραβά και τη σχέση του επωνύμου Κορωναίος με το επώνυμο Διακόπουλος. Συγκεκριμένα το 1763 οι αδελφοί Giorgio, Anastasio και Demetrio Coroneo Diacopoulo q. Mina διαμαρτύρονται στην ενετική κυβέρνηση, γιατί εδόθη ο ναός αυτός το 1761 στον Papa Manoli Coroneo di Nikolo Sclavo, ως δήθεν εγκαταλειφθείς από αυτούς, κάτι το οποίο διαβεβαιώνουν ότι δεν είναι αληθινό και ότι οι ίδιοι ουδέποτε εγκατέλειψαν το ναό.18 Την οικογένεια αυτή των Κορωναίων–Διακόπουλων την εντοπίζουμε εύκολα στην ενορία της Αγίας Τριάδας στον Ποταμό στις ενετικές απογραφές του 1753 και του 1760, όπου αναφέρονται ως Διακόπουλοι.19 Στις ίδιες απογραφές βρίσκουμε όλους τους κλάδους της οικογένειας με τα παρωνύμια που είχαν τα οποία γίνονται αργότερα επώνυμα. Χαρακτηριστικές είναι ακόμα οι περιπτώσεις των Coroneo Bernardo (1724), Nicolo Coroneo Mavrogiorgi (1724), Giorgi Coroneo Dedio (1724), όλες από την ενορία του Σωτήρα στον Ποταμό.20

Μια άλλη ενδιαφέρουσα περίπτωση είναι αυτή του παπά Γιάννη Κορωναίου, ο οποίος αναφέρεται μεταξύ των προσφύγων του Κρητικού πολέμου (1645-1669) στα Κύθηρα και είναι το ίδιο πρόσωπο με τον Ιωάννη Κορωναίο, που υπογράφει, μεταξύ άλλων προσφύγων από την Κρήτη στα Κύθηρα, επιστολή προς τον ενετό ναύαρχο Μοροζίνι.21 Το 1715, όταν εμφανίζεται στα νερά των Κυθήρων ο τουρκικός στόλος υπό τον Κατήρ Μπέη, ο Κορωναίος αυτός πρωτοστατεί, μεταξύ μερίδας ευγενών και αστών στα Κύθηρα, σε μια κίνηση, για να κληθεί ο Κατήρ Μπέης να καταλάβει το νησί και να εκδιώξει τους Ενετούς από αυτό. Μάλιστα ο Κορωναίος αναλαμβάνει να μεταφέρει και την επιστολή προς τον τούρκο ναύαρχο.

Πράγματι, η φιλοτουρκική ομάδα τότε κατορθώνει να κινήσει το ενδιαφέρον των Τούρκων, οι οποίοι καταλαμβάνουν τα Κύθηρα, αλλά μετά από τη διπλή ήττα του τουρκικού στόλου από τον ενετικό στα στενά των Κυθήρων, το νησί επανέρχεται επίσημα, με τη συνθήκη του Πασσάροβιτς (1718), στην ενετική κυριαρχία. Η φιλοτουρκική μερίδα, που είχε διαπραγματευθεί την παράδοση, είχε συμφωνήσει με τους Τούρκους να μην υπάρξουν επιπτώσεις στον πληθυσμό, όμως αυτοί, παραβιάζοντας τα συμφωνηθέντα, κατά τη συνήθη πρακτική τους, συνέλαβαν και πούλησαν στα σκλαβοπάζαρα 200 κυθηραϊκές οικογένειες. Δεν είναι διαπιστωμένο αν το πρόσωπο αυτό είναι το ίδιο με τον παπά Γιάννη Κορωναίο, ο οποίος το 1705 ζητεί να του εκχωρηθούν τα δικαιώματα του ναού του Αγίου Ιωάννου στα Σανίδια, έξω από τον Ποταμό.22 Στο ναό αυτό έχει αναγνωσθεί δέηση ενός Νικολάου Κορωναίου, που δεν είναι χρονολογημένη, σίγουρα όμως δεν είναι νεότερη του 17ου αι.23 Ένας άλλος Νικολός Κορωναίος, καλόγερος, αναφέρεται το 1719 μεταξύ αυτών που συντάσσουν τη διαθήκη τους τότε από το φόβο της επιδημίας πανούκλας που έπληξε το νησί.24

Οι Κορωναίοι στον Ποταμό και τον Καραβά γίνονται, στο τέλος του 18ου και τις αρχές του 19ου αι., η πολυπληθέστερη ομάδα. Σ’ αυτούς του Καραβά ανήκουν και οι κλάδοι των Βενάρδων, Τζωρτζόπουλων, Διακόπουλων, Μαυρογιώργη και Μοδέα, που μαζί με τα Σκέκος και Κόντες, γίνονται επώνυμα μετά από μερικά χρόνια κατά τη διάρκεια των οποίων χρησιμοποιούνται ως παρωνύμια. Όσοι κρατούν το επώνυμο Κορωναίος και στα δύο χωριά διακρίνονται με παρωνύμια, μερικά από τα οποία είναι: Μπέλος, Γκέγκερης, Λαγκαδιώτης, Μανωλάκης, Μιχαλάκης, Πατουχάς, Σκλάβος, Σταυριανόπουλος, Στράνιος, Αράπης κ.ά, πολλά από τα οποία διατηρούνται μέχρι σήμερα.25

Το 19ο αι. πλέον οι αναφορές στο επώνυμο στα Κύθηρα είναι συχνότατες. Ξεχωριστό ενδιαφέρον έχει η περίπτωση της οικογένειας του στρατηγού Πάνου Κορωναίου, ήρωα του αντιοθωνικού αγώνα, αλλά, κυρίως, της Κρητικής επανάστασης του 1866 και μετέπειτα βουλευτή, του οποίου η προτομή βρίσκεται σήμερα στην κεντρική πλατεία του Ποταμού από το 1911, όταν στήθηκε εκεί και ήρθε από την Αθήνα για τα αποκαλυπτήριά της ο ίδιος ο Ελευθέριος Βενιζέλος. Ο πατέρας του, είχε εγκατασταθεί στην Κωνσταντινούπολη και είχε αποκτήσει σημαντική περιουσία. Λέγεται ότι έφυγε από τα Κύθηρα εξαιτίας ενός έντονου οικογενειακού επεισοδίου. Η αδελφή του στρατηγού, Κλεοπάτρα Κορωναίου, που είχε τη φήμη της πολύ ωραίας γυναίκας, παντρεύτηκε τον ιατροφιλόσοφο και ριζοσπάστη βουλευτή Κυθήρων Δημ. Ραπτάκη και ήταν η γιαγιά του Κλέωνος Τριανταφύλλου–Αττίκ.26 Για την οικογένεια του στρατηγού Κορωναίου έχουν ενδιαφέρον οι αναμνήσεις του ίδιου, όπως δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα Φωνή των Κυθήρων (1948), όπου αναφέρονται λεπτομερώς και οι οικογενειακές περιπέτειες του κλάδου αυτού των Κορωναίων.

Στο τέλος του 19ου αι., ο Γεώργιος Πολυχρόνης Μπέλος ή Κορωναίος αναφέρεται ότι μετέφρασε ολόκληρο το Σοφοκλή και άλλα αρχαία δράματα (1880-1885).27

Στα μέσα του 20ού αι. ο ομογενής Παν. Κορωναίος– Πουλάκης ηγείται της προσπάθειας για την κατασκευή του λιμενοβραχίονα της Αγίας Πελαγίας και ο γιος του, Γιάννης Κορωναίος, εκλέγεται βουλευτής στο τέλος του αιώνα.

Το επώνυμο Κορωναίος υπάρχει σε πολλές περιοχές της Ελλάδος. Ήδη από τις αρχές του 16ου αι. (1519-1536) αναφέρονται Κορωναίοι στην Κεφαλληνία,28 ενώ ιδιαίτερα πολυπληθής είναι η παρουσία τους στη Χαλκίδα.
Κορωναίοι κυθηραϊκής καταγωγής βρίσκονται στην κυθηραϊκή διασπορά της Αιγύπτου και της Σμύρνης, από την οποία αρκετοί διασκορπίζονται μετά την καταστροφή του 1922 σε διάφορα μέρη της Ελλάδος. Σήμερα στα Κύθηρα το επώνυμο Κορωναίος ανιχνεύεται στις περιοχές Ποταμού, Καραβά και Χώρας, ενώ είναι από τα πλέον διαδεδομένα κυθηραϊκά επώνυμα στη διασπορά της Αθήνας και του Πειραιά, καθώς και σ’ αυτήν της Αυστραλίας και των ΗΠΑ.


ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1. Βενετική παρουσία, σελ. Γ 18.
2. Ιστορία Ελληνικού Έθνους, Εκδ. Αθηνών, Ι΄, σελ. 217.
3. Μεν. Χρόνης, Ολυμπιακοί Αγώνες, Αθήνα 2000.
4. Έχει αναφερθεί ότι οι κεραμίστες, που ειδικεύονταν στην κατασκευή της κορώνης σε κιούπια ή άλλα αγγεία, αποκαλούνταν κορωναίοι, όμως είναι βέβαιο ότι το επώνυμο Κορωναίος των Κυθήρων δεν έχει σχέση με το επαγγελματικό αυτό επώνυμο, καθώς δεν έχουμε συγκεκριμένη αναφορά για κάτι παρόμοιο.
Για λόγους πληρότητας αναφέρεται επίσης ότι ο Ησύχιος μνημονεύει ένα είδος αμπέλου ή συκής
με τη λέξη κορωναίος, το οποίο όμως και πάλι παραπέμπει στην Κορώνη.
5. Χαρ. Γάσπαρης. H ναυτιλιακή κίνηση από την Kρήτη προς την Πελοπόννησο κατά το 14ο αι., Ιστορικά 9 (1988), σελ. 297. Να σημειωθεί εδώ και η σχέση του Κορωναίου με την Κορώνη!
6..Régestes, σελ. 59 και 66.
7. Documents, σελ. 102.
8. K. Σάθας, Έλληνες στρατιώται εν τη Δύσει και η αναγέννησις της Eλληνικής τακτικής, 1885. Αναφέρονται οι Παγωμένος, Δριμής και Βασκός, Κορωναίοι, σελ. 224 κ.α.
9. Ιστορία Ελληνικού Έθνους, Εκδ. Αθηνών, ΙΑ΄, σελ. 145.
10. Κατάλογοςστρατευσίμων, σελ. 301.
11. Στις Μνήμες του στρατηγού Πάνου Κορωναίου, που δημοσιεύτηκαν στην εφημ. Φωνή των Κυθήρων, φ. 1/ 1948, ο Παν. Τσιτσίλιας αναφέρει ότι, κατά την παράδοση, οι Κορωναίοι έφθασαν στα Κύθηρα προ 500 ετών.
12. Εμμ. Κασιμάτης, σελ. 243. Αξιοπρόσεκτο το πατρώνυμο Σταμάτης, που είναι βαφτιστικό ενός από αυτούςπου ανιχνεύονται στην Κρήτη δύο αιώνες ενωρίτερα, που δεν αποκλείεται βέβαια να οφείλεται σε σύμπτωση, αλλά, με τους γνωστούς δεσμούς της Κρήτης με τα Κύθηρα και την τήρηση της αρχής να βαφτίζονται τα παιδιά με το όνομα του παππού, δεν αποκλείεται να έχουμε μία σχέση των οικογενειών.
13. Ι.Α.Κ. Κατάστιχο νοταρίου Δημ. Φάναρη.
14. Για τον Κορωναίο Μαϊστρο-Γεώργη (1545-1575) βλ. Κ. Μέρτζιος, Σταχυολογήματα από τα κατάστιχα του νοταρίου M. Mαρά, Κρητικά Χρονικά 15/16 (1961), Β, 237 και για τους Thodorin και Zuan Coroneo το 1546 στην Ελληνική Αδελφότητα Βενετίας βλ. Συμβολή.
15. Γεώργιος Κορωναίος «με τα χωρία μου, προσκυνώ την υψηλοτάτην αφεντίαν….» Π. Χιώτης, Ιστορικά Απομνημονεύματα Eπτανήσου, Γ΄, σελ. 154 και Κουτσιλιέρης, Μάνη, σελ. 329.
16. Ψαράς, Πείνα στα Κύθηρα, σελ. 78.
17. Αιτήματα και πραγματικότητες, Β΄, σελ. 12.
18. Ό.π., Γ΄, σελ. 61.
19. Aπογραφές Κυθήρων, Βλ. ευρετ., Γ΄, σελ. 57.
20. Ό.π., Γ΄, σελ. 57.
21. Γ. Λεοντσίνης, Ζητήματα Eπτανησιακής κοινωνικής ιστορίας, Aθήνα 1991, σελ. 180.
22. Βενετική παρουσία, Ι 269.
23. Π. Λαζαρίδης, Αρχαιολογικόν Δελτίον, 20 (1965), σελ. 199.
24. Λιμοί και λοιμοί, σελ. 598.25. Ένας Κορωναίος Σκέκος αναφέρεται να πεθαίνει το 1923 στον Καραβά (Κυθηραϊκή Επιθεώρησις), ενώ στην κυθηραϊκή διασπορά της Σμύρνης αναφέρεται το επώνυμο Κόντες, το οποίο είναι παρωνύμιο Κορωναίων του Καραβά βλ. Κυθηραϊκή παροικία, σελ. 371.
26. Ο τάφος της βρίσκεται στο προαύλιο του ναού της Παναγίας Κοντελετούς στο Λειβάδι.
27. Μ. Πετρόχειλος, Tα πολυύμνητα Κύθηρα, Aθήναι 1955, σελ. 43.
28. Κεφαλονιά, σελ. 159.


ΣΗΜΕΙΩΣΗ

Τα κείμενα για τα επώνυμα και τοπωνύμια, τα οποία δημοσιεύονται εδώ, είναι τα ίδια με όσα έχουν δημοσιευθεί στα αντίστοιχα βιβλία μας ΚΥΘΗΡΑΪΚΑ ΕΠΩΝΥΜΑΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑ ΣΤΑ ΚΥΘΗΡΑΪΚΑ ΕΠΩΝΥΜΑ και ΚΥΘΗΡΑΪΚΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ, τα οποία έχουν εκδοθεί από την Εταιρεία Κυθηραϊκών Μελετών (κυκλοφορούν και στα αγγλικά από:  Kytherian Association of Australia,  Kyhterian World Heritage Fund και Kytherian Publishing and Media). Από τις αναδημοσιεύσεις εδώ απουσιάζουν συνήθως οι βιβλιογραφικές και λοιπές σημειώσεις, είναι δε ευνόητον ότι για να αποκτήσει ο αναγνώστης πλήρη εικόνα για κάθε επώνυμο ή τοπωνύμιο είναι απαραίτητο να διαβάσει και τις εκτενείς αναφορές στα εισαγωγικά σημειώματα των παραπάνω βιβλίων, καθώς, χωρίς αυτά, οι γνώσεις του για το θέμα θα παραμένουν ελλιπείς.

Οι εκδόσεις στα Ελληνικά διατίθενται από την Εταιρεία Κυθηραϊκών Μελετών (βλ. στοιχεία στο σχετικό link σε αυτόν εδώ τον ιστότοπο) και στα Κυθηραϊκά βιβλιοπωλεία. 

 

 

Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies. Περισσότερες πληροφορίες.

Οι ρυθμίσεις των cookies σε αυτή την ιστοσελίδα έχουν οριστεί σε "αποδοχή cookies" για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις των cookies σας ή κάνετε κλικ στο κουμπί "Κλείσιμο" παρακάτω τότε συναινείτε σε αυτό.

Κλείσιμο